Ο διευθυντής του Μουσείου Μπενάκη, Αγγελος Δεληβοριάς, παρουσιάζοντας την έκδοση, τόνισε ότι αυτές οι φωτογραφίες της Νέλλης «συνιστούν πολύτιμο βοήθημα για την αρχαιολογική επιστήμη». Η Ειρήνη Μπουντούρη σημείωσε ότι η Μικρασιάτισσα στην ψυχή, αλλά γερμανικής παιδείας Νέλλη «προσέγγισε ελεύθερα την αρχαιότητα, περνώντας από τη συνολική αποτύπωση των μνημείων στις λεπτομέρειές τους. Πρόσφερε τη συγκίνηση των αρχαίων έργων τέχνης μέσα από τα δικά της, νέα έργα τέχνης».
Ο Στέλιος Λυδάκης τόνισε ότι η «γενιά του 1930» - αντίθετα από την ευρωπαϊκή «κούραση» και αδιαφορία που επικράτησε από το τέλος του 18ου αιώνα και εντεύθεν για τις ελληνικές αρχαιότητες - «αποζητώντας την ελληνική της "ταυτότητα" έστρεψε το ενδιαφέρον της προς οτιδήποτε ελληνικό - αρχαίο, νεότερο, σύγχρονο. Αυτό έκανε και η Νέλλη, η οποία εμφανίζει την αρχαιότητα σαν απολιθωμένο φως, το οποίο, όμως, φωτίζει το παρόν. Η μοντερνιστική καλλιτεχνική αντίληψη και η υψηλής ποιότητας αισθητική της Νέλλης πλάθει αριστουργηματικά έργα τέχνης».
Ο Αλκης Ξανθάκης, ο κυριότερος μελετητής της Νέλλης, ομολόγησε ότι ενώ θεωρούσε «πλήρως διερευνημένο το "κεφάλαιο" Νέλλη», διαπιστώνεται ότι «πολλές φωτογραφίες της για την αρχαιότητα δεν είχαν απασχολήσει κανέναν μελετητή» και επισήμανε: «Τώρα, η έρευνα της Ειρήνης Μπουντούρη όχι μόνο παρουσιάζει και αναλύει αδημοσίευτο έργο της Νέλλης, αλλά και το συγκρίνει με το έργο ξένων "ιερών τεράτων" της φωτογραφίας».
Ο αρχαιολόγος και υπεύθυνος των εκδόσεων του Μουσείου Μπενάκη, Δημήτρης Δαμάσκος, αναφερόμενος στις τρεις κατηγορίες των φωτογραφιών της Νέλλης - 1) αρχαιολογικοί χώροι Αττικής, Πελοποννήσου, Δελφών, 2) αίθουσες των μεγάλων μουσείων της χώρας, 3) επιμέρους έργα, κυρίως γλυπτά, με λήψεις και φωτισμό, που αναδεικνύουν πολύ τις λεπτομέρειες των γλυπτών - υπογράμμισε ότι «οι φωτογραφίες της δεν προσφέρουν μόνον ένα εργαλείο μελέτης για τους αρχαιολόγους, αλλά και εμμέσως κάνουν αποτίμηση κάθε αρχαίου έργου».