Φτηνότερη κατά 5% έγινε το 1998 η δραχμή. Τόσο ήταν το μέσο ποσοστό σωρευτικής υποτίμησης (μέσος ετήσιος όρος της τιμής φίξινγκ της δραχμής το 1998, συγκριτικά με την αντίστοιχη μέση τιμή φίξινγκ του 1997) του εθνικού μας νομίσματος απέναντι στα 21 κυριότερα ξένα νομίσματα. Το ποσοστό της σωρευτικής υποτίμησης της δραχμής απέναντι στο σύνολο των 14 νομισμάτων των χωρών - μελών της Ευρωπαϊκής Ενωσης ήταν λίγο μεγαλύτερο, καθώς έφτασε στο 5,4%. Αυτό προκύπτει από τα επίσημα στοιχεία της Τράπεζας της Ελλάδας, με τις εξελίξεις στην ισοτιμία της δραχμής που επεξεργάστηκε και έδωσε χτες στη δημοσιότητα το Κέντρο Εξαγωγικών Μελετών και Ερευνών (ΚΕΕΜ) που ελέγχεται από τους μεγαλοεξαγωγείς.
Οπως αναφέρεται στο σχετικό δελτίο Τύπου του ΚΕΕΜ, η υποτίμηση της δραχμής το 1998 (που ήταν μεγαλύτερη από τα προηγούμενα χρόνια) οφείλεται κατά βάση στην εφάπαξ υποτίμηση της δραχμής κατά 12,1% (που αποφάσισε η κυβέρνηση στις 14 Μάρτη '98), καθώς και στη νομισματική κρίση της τελευταίας βδομάδας του Αυγούστου του ίδιου έτους. Τα σπασμένα της υποτίμησης, που σημείωσε το 1998 η δραχμή, τα πλήρωσαν και πάλι οι εργαζόμενοι, οι οποίοι αποτελούν τα μόνιμα θύματα, ανεξαρτήτως αν εφαρμόζεται πολιτική "μαλακής" ή "σκληρής" δραχμής. Του λόγου το αληθές προκύπτει και από το γεγονός ότι ενώ οι μεγαλοεπιχειρηματίες (εισαγωγείς, βιομήχανοι, έμποροι κλπ.) την επομένη της υποτίμησης της δραχμής φούσκωσαν τις τιμές τουλάχιστον κατά 12,1% (μετακύλησαν δηλαδή ολόκληρο το κόστος της υποτίμησης στους καταναλωτές), δε συνέβη το ίδιο όταν η δραχμή άρχισε να ανατιμάται. Ετσι, ενώ από το Μάρτη μέχρι το Δεκέμβρη του 1998 η ανοδική πορεία της δραχμής είχε ως συνέπεια να περιοριστεί σε λιγότερο από το μισό το ποσοστό υποτίμησης (η δραχμή υποτιμήθηκε κατά μέσο όρο στο 5%), δεν είδαμε τους μεγαλοεπιχειρηματίες να μειώνουν τις τιμές. Απλά προτίμησαν το όφελος από την ανατίμηση της δραχμής να το καρπωθούν οι ίδιοι, τσεπώνοντας τη διαφορά από τις φτηνότερες εισαγωγές εμπορευμάτων και πρώτων υλών.
Αν συγκρίνει κανείς τη μέση μηνιαία τιμή το Δεκέμβρη του 1998, συγκριτικά με το Δεκέμβρη του 1997, θα διαπιστώσει ότι η δραχμή υποτιμήθηκε απέναντι σε όλα τα νομίσματα των χωρών - μελών της ΕΕ (εκτός από την κορόνα Σουηδίας που ανατιμήθηκε 3,2%), καθώς επίσης και απέναντι στο δολάριο ΗΠΑ και το γιεν Ιαπωνίας. Το μεγαλύτερο ποσοστό υποτίμησης το σημείωσε η δραχμή απέναντι στο γιεν Ιαπωνίας (9,7%), ενώ απέναντι στο ECU (που σκιαγραφεί το μέσο ποσοστό υποτίμησης απέναντι στα νομίσματα των χωρών - μελών της ΕΕ) η δραχμή υποτιμήθηκε 5,6%.