Τετάρτη 30 Αυγούστου 2000
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Σελίδα 32
ΡΕΠΟΡΤΑΖ
ΔΙΑΚΡΙΤΙΚΑ
Κράτος φονιάς γερόντων...

Στην Ελλάδα του εκσυγχρονισμού, γέροντες, αβοήθητοι στα χαμόσπιτα των χωριών, καίγονται ζωντανοί στις φλόγες των πυρκαγιών. Οσοι καταφέρουν να σώσουν τη ζωή τους, γυρνούν σαν τα φαντάσματα στ' αποκαΐδια, θρηνώντας. Εικόνες συγκλονιστικές. Στα πρόσωπά τους, το δάκρυ «ξερό», κυλάει αργά και βασανιστικά στα αυλάκια των βαθιών ρυτίδων. Τα βλέμματά τους, πορεία στο κενό, με συνοδούς το φόβο, τον πόνο, την απογοήτευση και την οργή. Το σώμα τους, σκυφτό, λυγισμένο στο βάρος των βασάνων μιας άχαρης ζωής, προσπαθεί να στυλωθεί. Τα λόγια τους, παράπονο στο Θεό, κατάρα στους ανθρώπους.

Εζησαν μια ζωή προσφέροντας. Εδιναν πάντα, χωρίς να παίρνουν ό,τι δικαιούνταν. Μόνοι, εγκαταλειμμένοι, εκεί στη μακρινή επαρχία. Στον σκληρό τόπο. Παλεύοντας με την ξερή γη για να την κάνουν να καρπίσει. Συζώντας και συζητώντας με τα ζωντανά. Κτίζοντας σπίτια - φυλάκια στις εσχατιές της πατρίδας, εθελοντές και άμισθοι συνοροφύλακες. Δημιουργώντας οικογένειες, για να εξασφαλίσουν το παρόν και το μέλλον της Ελλάδας. Υπέφεραν πάντα, δε διαμαρτύρονταν συχνά. Στενοχωρημένοι όταν τα χιόνια του χειμώνα απέκλειαν τα χωριά τους, χαίρονταν βλέποντας τον ήλιο της άνοιξης να μεγαλώνει ένα αγριολούλουδο στους βράχους.

Τούτο το κακό, τους τέλειεψε. Το σπίτι τους, κτισμένο με αίμα, έγινε κάρβουνο. Τα ζωντανά τους, συντροφιά στην αφόρητη σιωπή της μοναξιάς τους, κάηκαν. Τα κτήματά τους, ποτισμένα με τον ιδρώτα μιας σκληρής δουλιάς και μοναδική πηγή πενιχρού εισοδήματος, στάχτη. Πάλεψαν να τα σώσουν. Κινδύνεψαν να χαθούν και οι ίδιοι μέσα στις φλόγες. Δεν τα κατάφεραν. Ηταν μόνοι κι αβοήθητοι και τώρα, στην πιο δύσκολη στιγμή της ζωής τους, όπως πάντα. Τα παιδιά φευγάτα, δεν τα χωρούσε τούτος ο απόμακρος και ξοφλημένος τόπος. Αν υπήρχαν νέοι άνθρωποι, θα πάλευαν καλύτερα με τη φωτιά και μπορεί και να σώνονταν κάτι. Δεν υπάρχει πια ούτε η οργανωμένη κοινότητα για να συντονίσει τους κατοίκους των χωριών. Την έσβησε ο «Καποδίστριας».

Και το κράτος; Απόμακρο και τώρα, όπως πάντα. Είναι μακριά τα χωριά της Ελλάδας από τα μέγαρα της εξουσίας στην Αθήνα και στις Βρυξέλλες. Αργησε πολύ να πάει ο κρατικός μηχανισμός, δεν κατάφερε να σώσει ζωές, δεν προστάτεψε το βιος τους. Μπορεί και να αργοπόρησε επειδή οι κυβερνώντες κοστολογούν φθηνότερα τη ζωή των γερόντων. «Φύρα» τους θεωρούν και μπορεί να σκέφτονται πως όσο πιο γρήγορα απαλλαγεί ο κρατικός κορβανάς ακόμα κι απ' αυτές τις εξευτελιστικές συντάξεις μερικών απ' τους απόμαχους, τόσο καλύτερα για την ΟΝΕ.

Τούτο το κράτος είναι φονιάς των γερόντων της ελληνικής επαρχίας. Τους δίνει ένα βοήθημα 40.000 δραχμών το μήνα και τους αφήνει στη μοίρα τους. Αν αρρωστήσουν δεν έχουν τρόπο να γιατρευτούν κι αν πεθάνουν δεν έχουν για τα έξοδα της κηδείας. Υποβαθμίζοντας συνεχώς τη ζωή στην επαρχία, διώχνει τους νέους από τα χωριά, στερώντας από τους γέροντες τη χαρά να βλέπουν τα παιδιά και τα εγγόνια τους, να παίρνουν δροσιά από τη νιότη.

Τούτοι οι κυβερνώντες είναι οι ηθικοί αυτουργοί του εγκλήματος των πυρκαγιών που οδήγησαν στο θάνατο γέροντες και προκάλεσαν τεράστιες καταστροφές σε σπίτια, καλλιέργειες και δάση. Γιατί δεν είναι ικανοί ούτε ένα σχέδιο εκκένωσης των φλεγομένων χωριών και σωτηρίας των ανθρώπων να φέρουν εις πέρας. Γιατί η πολιτική τους για τα δάση είναι ο δαυλός των πυρκαγιών, για να ωφελούνται οι οικοπεδοφάγοι και οι μεγαλοκαταπατητές. Πρέπει να πληρώσουν για το έγκλημα. Και όσο παραμένουν ατιμώρητοι, όλοι όσοι νιώθουμε έναν κόμπο στο λαιμό, βλέποντας τα αποκαμωμένα κορμιά των γερόντων να περιφέρονται σαν την άδικη κατάρα στα αποκαΐδια, δε θα ησυχάσουμε ποτέ. Δε θα μας αφήσουν, άλλωστε, ήσυχους οι Ερινύες...


Παύλος ΡΙΖΑΡΓΙΩΤΗΣ


Κορυφή σελίδας
Ευρωεκλογές Ιούνη 2024
Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