"Μπέλα Μπάρτοκ και Δημοτικό Τραγούδι". Μια σχέση ζωής, που αναδεικνύεται μέσα από τις σελίδες του βιβλίου του Γρηγόρη Σηφάκη, το οποίο κυκλοφορεί από τις Πανεπιστημιακές Εκδόσεις Κρήτης
Υπήρξε όχι μόνο ένας από τους μεγαλύτερους συνθέτες του αιώνα μας, αλλά και ο σημαντικότερος εθνομουσικολόγος, ακαταπόνητος συλλέκτης και μελετητής της δημοτικής μουσικής της πατρίδας του, της Ουγγαρίας, καθώς και των άλλων λαών της Ανατολικής Ευρώπης και των Βαλκανίων: κυρίως των Ρουμάνων και των Σλοβάκων, αλλά και των Ρουθηνών (της Ουκρανίας), των λαών της πρώην Γιουγκοσλαβίας, των Βουλγάρων κ.ά.
Ο λόγος για τον Μπέλα Μπάρτοκ,τον κορυφαίο Ούγγρο δημιουργό, που με το έργο του άνοιξε δρόμους ελευθερίας στη μουσική. Στη μουσική του ιδεολογία και το τεράστιο εθνομουσικολογικό του έργο αναφέρεται το βιβλίο "Μπέλα Μπάρτοκ και Δημοτικό Τραγούδι" του καθηγητή κλασικής φιλολογίας και λαογράφου Γιώργου Σηφάκη,που κυκλοφορεί από τη "Μουσική Σειρά" των Πανεπιστημιακών Εκδόσεων Κρήτης.Το βιβλίο συνοδεύεται από ένα CD με πενήντα μουσικά παραδείγματα από τις ηχογραφήσεις του Μπάρτοκ και από συνθέσεις του βασισμένες στις λαϊκές αυτές πηγές του, σύμφωνα με τους τρόπους που ο ίδιος υποδεικνύει με τα κείμενά του. Η επιλογή έγινε από τη μουσικολόγο Βέρα Λάμπερτ,στην οποία οφείλεται και η βιβλιογραφία και δισκογραφία του συνθέτη, που συμπληρώνουν την έκδοση.
Η έκδοση, πέρα από την παρουσίαση της ιδεολογίας και των μεθόδων που ακολούθησε ο Μπάρτοκ, για να διασώσει τους μουσικούς θησαυρούς της πατρίδας του και να δημιουργήσει την ουγγρική μουσική σχολή του 20ού αιώνα αποσκοπεί και σε κάτι ακόμη. Ο συγγραφέας θέλησε έμμεσα να υποδείξει "τι δεν έκαμαν οι εκπρόσωποι της δικής μας λεγόμενης Εθνικής Σχολής και τι θα μπορούσαν ίσως να κάμουν ακόμη, έστω και την τελευταία στιγμή, νέοι Ελληνες συνθέτες - αν είναι αρκετά δυνατοί, ώστε να πλησιάζουν τους λιγοστούς πια γνήσιους φορείς της μουσικής μας παράδοσης, κατά το παράδειγμα του Μπάρτοκ, από θέσεως, όχι ισχύος, αλλά σεβασμού, αγάπης και μετριοφροσύνης".
Από το 1905 ως το 1918 ο Μπάρτοκ συνέλεξε οκτώ χιλιάδες δημοτικά τραγούδια της Ουγγαρίας και άλλα τόσα τραγούδια και μελωδίες άλλων λαών, τα οποία ηχογράφησε με φωνόγραφο σε κυλίνδρους και τα μετέγραψε στο πεντάγραμμο.Παράλληλα, τα τραγούδια αυτά γράφτηκαν επί τόπου ως ποιητικά κείμενα, ώστε να μην υπάρξουν αργότερα ακατανόητα σημεία. Ο Μπάρτοκ μαθητεύοντας επί χρόνια κοντά στο λαό, έχοντας πλέον μάθει τέλεια τη μουσική του γλώσσα, δημιούργησε μαζί με τον Ζόλταν Κόνταλυ, την εθνική μουσική σχολή της Ουγγαρίας.
Τα λόγια του ίδιου του συνθέτη, που αποτυπώνονται στις σελίδες του βιβλίου, μαρτυρούν τον όγκο του έργου του: "Χιλιάδες επί χιλιάδων είναι οι ώρες που αφιέρωσα στη συλλογή, την καταγραφή (η καταγραφή μιας μόνο, κάπως πολύπλοκης, μελωδίας απαιτεί εργασία πολλών ωρών), την ταξινόμηση (...) της δημοτικής μουσικής. Και χιλιάδες επί χιλιάδων είναι οι ώρες που χρειάστηκαν για πρόσθετη έρευνα, χωρίς να περιμένω αναγνώριση ή ανταμοιβή γι' αυτό (πόσο δίκιο είχα να παραμερίσω αυτή τη σκέψη από την αρχή!). Σκοπός μου ήταν μόνο να προωθήσω την έρευνα της δημοτικής μουσικής της Ανατολικής Ευρώπης: τη διεθνή επιστήμη στην οποία έχω αφιερώσει και θα αφιερώσω το μεγαλύτερο μέρος της ζωής μου".
