Τη στάση συναίνεσης της Συνόδου των Πρυτάνεων στην κυβερνητική πολιτική, που εκφράστηκε στην απόφαση της πρόσφατης συνόδου τους, σχολιάζει η ΔΗΠΑΚ, τονίζοντας ότι «η στάση αυτή των πρυτάνεων δεν πρόκειται να αλλάξει την οξύτητα της κρίσης και των μεγάλων προβλημάτων που αντιμετωπίζει το δημόσιο πανεπιστήμιο. Δεν πρόκειται να φρενάρει την ανάπτυξη των αγώνων του πανεπιστημιακού κινήματος. Θα τους φέρει μπροστά στην καθόλου τιμητική θέση του κυβερνητικού εταίρου, μπροστά στις μεγάλες ευθύνες τους και ασφαλώς μπροστά στην αγανάκτηση του πανεπιστημιακού κινήματος, γιατί φοιτητές, πανεπιστημιακοί δάσκαλοι και οι εργαζόμενοι βλέπουν σταθερά να χειροτερεύει η θέση τους και να απαξιώνεται ταχύτατα το δημόσιο πανεπιστήμιο».
Η ΔΗΠΑΚ σημειώνει ότι η απόφαση της Συνόδου κινήθηκε «πολύ μακριά από τους αγώνες και τις αγωνίες της μεγάλης πλειοψηφίας του Διδακτικού Ερευνητικού Προσωπικού, των φοιτητών, των εργαζομένων στα ΑΕΙ και του ίδιου του ελληνικού λαού». Συγκεκριμένα, επισημαίνει: «Παρά το γεγονός ότι αναγνωρίζεται ότι "με το νέο νόμο η κατάσταση στα Πανεπιστήμια δεν έχει επί του παρόντος βελτιωθεί, αλλά αντίθετα έχει δημιουργήσει σειρά προβλημάτων", ότι ζητείται να μην εφαρμοστεί "η Κοινοτική Οδηγία του 2005", η απόφαση της Συνόδου αποδέχεται ουσιαστικά την κυβερνητική πολιτική στο σύνολό της, αποδέχεται να προωθείται η Διαδικασία της Μπολόνια και να εφαρμόζονται οι κατευθύνσεις της Ευρωπαϊκής Ενωσης που παραδίδουν το δημόσιο πανεπιστήμιο στην κερδοσκοπία των δυνάμεων της αγοράς και του κεφαλαίου, που ξεθεμελιώνουν το δημόσιο εκπαιδευτικό σύστημα».
Η Σύνοδος αρκείται σε ορισμένες αμφιβόλου αποτελεσματικότητας μικροβελτιώσεις που δεν αλλάζουν σε τίποτα την πολιτική που εφαρμόζεται, αντίθετα κατατείνουν στη δημιουργία ενός κλίματος «συναίνεσης» και «μετριοπάθειας», που διευκολύνει την τακτική της κυβέρνησης για «την άμβλυνση των γωνιών» που δημιούργησε, προκειμένου να επιτευχθεί το μείζον: Η εφαρμογή του θεσμικού πλαισίου που ψηφίστηκε.
Η Σύνοδος αποδέχεται τους εσωτερικούς κανονισμούς, βρίσκει ως «ιδιαίτερα θετικό στοιχείο στην αναπτυξιακή πορεία των Πανεπιστημίων», τον τετραετή προγραμματισμό, συμφωνεί με την αξιολόγηση, με τις αλλαγές στις διαδικασίες εκλογής των πρυτανικών αρχών, με το προσχέδιο για τις μεταπτυχιακές σπουδές, δεν τολμά να πάρει θέση ενάντια στην ίδρυση ιδιωτικών πανεπιστημίων, για την αναθεώρηση του άρθρου 16. Ζητάει, βέβαια, να εξευρωπαϊστούν τα ελληνικά πανεπιστήμια με το διπλασιασμό της θητείας των πρυτανικών αρχών!
Ακόμη και για την ύπαρξη των ΚΕΣ, από τη μια ζητάει να μην εφαρμοστεί η κοινοτική οδηγία, από την άλλη καταλήγει να προτείνει «αυστηρές προδιαγραφές ελέγχου και λειτουργίας τους», δηλαδή τα νομιμοποιεί.
«Είναι φανερή η τακτική της Συνόδου», σημειώνει η ΔΗΠΑΚ. «Υιοθετεί μια στάση συμφωνίας επί της ουσίας με την κυβερνητική πολιτική και δέχεται να συμβάλει στην πλαγιοκόπηση του πανεπιστημιακού κινήματος και των αγώνων του. Φτάνει να παρακάμπτει ακόμη και αποφάσεις Συγκλήτων που τάσσονται αποφασιστικά ενάντια στις λεγόμενες μεταρρυθμίσεις», αναφέρει.