Κυριακή 7 Ιούλη 2002
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Σελίδα 12
ΠΟΛΙΤΙΚΗ
Το μέλλον της ΚΑΠ στα πλαίσια της διεύρυνσης

Η επικείμενη διεύρυνση της Ευρωπαϊκής Ενωσης (ΕΕ) φέρνει στην επιφάνεια σοβαρές αντιθέσεις που υπάρχουν μεταξύ των κρατών- μελών και έχουν γενικότερα χαρακτηριστικά. Αντιθέσεις που αφορούν σε όλους τους τομείς και εκφράζονται με έντονες διαφωνίες για το μέλλον ορισμένων κοινών πολιτικών, όπως η Κοινή Αγροτική Πολιτική (ΚΑΠ).

Για το μέλλον της ΚΑΠ, με αφορμή την ενδιάμεση αναθεώρηση που θα γίνει το 2003, έχουν διαμορφωθεί στους κόλπους της ΕΕ, βασικά, δύο προτάσεις, οι οποίες συμφωνούν στην παραπέρα επιδείνωσή της, διαφωνούν όμως στους ρυθμούς και στους τρόπους υλοποίησής της.

Η πρώτη, που προωθείται κύρια από τις βόρειες χώρες, προτείνει τη δραστική μείωση έως και κατάργηση της στήριξης της κοινοτικής γεωργίας. Και η δεύτερη, που αποτελεί πρόταση της Επιτροπής, στηρίζεται κύρια από τις νότιες χώρες και τη Γαλλία και προτείνει σταδιακή μείωση της στήριξης της κοινοτικής γεωργίας, με ταυτόχρονη ενίσχυση του λεγόμενου δεύτερου πυλώνα της υπαιθροκεντρικής πολιτικής. Δηλαδή την ενίσχυση δραστηριοτήτων, όπως του αγροτοτουρισμού, της παραγωγής και εμπορίας παραδοσιακών προϊόντων κ.ά., που θα εξασφαλίζουν στους κατοίκους της υπαίθρου, και όχι μόνο στους αγρότες, συμπληρωματική απασχόληση και εισόδημα που θα αντισταθμίζει τάχα τη μείωση του αγροτικού εισοδήματος.

Δικαιολογίες και προσχήματα


Και οι δύο προτάσεις για τη δραστική ή σταδιακή μείωση της στήριξης της κοινοτικής γεωργίας χρησιμοποιούν ως δικαιολογία ή πρόσχημα την επικείμενη συμφωνία του Παγκόσμιου Οργανισμού Εμπορίου (ΠΟΕ) και τις υποχρεώσεις που θα απορρέουν από αυτή, τη δημοσιονομική πειθαρχία, την προστασία του περιβάλλοντος, το πέρασμα της κοινοτικής γεωργίας από την ποσότητα στην ποιότητα κ.ά.

Η επικείμενη συμφωνία του ΠΟΕ αποτελεί ταυτόχρονα δικαιολογία και πρόσχημα. Δικαιολογία επειδή είναι σίγουρο από τις μέχρι τώρα συζητήσεις, πως η συμφωνία αυτή θα επιβάλει παραπέρα μείωση της στήριξης και της προστασίας της κοινοτικής γεωργίας. Δηλαδή θα μειώσει παραπέρα τις άμεσες ενισχύσεις, τις επιδοτήσεις αλλά και τους δασμούς στις εισαγωγές αγροτικών προϊόντων. Πρόσχημα, επειδή η συμφωνία του ΠΟΕ δε θα επιβληθεί από κάποιες αόρατες δυνάμεις. Αλλά θα είναι αποτέλεσμα της συμφωνίας των κυρίαρχων ιμπεριαλιστικών δυνάμεων, μεταξύ των οποίων και η ΕΕ. Γι' αυτό, εκτός των άλλων, αποτελεί και υποκρισία να επικαλείται ως άλλοθι η ΕΕ τη συμφωνία του ΠΟΕ που θα συνδιαμορφώσει και θα υπερψηφίσει για να δικαιολογήσει την αντιδραστική αναθεώρηση της ΚΑΠ.

Πέρα απ' αυτά υπάρχει και το προηγούμενο των ΗΠΑ, οι οποίες με πρωτοφανή κυνικότητα παραβίασαν τη συμφωνία της ΓΚΑΤΤ, που οι ίδιες είχαν φτιάξει στα μέτρα τους και αύξησαν πρόσφατα τις επιδοτήσεις των αγροτικών τους προϊόντων κατά 70%. Η ενέργεια αυτή δείχνει καθαρά ότι τις συμφωνίες της ΓΚΑΤΤ, του ΠΟΕ κ.ά., οι ιμπεριαλιστικές δυνάμεις τις χρησιμοποιούν ως μηχανισμούς για να επιβάλουν τα συμφέροντά τους και να δικαιολογήσουν την πολιτική τους και όταν δεν τους εξυπηρετούν δε διστάζουν να τις παραβιάζουν κατάφωρα και την ίδια στιγμή να απαιτούν από άλλες χώρες να τις εφαρμόζουν με θρησκευτική ευλάβεια.

