Associated Press |
Από την προχτεσινή διαδήλωση στη Συρία ενάντια στα σχέδια των ΗΠΑ |
Ορους θέτει πλέον ξεκάθαρα η Ουάσιγκτον στη Συρία, διά στόματος του Τζορτζ Μπους, προκειμένου να μη χρειαστεί η «προσφυγή στη βία», την οποία ο Αμερικανός Πρόεδρος, σε συνέντευξή του στο αραβικό δίκτυο «αλ Αραμπίγια», χαρακτήρισε ως «έσχατη λύση, που κανείς δεν επιθυμεί». Η συνέντευξη Μπους συνέπεσε με τη σύνοδο του Συμβουλίου Ασφαλείας του ΟΗΕ, όπου παρουσιάστηκε επισήμως η πρώτη έκθεση του Γερμανού δικαστικού, Ντέτλεβ Μέλις, για τη δολοφονία του πρώην πρωθυπουργού του Λιβάνου, Χαρίρι.
Ο Μέλις επανέλαβε όσα έχουν, ήδη, διαρρεύσει. Υποστήριξε ότι με βάση τα υπάρχοντα στοιχεία «δε θα μπορούσε ποτέ να σχεδιαστεί και να εκτελεστεί η δολοφονική απόπειρα κατά του Χαρίρι, αν δεν είχαν γνώση ανώτατα στελέχη της κυβέρνησης της Δαμασκού». Συμπλήρωσε, επίσης, ότι όντως, με γνώμονα τα υπάρχοντα στοιχεία, εμπλέκονται ανώτατα στελέχη των συριακών μυστικών υπηρεσιών όπως και των λιβανικών μυστικών υπηρεσιών, αλλά και πρόσωπα από το στενό οικογενειακό περιβάλλον του Σύρου Προέδρου. Με δεδομένο ότι η διενέργεια της έρευνας παρατάθηκε μέχρι τις 15 Δεκέμβρη, ο Μέλις εκτίμησε ότι «θα συγκεντρωθούν πολύ περισσότερα στοιχεία» και κάλεσε τη Συρία «να αδράξει αυτή την ευκαιρία για να συνεργαστεί και να μην επιδείξει απροθυμία, όπως έγινε στην πρώτη φάση της έρευνας». Τέλος, ζήτησε «προστασία» για τα 30 μέλη της ερευνητικής του ομάδας, υπογραμμίζοντας ότι «αναμφιβόλως θα ασκηθούν επιπλέον πιέσεις».
Η παρουσίαση της έκθεσης από τον Μέλις προκάλεσε την έντονη αντίδραση του Σύρου πρέσβη στον ΟΗΕ, Φαϊσάλ Μεκντάντ, ο οποίος κατηγόρησε τον Γερμανό δικαστικό και τον ΟΗΕ ότι «πολιτικοποίησαν» την όλη διαδικασία, «υποκύπτοντας σε πιέσεις». Επανέλαβε ότι «κάθε παράγραφος μπορεί να ανατραπεί με πληθώρα στοιχείων», και χαρακτήρισε «άδικες» τις επικρίσεις περί μη συνεργασίας της Δαμασκού. Χαμηλούς τόνους επέλεξε να τηρήσει ο γενικός γραμματέας του λιβανικού υπουργείου Εξωτερικών, που κλήθηκε εκτάκτως στη Νέα Υόρκη, ο οποίος, απλώς, κάλεσε όλα τα εμπλεκόμενα μέρη «να συνεργαστούν στο μέγιστο βαθμό».
Ο Αμερικανός Πρόεδρος, από την πλευρά του, δήλωνε ότι «η Ουάσιγκτον θα εξαντλήσει τα μέσα για διπλωματική επίλυση του ζητήματος». Συμπλήρωσε, όμως, ότι «θα πρέπει να ασκηθούν σοβαρότατες πιέσεις, έτσι ώστε να γίνει κατανοητό από τη συριακή ηγεσία ότι δεν μπορεί να φιλοξενεί στο έδαφός της τρομοκρατικές οργανώσεις που υποσκάπτουν την ισραηλινο -παλαιστινιακή ειρηνευτική διαδικασία ότι δεν μπορεί να αναμειγνύεται στα εσωτερικά του Λιβάνου και ότι δεν μπορεί να επιτρέπει την είσοδο δολοφόνων στο Ιράκ». Αμερικανοί διπλωμάτες δε δίστασαν να παραδεχτούν επισήμως ότι ασκούν όσο ισχυρότερες πιέσεις μπορούν για να υιοθετηθεί ιδιαίτερα σκληρό ψήφισμα σε βάρος της Συρίας από το Συμβούλιο Ασφαλείας.
Οι πρέσβεις των ΗΠΑ και της Γαλλίας στον ΟΗΕ επιβεβαίωναν ότι βρίσκονται σε διαρκή επαφή με στόχο να εκπονηθεί ένα κοινό σχέδιο ψηφίσματος, που θα τεθεί προς ψηφοφορία τη Δευτέρα. Βέβαιο είναι ότι στο ψήφισμα θα χρησιμοποιείται «σκληρή γλώσσα» προς τη Δαμασκό. Δε φαίνεται, όμως, να έχει επιτευχθεί συμφωνία ως προς το κατά πόσον είναι ανάγκη το ψήφισμα να υπαχθεί στο άρθρο 7 του Συμβουλίου Ασφαλείας, το οποίο προβλέπει την ανάληψη στρατιωτικής δράσης σε περίπτωση που η Συρία δε «συμμορφωθεί».
Πλήρης συναίνεση δεν υπάρχει ούτε στο ζήτημα της επιβολής κυρώσεων αλλά και του χαρακτήρα αυτών, καθώς Ρωσία και Κίνα δείχνουν εξαιρετικά επιφυλακτικές και εκτιμούν ότι δε χρειάζεται νέα εστία έντασης στη Μέση Ανατολή. Χτες, ο Ρώσος Πρόεδρος συνομίλησε τηλεφωνικώς με τον Σύρο ομόλογό του, «καλωσορίζοντας τη δέσμευση της Δαμασκού για περαιτέρω συνεργασία».