Παρασκευή 6 Αυγούστου 1999
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Σελίδα 6
ΠΟΛΙΤΙΚΗ
"Εστρωσαν" το δρόμο για "διοξινωμένες" εισαγωγές

Το τεράστιο πρόβλημα των διοξινών, με το σκάνδαλο που ξέσπασε πριν από μερικούς μήνες σε ολόκληρη την Ευρώπη, έρχεται να αναδείξει και ένα ακόμα μεγάλο ζήτημα: Την ολοένα και αυξανόμενη εξάρτηση της Ελλάδας, για την κάλυψη των αναγκών της σε τρόφιμα από τις βιομηχανικά ανεπτυγμένες χώρες της Κοινότητας. Από την ένταξη της χώρας στην τότε ΕΟΚ και σήμερα ΕΕ, το αποτέλεσμα ήταν να συρρικνωθεί δραστικά η αγροτική και κτηνοτροφική παραγωγή και αντίστοιχα να αυξηθούν θεαματικά οι εισαγωγές.

Η αντιαγροτική πολιτική των Βρυξελλών, στο όνομα της εξυπηρέτησης των συμφερόντων των μονοπωλίων, έφερε τον ελληνικό λαό σε τέτοιο σημείο που για να τρέφεται πλέον πρέπει να καταναλώνει σε μεγάλο βαθμό προϊόντα που δεν παράγονται στην Ελλάδα. Η μεγάλη αγορά των 300.000.000 καταναλωτών της ΕΟΚ αποδείχτηκε επικίνδυνη απάτη, αφού η ελληνική παραγωγή εξαφανίζεται και τη θέση της καταλαμβάνουν τα μολυσμένα και διοξινωμένα προϊόντα των βορείων χωρών της ΕΕ. Το ίδιο ισχύει και με τον ΠΟΕ (πρώην ΓΚΑΤΤ). Η εγχώρια παραγωγή συρρικνώνεται και θα συρρικνωθεί ακόμα περισσότερο, στο όνομα της παγκοσμιοποίησης της αγοράς, δηλαδή της κυριαρχίας των ασύδοτων μονοπωλιακών συμφερόντων των ΗΠΑ.

Ο καθένας καταλαβαίνει, λοιπόν, τι είδους εγγυήσεις παρέχονται στα προϊόντα αυτά απ' τις πολυεθνικές επιχειρήσεις παραγωγής, επεξεργασίας, διακίνησης και διάθεσης τροφίμων, που υπόκεινται αποκλειστικά στους "νόμους" του κέρδους και όχι στους νόμους της προστασίας του καταναλωτή. Η κατάσταση αυτή αναδεικνύει τις τεράστιες ευθύνες όλων των μέχρι σήμερα κυβερνήσεων, που δεν ενδιαφέρθηκαν να αναπτύξουν μια πολιτική παραγωγής τροφίμων φυτικής και ζωικής προέλευσης στην Ελλάδα. Αντίθετα, αποδέχονται και προωθούν τα σχέδια της Ευρωπαϊκής Ενωσης, τη λογική του περιορισμού και της συρρίκνωσης της αγροτικής και κτηνοτροφικής παραγωγής, των ποσοστώσεων και των προστίμων συνυπευθυνότητας.

Και υπάρχουν πάμπολλα παραδείγματα που αποδεικνύουν τα παραπάνω.

  • Το 1980 η αυτάρκεια της χώρας στο χοιρινό κρέας ήταν 88% και με την επιβολή από την ΕΕ των Αρνητικών Νομισματικών Ποσών (ΝΕΠ) στα τέλη της δεκαετίας του '80, η αυτάρκεια έπεσε το 1990 στο 69% και το 1998 στο 55%.
  • Στο κρέας πουλερικών η αυτάρκεια το 1980 ήταν 103,5% και το 1998 έπεσε στο 76% και η πορεία συρρίκνωσης την πτηνοτροφίας θα συνεχιστεί με τα νέα καταστροφικά μέτρα, που απεργάζονται τα επιτελεία των Βρυξελλών.
  • Στα σιτηρά,στις αρχές τις δεκαετίας του '80 η μέση παραγωγή της Ελλάδας ήταν 4.500.000 τόνοι για να πέσει μετά την καταστροφική αναθεώρηση της ΚΑΠ το 1992 στο μισό και η χώρα, εκεί που έκανε εξαγωγές, άρχισε να κάνει εισαγωγές. Και το κακό δε σταματά εδώ, αφού πέρσι τα επιτελεία των Βρυξελλών με τη σύμφωνη γνώμη της κυβέρνησης μείωσαν κατά 3.000.000 στρέμματα το πλαφόν στο σκληρό σιτάρι και φέτος οι παραγωγοί για πρώτη φορά στα χρονικά καλούνται να πληρώσουν βαρύ πρόστιμο συνυπευθυνότητας, επειδή ξεπεράστηκε το πλαφόν.
  • Στο αγελαδινό γάλα η ΕΕ επέβαλε το 1995 πλαφόν 525.000 τόνους για να γίνουν πέρσι 629.000 τόνοι και 699.000 από το 2001, ενώ η ανάγκες της χώρας ξεπερνούν το 1.100.000 τόνους. Το τραγελαφικό της υπόθεσης είναι ότι, ενώ η χώρα μας εξαναγκάζεται σε εισαγωγές, οι Ελληνες αγελαδοτρόφοι καλούνται να πληρώσουν υψηλό ευρωπρόστιμο 2,5 δισ. δραχμές, επειδή την εμπορική περίοδο 1998/99 οι αγελάδες έβγαλαν 22.000 τόνους γάλα παραπάνω από το εξευτελιστικό πλαφόν!

Η πολιτική που ακολουθείται στη γεωργία είχε ως αποτέλεσμα το έλλειμμα το αγροτικού εμπορικού ισοζυγίου να "ξεχειλώσει" και να ξεπεράσει το 1998 τα 318 δισ. δραχμές, ενώ με τις χώρες της ΕΕ φτάνει τα 370 δισ. δραχμές. Και να φανταστεί κανείς ότι το 1980 το αγροτικό εμπορικό ισοζύγιο με τις χώρες της ΕΟΚ ήταν πλεονασματικό κατά 6 δισ. δραχμές.

Κ. Δ.


Κορυφή σελίδας
Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