Κυριακή 13 Οχτώβρη 2002
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Σελίδα 12
ΕΝΘΕΤΗ ΕΚΔΟΣΗ: "7 ΜΕΡΕΣ ΜΑΖΙ"
ΙΣΤΟΡΙΑ
Η ελληνοαμερικανική συμφωνία για τις βάσεις

Στις 12 Οκτωβρίου του 1953, γύρω στις 7 μ.μ., ο πρωθυπουργός της χώρας Αλ. Παπάγος υποδεχόταν στο πρωθυπουργικό γραφείο άπαντες τους υπουργούς του. Επρόκειτο για μια σύντομη συνεδρίαση του Υπουργικού Συμβουλίου με ένα και μοναδικό θέμα: Την επικύρωση της συμφωνίας για την εγκατάσταση των αμερικανικών βάσεων στην Ελλάδα. Μια ώρα αργότερα, οι κυβερνητικοί εκπρόσωποι της Ελλάδας και των Ηνωμένων Πολιτειών, διάβαζαν ταυτόχρονα σε Αθήνα και Ουάσιγκτον, την παρακάτω ανακοίνωση1:

«Εις εκπλήρωσιν των εκ του άρθρου 3 της Συνθήκης του Βορείου Ατλαντικού απορρεουσών υποχρεώσεών των, η κυβέρνησις του Βασιλείου της Ελλάδος με την έγκριση της Αυτού Μεγαλειότητος του Βασιλέως και η κυβέρνησις των Ηνωμένων Πολιτειών της Αμερικής υπέγραψαν σήμερον μίαν Διμερή Συμφωνία, παρέχουσαν εις τας Ηνωμένας Πολιτείας το δικαίωμα όπως βελτιώσωσι και χρησιμοποιήσωσιν από κοινού μετά της ελληνικής κυβερνήσεως ορισμένα αεροδρόμια και ναυτικάς εγκαταστάσεις εν Ελλάδι. Η συμφωνία έχει ως προορισμόν, διευκολυνόμενης της ολοκληρώσεως της αμύνης της Ελλάδος, της αναπτυχθείσης κατά τα τελευταία πέντε έτη με την αμερικανικήν βοήθειαν, εντός του αμυντικού συστήματος του ΝΑΤΟ, να ενισχύση την ασφάλειαν της περιοχής του Βορείου Ατλαντικού και να διαφυλάξη τη διεθνήν ειρήνην και ασφάλειαν. Η κοινή προσπάθεια των δύο χωρών όπως βελτιωθή και ενισχυθή η συλλογική ικανότης προς αντίστασιν εναντίον ενόπλου επιθέσεως αντικατοπτρίζει το επικρατούν πνεύμα συνεργασίας και τους δεσμούς φιλίας ήτις υφίσταται μεταξύ Ελλάδος και Ηνωμένων Πολιτειών».


Η συμφωνία ήταν το τρίτο κατά σειρά μεγάλο βήμα πρόσδεσης της Ελλάδας στο άρμα του βορειοαμερικανικού ιμπεριαλισμού. Είχε προηγηθεί το δόγμα Τρούμαν, στις 12/3/1947, με τα επακόλουθά του, και φυσικά η ένταξη της χώρας στο ΝΑΤΟ στις 18/2/1952.

Μετά την επίσημη ανακοίνωση της συμφωνίας ο Παπάγος χαιρέτισε το γεγονός ως «σημαντικόν σταθμόν εις την ιστορίαν της νεωτέρας Ελλάδος» Στο ίδιο πνεύμα ο υπουργός του επί των Εξωτερικών Στ. Στεφανόπουλος τόνιζε σε δηλώσεις του: «Η υπογραφή της συμφωνίας αποτελεί γεγονός, λίαν σημαντικόν, διότι εκλείπει πλέον πάσα αμφιβολία περί του ότι η Ελλάς περιλαμβάνεται εις τα σχέδια αμύνης και ενδιαφέροντος του ΝΑΤΟ, εμπεδούται δε χάρις εις τη συμφωνία το αίσθημα της ασφαλείας. Προς τούτοις προκύπτουν σημαντικά ωφελήματα διά την Ελληνικήν οικονομίαν, διότι μέγας αριθμός Ελλήνων τεχνικών και εργατών θα απασχοληθούν εις τα υπό εκτέλεσιν έργα»2.

