Κυριακή 4 Νοέμβρη 2007
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Σελίδα 18
ΟΙΚΟΝΟΜΙΑ
Περί μισθών και κερδών

Με αφορμή μελέτη της Εθνικής Τράπεζας για την ανάγκη ...μείωσης του μεριδίου της συμμετοχής των μισθών στο ΑΕΠ προς χάρη της ανταγωνιστικότητας...

Οι κεφαλαιοκράτες έχουν μάθει την τέχνη να αυξάνουν την ανταγωνιστική θέση των επιχειρήσεών τους, μέσω της καταλήστευσης της εργατικής δύναμης. Τα ταξικά συνδικάτα γνωρίζουν πολύ καλά ποιος παράγει τον πλούτο και σε ποιον ανήκει
Οι κεφαλαιοκράτες έχουν μάθει την τέχνη να αυξάνουν την ανταγωνιστική θέση των επιχειρήσεών τους, μέσω της καταλήστευσης της εργατικής δύναμης. Τα ταξικά συνδικάτα γνωρίζουν πολύ καλά ποιος παράγει τον πλούτο και σε ποιον ανήκει
Καθ' υπερβολή ...αυξάνουν οι μισθοί στην Ελλάδα, σύμφωνα με πρόσφατη μελέτη της Εθνικής Τράπεζας για την αγορά εργασίας στη χώρα μας. Σύμφωνα με την καλή μας τράπεζα - και πρωτοπόρο στην τραπεζική τοκογλυφία - οι μισθοί στη χώρα μας από το 1998 μέχρι το 2006 αυξάνονται με ρυθμούς υψηλότερους από την παραγωγικότητα! Συνέπεια των υψηλών μισθολογικών αυξήσεων - συνεχίζει η μελέτη - το μερίδιο της αμοιβής της εργασίας στο ΑΕΠ να μείνει σχετικά σταθερό (στο 57% του ΑΕΠ) και να υπερβεί το μέσο όρο της ΕΕ όπου η μείωση του αντίστοιχου μεριδίου υπερέβη τις 5 ποσοστιαίες μονάδες (στο 55,8% του ΑΕΠ για το 2006). Οι τραπεζίτες προειδοποιούν ότι η ...απαράδεκτη αυτή κατάσταση δεν μπορεί να συνεχιστεί επί μακρόν καθώς ...«το μειούμενο μερίδιο της εργασίας στο ΑΕΠ σε άλλες χώρες της ΕΕ καταδεικνύει ότι δε θα μπορέσει για μεγάλο χρονικό διάστημα, το αντίστοιχο μερίδιο στην Ελλάδα να αποκλίνει αισθητά από τις διεθνείς τάσεις χωρίς τη συσσώρευση νέων απωλειών για την ανταγωνιστικότητα της ελληνικής οικονομίας»!

Με άλλα λόγια, οι ...υψηλοί μισθοί στην Ελλάδα υπονομεύουν την ανταγωνιστικότητα της οικονομίας (λένε αυτοί) - του κεφαλαίου (λέμε εμείς).

Στις επισημάνσεις αυτές, μπορούν να υπάρξουν πολλές ενστάσεις, αλλά περιοριζόμαστε στην ακόλουθη: Μέχρι πρότινος, οι κυβερνήσεις του ΠΑΣΟΚ και της ΝΔ διακήρυτταν ότι στόχος παραμένει η σύγκλιση των μισθών της Ελλάδας με τους μισθούς της Ευρώπης. Αρα αναγνωρίζουν ότι μεταξύ των δύο μεγεθών υπάρχει απόκλιση, κάτι που το καταδεικνύουν άλλωστε και τα ίδια τα επίσημα στοιχεία της Γιουροστάτ. Αντίθετα, η μελέτη της Εθνικής Τράπεζας υποστηρίζει ότι οι μισθοί στην Ελλάδα αυξάνουν υπερβολικά και ότι αν δε θέλουμε να υπάρξουν δυσάρεστες εξελίξεις στον τομέα της ανταγωνιστικότητας, θα πρέπει να προσαρμοστούν στα διεθνή και ευρωπαϊκά δεδομένα... Τι από τα δύο ισχύει;

Πώς διαμορφώνονται οι τιμές

Η αξία κάθε εμπορεύματος μπορεί να αναλυθεί σε σ + μ + υ. Δηλαδή:

Α) Στην αξία του (σ) σταθερού κεφαλαίου, που ενσωματώνεται στο παραγόμενο προϊόν. Οταν πρόκειται για πάγιο εξοπλισμό (μηχανές, κτίρια κλπ.) η αξία μεταβιβάζεται σταδιακά στο προϊόν. Π.χ. μια μηχανή με διάρκεια ζωής 10 χρόνων και με σταθερή απόδοση σε όλη τη διάρκεια της ζωής της, θα μεταβιβάζει κάθε χρόνο στο προϊόν το 10% της αξίας της. Μετά την παρέλευση της δεκαετίας η αξία της μηχανής θα έχει μηδενιστεί και θα έχει μεταβιβαστεί στο παραγόμενο προϊόν. Αντίθετα, η αξία των πρώτων και βοηθητικών υλών που χρησιμοποιούνται για την παραγωγή του προϊόντος μεταβιβάζονται σε αυτό εξ ολοκλήρου.

