Κυριακή 15 Οχτώβρη 2000
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Σελίδα 8
ΠΟΛΙΤΙΚΗ
Γιατί και πώς οξύνονται οι ενδοϊμπεριαλιστικές αντιθέσεις;

Στις θέσεις της ΚΕ του ΚΚΕ για το 16ο Συνέδριο, γίνεται η εκτίμηση ότι: «Σε νέα φάση όξυνσης βρίσκονται οι ενδοϊμπεριαλιστικές αντιθέσεις για τη διανομή των αγορών, τη διατήρηση ή κατάκτηση της παγκόσμιας πρωτοκαθεδρίας. Ομως, παρά το μεταξύ τους ανταγωνισμό, οι ιμπεριαλιστικές δυνάμεις παρεμβαίνουν ενιαία στην Ευρασία, στην Κεντροανατολική και Νοτιοανατολική Ευρώπη, στη Μέση Ανατολή, στη Βόρεια Αφρική, που αποτελούν αντικείμενο συνεχών διαπραγματεύσεων ανάμεσα στις πιο ισχυρές ιμπεριαλιστικές δυνάμεις - ΗΠΑ, Μεγάλη Βρετανία, Γαλλία, Γερμανία, Ιταλία».

Εδώ τίθενται ορισμένα ερωτήματα: Πώς εκφράζονται οι μεταξύ τους αντιθέσεις όταν πχ κάνουν επεμβάσεις από κοινού ΗΠΑ και ΕΕ με μοχλό το ΝΑΤΟ; 'Η πού μπορεί να οδηγήσει η παραπέρα όξυνσή τους;

Οι ανταγωνισμοί ανάμεσα στα ιμπεριαλιστικά κράτη και ανάμεσα σε ιμπεριαλιστικές ενώσεις, συνυπάρχουν με τους μεταξύ τους συμβιβασμούς. Η πηγή του ανταγωνισμού, βρίσκεται στη λειτουργία και δράση των μονοπωλίων. Τα μονοπώλια, ως προς τη δράση τους είναι διεθνικά. Δεν παύουν όμως να έχουν εθνική αναφορά ως προς την προέλευση των κεφαλαίων τους και το κράτος που αναλαμβάνει τη βασική υπεράσπιση των συμφερόντων τους.

Τα μονοπώλια μιας χώρας ανταγωνίζονται τα μονοπώλια άλλων χωρών στη διεθνή αγορά. Αυτός ο ανταγωνισμός εκφράζεται με τις ενδοϊμπεριαλιστικές αντιθέσεις. Τα μονοπώλια για να μπορούν να δρουν σε συνθήκες διεθνούς ανταγωνισμού, επιδιώκουν διαρκώς την αύξηση των κεφαλαίων τους, τη μεγέθυνσή τους (σ' αυτό συμβάλλουν και οι συγχωνεύσεις και εξαγορές), γι' αυτό και έχουν την τάση της κυριαρχίας. Κυριαρχούν στην αγορά, τη διαμοιράζουν μεταξύ τους, ανάλογα με τη δύναμη καθενός ανοίγοντας έτσι το δρόμο για τη σύναψη διαφόρων μορφών συμφωνιών μεταξύ των καπιταλιστών, αλλά αυτές οι συμφωνίες είναι προσωρινοί συμβιβασμοί, αφού κάθε μονοπώλιο επιδιώκει πάντα μεγαλύτερο μερίδιο. Αρα πίσω από τις συμφωνίες υπάρχουν οι ανταγωνισμοί, δεν καταργούνται. Γι' αυτό και οι συμφωνίες σπάνε για να ξαναδημιουργηθούν άλλες, αλλάζουν οι μεταξύ τους συμμαχίες, οι συσχετισμοί ομίλων κλπ. Ανάλογη είναι και η διαδικασία ανάμεσα στα καπιταλιστικά κράτη την εποχή του ιμπεριαλισμού.


Οσο μεγαλώνουν οι διαστάσεις των μονοπωλίων, τόσο διεκδικούν μεγαλύτερο μερίδιο στην παγκόσμια αγορά, αλλά αυτή η τάση μεταβάλει τη δύναμη ανάμεσά τους. Εδώ βρίσκεται και η ουσία του νόμου της ανισόμετρης οικονομικής και πολιτικής ανάπτυξης.