Η δημοσιονομική πειθαρχία αποτελεί την πραγματική δικαιολογία μείωσης της στήριξης της κοινοτικής γεωργίας. Και αυτό γιατί οι κυρίαρχες χώρες της ΕΕ δε συμφωνούν στην αύξηση του κοινοτικού προϋπολογισμού και θέλουν με τα ίδια κονδύλια να καλύψουν και τις νέες κοινές κοινοτικές πολιτικές (οικονομική, νομισματική, Κοινή Εξωτερική Πολιτική και Πολιτική Ασφάλειας, ΚΕΠΠΑ), όπως επίσης και τη διεύρυνση.

Η προστασία του περιβάλλοντος και της δημόσιας Υγείας, όπως επίσης και το πέρασμα από την ποσότητα στην ποιότητα αποτελούν προσχήματα για την προσαρμογή της κοινοτικής γεωργίας στη λεγόμενη παγκοσμιοποιημένη αγορά, όπου κριτήρια της αγροτικής παραγωγής δεν είναι οι παραγωγικές δυνατότητες, οι ανάγκες σε τρόφιμα και η προστασία του περιβάλλοντος, αλλά το κέρδος.

Γι' αυτό χρειάζεται απύθμενο θράσος το Διευθυντήριο της ΕΕ να επικαλείται την προστασία του περιβάλλοντος και της δημόσιας Υγείας, όταν την ίδια περίοδο ψηφίζει κανονισμούς με τους οποίους απελευθερώνει τη χρησιμοποίηση των γενετικά μεταλλαγμένων οργανισμών, που προκαλούν απρόβλεπτες αρνητικές συνέπειες στο περιβάλλον και στη δημόσια Υγεία. Οταν τα διατροφικά σκάνδαλα των ορμονούχων κρεάτων, των διοξινούχων κοτόπουλων, των «τρελών αγελάδων» κ.ά. αποτελούν τον κανόνα και όχι την εξαίρεση σ' έναν τρόπο παραγωγής, που στόχο του έχει το κέρδος και όχι την παραγωγή υγιεινών τροφίμων, την προστασία του περιβάλλοντος και τη λύση του διατροφικού προβλήματος.

Είναι πέρα για πέρα υποκριτικό το επιχείρημα του περάσματος από την ποσότητα στην ποιότητα, όταν το έλλειμμα στο αγροτικό εμπορικό ισοζύγιο της ΕΕ κυμαίνεται στα 25 δισ. ευρώ, με αποτέλεσμα οι αναπτυγμένες χώρες της ΕΕ που μπορούν να παράγουν τρόφιμα, δεν τα παράγουν αλλά τους συμφέρει να τα παίρνουν σε εξευτελιστικές τιμές από τις λεγόμενες τρίτες χώρες, καταδικάζοντάς τες στον υποσιτισμό και στη λιμοκτονία.

Αυτή τη ληστεία των φτωχών χωρών από τις πλούσιες, που υλοποιείται και με το σύστημα τιμών και επιδοτήσεων των αγροτικών προϊόντων, εδραιώνει και ενισχύει η ΓΚΑΤΤ και ο ΠΟΕ και όχι τη βοήθεια των φτωχών χωρών, όπως ισχυρίζονται οι κυρίαρχες ιμπεριαλιστικές δυνάμεις. Η διαπίστωση αυτή επιβεβαιώνεται από το γεγονός ότι, παρά το άνοιγμα των αγορών, οι φτωχές χώρες έγιναν φτωχότερες και οι πλούσιες πλουσιότερες, ενώ τα χρέη των φτωχών χωρών προς τις πλούσιες έχουν φτάσει σε αστρονομικά ύψη και δεν αφήνουν κανένα περιθώριο ανάπτυξης αυτών των χωρών.

Απόλυτη ταύτιση της ελληνικής κυβέρνησης

Η θέση της ελληνικής κυβέρνησης, για το μέλλον της ΚΑΠ, ταυτίζεται απόλυτα με την πρόταση της Επιτροπής για σταδιακή μείωση της στήριξης της γεωργίας με ταυτόχρονη ενίσχυση του δεύτερου πυλώνα, της λεγόμενης υπαιθροκεντρικής πολιτικής.

Και αυτό γιατί, κατά τη γνώμη της κυβέρνησης, η πρόταση της Επιτροπής είναι ισορροπημένη, κινείται στην ίδια κατεύθυνση με την αναθεώρηση της ΚΑΠ που ξεκίνησε το 1992 και τα αποτελέσματά της τα εκτιμά ως θετικά.