Να σκεφτεί κανείς ότι όλα αυτά λέγονταν χωρίς ντροπή λίγα χρόνια, αφότου η χώρα είχε αποτινάξει από πάνω της το ζυγό της φασιστικής κατοχής!!! Ας δούμε, όμως, αναλυτικότερα τι προέβλεπε η νέα ελληνοαμερικανική συμφωνία.

Τι προέβλεπε η συμφωνία

Το κείμενο της συμφωνίας που δόθηκε στη δημοσιότητα το βράδυ της 12ης Οκτωβρίου 1953 φανέρωνε πως η Ελλάδα μετατρεπόταν σε προτεκτοράτο των Ηνωμένων Πολιτειών. Οι ΗΠΑ μπορούσαν να κάνουν ό,τι επιθυμούσαν χωρίς να δίνουν λογαριασμό. Συγκεκριμένα, και βάσει του δημοσιευμένου κειμένου της συμφωνίας, η ελληνική κυβέρνηση εξουσιοδοτούσε την κυβέρνηση των Ηνωμένων Πολιτειών να χρησιμοποιεί οδούς, σιδηροδρομικές γραμμές και άλλους χώρους, να κατασκευάζει, να αναπτύσσει, να χρησιμοποιεί και να θέτει σε λειτουργία στρατιωτικά και βοηθητικά έργα στην Ελλάδα. Επίσης, οι Ηνωμένες Πολιτείες αποκτούσαν το δικαίωμα να φέρουν, εγκαταστήσουν και στεγάσουν σε ελληνικό έδαφος στρατιωτικές δυνάμεις και άλλο προσωπικό. Οι ένοπλες αυτές δυνάμεις τους, μαζί με το υλικό που είχαν υπό τον έλεγχό τους αποκτούσαν, σύμφωνα με το κείμενο της συμφωνίας, το δικαίωμα να εισέρχονται, εξέρχονται, υπερίπτανται «ελευθέρως εν Ελλάδι και εις τα χωρικά της ύδατα, υπό την επιφύλαξιν οιασδήποτε τεχνικής συνεννοήσεως... Αι ενέργειαι αύται απαλλάσσονται οιωνδήποτε τελών, δικαιωμάτων και φόρων».

Ο Αλέξανδρος Παπάγος
Ο Αλέξανδρος Παπάγος
Το άρθρο 2 της συμφωνίας προέβλεπε την ατέλεια των μηχανημάτων, υλικών και εφοδίων που εισήγαγαν στην Ελλάδα οι Αμερικανοί καθώς και το δικαίωμά τους να τα εξάγουν ελεύθερα. Στην περίπτωση δε που κάποια στιγμή οι Αμερικανοί έκριναν πως δε χρειάζονται άλλο τις βάσεις κι έφευγαν από τη χώρα, το ελληνικό δημόσιο είχε την υποχρέωση να τους αποζημιώσει για τις εγκαταστάσεις των βάσεων που δε θα έπαιρναν μαζί τους.

Με το άρθρο 3 οι Αμερικανοί αποκτούσαν το δικαίωμα να ιδρύσουν στην Ελλάδα δικά τους στρατιωτικά ταχυδρομεία.

Η διάρκεια της συμφωνίας, που θα έμπαινε σε ισχύ αμέσως με την υπογραφή της προβλεπόταν να είναι ίση με τη διάρκεια ισχύος της βορειοατλαντικής συνθήκης3.

