Παραδοσιακά, οι πόλεμοι, ιδιαίτερα αν διεξάγονταν σε ορεινές περιοχές, αναστέλλονταν το χειμώνα. Οι εμπόλεμοι μάζευαν τις δυνάμεις τους και αναδιατάσσονταν για το νέο γύρο των εαρινών πολεμικών επιχειρήσεων. Αυτό συνέβαινε και τα τελευταία 10 χρόνια στα βουνά της νοτιοανατολικής Τουρκίας. Φέτος, όμως, ο κανόνας έσπασε. Οι τουρκικές στρατιωτικές δυνάμεις όχι μόνο δεν ανέστειλαν τις πολεμικές επιχειρήσεις με την έναρξη των σφοδρών χιονοπτώσεων, αλλά, αντίθετα, ενέτειναν την έκταση και την ισχύ τους.
Κέντρο της τελευταίας μεγάλης τουρκικής επίθεσης είναι η επαρχία του Τούντζελι, που θεωρείται ως η καρδιά της εξέγερσης των Κούρδων ανταρτών. Κάπου 40.000 Τούρκοι στρατιώτες, ανάμεσά τους πολλοί των ειδικών δυνάμεων, έχουν πλημμυρίσει εδώ και δυο μήνες τα βουνά και τις χαράδρες του Τούντζελι, άλλοτε χαρακτηρισμένου ως "εθνικού δρυμού" της χώρας. Στόχος τους οι 2.000 - 3.000 Κούρδοι αντάρτες, που χρησιμοποιούν το βουνό ως χειμερινό κρησφύγετο. Σύμφωνα με τις τουρκικές στρατιωτικές εκθέσεις, το κατοικημένο κυρίως από κουρδικούς πληθυσμούς Τούντζελι, χάρη στο δύσβατο και δυσπρόσιτο των κορυφών του, είναι το "κάστρο" του ΡΚΚ και των ανταρτών του, καθώς και της τροφοδοσίας που οι αντάρτες εξασφαλίζουν από τους συμπαθούντες το ΡΚΚ χωρικούς τους.
Μετά από 10 χρόνια πολέμου και παρά τις συνεχείς διακηρύξεις της τουρκικής κυβέρνησης για "επικείμενη συντριβή του κουρδικού κινήματος και της τρομοκρατίας", το κίνημα του ΡΚΚ βρίσκεται όλο και πιο εδραιωμένο στη νοτιοανατολική Τουρκία, τόσο στο έδαφος όσο και στις συνειδήσεις των ανθρώπων της. Η Αγκυρα, που, ανεξάρτητα από το αν δεν το ομολογεί, γνωρίζει πολύ καλά την αλήθεια των πραγμάτων, ένιωσε τα περιθώριά της να στενεύουν. Κι αποφάσισε να εφαρμόσει πλήρως την αποτρόπαιη στρατηγική που έχει υιοθετήσει εδώ και τρία χρόνια.
Εδώ εισέρχεται και ένας ιστορικός παράγων και, μάλιστα, ελληνικός. Πρόκειται για την ίδια στρατηγική που εφάρμοσε, στη διάρκεια του εμφυλίου πολέμου στα τέλη της δεκαετίας του '40, και ο ελληνικός στρατός ενάντια στους αντάρτες: Εκκενώσεις χωριών με στόχο την αποκοπή των ανταρτών από τον πληθυσμό που τους βοηθά και, τελικά, τη διακοπή του ανεφοδιασμού τους και την πλήρη απομόνωσή τους. Πράγμα που, πέραν των άλλων, θέτει σοβαρά ερωτηματικά όσον αφορά τον ρόλο και του ΝΑΤΟ σαν γενικού οργανωτή στρατιωτικής εμπειρίας "αντι-ανταρτικού τύπου".
Στόχος της συγκεκριμένης τουρκικής χειμερινής εκστρατείας στο Τούντζελι είναι η εκκαθάριση ολόκληρης της περιοχής και η κατά το δυνατό συντριβή της ανταρτικής δύναμης μέσα σ' αυτό τον χειμώνα. Η εκκένωση των χωριών από τους κατοίκους τους, ώστε να χάσουν οι Κούρδοι αντάρτες κρησφύγετα και τροφοδοσία, έχει αρχίσει από τον Οκτώβρη. Ο αρχηγός της τοπικής Αστυνομίας Σουλεϊμάν Γκιουλέκ υποστηρίζει, βέβαια, ότι τίποτα από αυτά δε συμβαίνει. Κατ' αυτόν, ο κυβερνητικός στρατός ούτε χρησιμοποιεί βία για να διώξει από τα σπίτια τους τους Κούρδους χωρικούς ούτε και καίει τα σπίτια όσων αντιστέκονται. Οι ρητές μαρτυρίες των ίδιων των διωγμένων υποδεικνύουν, ωστόσο, το αντίθετο.
