Τις εξελίξεις που αποτυπώνουν την ένταση του αυταρχισμού σε βάρος των λαϊκών ελευθεριών και των ατομικών δικαιωμάτων, όπως την ευρωπαϊκή οδηγία που επιβάλλει την παρακολούθηση των εργαζομένων, το αντικομμουνιστικό μνημόνιο που προωθεί το Συμβούλιο της Ευρώπης και η αστυνομική παρακολούθηση της συνδικαλιστικής δραστηριότητας, καταγγέλλει με ανακοίνωσή της η Ενωση Λογιστών Πρωτεύουσας. Η Ενωση επισημαίνει πως «για την εργατική τάξη μονόδρομος πρέπει να είναι ο αγώνας για την προάσπιση των δημοκρατικών δικαιωμάτων και των λαϊκών ελευθεριών, που την απόλυτη έκφρασή τους θα τη γευτούν οι λαοί όταν καταφέρουν να πάρουν οι ίδιοι την εξουσία στα χέρια τους».
«Στο όνομα της δημιουργίας δήθεν ενός χώρου "ελευθερίας, δικαιοσύνης και ασφάλειας", φτάνουν στο έσχατο σημείο: 1ον) Σε μια εποχή λιτότητας για τους εργαζόμενους και περιστολής των κοινωνικών δαπανών, να επιχορηγούν τους υποκλοπείς για το έργο τους και 2ον) Να επιτρέπουν στις τηλεφωνικές εταιρίες να χρησιμοποιούν τα προϊόντα παρακολούθησης (υποκλοπής) για εμπορικούς σκοπούς», τονίζεται στην ανακοίνωση αναφορικά με την οδηγία της ΕΕ. Η Ενωση Λογιστών καταδικάζει μεταξύ άλλων «τα κρούσματα παρακολούθησης της συνδικαλιστικής δραστηριότητας και τη συνέχιση της δράσης του Συνδικαλιστικού της Ασφάλειας» (βλ. παρακολούθηση απεργιακής κινητοποίησης λογιστών τον περασμένο Ιούνη, σύσκεψης του ΠΑΜΕ κλπ.), αλλά και την ασύδοτη δράση της CIA, πλευρές της οποίας βλέπουν διαρκώς το φως της καθημερινότητας.
Παράλληλα, υπογραμμίζει ότι «η προώθηση για ψήφιση στο Συμβούλιο της Ευρώπης της δίωξης της κομμουνιστικής ιδεολογίας (Μνημόνιο καταδίκης των εγκλημάτων του Κομμουνισμού το ονομάζουν), η αναγνώριση σαν αντιστασιακών των συνεργατών των στρατευμάτων κατοχής - η στέρηση πολιτικών δικαιωμάτων και η απαγόρευση Εργατικών και Κομμουνιστικών Κομμάτων σε χώρες της Βαλτικής, η πρόσφατη προσπάθεια απαγόρευσης της κομμουνιστικής Νεολαίας Τσεχίας, καταδεικνύουν τους στόχους που έχουν οι εκφραστές του κεφαλαίου».
Η Ενωση καλεί όλα τα κόμματα να καταδικάσουν όλα τα παραπάνω φαινόμενα και ειδικά την κυβέρνηση να σταματήσει την καταγραφή της συνδικαλιστικής και πολιτικής δραστηριότητας. Τέλος, σημειώνει πως το συνδικαλιστικό κίνημα και ιδιαίτερα οι ταξικές δυνάμεις πρέπει να αναλάβουν αγωνιστικές πρωτοβουλίες, ενώ οι εργαζόμενοι του κλάδου πρέπει να πρωτοστατήσουν στην ανάπτυξη των μαζικών αγώνων, αλλά και να βγάλουν συμπεράσματα από τις εξελίξεις.