Τέλος, η συμφωνία είχε και δύο απόρρητα παραρτήματα. Το ένα αφορούσε στις λεπτομέρειες του προνομίου της ετεροδικίας (δινόταν, δηλαδή, το αποικιοκρατικού χαρακτήρα δικαίωμα στο αμερικανικό προσωπικό των βάσεων να δικάζεται στις ΗΠΑ για αδικήματα που διέπραξε στην Ελλάδα) και το άλλο τα μέρη στα οποία θα κατασκευάζονταν βάσεις4. Για τα απόρρητα αυτά παραρτήματα ο τότε υπουργός Αμυνας και ειδικός διαπραγματευτής της συμφωνίας με τους Αμερικανούς, Π. Κανελλόπουλος είχε πει στις 22/10/1953, στην Επιτροπή Εξουσιοδοτήσεων της Βουλής, το εξής εξωφρενικό: «Υπάρχουν σοβαροί λόγοι, οι οποίοι επέβαλαν όπως ορισμένα σημεία μην περιληφθούν εις την συμφωνίαν, την οποία καταθέσαμεν ενώπιον υμών... Δεν περιελήφθησαν διά λόγους τους οποίους δεν έχω το δικαίωμα να εξηγήσω κατά την παρούσαν συζήτησιν». Ο ίδιος άνθρωπος είχε τολμήσει ενώπιον των βουλευτών να ισχυριστεί πως «η ικανότης της τηρήσεως μυστικών εις τους τομείς αυτούς, είτε τους κρισίμους τους οικονομικούς, είτε της ασφαλείας της χώρας αποτελεί επίσης εν ηθικόν όπλον, εν ηθικόν πλεονέκτημα, αποτελεί μέγα επιχείρημα υπέρ της Ελλάδος»5!!!

Τα προηγηθέντα της συμφωνίας

Από την περίοδο του Εμφυλίου Πολέμου, που οι Ηνωμένες Πολιτείες έβαλαν πόδι στην Ελλάδα, είχαν εξασφαλίσει το δικαίωμα να χρησιμοποιούν για λογαριασμό τους μια σειρά από στρατηγικά σημεία της χώρας. Οταν, μάλιστα, τέλειωσαν οι πολεμικές αναμετρήσεις θέλησαν να μονιμοποιήσουν και να επεκτείνουν τη στρατιωτική παρουσία τους στον ελληνικό χώρο. Ετσι, το 1952, ζήτησαν από την ελληνική κυβέρνηση -την οποία ήλεγχαν τα κόμματα του Κέντρου- να τους παραχωρήσει αεροπορικές βάσεις, πράγμα που πρακτικά σήμαινε να χρησιμοποιούν ανεξέλεγκτα όλα ανεξαιρέτως τα ελληνικά αεροδρόμια. Το σχετικό σχέδιο συμφωνίας, που είχε αποδεχτεί η κυβέρνηση Πλαστήρα - Βενιζέλου, έλεγε μεταξύ άλλων ότι «η βασιλική ελληνική κυβέρνηση παραχωρεί στην κυβέρνηση των ΗΠΑ το δικαίωμα να εγκαταστήσει στρατιωτικές αεροπορικές υπηρεσίες και επικοινωνίες, σ' ολόκληρη την Ελλάδα, για μεταβατική περίοδο τριών χρόνων»6. Ομως, τελική συμφωνία δεν υπογράφτηκε λόγω του ότι μεσολάβησε περίοδος εκλογών από τις οποίες νικητής βγήκε η λεγόμενη Δεξιά, δηλαδή το κόμμα «Ελληνικός Συναγερμός» του Αλ. Παπάγου. Ωστόσο, και χωρίς συμφωνία, οι Ηνωμένες Πολιτείες χρησιμοποίησαν για τους δικούς τους στρατιωτικούς σκοπούς, τους ελληνικούς στρατιωτικούς -και άλλους- χώρους που επιθυμούσαν, χωρίς να συναντήσουν το παραμικρό εμπόδιο από μέρους των ελληνικών αρχών7.

Οταν στην κυβερνητική εξουσία ήρθε το κόμμα του Παπάγου έλυσε αμέσως κάθε τυπική εκκρεμότητα που υπήρχε, δίνοντας στους Αμερικανούς ακόμη περισσότερα προνόμια και δικαιώματα πάνω στο ελληνικό έδαφος, ευελπιστώντας να πάρει απ' αυτούς ως αντάλλαγμα μια μικρή, έστω, αύξηση της περιβόητης αμερικανικής βοήθειας. Τις σχετικές διαπραγματεύσεις ανέλαβε ο τότε υπουργός Συντονισμού Σπ. Μαρκεζίνης, ο οποίος, την Ανοιξη του '53, ταξίδεψε γι' αυτό το σκοπό στις Ηνωμένες Πολιτείες.

«Μετέφερα τότε εις WASHINGTON -γράφει ο Μαρκεζίνης στα απομνημονεύματά του8-, προς τον Πρόεδρο Αϊζενχάουερ τη σχετικήν πρότασιν του Στρατάρχου Παπάγου την οποίαν κατ' αρχήν συνεζήτησα και με τον τότε υπουργόν των Εξωτερικών των Ηνωμένων Πολιτειών, Φόστερ Ντάλες».

