Για τις εργασιακές σχέσεις στο «Βίλατζ Παρκ» |
Κατά τη διάρκεια της δεκαετίας του 1990 και μέχρι σήμερα το ένα αντεργατικό μέτρο διαδέχεται το άλλο, ισχυροποιώντας και επεκτείνοντας το καθεστώς των ελαστικών μορφών απασχόλησης, την ανατροπή των εργασιακών, ασφαλιστικών και μισθολογικών δικαιωμάτων. Ενδεικτικά, η εξέλιξη των κατώτατων ημερομισθίων από το 1990 μέχρι το 2001 σύμφωνα με στοιχεία του υπουργείου Εθνικής Οικονομίας και στη βάση του επίσημου πληθωρισμού, δείχνει μείωση των πραγματικών μισθών και μεροκάματων. Δεδομένου ότι ο πραγματικός πληθωρισμός ήταν μεγαλύτερος αυτό το χρονικό διάστημα, η απώλεια στις αποδοχές των εργαζομένων είναι μεγαλύτερη. (Βλέπε πίνακα 1).
Η ψήφιση αντεργατικών νόμων που χτυπάνε το σταθερό ημερήσιο χρόνο εργασίας, εφαρμόζουν και επεκτείνουν τη μερική απασχόληση, αυξάνουν το όριο των απολύσεων, μειώνουν την ασφαλιστική εισφορά των εργοδοτών, αυξάνουν τα όρια ηλικίας συνταξιοδότησης, μειώνουν τις συντάξεις, είναι μερικά ακόμη από τα αντεργατικά μέτρα που προωθήθηκαν αυτά τα χρόνια.
Στιγμιότυπο από διαδήλωση έξω από το υπουργείο Εργασίας για την υπεράσπιση του 8ωρου |
Ενα άλλο, μεγάλο αντεργατικό κεφάλαιο είναι οι ελαστικές μορφές απασχόλησης. Ενας συνδυασμός μέτρων που επιτρέπει στον εργοδότη να εκμεταλλεύεται στο έπακρο την προσφερόμενη εργατική δύναμη και για όσο καιρό αυτός τη χρειάζεται.
Το 6,5% των εργαζομένων απασχολούνται σε καθεστώς μερικής απασχόλησης, γεγονός που σημαίνει άθλιες αμοιβές και ασφάλιση, αλλά μεγάλη δυσκολία στη συμμετοχή στα συνδικάτα και κατ' επέκταση στην υπεράσπιση των δικαιωμάτων. Μεγάλες διαστάσεις παίρνει και η «προσωρινή» απασχόληση. Ανάλογα λειτουργεί και η ελαστικοποίηση του ωραρίου που θέλει έναν εργαζόμενο πλήρως υποταγμένο στις ανάγκες του κεφαλαίου.
Στην ίδια κατεύθυνση λειτουργούν και οι πρόσφατα νομιμοποιημένες εταιρίες ενοικίασης εργαζομένων (που όμως λειτουργούν εδώ και πολύ καιρό). Επιπρόσθετα, η νομιμοποίηση των εταιριών «ενοικίασης» εργαζομένων, που διαθέτουν εργατικό δυναμικό σε άλλες επιχειρήσεις για ορισμένο χρονικό διάστημα με τους πλέον επαχθείς όρους, επισημοποιούν τις εργοδοτικές αυθαιρεσίες στην εφαρμογή των συμβάσεων εργασίας, απαγορεύουν πρακτικά τη συνδικαλιστική δράση, κάνουν κανόνα την πολυειδικότητα. Εν ολίγοις, αφήνουν τον εργαζόμενο έρμαιο των διαθέσεων των εργοδοτών με μια ελάχιστη και πολλές φορές αυστηρά τυπική «προστασία» από ένα καταρρακωμένο νομοθετικό πλαίσιο που και στην καλύτερη στιγμή του δεν κάλυπτε ουσιαστικά την εργατική τάξη.
Το βαθμό εκμετάλλευσης εντείνει ακόμα περισσότερο η διάδοση του συστήματος των υπεργολαβιών και των εργολαβιών (τις οποίες ήδη χρησιμοποιούν το 21,8% των επιχειρήσεων). Δηλαδή, η ανάθεση μέρους της παραγωγικής διαδικασίας από την επιχείρηση που έχει αναλάβει το σύνολο του έργου σε επιμέρους μικρότερες επιχειρήσεις και πολύ συχνά με επαχθείς όρους. Αποτέλεσμα είναι η ακόμα μεγαλύτερη εκμετάλλευση των εργαζομένων, η υπερεντατικοποίηση της εργασίας. Συνθήκες που εκτός των άλλων συντελούν στην υπέρμετρη αύξηση του επαγγελματικού κινδύνου, μια μεγάλη απειλή για τη σωματική ακεραιότητα ακόμα και την ίδια τη ζωή του εργαζομένου.