Β) Στην αξία που περνάει στο προϊόν, την οποία δημιουργεί ο εργάτης - παραγωγός στη διάρκεια της εργάσιμης ημέρας που δουλεύει για τον εαυτό του. Πρόκειται για το πληρωμένο κομμάτι της εργάσιμης ημέρας, στη διάρκεια του οποίου δημιουργείται και ενσωματώνεται στο προϊόν αξία ίση με την αξία της εργατικής δύναμης. Το δε κονδύλι εργασίας, που στον καπιταλισμό παίρνει τη μορφή του μισθού, ονομάζεται μεταβλητό κεφάλαιο ή (μ).

Γ) Η αξία που δημιουργεί ο εργάτης και ενσωματώνεται στο προϊόν, στη διάρκεια του απλήρωτου κομματιού της εργάσιμης ημέρας. Στη διάρκεια αυτή δημιουργείται ένα υπερπροϊόν, μια νέα αξία η υπεραξία, την οποία, αν και είναι καρπός της ζωντανής ανθρώπινης εργασίας, του παραγωγικού εργάτη, την καρπώνεται τελικά ο εργοδότης κεφαλαιοκράτης. Το υπερπροϊόν αυτό το κλέβει απο την εργατική τάξη η τάξη των κεφαλαιοκρατών, επειδή οι τελευταίοι α) είναι κάτοχοι των μέσων παραγωγής β) κατέχουν την πολιτική και οικονομική εξουσία.

Οταν το προϊόν πουλιέται στην αξία του...

Από τη στιγμή που δεχόμαστε ότι η αξία κάθε εμπορεύματος μπορεί να αναλυθεί σε (σ + μ + υ), εξετάζουμε τις ακόλουθες δύο περιπτώσεις: α) Το προϊόν να πωλείται στην αξία του. β) Η τιμή πώλησης του προϊόντος να είναι διαφορετική από την αξία του. Εχει σημασία η διάκριση αυτή, γιατί, όπως θα δούμε στη συνέχεια, απαντά στο ερώτημα, τι θα συμβεί αν μειωθούν οι μισθοί, όπως μας παροτρύνει η μελέτη της Εθνικής Τράπεζας...

Στην περίπτωση, λοιπόν, που δεχτούμε ότι το προϊόν πωλείται στην αξία του και με δεδομένο ότι οι τιμές του σταθερού κεφαλαίου (μηχανές, κτίρια, πρώτες ύλες κλπ.) διαμορφώνονται έξω από την παραγωγική διαδικασία και από άλλους κεφαλαιοκράτες - παραγωγούς, αυτά που μπορούν να μεταβληθούν είτε προς τη μια είτε προς την άλλη κατεύθυνση, είναι το (μ) και η (υ). Π.χ. αν η τιμή ενός εμπορεύματος είναι ίση με 100 ευρώ και αυτή αναλύεται σε 60 (σ) + 20 (μ) + 20 (υ), το 60 (σ) είναι το μέγεθος εκείνο που διαμορφώνεται από άλλους παραγωγούς με τους οποίους συναλλάσσεται ο επιχειρηματίας. Αυτά τα οποία μπορούν να μεταβληθούν είναι το 20 (μ) και 20 (υ). Αν μειωθούν οι μισθοί από 20 σε 10 και με δεδομένο ότι το εμπόρευμα πωλείται στην αξία του, η (υ) από 20 θα αυξηθεί σε 30, έτσι ώστε: 60 (σ) + 10 (μ) + 30 (υ) = 100. Στην περίπτωση βέβαια αυτή, η μείωση των μισθών δε θα οδηγήσει στη μείωση της τιμής του εμπορεύματος, αλλά στην αύξηση της υπεραξίας, την οποία μοιράζονται στη συνέχεια βιομήχανοι επιχειρηματίες, έμποροι και τραπεζίτες. Διακαής επιθυμία της τάξης των κεφαλαιοκρατών είναι η συμπίεση της τιμής της εργατικής δύναμης, σε επίπεδα κάτω από την αξία της, γιατί με τον τρόπο αυτό πετυχαίνουν να αυξήσουν το ποσοστό υπεραξίας (τη σχέση δηλαδή της υ προς μ) και κατ' επέκταση το ποσοστό του κέρδους (την υπεραξία προς το σύνολο του προκαταβλημένου κεφαλαίου).