Ο ανταγωνισμός ανάμεσα στα μονοπώλια διεξάγεται σε διάφορους τομείς. Κατ' αρχήν υπάρχει ο ανταγωνισμός ανάμεσα στα μονοπώλια του ίδιου κλάδου για το μοίρασμα της αγοράς. Οξύνεται όμως ο ανταγωνισμός και μεταξύ μονοπωλίων διαφορετικών κλάδων παραγωγής, όπως τα μονοπώλια - προμηθευτές και τα μονοπώλια - καταναλωτές της πρώτης ύλης, της ενέργειας κλπ. Τα πρώτα επιδιώκουν αύξηση των τιμών, τα άλλα τη μείωσή τους. Ανταγωνισμός επίσης υπάρχει μεταξύ των μονοπωλίων που παράγουν τα ίδια προϊόντα με διαφορετική πρώτη ύλη. Αλλά και η επιστημονική και τεχνική πρόοδος, είναι στοιχείο όξυνσης του ανταγωνισμού. Επίσης ανταγωνισμοί οξύτατοι υπάρχουν όχι μόνο σε σχέση με την εξαγωγή εμπορευμάτων, αλλά κυρίως με την εξαγωγή κεφαλαίων.

Το ιμπεριαλιστικό σύστημα, που άρχισε να σχηματίζεται στα τέλη του προηγούμενου αιώνα, έχει πλέον ιστορικά διαμορφωθεί. Για παράδειγμά η Αγγλία κατείχε την πρωτοκαθεδρία στο ιμπεριαλιστικό σύστημα από τα τέλη του προηγούμενου αιώνα. Ο πρώτος παγκόσμιος πόλεμος έγινε κάτω από την ανάγκη για μεγαλύτερο μερίδιο αποικιακών κτήσεων από τη Γερμανία, η δύναμη της οποίας στο μεταξύ είχε μεγαλώσει τόσο ώστε να μη χωρά παραπέρα ανάπτυξη στα στενά της όρια. Η ήττα της όμως δεν άλλαξε στο διάστημα του μεσοπολέμου την κατάσταση στην κορυφή της πυραμίδας του ιμπεριαλιστικού συστήματος και το μεταξύ των ισχυρών ιμπεριαλιστικών κρατών συσχετισμό.

Μετά το β' παγκόσμιο πόλεμο, η πρωτοκαθεδρία περνά στις ΗΠΑ. Οι ΗΠΑ, μετά τον πόλεμο με το σχέδιο Μάρσαλ, κατάφεραν να ενισχύσουν την παγκόσμια κυριαρχία τους έναντι της Αγγλίας, της Γαλλίας και της ηττημένης Γερμανίας, αλλά και τη στρατιωτικοπολιτική τους παρουσία σε στρατηγικά σημεία του πλανήτη, εκτός της αμερικανικής ηπείρου, τόσο στην Ευρώπη, όσο και στην Απω Ανατολή. Στην Ευρώπη μετά τον πόλεμο έχουμε τη συγκρότηση ιμπεριαλιστικής Ενωσης που δρα ως ένα κέντρο του διεθνούς ιμπεριαλισμού, την τότε ΕΟΚ - σήμερα Ευρωπαϊκή Ενωση. Στην Απω Ανατολή η Ιαπωνία επίσης είναι το άλλο κέντρο του ιμπεριαλισμού. Ετσι, ιστορικά, μαζί με τη διαμόρφωση της ιμπεριαλιστικής πυραμίδας διαμορφώνονται τρία ιμπεριαλιστικά κέντρα: ΗΠΑ, ΕΕ, Ιαπωνία. Επίσης τόσο στη Βόρεια Αμερική, όσο και στην Απω ανατολή, δημιουργούνται αντίστοιχες ιμπεριαλιστικές περιφερειακές ενώσεις, ΝΑFΤΑ και APEC.

Θα αναφέρουμε ορισμένα ενδεικτικά παραδείγματα που λίγο ως πολύ αναδεικνύουν όχι μόνο τις αντιθέσεις, αλλά και την έντασή τους.

Ανάμεσα στις ΗΠΑ και την ΕΕ έχει εδώ και μερικά χρόνια ξεσπάσει εμπορικός πόλεμος για δυο προϊόντα, τις μπανάνες και το βοδινό κρέας. Σχετικά με το βοδινό κρέας, η ΕΕ απαγορεύει τις εισαγωγές από τις ΗΠΑ, γιατί τα βοοειδή στις ΗΠΑ μεγαλώνουν με ορμόνες. Αυτή είναι η επίσημη αιτιολογία, αλλά πίσω κρύβεται η ανάγκη προστατευτισμού της ίδιας παραγωγής για τη Γερμανία, την Ολλανδία κλπ.

