Προκλητικές οι δικαιολογίες που προβάλλει η ΕΤΕ για το αυθαίρετο φούσκωμα των επιτοκίων στα στεγαστικά δάνεια
Η τοκογλυφική πολιτική στην οποία επιδίδονται οι τράπεζες - ελληνικές και ξένες - δεν έχει όρια. Δε φτάνει μόνο που κερδοσκοπούν ασύστολα σε βάρος των μικροκαταθετών και των οικονομικά ανίσχυρων δανειοληπτών τους, οι τραπεζίτες μάς ...δουλεύουν κι από πάνω, με περίσσιο θράσος. Στα πλαίσια αυτά, δικαιολογούν τις αποφάσεις τους για το φούσκωμα στα επιτόκια των στεγαστικών και άλλων δανείων - όπως επίσης και τη διατήρηση των επιτοκίων καταθέσεων ταμιευτηρίου σε σχεδόν μηδενικά επίπεδα - επικαλούμενοι το «κόστος χρήματος», τον «πληθωρισμό», τους «πιστωτικούς» και «λειτουργικούς κινδύνους» μέχρι και τον... ανταγωνισμό στην «ελεύθερη αγορά»!
Αποκαλυπτικά του θράσους και της κερδοσκοπικής τραπεζικής ασυδοσίας, είναι και η απάντηση της Εθνικής Τράπεζας σε επιστολή διαμαρτυρίας πελάτη της, ο οποίος ζήτησε εξηγήσεις για τις αδικαιολόγητες αυξήσεις στο επιτόκιο του στεγαστικού του δανείου, που από το Μάη του 2005 μέχρι τον Οκτώβρη του 2008, ξεπέρασαν τις δυο ποσοστιαίες μονάδες. Από 5,6% που ήταν το επιτόκιο το Μάη του 2005, έφτασε φέτος τον Οκτώβρη στο 7,77%!
Ενημερωτικά, αναφέρουμε πως ο συγκεκριμένος πελάτης, είχε πάρει από την ΕΤΕ το Μάη του 2000 στεγαστικό δάνειο ύψους 59.598,00 ευρώ 10ετούς διάρκειας, με επιτόκιο σταθερό για τα πρώτα 5 χρόνια και στη συνέχεια (μετά το Μάη του 2005) κυμαινόμενο, η εξυπηρέτηση του οποίου γίνεται ανελλιπώς, χωρίς καμία καθυστέρηση.
Οπως αναφέρεται στη σύμβαση του δανείου, «από το Μάη του 2005 (που λήγει η σταθερή περίοδος) η τοκοχρεολυτική δόση του δανείου θα βαρύνεται με κυμαινόμενο επιτόκιο». Με τον όρο κυμαινόμενο, προφανώς εννοούσαν το εκάστοτε επιτόκιο της ΕΚΤ προσαυξανόμενο με την κάποια μικρή προσαύξηση, καθώς το 2000 δεν «δεν υπήρχε το euribor» (επιτόκιο που δανείζονται μεταξύ τους οι τράπεζες, το οποίο σήμερα βρίσκεται στο 4,25%). Με την ίδια επιστολή του, ο πελάτης της ΕΤΕ χαρακτηρίζει το επιτόκιο «αδικαιολόγητα υψηλό» (αφού είναι περίπου 4 μονάδες πάνω από το βασικό επιτόκιο της ΕΚΤ) και ζητά από τους υπευθύνους της τράπεζας να του εξηγήσουν: «Πώς είναι δυνατό να χρεώνεται το παραπάνω επιτόκιο, όταν το βασικό επιτόκιο της ΕΚΤ ήταν μέχρι προχτές 4,25% και από χτες 3,75%».
Με την απαντητική επιστολή της προς τον αναγνώστη μας - και πελάτη της - η Εθνική Τράπεζα επιβεβαιώνει, κυνικά, το δικαίωμα των τραπεζών - που τους έδωσαν οι κυβερνήσεις της ΝΔ και του ΠΑΣΟΚ με την απελευθέρωση του τραπεζικού συστήματος - να αυξάνουν τα κέρδη και υπερκέρδη τους, επιβάλλοντας με το «έτσι θέλω» τοκογλυφικά επιτόκια και άλλα χαράτσια στους πελάτες τους.
Δικαιολογώντας, λοιπόν, την αυθαίρετη και ετσιθελική αύξηση του επιτοκίου που χρεώνει στον εν λόγω πελάτη της, για το στεγαστικό δάνειο από το Μάη του 2005 που έληξε η σταθερή περίοδος, η ΕΤΕ, αναφέρει (οι υπογραμμίσεις δικές μας):
«Για τις μεταβολές των κυμαινόμενων επιτοκίων από την Τράπεζά μας λαμβάνονται κυρίως υπόψη:
α) το κόστος του χρήματος, όπως διαμορφώνεται και από τη διακύμανση των παρεμβατικών επιτοκίων που ανακοινώνονται από την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα και το Euribor όπως αυτό δημοσιοποιείται,
β) η διακύμανση του πληθωρισμού, όπως αυτός ανακοινώνεται από την Εθνική Στατιστική Υπηρεσία, ο οποίος επηρεάζει το λειτουργικό κόστος της Τράπεζας,
γ) ο ειδικός και γενικός πιστωτικός κίνδυνος, όπως και ο λειτουργικός κίνδυνος, στην έννοια των οποίων περιλαμβάνεται το κόστος των επισφαλειών και των απαιτήσεων για την κεφαλαιακή επάρκεια, κατ' εφαρμογή του σχετικού Συμφώνου της Βασιλείας και
δ) οι συνθήκες της αγοράς και του ανταγωνισμού, παράγοντες μη αριθμητικά μετρήσιμοι».
Στο «διά ταύτα», η ΕΤΕ δεν κρύβει το δικαίωμα που της δίνει η νομοθεσία - ανάλογα με τις περιστάσεις - να αυξάνει όποτε και όσο θέλει το επιτόκιο, σημειώνοντας: «Η Τράπεζα συνδυάζοντας τους παραπάνω παράγοντες διατηρεί το δικαίωμα να μη μεταβάλει (ισόποσα ή μη) το επιτόκιο σε κάθε μεταβολή των παραπάνω παραγόντων».
Και τίθεται το ερώτημα, προς τον πρωθυπουργό και όλους εκείνους που υπεραμύνονται(φανερά ή κρυφά) της χορήγησης των 28 δισ. ευρώ στις τράπεζες για την ενίσχυση της «ρευστότητας»: Ως πότε θα αντιμετωπίζουν την αυθαιρεσία των τραπεζιτών - και όχι μόνο - ως ένα ξεχωριστό κράτος μέσα στο ελληνικό κράτος; Δε βλέπουν ότι με παρακάλια ή - έστω - με φραστικές απειλές, δεν ιδρώνει το αυτί τους;