"Το 1997 ήταν χρονιά επούλωσης των πληγών, το 1998 θα είναι χρονιά εφόδου για την εξουσία". Αυτό ήταν το προσφιλές σύνθημα του προέδρου της ΝΔ στις πρόσφατες ομιλίες του σε κομματικό ακροατήριο, σε μια προφανή προσπάθεια να τονώσει το χαμένο ηθικό των μελών. Η σκληρή πραγματικότητα, όμως, δεν άργησε να διαψεύσει τον Κ. Καραμανλή, ο οποίος βέβαια γνωρίζει πολύ καλά ότι οι πληγές μπορεί πρόσκαιρα να "κουκουλώθηκαν", αλλά σε καμία περίπτωση δεν έκλεισαν. Ο διχασμός του κόμματος απέναντι στην κυβερνητική τροπολογία για τις ΔΕΚΟ έφερε στην επιφάνεια αυτήν ακριβώς την πραγματικότητα και το πρόβλημα της ΝΔ. Πρόβλημα που έχει τις ρίζες του στη νεοφιλελεύθερη πορεία πλεύσης, γεγονός που οδηγεί την ηγεσία του κόμματος να πλειοδοτεί στις αντιλαϊκές επιλογές και μέτρα της κυβέρνησης Σημίτη. Ομως, ταυτόχρονα, θέλει να κερδίσει την εμπιστοσύνη των λαϊκών μαζών πως με αυτή την πολιτική μπορούν να δουν "καλύτερες μέρες"!
Η τακτική επιλογή της ηγεσίας της ΝΔ να καταψηφίσει την τροπολογία για τις ΔΕΚΟ, ενώ την ίδια στιγμή συμφωνούσε πλήρως με τα κυβερνητικά μέτρα και σχέδια, δημιούργησε πρώτα και κύρια σοβαρό πρόβλημα στις σχέσεις της με τα μεγάλα αφεντικά, όπως προκύπτει ξεκάθαρα από την αρθρογραφία των επόμενων ημερών σε αρκετές εφημερίδες, όπως, π.χ., η "Εξουσία", που αναφωνούσε: Χάσατε την ευκαιρία, κ. Καραμανλή. Ετσι, ο Κ. Καραμανλής μάλλον βρέθηκε εκτεθειμένος απέναντί τους, γιατί ενώ όλο το προηγούμενο διάστημα επέκρινε την κυβέρνηση για ανικανότητα και ατολμία, βρέθηκε τώρα να απολογείται ο ίδιος για την ατολμία του! Θα μπορούσε να χαρακτηριστεί και ως "ήττα εντός έδρας".
Τα μηνύματα που έλαβε ο πρόεδρος της ΝΔ ασφαλώς δεν τον ενθουσίασαν καθόλου. Πρώτον, η οικονομική ολιγαρχία, τουλάχιστον ισχυρά τμήματά της, δεν είναι καθόλου ευχαριστημένη από την τακτική του και δε συμμερίζεται διόλου τις επαναλαμβανόμενες δικαιολογίες για την "εξισορροπιστική" τακτική του, όπως η διάσωση της ενότητας του κόμματος. Δεύτερον, δε θέλουν βέβαια να ακούσουν τίποτα περί "πολιτικού κόστους", πολύ περισσότερο όταν ο ίδιος ο Κ. Καραμανλής δηλώνει ότι το περιφρονεί. Τρίτον, δεν ανταποκρίνεται ευθέως και πάντα στη δέσμευσή του για στήριξη των κυβερνητικών μέτρων με τα οποία συμφωνεί. Τα μεγάλα αφεντικά αξιώνουν "ενεργό συμμετοχή και συμβολή" στην επιβολή των αντιλαϊκών μέτρων, τα οποία αποτελούν δικές τους προτεραιότητες. Τέταρτον, στο πλαίσιο αυτό δεν αποδέχονται την τακτική του "ώριμου φρούτου", ως αντιπολιτευτική στάση απέναντι στην κυβέρνηση Σημίτη. Δεν κρύβουν μάλιστα την απογοήτευσή τους από το γεγονός ότι ο Κ. Καραμανλής "έχασε μια μεγάλη ευκαιρία" για να ανταποκριθεί στις προσδοκίες τους. Δε μένουν όμως σε αυτό. Υπενθυμίζουν με νόημα την καθοδική πορεία της δημοτικότητάς του στις πρόσφατες δημοσκοπήσεις, ενώ δε λείπουν και οι, δειλές ακόμα, αιχμές για "αλλαγή φρουράς" στην ηγεσία. Στο παρασκήνιο μάλιστα προβάλλεται το φόβητρο του Δ. Αβραμόπουλου, ο οποίος, σε κάθε περίπτωση, προαλείφεται να διαδραματίσει ένα γενικότερο ρόλο στο πολιτικό σκηνικό.
Ταυτόχρονα, ο Κ. Καραμανλής είναι υποχρεωμένος να αντιμετωπίσει και τις εσωκομματικές αντιθέσεις, όσο και αν θέλει να εμφανίζεται ότι τις αγνοεί. Από τη μια πλευρά υπάρχει η "ομάδα" των ηγετικών στελεχών (Μητσοτάκης, Μάνος, Σουφλιάς, Ντ. Μπακογιάννη, Κοντογιαννόπουλος, κ.ά.), που θέλουν να δίνουν τον τόνο και το ρυθμό στις κινήσεις του κόμματος, και σε αυτή την κατεύθυνση πολλές φορές τον προλαβαίνουν δημιουργώντας τετελεσμένα. Είναι χαρακτηριστικά τα παραδείγματα των τοποθετήσεων του Κ. Μητσοτάκη για τα εθνικά θέματα ή των Στ. Μάνου και Γ. Σουφλιά κυρίως για θέματα οικονομίας, αλλά όχι μόνο.
Από την άλλη υπάρχει η λεγόμενη "λαϊκοπατριωτική Δεξιά", με βασικό εκφραστή τον Μ. Εβερτ, η οποία πλειοδοτεί σε φιλολαϊκές και υπερπατριωτικές διακηρύξεις, κυρίως για λόγους πολιτικής επιβίωσης, αφού βλέπει ότι σταδιακά εξωθείται "εκτός παιχνιδιού". Η κυριαρχία του Κ. Καραμανλή στο εσωκομματικό παιχνίδι δεν περνά μόνο μέσα από κινήσεις "ισορροπιών" αλλά και από "συγκρούσεις". Ο Κ. Καραμανλής από την πλευρά του δε θέλει να δείξει ότι σύρεται πίσω από τη μία ή την άλλη πλευρά, αλλά δεν μπορεί πάντα να "συνθέτει" ούτε να δίνει το δικό του στίγμα.
Ανεξάρτητα όμως από τις εξελίξεις στο εσωκομματικό τοπίο, οι εργαζόμενοι αυτό που αντιλαμβάνονται όλο και περισσότερο είναι ότι η ΝΔ, κόμμα του κατεστημένου, δεν κάνει πίσω από τη στήριξη της επιβολής αντιλαϊκών επιλογών, πλειοδοτώντας όταν το κρίνει σκόπιμο στην αντιλαϊκή επίθεση με την ανοιχτή υποστήριξη και των κυβερνητικών μέτρων, είτε διαφοροποιούμενη για λόγους τακτικής, όπως η τροπολογία για την ανατροπή των εργασιακών σχέσεων στις ΔΕΚΟ.
Π. Κ.