Την πρόταση αυτή παρουσίασε σε γενικές γραμμές ο ίδιος ο Αλ. Παπάγος μιλώντας στη Βουλή, στις 27/11/1953. Είχε πει τότε: «Είμαι ευτυχής, κύριοι βουλευτές, και υπερήφανος, διότι υπεγράφη η συμφωνία περί στρατιωτικών ευκολιών, δι' ής παραχωρούνται βάσεις εν Ελλάδι προς τας ενόπλους δυνάμεις των Ηνωμένων Πολιτειών της Αμερικής. Πρέπει να σας είπω, ότι ευθύς ως εξελέγη ο στρατηγός Αϊζενχάουερ πρόεδρος των Ηνωμένων Πολιτειών της Αμερικής, απηύθυνα προς αυτόν προσωπικήν επιστολήν, διά της οποίας του εισηγούμην, όπως διά την καλυτέραν διασφάλισιν της αμύνης της Ελλάδος και εντός του πλαισίου του άρθρου 51 του Οργανισμού των Ηνωμένων Εθνών και του άρθρου 3 του Οργανισμού του Βορειοατλαντικού Συμφώνου, συναφθή συμφωνία περί παραχωρήσεως βάσεων εκ μέρους της Ελλάδος προς τας Ηνωμένας Πολιτείας»9.

Ο Παπάγος δεν έλεγε όλη την αλήθεια. Ο Μαρκεζίνης πήγε στις ΗΠΑ με αποστολή να διαπραγματευτεί συμφωνία, ώστε οι Ηνωμένες Πολιτείες να παράσχουν 4ετή οικονομική βοήθεια στην Ελλάδα με αντάλλαγμα η τελευταία να τους παραχωρήσει στρατιωτικές βάσεις. Η ανταπόκριση που συνάντησε ο Μαρκεζίνης από μέρους των Αμερικανών συνομιλητών του δεν ήταν η αναμενόμενη. Ο ίδιος παρουσιάζει το θέμα, περιγράφοντας την ιδιαίτερη συνάντησή του με τον Αμερικάνο υπουργό Εξωτερικών Φόστερ Ντάλες, με τα εξής λόγια10: «Στην ιδιαίτερη συνάντησή μας τα πράγματα δεν επήγαν καλύτερα. Εξήγησα ότι η οικονομική βοήθεια των διακοσίων περίπου εκατομμυρίων δολαρίων που εζητούσαμε, δηλαδή το δέκατο περίπου των όσων είχε δαπανήσει μέχρι τότε η Αμερική για τη χώρα μας, ήταν ασήμαντη. Η οικονομική ανάπτυξη της Ελλάδας θα εξασφάλιζε όσα είχαν επιτευχθεί και η στενότερη σύνδεσή της με την Αμερική, με την παροχή διευκολύνσεων (σ.σ. εννοεί τις βάσεις) στην Ελλάδα, θα απέβαινε προς όφελος των Αμερικανών. Υπέμνησα ότι η Ελλάς διέθετε για στρατιωτικές δαπάνες, κατ' αναλογίαν, πολύ περισσότερα από τους άλλους εταίρους του ΝΑΤΟ. Ο Ντάλες απάντησε ότι δεν υπελόγιζα τι εκείνοι δαπανούσαν... Η συνομιλία έληξε ουσιαστικώς χωρίς αποτέλεσμα. Ηταν φανερό ότι ο Ντάλες δεν είχε καμία διάθεση να κατανοήσει τα προβλήματα της Ελλάδος».

Στην κατάληξή της, η διαπραγμάτευση απέδωσε ψίχουλα. Η περιβόητη αμερικανική βοήθεια ανήλθε στα 75 εκατομμύρια δολάρια, αλλά αυτό σε τίποτα δεν εμπόδισε τη σύναψη της συμφωνίας για τις βάσεις. Για την κυβέρνηση του Παπάγου καλά ήταν και τα ψίχουλα. Ετσι ο Μαρκεζίνης περιχαρής δήλωνε στον αθηναϊκό Τύπο στις 21 Μαΐου 1953: «Δύνασθε να αναγγείλετε ότι ο σκοπός του ταξιδιού μου εις την Αμερικήν επέτυχεν απ' άκρου εις άκρον»11.

