ΘΕΜΑ: «Ως τελειόφοιτος να γράψεις ένα άρθρο 400-500 λέξεων για την τοπική εφημερίδα. Στο άρθρο αυτό, με βάση τη σχολική σου εμπειρία, να αναφέρεις τι προσφέρει το σχολείο για την αντιμετώπιση του καθημερινού καταιγισμού των πληροφοριών και την ένταξη των τελειοφοίτων στην κοινωνία. Ποιες αλλαγές θα πρότεινες για τη βελτίωση αυτών των προσφορών του σχολείου;».
Μετά από δύο βδομάδες βαθμολόγησης αδυνατώ και αρνιέμαι να μπω στο παιχνίδι των περιβόητων και προφητικών αυτών αριθμών. Το θέμα που δόθηκε στους μαθητές απαιτούσε από τους τελευταίους να γράψουν πώς το σχολείο τους βοηθάει να επεξεργαστούν τις πληροφορίες που από παντού και καταιγιστικά φτάνουν σ' αυτούς και πώς επιμελείται την ένταξή τους στην κοινωνία. Τους ζητάει να σκεφτούν ακόμη πώς αυτό που λέμε δημόσιο ελληνικό σχολείο, θα αναπροσαρμόσει τις μεθόδους του, προκειμένου να προσφέρει στην κοινωνία ανθρώπους, που θα είναι επαρκώς ενημερωμένοι και ενταγμένοι ομαλά στο κοινωνικό γίγνεσθαι.
Μετά από αρκετές εικοσιπεντάδες τετραδίων, καιρός είναι να πούμε δυο λόγια απαλλαγμένα από τα θανατηφόρα νούμερα και τις στατιστικές. Καιρός είναι κάποιος να αφουγκραστεί και σταθεί με προσοχή πάνω απ' αυτά τα τετράδια που καλύπτουν όνομα, φύλο και τόπο προέλευσης, αλλά αποκαλύπτουν συνταρακτικά στοιχεία, όσον αφορά το περιεχόμενο και τη σκέψη των μαθητών μας. Οχι την έκφραση, την ορθογραφία, τη δομή. Το περιεχόμενο. Δηλαδή, αυτό που θέλουν να μας πουν τα παιδιά μας. Αλλοτε, σε λίγες γραμμές, άλλοτε σε περισσότερες, πότε με καθαρά γράμματα και πότε με μπόλικες μουντζούρες και ορνιθοσκαλίσματα, κάποιες φορές με πενιχρή έκφραση και κάποιες με πλούσιο λεξιλόγιο και πηγαίο συναίσθημα. Παντού ανακαλύπτω το ίδιο μήνυμα.
Τα παιδιά μας, λοιπόν, αγαπούν το σχολείο. Είναι ο χώρος τους. Είναι η αυλή που φιλοξενεί τους συνομηλίκους τους. Εχουν μια περίεργη σχέση μαζί του. Το αγαπούν και το αρνιούνται μαζί. Και παρ' όλο που είναι σε θέση μειονεκτική απέναντί μας - ημών των βαθμολογητών - δε φοβούνται να μας το πουν ξεκάθαρα: δεν είναι το σχολείο που τους ταιριάζει. Είναι το σχολείο της βαθμοθηρίας, της παπαγαλίας, του απρόσιτου τις περισσότερες φορές εκπαιδευτικού, της παραπαιδείας, των συνεχών εξετάσεων, της φτωχικής υποδομής.
Αναπνέω μέσα από τις σελίδες των γραπτών τους την αγωνία τους και την ειλικρίνειά τους. Προτείνουν και απαιτούν ένα σχολείο που μετατρέπει τις πληροφορίες και γνώσεις σε Γνώση, που θέλει τον καθηγητή δάσκαλο - εμψυχωτή, που θέλει το διδασκαλείο χώρο μάθησης, έκφρασης, χαράς και δημιουργίας.
Γι' αυτές τις σκέψεις των παιδιών θα γίνουν άραγε κάποιες στατιστικές; Θα ακούσει κανείς αυτή τη «νόμιμη» και με τις ευλογίες του υπουργείου Παιδείας διαμαρτυρία;
Ξεκόβω μόνο τον επίλογο από ένα τετράδιο. Τον σημείωσα, όπως κάνω κάθε φορά που κάτι σε γραπτό μαθητή γεμίζει τα πνευμόνια μου με φρέσκο αέρα και την καρδιά μου με ελπίδα, και σας το παραθέτω αυτούσιο: «Θέλουμε ένα σχολείο που να δίνει ανθρωπιστική παιδεία, που να μας μορφώνει με τις αιώνιες αξίες του κόσμου μας. Κι αν δε βοηθήσουμε όλοι, υπουργείο, δάσκαλοι και μαθητές, όλες οι αλλαγές θα πέσουν πάλι στο κενό. Ο αγώνας για την Παιδεία, ας μην είναι για άλλη μια φορά για ένα τίποτα, για ένα αδειανό πουκάμισο, για μιαν Ελένη».