«Πολύ μεγάλα τα φτερά που φόρεσες/ βάρυνες/ δεν πέταξες./ Και τόσα πουλιά/ σκοτωμένα». Με αυτούς τους στίχους του Γιάννη Ρίτσου, συνόψισε ο Αγης Μπράτσος το ανθρωπολογικό «κλίμα» των διηγημάτων. Ενα «πουλί σκοτωμένο» είναι στο διήγημα «Επίσκεψη» ο ηλικιωμένος εργένης, στο σπίτι του οποίου η συγγραφέας εισάγει έναν επισκέπτη, σαν «από μηχανής» ακροατή της εξομολόγησης του μοναχικού ανθρώπου. Ηρωίδα στο διήγημα «Μια συνέντευξη που δε δόθηκε» είναι η κόρη ενός διάσημου ζωγράφου, η οποία πρέπει να απαντήσει στο ερώτημα μιας δημοσιογράφου: «πώς νιώθεις που είσαι κόρη του διάσημου ζωγράφου Ντι;». Το παιδί κάθε διάσημου νιώθει το γονιό ως «το στίγμα της ζωής του». Στο διήγημα «Ενας ταλαντούχος άνθρωπος» κάποιο «ρόλο» παίζει και ο «Ριζοσπάστης». «Μια παρέα νέων ανθρώπων, ψάχνουν, ή χάνουν τη δουλιά τους, όταν διεκδικούν τα δικαιώματά τους, ή όταν κάποιος καρφώνει στο διευθυντή τους επειδή τους είδε στο τρόλεϊ να διαβάζουν "Ριζοσπάστη"», όπως είπε ο Α. Μπράτσος. Στο «Ταξίδι» πρωταγωνιστεί ένας άνθρωπος που δεν κάνει τίποτα για να ξεφύγει από την άεργη, άχαρη ζωή του.
Στο εκτενέστερο και τελευταίο διήγημα «Γιατρός επαρχίας», όπως επισήμανε ο Α. Μπράτσος, «ο ρυθμός είναι υποδειγματικός, κάθε λέξη ζυγισμένη με ακρίβεια και όλα τα πρόσωπα της μικρής κοινωνίας στη δεκαετία του 1950 έχουν ειδικό βάρος στην εξέλιξη του μύθου». Κεντρικό πρόσωπο είναι ένας νεαρός γιατρός, ο οποίος μετά τις σπουδές του επιστρέφει στη γενέτειρά του, το Καρλόβασι Σάμου, το επάγγελμά του.
Ο Α. Μπράτσος εξομολογήθηκε ότι διαβάζοντας το «Γιατρό επαρχίας», αντιστρέφοντας τα πρόσωπα του διηγήματος «Μια συνέντευξη που δε δόθηκε», σαν σε όνειρο, ρώτησε τον Γιάννη Ρίτσο: «Πώς νιώθετε που έχετε κόρη την Ερη;». «Δε θα σας μεταφέρω την απόκρισή του, γιατί αυτό που έχει μεγάλη σημασία είναι να διαβάσετε το "Γιατρό επαρχίας" και να δώσετε τη δική σας απάντηση και σε αυτό το ερώτημα», τόνισε ο παρουσιαστής του βιβλίου, απευθυνόμενος στο ακροατήριο.