Το ζήτημα της εγκατάστασης των αμερικάνικων βάσεων στην Ελλάδα είχε τελειώσει από το Μάη του '53. Τυπικά, όμως, η σχετική συμφωνία υπογράφηκε στην Αθήνα, στο υπουργείο Εξωτερικών, από τον Ελληνα υπουργό Στ. Στεφανόπουλο και τον Αμερικάνο πρεσβευτή Κάβεντις Κάνον στις 12 Οκτωβρίου του ιδίου έτους.

Πολιτικές αντιδράσεις
στη συμφωνία

Η συμφωνία δεν κυρώθηκε ουσιαστικά ποτέ από την Ολομέλεια της Βουλής κι αυτό κατά παράβαση του Συντάγματος της χώρας που προέβλεπε ότι, για να παραχωρηθεί ελληνικό έδαφος σε ξένη δύναμη ή για να γίνει δεκτός σε ελληνικό έδαφος ξένος στρατός χρειαζόταν νόμος ψηφισμένος από την Ολομέλεια του Κοινοβουλίου. Οταν υπογράφηκε η συμφωνία η Ολομέλεια της Βουλής δε λειτουργούσε και δε συγκλήθηκε εκτάκτως από την κυβέρνηση, παρ' όλο που αυτό επιβαλλόταν να γίνει. Ετσι, το δημοσιευμένο κείμενο της συμφωνίας -όχι, όμως και τα απόρρητα παραρτήματα- πέρασε, όπως προαναφέραμε, από την Επιτροπή εξουσιοδοτήσεων της Βουλής στις 22- 23/10/1953. Σ' εκείνη τη συνεδρίαση, πέραν των προαναφερομένων, ο υπουργός Αμυνας Π. Κανελλόπουλος πλέοντας σε πελάγη ευτυχίας, σημείωσε ανάμεσα σε άλλα ότι «διά της συμφωνίας αυτής, η αλληλεγγύη των ΗΠΑ προς την Ελλάδα κατέστη έτι βαθυτέρα, έτι εντονωτέρα». Ο Γ. Παπανδρέου που είχε εκλεγεί βουλευτής με το Κόμμα του Παπάγου αλλά εκείνο το διάστημα είχε περάσει στο κόμμα των Φιλελευθέρων και ήταν συναρχηγός του (μαζί με τον Σοφοκλή Βενιζέλο) διατυμπάνιζε: «Η Αμερικανική δύναμις έρχεται εις την Ελλάδα ως εγγύησις ασφαλείας. Την χαιρετίζομεν».

Τελικά, η συμφωνία κυρώθηκε με τις ψήφους του «Ελληνικού Συναγερμού» και του κόμματος των Φιλελευθέρων ενώ αντιτάχθηκε η ΕΠΕΚ (ό,τι δηλαδή είχε απομείνει ως ΕΠΕΚ μετά το θάνατο του Πλαστήρα) και το νεοσύστατο Δημοκρατικό Κόμμα Εργαζόμενου Λαού, που είχε προέλθει από την ένωση του Δημοκρατικού Κόμματος του Γ. Καρτάλη με το ΣΚΕΛΔ του Αλ. Σβώλου. Από το χώρο της Αριστεράς, ευθύς εξαρχής εναντίον της συμφωνίας τάχτηκε η ΕΔΑ (που δεν αντιπροσωπευόταν τότε στη Βουλή) και φυσικά το παράνομο ΚΚΕ με το ΑΚΕ.

Η ΕΔΑ, με ανακοίνωση της Διοικούσας Επιτροπής της, χαρακτήρισε τη συμφωνία καίριο πλήγμα κατά των συμφερόντων του λαού και της εθνικής ανεξαρτησίας12, ενώ το ΚΚΕ σε κοινή ανακοίνωσή του με το ΑΚΕ, στις 13/10/1953, έκανε λόγο για έγκλημα εθνικής προδοσίας, υπογραμμίζοντας, ανάμεσα στα άλλα, πως η «καινούρια πολεμική συμφωνία παραδίνει την Ελλάδα» και τους Ελληνες «χειροπόδαρα δεμένους στη διάθεση του Αμερικάνου γιάνκη επιδρομέα»13.