Δηλαδή η κυβέρνηση θεωρεί θετικές τις ποσοστώσεις και τα πρόστιμα συνυπευθυνότητας σε όλα σχεδόν τα αγροτικά προϊόντα, όπως βαμβάκι, λάδι, σιτηρά, ρύζι, ζάχαρη, γάλα, οπωροκηπευτικά, τομάτα, επιλέξιμα αιγοπρόβατα και βοοειδή, που εξανεμίζουν τις τιμές και τις επιδοτήσεις και δεν αφήνουν κανένα περιθώριο ανάπτυξης της ελληνικής γεωργίας, όταν το έλλειμμα στο αγροτικό εμπορικό ισοζύγιο ξεπερνάει το 1 δισ. ευρώ.

Θεωρεί θετικές τις καταργήσεις των ελάχιστων τιμών και των τιμών παρέμβασης βασικών αγροτικών προϊόντων, όπως οπωροκηπευτικά, τομάτα, λάδι, καπνός, σταφίδα, αιγοπρόβειο κρέας κ.ά., που ενισχύουν την ασυδοσία των εμποροβιομηχάνων, με αποτέλεσμα να αγοράζουν σε εξευτελιστικές τιμές τα αγροτικά προϊόντα.

Θεωρεί θετικές τις μειώσεις των τιμών και επιδοτήσεων όλων των αγροτικών προϊόντων, που αποδεκατίζουν το αγροτικό εισόδημα, μειώνουν την αγροτική απασχόληση και επιταχύνουν το ξεκλήρισμα των μικρομεσαίων αγροτών.

Με βάση αυτές τις «θετικές» εκτιμήσεις, που είναι αντίθετες από την πραγματικότητα, η κυβέρνηση προτείνει τη συνέχιση και επιδείνωση αυτής της αντιαγροτικής πολιτικής, προβάλλοντας ως δικαιολογία και μπαμπούλα ταυτόχρονα την πρόταση των βορείων χωρών, αλλά και εξωραΐζοντας αυτή την πολιτική με διάφορες επιστημονικοφανείς ασυναρτησίες για αειφορική ανάπτυξη, για πέρασμα από την ποσότητα στην ποιότητα κ.ά. Με τα προσχήματα αυτά προσπαθεί να δικαιολογήσει τον περιορισμό της βαμβακοκαλλιέργειας, επειδή τάχα προκαλεί νιτρορύπανση. Να αποδεχτεί την περικοπή των επιδοτήσεων στο λάδι, επειδή τάχα η καλλιέργεια της ελιάς προκαλεί ερημοποίηση των εδαφών. Να αποδεχτεί τη μείωση ή και κατάργηση των επιδοτήσεων των επιλέξιμων αιγοπροβάτων, επειδή τάχα με την υπερβόσκηση υποβαθμίζουν το περιβάλλον. Γενικότερα να αποδεχτεί τον όρο της οικοαναιρεσιμότητας, σύμφωνα με τον οποίο η καταβολή των κοινοτικών επιδοτήσεων θα προϋποθέτει συμβατότητα της γεωργικής δραστηριότητας με την προστασία τάχα του περιβάλλοντος. Ολα αυτά τα προσχήματα η κυβέρνηση τα χρησιμοποιεί ως άλλοθι για να συγκαλύψει την υποταγή της και τη συμφωνία της ταυτόχρονα με την πρόταση της Επιτροπής.

«Δυο μέτρα και δυο σταθμά»

Η υποκρισία, όμως, μαζί με τον μικρομεγαλισμό της κυβέρνησης, ξεπερνάει κάθε όριο στην πρότασή της για την αγροτική πολιτική που θα εφαρμοστεί στις χώρες της Κεντρικής και Ανατολικής Ευρώπης (ΚΑΕ) οι οποίες θα ενταχθούν στην ΕΕ, στα πλαίσια της διεύρυνσης. Ενώ δηλώνει ότι είναι αντίθετη στην ΚΑΠ δύο ταχυτήτων, συμφωνεί με την πρόταση της Επιτροπής οι αγρότες των χωρών αυτών που θα ενταχθούν στην ΕΕ να έχουν τις ίδιες υποχρεώσεις με τους αγρότες της ΕΕ, αλλά να μην έχουν τα ίδια δικαιώματα. Δηλαδή συμφωνεί να εφαρμοστούν άμεσα στις χώρες αυτές πολύ χαμηλές ποσοστώσεις, μεγάλα πρόστιμα συνυπευθυνότητας, το κοινοτικό δασμολόγιο των αγροτικών προϊόντων κ.ά., έτσι ώστε να μετατραπούν οι χώρες αυτές σε εισαγωγείς των κοινοτικών αγροτικών προϊόντων. Συμφωνεί επίσης να μην καταβληθούν στους αγρότες αυτών των χωρών, από τον πρώτο χρόνο ένταξης, ολόκληρες οι κοινοτικές ενισχύσεις. Αλλά η καταβολή της να γίνει σταδιακά, ξεκινώντας με το 25% τον πρώτο χρόνο και ολοκληρώνοντας το 2013, τότε που οι ενισχύσεις αυτές θα έχουν αποδεκατιστεί ή καταργηθεί.