Σύμφωνα με τον ανταποκριτή του βρετανικού περιοδικού "Εκόνομιστ" στην Αγκυρα, τα λεωφορεία φτάνουν στην τουρκική πρωτεύουσα από το Τούντζελι γεμάτα πρόσφυγες, συχνά γέρους. Σύμφωνα με ασφαλείς πληροφορίες, τα εκκενωμένα ή κατεστραμμένα χωριά της συγκεκριμένης περιοχής έχουν φτάσει τα 62. Ανάλογα ισχύουν και για άλλες περιοχές της νοτιοανατολικής Τουρκίας. Πηγές του κουρδικού κινήματος εκτιμούν πως οι Κούρδοι χωρικοί που εγκατέλειψαν τα χωριά ή τις κωμοπόλεις τους τα τρία τελευταία χρόνια και υποχρεώθηκαν να καταφύγουν στην αβεβαιότητα των μεγαλουπόλεων φτάνουν τα 2.000.000. Μόνον το Ντιγιαρμπακίρ, μια πόλη που ως το 1990 είχε πληθυσμό 380.000, κατοικείται σήμερα από 1.250.000 ψυχές.
Η συγκεκριμένη στρατιωτική στρατηγική ενάντια στους αντάρτες, τα ορεινά κρησφύγετά τους και τους κατοίκους των περιοχών της δράσης τους εντάσσεται, βέβαια, μέσα στη γενικότερη επιλογή διαρκούς σκλήρυνσης της τουρκικής πολιτικής στο κουρδικό ζήτημα. Η δικαστική απόφαση για την καταδίκη, δίχως στοιχεία, των οκτώ Κούρδων βουλευτών σε ποινές πολύχρονης φυλάκισης, η πρόσφατη εξαφάνιση ενός από τους δικηγόρους τους και η εύρεση του πτώματός του 15 μέρες αργότερα και η "εξαφάνιση" ενός Κούρδου δημοσιογράφου, όλα γεγονότα του τελευταίου Δεκέμβρη, αποτελούν κινήσεις του επίσημου κράτους ή παρακράτους προς την ίδια κατεύθυνση: αυτήν της "εξαφάνισης" και της αφομοίωσης του κουρδικού λαού, μέσω της συντριβής της εθνικής του ταυτότητας και της καταστολής κάθε δυνατής αντίδρασής του.
Η απαγόρευση της διδασκαλίας της κουρδικής γλώσσας στα σχολεία, της μετάδοσής της από το ραδιόφωνο και την τηλεόραση, η απαγόρευση των κουρδικών πολιτικών κομμάτων και η παροχή δυνατοτήτων για σταδιοδρομία στην πολιτική, τις επιστήμες ή απλά η επιτυχία στη ζωή μόνον υπό την προϋπόθεση της πολιτιστικής αφομοίωσης και της ταύτισης του κουρδικής καταγωγής πολίτη με το τουρκικό εθνικό πρότυπο ήταν και παραμένουν τα κύρια μέσα του τουρκικού κράτους στην προσπάθειά του να "λύσει" το "κουρδικό πρόβλημα". Και ο στρατός, η καταστολή, οι εξαφανίσεις και οι δολοφονίες ενάντια σε όσους αντιστέκονται το δεύτερο και "οριστικό".
Ο Τούρκος Πρόεδρος Σουλεϊμάν Ντεμιρέλ δεν άφησε καμία αμφιβολία ως προς τις στρατηγικές επιλογές της χώρας του και το πού είναι αποφασισμένη να φτάσει. Κατά την πρόσφατη συνέντευξή του στην εφημερίδα "Χουριέτ", την πρώτη μετά την καταδίκη των Κούρδων βουλευτών, ο Ντεμιρέλ δήλωσε κατηγορηματικά πως, μπροστά στον κίνδυνο διαμελισμού της Τουρκίας, δεν είναι δυνατό να"μετρούν" πάρα πολύ οι επιταγές των ανθρωπίνων δικαιωμάτων και της Δημοκρατίας και πως η Τουρκία δεν είναι διατεθειμένη να αλλάξει πολιτική στο Κουρδικό προς χάρη της τελωνειακής ένωσης με την Ευρώπη. Και αυτό, παρά το γεγονός ότι η χειμαζόμενη τουρκική οικονομία προσδοκά σοβαρή βελτίωση από την ενδεχόμενη τελωνειακή ένωση με την Ευρωπαϊκή Ενωση.
Μ. Τ.