Κυριακή 29 Μάη 2005
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Σελίδα 13
ΠΑΙΔΕΙΑ
Πατριδογνωμόνιο
Αγραφος στ' Αγραφα

Θέλω. Και δεν μπορώ. Να γράψω εδώ για τον Χαρίλαο. Τι να γράψω εγώ γι' αυτόν που με ορμήνεψε «αφού γράφεις καλά, να γράφεις κι απλά, να καταλαβαίνει κι ο κόσμος ο πολύς, αυτό έχει σημασία». Είναι πολύ μεγάλο το απλό. Δυσθεώρητο. Τεράστιο. Το πιο δύσκολο πάνω στη γη. Πόσο μάλλον, ορέ παππού μας, όταν το 'χεις καταφέρει να μοιάζει αφάνταστα απλό κι αξιοσέβαστο απ' τους εχθρούς, να έχεις ζήσει, πολεμήσει, αναπνεύσει, σκεφτεί, φυλακιστεί, φοβηθεί, αντρειέψει, γιατρέψει, ερωτευτεί, ξυπνήσει και κοιμηθεί για το λαό και το κόμμα του. Και να μην το έχεις εσύ ο ίδιος θεωρήσει τίποτε περισσότερο και τίποτε λιγότερο από το φυσικό μιας επιλογής στα 15 σου, που κράτησε ως σήμερα, ως αύριο κι ως πάντα, όπως αντιλαμβανόμαστε το κόκκινο του αίματος που ζει και χύνεται για δίκαιο σκοπό.

Το μόνο που μπορώ να γράψω εγώ στα τόσα που έχουν κρατημένα στα φυλλοκάρδια τους για σένα οι τοτινές, οι τωρινές κι οι μελλοντικές γενιές των κομμουνιστών είναι πώς ένιωσα βλέποντάς τους στην κηδεία.

Ενιωσα το πραγματικό πένθος για το οριστικό ταξίδι του Αγραφου με μελάνι και γραμμένου με αίμα και θυσίες βίου στ' Αγραφα. Κάτι σαν εκκωφαντική σιωπή, που βγαίνει από τα έγκατα άδολης ψυχής, περνάει από το θυσιαστήριο της υποκρισίας των ταξικών εχθρών και γίνεται τραγούδι των πουλιών - πού βρέθηκαν τόσα πολλά σε σύναξη στην αυλή του Περισσού, θα έχω ν' αναρωτιέμαι στα γεράματα - από τη μια και υπόκλιση στο κλάμα του κλαρίνου από την άλλη.

Το πραγματικό αυτό λαϊκό πένθος έχει εκείνη την άφθαστη αισθητική του απέριττου. Είναι όμως απαρηγόρητο. Και γι' αυτό αυστηρό. Μοιάζει με διαδήλωση. Μ' εκδήλωση χαράς κι αποδοχής του αναπόφευκτου σκοταδιού, που διαλύεται από το φως μιας πορείας ζωής που δεν ξεχνιέται και δε θολώνει διαδρομές.

Πάλι περίπλοκα τα λέω, θα μουρμουράς. Αλλά καλέ μου άγραφε-γραμμένε καπετάνιε, τα αισθήματα των συντρόφων σου ανέμιζαν σα μυριάδες παντιέρες που καβαλάνε τον άνεμο και δεν τον ακολουθούν. Και τα ένιωσα να γίνονται κάτι σα φόβος του εχθρού που μάζεψε όλα τα τιμημένα του λόγια για τη στιγμή που ήξερε ότι δε θα χρειαζόταν να τα επαναλάβει, τη στιγμή του θανάτου.

Αυτό το συντροφικό πένθος ήθελα να ήμουνα ζωγράφος ικανός να το εικονογραφήσω. Αλλά ποιος μπορεί να δείξει το δάκρυ κρυμμένο πίσω από υψωμένη γροθιά της ανθρώπινης σποράς; Χάρις λαού. Η γλώσσα σώζει. Και τσακίζει. Και τσακίζεται. Και σώζεται. Και γίνεται «ορυχείο του καιρού» όπως επιμένω από τους εφηβικούς μου στίχους να γράφω. Στην κηδεία σου κατάλαβα τι μπορεί να ήθελα να πω με το στίχο αυτό. Ο βίος είν' το βιος του καθενός κι ανήκει σ' όλους όταν κατατίθεται αδιάλειπτα υπέρ τους. Γι' αυτά τα διαμάντια γράφει ιστορία η καρδιά των πενθούντων συντρόφων σου, Χαρίλαε. Δεν τα εξορύσσει γιατί τα έχει μέσα της. Δεν τα κατεργάζεται γιατί δεν έχει ανάγκη από στολίδια. Δεν τα πουλάει γιατί δεν ανήκουν σε καμία αγορά. Δεν τα αποτιμά. Γιατί είναι πολιτισμός. Να δίνεις στ' όνομά σου το περιεχόμενο των ιδεών των άλλων, των πολλών. Που τώρα επιθυμούν να γίνουν ο φράχτης που θα προστατεύει τη βίγλα σου από τ' αγρίμια...


Της
Λιάνας ΚΑΝΕΛΛΗ


Κορυφή σελίδας
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