Την πρότασή της αυτή, που, εκτός των άλλων, τη διακρίνει η ιδιοτέλεια επειδή πιστεύει η κυβέρνηση ότι αδικώντας τους αγρότες αυτών των χωρών θα περιοριστούν οι περικοπές στους Ελληνες αγρότες, προσπαθεί να τη δικαιολογήσει με την αναγκαιότητα ύπαρξης μιας μεταβατικής περιόδου προσαρμογής, που, κατά τη γνώμη της, υπήρχε και για τη χώρα μας, αλλά και για τις άλλες χώρες που εντάχθηκαν στην ΕΟΚ ή στην ΕΕ μετέπειτα.

Με τη δικαιολογία όμως αυτή η κυβέρνηση αντιστρέφει συνειδητά την πραγματικότητα. Και αυτό γιατί η μεταβατική περίοδος, που υπήρχε για τις χώρες που εντάχθηκαν στην ΕΟΚ ή στην ΕΕ, αφορούσε στις υποχρεώσεις τους και όχι στα δικαιώματά τους. Αμέσως μετά την ένταξή τους οι αγρότες αυτών των χωρών έπαιρναν τις ίδιες τιμές και ενισχύσεις με τους αγρότες των χωρών που ήταν στην ΕΟΚ ή στην ΕΕ. Ταυτόχρονα, υπήρχε μια ανοχή στην καταβολή κρυφών ή φανερών εθνικών ενισχύσεων.

Για παράδειγμα, η Ελλάδα ενώ εντάχθηκε στην ΕΟΚ το 1981, επιδοτούσε μέχρι το 1991 τις ζωοτροφές, τα λιπάσματα κ.ά. Και χρησιμοποιώντας για αρκετά χρόνια τους συνεταιρισμούς, τους οποίους χρεοκόπησε, βελτίωνε τις κοινοτικές τιμές των αγροτικών προϊόντων, με τη σιωπηρή ανοχή της Κοινότητας.

Ποιος πληρώνει τις συνέπειες;

Η ταύτιση της κυβέρνησης με την πρόταση της Επιτροπής για την ενδιάμεση αναθεώρηση της ΚΑΠ θα έχει οδυνηρά αποτελέσματα για τη γεωργία και τους μικρομεσαίους αγρότες, οι οποίοι δε θα πρέπει να αποπροσανατολιστούν από τις ψεύτικες ή και πραγματικές αντιθέσεις που υπάρχουν ανάμεσα στους κυρίαρχους κύκλους των διαφόρων χωρών της ΕΕ. Οι μικρομεσαίοι αγρότες της Ελλάδας έχουν κοινά συμφέροντα με τους μικρομεσαίους αγρότες των χωρών της ΕΕ και πολύ περισσότερο με τους μικρομεσαίους αγρότες των προς ένταξη χωρών. Ταυτόχρονα, έχουν αντίθετα συμφέροντα με τους εμποροβιομηχάνους και τις πολυεθνικές των τροφίμων που υπηρετεί η ΕΕ με τη μια ή την άλλη πρότασή της. Η κοινότητα συμφερόντων όλων των μικρομεσαίων αγροτών επιβάλλει την ανάπτυξη της αλληλεγγύης και του αγώνα τους ενάντια στους εμποροβιομηχάνους, στις πολυεθνικές, στους μηχανισμούς και στις πολιτικές δυνάμεις που εκφράζουν τα συμφέροντα των εμποροβιομηχάνων και των πολυεθνικών.

Αγώνας για μια συνεταιριστική γεωργία που θα αξιοποιεί τις παραγωγικές δυνατότητες, θα ανταποκρίνεται στις σύγχρονες διατροφικές ανάγκες των λαών, θα προστατεύει το περιβάλλον και τη δημόσια Υγεία, θα εξασφαλίζει βιώσιμο αγροτικό εισόδημα και θα συμβάλλει στη λύση του παγκόσμιου διατροφικού προβλήματος, μέσα από ισότιμα και αμοιβαία επωφελείς διακρατικές εμπορικές σχέσεις.


Του
Γιάννη ΣΦΥΡΗ


Κορυφή σελίδας
Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