Οταν η τιμή διαφέρει από την αξία του προϊόντος

Εστω τώρα ότι για λόγους διεθνούς ανταγωνισμού οι κεφαλαιοκράτες παραγωγοί αναγκάζονται να πωλήσουν τα εμπορεύματά τους σε τιμές μικρότερες της διαμορφωμένης αξίας τους. Εξαναγκάζονται δηλαδή το εμπόρευμα με αξία 100 να το πωλήσουν στην τιμή των 90. Πώς μπορεί να συμβεί αυτό; Στο προηγούμενο παράδειγμα είχαμε υποθέσει την εξίσωση 60 (σ) + 20 (μ) + 20(υ) = 100. Πώς μπορεί τώρα, για λόγους ανταγωνισμού, το 100 να γίνει 90; Με δεδομένο ότι το 60 (σταθερό κεφάλαιο) διαμορφώνεται έξω από την παραγωγική διαδικασία, αυτά που μπορούν να μεταβληθούν είναι το (μ) και το (υ). Εστω ότι μειώνεται το (υ) από 20 σε 10, τότε θα έχουμε: 60 (σ) + 20 (μ) + 10 (υ) = 90. Στην περίπτωση αυτή ο κεφαλαιοκράτης μειώνει τα κέρδη του, αλλά πετυχαίνει όμως να πωλεί το εμπόρευμά του σε ανταγωνιστικότερες τιμές. Είναι και αυτό ένας τρόπος ενίσχυσης της ανταγωνιστικής θέσης των κεφαλαιοκρατών, αλλά οι τελευταίοι δεν τη συμπαθούν και δεν την προτιμούν... Αντίθετα, επιδιώκουν να ενισχύσουν την ανταγωνιστική τους θέση σε βάρος των μισθών. Θέλουν βέβαια να πωλούν στη διεθνή αγορά προς 90, αλλά με την εξίσωση να διαμορφώνεται σε: 60 (σ) + 10 (μ) + 20 (υ) = 90. Τότε θα έχουν πετύχει με ένα σμπάρο δύο τρυγόνια. Και ανταγωνιστικές τιμές, αλλά και αύξηση του βαθμού εκμετάλλευσης της εργατικής δύναμης, δεδομένου ότι η σχέση (υ/μ) από 20/20 = 100% ( βαθμός εκμετάλλευσης), μετά τη μείωση της τιμής της εργατικής δύναμης, διαμορφώνεται σε 20/10 = 150%!

Ακόμα και αν δεχτούμε τους νόμους της καπιταλιστικής παραγωγής (μέσα στους οποίους ζούμε υποχρεωτικά), βλέπουμε ότι η περιβόητη αύξηση της κεφαλαιοκρατικής ανταγωνιστικότητας μπορεί να επιτευχθεί και μέσω της μείωσης των κερδών. Στην περίπτωση όμως αυτή, το σύνολο της τάξης των κεφαλαιοκρατών φωνάζει εν χορώ με στεντόρεια φωνή «απελθέτω από εμού το ποτήριον τούτο». Από πατέρα προς παππού έχουν μάθει την τέχνη να αυξάνουν την ανταγωνιστική θέση των επιχειρήσεών τους μέσω της καταλήστευσης της εργατικής δύναμης. Είναι θέμα οικογενειακής παράδοσης και συνήθειας... Τι να κάνουμε. Γιατί οι ίδιοι ομολογούν ότι στην Ελλάδα του 2007 η συσσώρευση κερδών ανθεί. Πολύ σεμνά, στη μελέτη της Εθνικής Τράπεζας επισημαίνεται πως «είναι σημαντικό ότι η σταθερότητα του μεριδίου της εργασίας στο ΑΕΠ συνοδεύεται από υψηλούς ρυθμούς αύξησης των πάγιων επενδύσεων, οι οποίοι αντανακλούν την ικανοποιητική κερδοφορία του ελληνικού επιχειρηματικού τομέα». Τα μπουρδούκλωσαν, αλλά στο τέλος, σεμνά και ταπεινά, το ομολόγησαν: «Ικανοποιητική κερδοφορία του ελληνικού επιχειρηματικού τομέα». Η οποία μεταφράζεται: κέρδη 9μηνου Eurobank αύξηση 30%, Alphabank 42%, Πειραιώς 50%. Αλλά είπαμε. Το κέρδος στον καπιταλισμό είναι η υπέρτατη αξία. Το κέρδος είναι ιερό...


Θανάσης ΚΑΝΙΑΡΗΣ


Κορυφή σελίδας
Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