Υπάρχει ένα στάδιο κατάκτησης της ποιητικής γραφής, που το χαρακτηρίζουν "ποίηση διάθεσης". Μια βαθμίδα πριν την πραγματωμένη ποίηση: Μπορεί να υπάρχει και καλός στίχος, πνοή, φαντασία, αλλά ο ποιητής που προσπαθεί να πει όσα ήθελε να πει, μένει στη διάθεση. Ελλειψη αρκετής άσκησης, αμετουσίωτος, βιωματικός συνήθως υποκειμενικός, αμφισβητήσιμα γνωστικά στοιχεία, θεωρητικισμός, ή... "δογματισμός", που δεν καλύπτουν το ποιητικό κενό. Και, νοηματικά, ακροβασίες και γρίφοι. Ο ρόλος της ποίησης είναι να κάνει και τα πιο δυσπρόσιτα ή μύχια ανάγλυφα. Υπάρχει, ωστόσο, στους ποιητές αυτούς λίγο ή πολύ χρυσάφι.
"Μοναξιά", "σιωπή", "Θλίψη", "απελπισία", "απόγνωση": Αναφορές ή περιγραφές γενικές, αφηρημένες, άψυχες. Ωραίοι στίχοι, ωραίες εικόνες, που χάνονται σε ένα "φορμαλισμό": "Δέντρα με φόντο τη θλίψη μου. / Δέντρα που τα φυσά η σιωπή μου", "Μόνον η απόγνωση διακλαδίζεται ωραία/ είπε το δέντρο","Χαρά και απελπισία μου αγγίζονται". Και γρίφοι: "Ανάμεσα κεραίες στέρεες/ παρκαρισμένος ουρανός" (αμετακίνητος;). Αντίθετα, στα "Εφτά χορικά" στην κορούλα του: "Το παιχνίδι μας να σου κλέβω/ γελάκια (...)", "Το άλλο κόκκινο που ακούς είναι τα παιδιά. / Με φως του ήλιου έχουν φτιάξει τύμπανα. / Τρέχουν πάλι και παρασύρουν το μέλλον/ έξω από την κρυψώνα του (...)" (εκδόσεις ΚΑΣΤΑΝΙΩΤΗΣ, 1997).
Η νεαρή ποιήτρια ξαφνιάζει με τη θερμή ερωτική φωνή της. Εχει ειλικρίνεια, αμεσότητα, πάθος, φαντασία, αλλά με αφαίρεση υπερβολική και εξεζητημένη συχνά εικονοπλασία, που εκτρέπουν την ποιητική της διάθεση. Αν αποσυμφορούσε τον καλλιεργημένο λόγο της και τον έκανε πιο λιτό, θα είχε καλύτερο αποτέλεσμα. Αξίζουν ιδιαίτερη υπογράμμιση οι στιγμές της: "Και προσπαθούσαμε να κρατήσουμε βουβά/ τη συνέχεια του κονσέρτου στ' αδύναμα μάτια μας (...) / Ενα παλιό παιχνιδάδικο/ κι εκείνος ο φούρνος/ Ποιος άνεμος τάχα να ζήλεψε τη νιότη μας (...)". Και κάποιες εξάρσεις: "Μπροστά μου βλέπω καθαρά τη σκλαβιά και το σκοτάδι/ που θα ζήσουν οι άλλοι/ αργότερα" (εκδ."Μανδραγόρας").
Μανώλης ΚΟΡΝΗΛΙΟΣ