Δεν είναι, όμως, μόνο ο όγκος του υλικού που καταπλήσσει, αλλά όπως αναφέρει ο Γ. Σηφάκης, και η επεξεργασία και ταξινόμησή του, η σύγκρισή του με άλλες μεγάλες συλλογές ανάλογου υλικού, και τελικά οι δημοσιεύσεις που προέκυψαν από αυτό. Ενδεικτικά αναφέρεται ότι "οι δέκα τόσες χιλιάδες των ουγγρικών τραγουδιών μεταγράφηκαν στο πεντάγραμμο και ταξινομήθηκαν σε 2600 ομάδες παραλλαγών. Τα τραγούδια αυτά άρχισαν να εκδίδονται από το 1951 από την Ακαδημία της Βουδαπέστης (ως το 1993 είχαν εκδοθεί οκτώ τόμοι). Τα ρουμάνικα τραγούδια της συλλογής του Μπάρτοκ βγήκαν σε πέντε τόμους στη Χάγη, ενώ η έκδοση των σλοβακικών τραγουδιών βρίσκεται σε εξέλιξη στην Μπρατισλάβα. Στο σημαντικό αυτό έργο έρχεται να προστεθεί η ταξινόμηση σχεδόν δέκα χιλιάδων βουλγάρικων τραγουδιών, η ταξινόμηση των τραγουδιών της Δυτικής Βιρτζίνια, η μουσικολογική μελέτη και δημοσίευση των σερβοκροατικών τραγουδιών της συλλογής Milman Parry στο Χάρβαρντ, η δημοσίευση σε αυτοτελή μονογραφία των ενενήντα τούρκικων τραγουδιών που είχε συλλέξει στα Αδανα το 1936 κ.ά."
Στις μουσικολογικές του εξορμήσεις ο Μπάρτοκ ανακάλυψε, όπως ο ίδιος έλεγε, έναν μουσικό "θησαυρό απίστευτης έκτασης, εντελώς άγνωστο στις λεγόμενες καλλιεργημένες τάξεις των πόλεων". Ελεγε μάλιστα ότι για να νιώσει κανείς τη ζωτικότητα της δημοτικής μουσικής "πρέπει να την έχει ζήσει ο ίδιος - και αυτό είναι δυνατό μόνο με άμεση επαφή με τους χωρικούς... Πρέπει να έχει δει κανείς τις αλλαγές στα πρόσωπά (τους), όταν τραγουδούν. Να έχει συμμετάσχει στις διασκεδάσεις, στους γάμους, στις γιορτές των Χριστουγέννων και στις κηδείες των χωρικών, γιατί σε όλες αυτές τις περιστάσεις τραγουδιούνται ειδικές και συχνά πολύ χαρακτηριστικές μελωδίες". Και ήταν πολλές οι φορές, που είχε επαναλάβει ότι οι μέρες εκείνες που πέρασε στα χωριά, ανάμεσα στους χωρικούς, βιώνοντας επί τόπου την εμπειρία της τέχνης και της μουσικής τους, ήταν οι πιο ευτυχισμένες της ζωής του.
"Οι μελωδίες, έλεγε ο Μπάρτοκ αναφερόμενος στο δημοτικό τραγούδι, είναι ενσάρκωση μιας καλλιτεχνικής τελειότητας υψίστου βαθμού. Είναι υποδείγματα ενός τρόπου με τον οποίο μια μουσική ιδέα μπορεί να εκφράζεται με απόλυτη τελειότητα ως προς τη βραχύτητα της μορφής και την απλότητα των μέσων". Και αλλού: "Μια γνήσια δημοτική μελωδία της χώρας μας είναι ένα μουσικό παράδειγμα μιας τέλειας τέχνης. Τη θεωρώ άλλο τόσο αριστούργημα σε μικρογραφία όσο είναι, παραδείγματος χάρη, αριστουργήματα σε μεγαλύτερη μορφή, μια φούγκα του Μπαχ ή ένα μέρος από μια σονάτα του Μότσαρτ. Μια τέτοια μελωδία είναι κλασικό παράδειγμα έκφρασης μιας μουσικής σκέψης σε μια όσο γίνεται συνοπτικότερη μορφή, που έχει αποφύγει οτιδήποτε περιττό... Οτιδήποτε περιστασιακό λείπει τελείως, κι έχουμε μόνο ό,τι είναι θεμελιώδες και ουσιαστικό".
Ρουμπίνη ΣΟΥΛΗ