Κυριακή 19 Γενάρη 1997
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Σελίδα 24
ΚΟΙΝΩΝΙΑ
Τυπικά, δεν υπάρχουν!

"Μιλούσαμε μια μέρα τη γλώσσα μας. "Τι μιλάτε έτσι, τσάπα τσάπα;", μου λέει ένας απ' αυτούς". Δείχνει με το χέρι τον κυρ - Θανάση, γείτονα πια, Βλάχο την καταγωγή. "Εσείς γιατί μιλάτε βλάχικα, του απαντώ. Κύριέ μου, συνέχισα, απ' τη μάνα μου έπεσα μ' αυτήν τη γλώσσα. Στο σχολείο έμαθα ελληνικά. Μη μου ξαναπείς γιατί μιλάω τη γλώσσα μου. Εγώ μιλάω τέσσερις γλώσσες!". Το 'πε με μια περηφάνια αυτό το "μιλάω τέσσερις γλώσσες"! Η κυρά - Θοδώρα, το γένος Παπαδοπούλου, κρατά στα χέρια της τη φωτογραφία μιας ανταρτοπούλας. "Εκανα ενάμιση χρόνο στο βουνό, οκτώ στην Τασκένδη, δύο στη Ρουμανία", εξηγεί. Δίπλα της ο παππούς, ο Γερμανός Δαμολής, περιγράφει την πρώτη του εμπειρία από το κράτος της μισαλλοδοξίας: "Με κατάγγειλαν ότι έδωσα ψωμί και πρόβατα στους αντάρτες. Ούτε ψωμί είχα, ούτε πρόβατα. Από το '45 μέχρι το '48, ήμουνα στη Γιούρα. Οταν μας 'φεραν πίσω, πριν μας αφήσουν, μας έδιναν γάλα 10 μέρες για να μας συνεφέρουν πριν μας δει ο κόσμος". "Τα 'παμε και στην ΕΤ αυτά, αλλά δεν τα δείξανε", παρεμβαίνει η κυρά - Θοδώρα. "Μας πήγαν μ' ένα αρματαγωγό. Μόλις φτάσαμε, μέσα απ' το καράβι, άρχισε το ξύλο. Εναν δημοσιογράφο, κομμουνιστή, δε θυμάμαι όνομα, τον πήγαν στη σπηλιά με το φορείο. Πέθανε εκεί, δεν τον θάψανε. Ενας δικός μας, απ' τ' Ανταρτικό, άρπαξε ένα φύλακα κι έπεσε μαζί του στη θάλασσα την ώρα που μας 'βγαζαν". "Η κατηγορία πάντα ήταν "είστε Βούλγαροι, γιατί μιλάτε άλλη γλώσσα". Μια ζωή καταδιωκόμενο το δικό μας το στοιχείο, το σλάβικο. Μας είχαν μαζί με τους κομμουνιστές", παρεμβαίνει πάλι η κυρά - Θοδώρα. "Ο νομάρχης ο Τσαχτσίρας άρχισε τις διώξεις", θυμάται ο Γερμανός. "Είχαμε, συνέχισε, μείνει κάπου 500. Τελικά, κι ο πατέρας μου πέθανε στην Πολωνία. Αφηνε ο κόσμος τα σπίτια γεμάτα, τα γουρούνια ταϊσμένα κι έφευγε για να ξαναγυρίσει. Δε γύρισαν. Σκότωναν νοικοκυραίους μόλις έμπαιναν. Φοβήθηκε ο κόσμος, έφυγε". "Στη Φλώρινα, θυμάται ξανά η κυρά - Θοδώρα, εκτέλεσαν 14 παιδιά μας". "Προδόθηκε εκείνη η μάχη", συμπληρώνει. "Μας πήραν να πάμε να μαζέψουμε τους σκοτωμένους. Τους βάζαμε στα "Τζέιμς". Εσκαβε συνέχεια η μπουλντόζα το λάκκο. Σαν τους Γερμανούς με τους Εβραίους", παίρνει τη σκυτάλη ο Γερμανός. Μιλάνε για τη μεγάλη σφαγή της Φλώρινας το Φλεβάρη του '49. Η κυρά - Θοδώρα, αντάρτισσα, ο Γερμανός να μαζεύει σκοτωμένους. Αυτούς τους 850, που, και σήμερα ακόμα, τους έχουν πεταμένους στο λάκκο έξω απ' τη Φλώρινα, χωρίς ένα σταυρό, μια πλάκα να γράφει ότι από κάτω υπάρχουν άνθρωποι. Κράτησε κοντά μισή ώρα αυτή η κουβέντα. Ο κυρ - Θανάσης, ο Βλάχος, άκουγε. "Δεν υπάρχει σλαβομακεδονική μειονότητα", πετάει σε μια στιγμή. "Και γω τι είμαι;", του απαντά η κυρά - Θοδώρα και ξανά απ' την αρχή η αφήγηση για τ' αδέρφια που ζούνε στο Ντούπενι, για τα παιδιά του Γερμανού απ' την πρώτη του γυναίκα, που ακούγανε ότι έχουνε μπαμπά και μπαμπά δε βλέπανε. Που ζούνε ακόμα στα Σκόπια. "Δεν τους συμφέρει να γράψουν αυτή την ιστορία, γι' αυτό μας φωνάζουν ακόμα Βούλγαρους. Και να μην είσαι κομμουνιστής, θα γίνεις άμα σε φωνάζουνε συνέχεια Βούλγαρο", θα πει με πείσμα η κυρά - Θοδώρα κι ο Γερμανός συμπληρώνει: "Δε φοβήθηκα στη Γιούρα που σκοτώνανε ανθρώπους. Αυτοί θα με φοβίσουν;".


Κορυφή σελίδας
Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