Σχετικά με τον πόλεμο της μπανάνας, η υπόθεση απασχολεί τον ΠΟΕ. Οι ΗΠΑ έχουν συμφωνήσει με χώρες της Λατινικής Αμερικής να αγοράζουν όλη την παραγωγή τους στην μπανάνα και να την εξάγουν διεθνώς. Οι τρεις μεγαλύτερες εταιρίες του είδους στον κόσμο, η «Τσικίτα», η «Ντόουλ» και η «Ντελ Μόντε», που έχουν ήδη κατακτήσει το 64,1% της παγκόσμιας αγοράς είναι αμερικανικές. Επιδιώκουν δε να μπουν στην αγορά της ΕΕ, υποστηρίζοντας ότι αν και αυτό το προϊόν τους είναι φτηνότερο, εμποδίζεται η εισαγωγή του στην ΕΕ, λόγω της Συμφωνίας του Λομέ. (Είναι η συμφωνία της ΕΕ με χώρες, πρώην αποικίες των κρατών - μελών της, στην Καραϊβική και τη Βόρεια Αφρική, να αγοράζει τη δική τους παραγωγή μπανάνας). Οι συμφωνίες βεβαίως αυτές συνεπάγονται και διείσδυση των μονοπωλίων, σ' αυτές τις χώρες. Επομένως, ο πόλεμος δε γίνεται μόνο για το μοίρασμα της αγοράς στην μπανάνα, αλλά και για γενικότερες συμφωνίες μοιράσματος αγορών. Μάλιστα, οι ΗΠΑ έφτασαν να απειλούν την ΕΕ με επιβολή εμπορικών κυρώσεων (αύξηση δασμών κατά 100% σε πληθώρα και ποικιλία ευρωπαϊκών εμπορευμάτων: υφάσματα, ρούχα, τρόφιμα, κάρτες, μπαταρίες, τρόφιμα, ποτά κ.ά.) κυρώσεις ύψους άνω των 500 εκατομμυρίων δολαρίων.

Η αντιπαράθεση μεταξύ των δύο πλευρών έχει ξεκινήσει τα τελευταία εφτά χρόνια και δεν έχει κλείσει ακόμη.

Αλλο παράδειγμα είναι οι πηγές ενέργειας και κυρίως το πετρέλαιο.

Για παράδειγμα οι ΗΠΑ αξιοποιούν τη στρατιωτική τους παρουσία στην περιοχή του Περσικού Κόλπου, βασική ενεργειακή πηγή τόσο για την ΕΕ, όσο και για την Ιαπωνία, προκειμένου να τις δυσκολέψουν στον ενεργειακό τομέα. Η ΕΕ επειδή δεν έχει δικές της ενεργειακές πηγές κάνει εισαγωγές και έχει δαπάνες κατά 40% μεγαλύτερες από τις αντίστοιχες των ΗΠΑ που έχουν και δικά τους πετρέλαια και δεν εξαρτώνται αποκλειστικά από εισαγωγές. Ετσι οι εκπρόσωποι της ΕΕ (π.χ. Ρ. Πρόντι) προβάλλουν την ανάγκη ανάπτυξης των σχέσεων της ΕΕ με χώρες όπως το Ιράκ, το Ιράν, η Λιβύη, χώρες στις οποίες εναντιώνονται οι ΗΠΑ.

Επίσης η Γαλλία και η Ρωσία, επιδιώκουν την άρση του εμπάργκο εξαγωγών πετρελαίου που έχει επιβληθεί στο Ιράκ από τις ΗΠΑ, γιατί έχουν συνάψει συμβόλαια για την εκμετάλλευση του πετρελαίου του Ιράκ.

Οι ενδοϊμπεριαλιστικές αντιθέσεις μπορεί να οξύνονται στο έπακρο απότομα, σε συνδυασμό με την απότομη όξυνση και γενίκευση της κρίσης. Αυτές οι συνθήκες μπορεί να οδηγούν σε ιμπεριαλιστικούς πολέμους. Η στρατιωτικοποίηση της ΕΕ, παρά τη συμμετοχή των κρατών - μελών της στο ΝΑΤΟ, αυτό το ενδεχόμενο σηματοδοτεί. Ας μην ξεχνάμε από το παρελθόν ότι η ναζιστική Γερμανία εξοπλιζόταν, για να εξαπολύσει πόλεμο, και με αμερικανικά και εγγλέζικα κεφάλαια.

Επίσης, κάτω από τις ίδιες αντικειμενικές συνθήκες, όξυνσης των ενδοϊμπεριαλιστικών αντιθέσεων και γενίκευσης της κρίσης, μπορεί να δημιουργούνται συνθήκες πανεθνικής κρίσης σε μια ή μερικές χώρες, δηλαδή όξυνση των ταξικών αντιθέσεων σε τέτοιο βαθμό που να οδηγεί σε επαναστατική κατάσταση, δηλαδή στις αντικειμενικές συνθήκες για την ανατροπή του καπιταλισμού. Βεβαίως, η όξυνση των ενδοϊμπεριαλιστικών αντιθέσεων οξύνει αντικειμενικά και τις ταξικές αντιθέσεις σε κάθε χώρα, γεγονός που το εργατικό κίνημα πρέπει να αξιοποιεί, παρεμβαίνοντας στην κατεύθυνση της ακόμη μεγαλύτερης όξυνσής τους, με στόχο τη σύγκρουση και τη ρήξη με την πολιτική και την εξουσία των μονοπωλίων, του χρηματιστικού κεφαλαίου για την ανατροπή της εξουσίας τους.


Κορυφή σελίδας
Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