Οταν το ΚΚΕ έκανε αυτές τις εκτιμήσεις αντιλαμβανόταν τις ελληνοαμερικανικές σχέσεις όπως ακριβώς ήταν. Οπως, δηλαδή, τις περιέγραφε το 1948 ο επιτετραμμένος στην πρεσβεία των ΗΠΑ στην Αθήνα Κ. Ράνκιν, ο οποίος έγραφε σε μία έκθεσή του προς τους ανωτέρους του14: «Είμαστε υποχρεωμένοι ηθικά και πρακτικά, πάση θυσία, να διαφυλάξουμε την Ελλάδα», διότι, «αυτή η χώρα είναι στην ουσία το όργανό μας... ένα όργανο που εμείς διαμορφώνουμε για να χρησιμοποιήσουμε στην επέκταση της εξωτερικής μας πολιτικής». Και ήταν έτσι, γιατί το καθεστώς της Ελλάδας χρειαζόταν τους Αμερικάνους συμμάχους του για να εδραιώσει την εξουσία του πάνω στο λαό.

1. Σπ. Λιναρδάτου: «Από τον εμφύλιο στη χούντα», εκδόσεις «Παπαζήση», τόμος β', σελ. 121

2. Εφημερίδες 13/10/1953

3. Γ. Ασούρα: «Η Ελλάδα κάτω από την κυριαρχία των ΕΠΑ και του ΝΑΤΟ», εκδόσεις ΝΕΑ ΒΙΒΛΙΑ, 1975, σελ. 31- 32.

4. Κ. Μαρδά, «Η Ελλάδα στα δίκτυα των βάσεων», εκδόσεις «Καστανιώτη», σελ. 61

5. «Οι πρώτοι δώδεκα μήνες της Κυβερνήσεως Συναγερμού», Αθήναι Δεκέμβριος 1953, σελ. 133

6. Εφημερία ΠΟΝΤΙΚΙ 28/8/87

7. Κ. Μαρδά: «Η Ελλάδα στα δίκτυα των βάσεων», εκδόσεις «Καστανιώτη», σελ. 50- 51

8. Σπ. Μαρκεζίνη: «Αναμνήσεις 1972- 1974», Αθήναι 1979, σελ. 101

9. Πρακτικά Βουλής 27/11/1953 και «Οι πρώτοι δώδεκα μήνες της Κυβερνήσεως Συναγερμού», Αθήναι Δεκέμβριος 1953, σελ. 184

10. Σπ. Μαρκεζίνη: «Σύγχρονη Πολιτική Ιστορία της Ελλάδος, 1936-1975», Γ' τόμος, 1952-1975 σελ σελ. 16- 17

11. Σ. Γρηγοριάδη: «Ιστορία της Σύγχρονης Ελλάδας», εκδόσεις «Καπόπουλος», τόμος Δ', σελ. 156

12. «ΑΥΓΗ», 21/10/1953

13. «Επίσημα Κείμενα ΚΚΕ», τόμος 7ος, εκδόσεις ΣΕ, σελ. 359- 362

14. Λ. Γουίτνερ: «Η Αμερικανική Επέμβαση στην Ελλάδα 1943-1949», εκδόσεις «Βάνιας», Θεσσαλονίκη 1991 σελ. 319


Γιώργος ΠΕΤΡΟΠΟΥΛΟΣ

ΠΑΡΟΜΟΙΑ ΘΕΜΑΤΑ
ΣΧΕΔΙΟ ΜΑΡΣΑΛ: Η αστική τάξη ανάβει ακόμα λαμπάδες στο όνομά του(2019-06-01 00:00:00.0)
Η «Μεγάλη Αλλαγή» και στην ερμηνεία ιμπεριαλιστικών συμφωνιών(2009-05-03 00:00:00.0)
Το Δόγμα Τρούμαν και η πολιτική της υποτέλειας(2004-03-07 00:00:00.0)
Πενηντάχρονη ιμπεριαλιστική θηλιά(2003-10-19 00:00:00.0)
Το Δόγμα Τρούμαν(2002-03-17 00:00:00.0)
ΑΤΙΤΛΟ(1999-01-03 00:00:00.0)

Κορυφή σελίδας
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