Σάββατο 27 Δεκέμβρη 2025 - Κυριακή 28 Δεκέμβρη 2025
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Σελίδα 16
ΝΕΟΛΑΙΑ
Τα ελληνικά πανεπιστήμια στη ρότα της πολεμικής προετοιμασίας

Τα ελληνικά πανεπιστήμια εντάσσονται ολοένα και πιο βαθιά στη στρατηγική της πολεμικής οικονομίας, ακολουθώντας τις κατευθύνσεις της Ευρωπαϊκής Ενωσης, του ΝΑΤΟ και των εγχώριων επιχειρηματικών ομίλων. Η ακαδημαϊκή έρευνα και η καινοτομία προσανατολίζονται συστηματικά σε τεχνολογίες «διττής χρήσης», που παρουσιάζονται ως ουδέτερες ή κοινωνικά ωφέλιμες, αλλά στην πραγματικότητα αξιοποιούνται για στρατιωτικούς και κατασταλτικούς σκοπούς. Πρόκειται για μια τάση που οικοδομείται εδώ και δεκαετίες μέσα από θεσμικά εργαλεία, χρηματοδοτικά προγράμματα και στενές συνεργασίες πανεπιστημίων με κράτος, ΝΑΤΟ και πολεμική βιομηχανία.

Το θεωρητικό πλαίσιο αυτής της πορείας περιέγραψε ο Βασίλης Μπέλλος, πανεπιστημιακός στο Δημοκρίτειο Πανεπιστήμιο Θράκης, σε πρόσφατη διαδικτυακή εκδήλωση της «Δημοκρατικής Πανεπιστημονικής Κίνησης (ΔΗΠΑΚ) ΑΕΙ» στις 6 Δεκέμβρη 2025, σημειώνοντας πως η πολεμική οικονομία δεν αφορά μόνο την αύξηση των στρατιωτικών δαπανών, αλλά τη συνολική στροφή της άρχουσας τάξης, σε κάθε χώρα, για την προετοιμασία εκτεταμένων πολεμικών συγκρούσεων. Στο οικονομικό επίπεδο, αυτό αποτυπώνεται στη διοχέτευση τεράστιων πόρων στην πολεμική βιομηχανία, που αναδεικνύεται σε νέο, προνομιακό πεδίο κερδοφορίας. Ταυτόχρονα, σε κοινωνικό και πολιτικό επίπεδο, προϋποθέτει τη στοίχιση του λαού και της νεολαίας στα δολοφονικά σχέδια των ιμπεριαλιστικών κέντρων, με όξυνση της καταστολής και περιστολή δικαιωμάτων.

Σε αυτό το πλαίσιο, τα πανεπιστήμια δεν είναι - ούτε μπορούν να είναι - «ταξικά ουδέτερα». Αντίθετα, αποτελούν βασικό κρίκο: Αφενός παράγουν νέα γνώση και τεχνολογία χωρίς το κόστος να βαραίνει άμεσα τα μονοπώλια, αφετέρου διαμορφώνουν ιδεολογικά τους αυριανούς επιστήμονες, καλλιεργώντας τη λογική της «εθνικής άμυνας», της «ασφάλειας» και της «αναγκαιότητας» της πολεμικής εμπλοκής.

Ο ίδιος υπογράμμισε ότι η πολεμική έρευνα δεν περιορίζεται στην κατασκευή όπλων. Διαπερνά όλα τα επιστημονικά πεδία: Από τις ανθρωπιστικές επιστήμες μέχρι την Ιατρική και τις βιοεπιστήμες, από τις περιβαλλοντικές σπουδές μέχρι την Πολιτική Μηχανική. Ερευνες για «προστασία κρίσιμων υποδομών», «αποκατάσταση βομβαρδισμένων περιοχών», «ιατρική υποστήριξη μάχης» και προσθετικά μέλη τραυματισμένων στρατιωτών αποτελούν αναπόσπαστο μέρος αυτής της κατεύθυνσης.

Κι εδώ χρειάζεται να σημειώσουμε ότι με αυτή τη στρατηγική που θέλουν να συνδέσουν όλο και πιο στενά τα ΑΕΙ, συνδέεται και το νέο πειθαρχικό που θεσπίστηκε στον τελευταίο νόμο για τα ιδρύματα. Στην πραγματικότητα, πρόκειται για ένα πλέγμα εξαγγελιών και μέτρων με παράλογες και αντιεκπαιδευτικές ποινές, που μπορούν να «τσουβαλιάζουν» διαφορετικής τάξης γεγονότα εντός των ιδρυμάτων, περιλαμβάνοντας ακόμα και μορφές δράσης που επιλέγουν συλλογικά οι φοιτητές στους Συλλόγους τους, με στόχο πάντα τη θωράκιση της απρόσκοπτης επιχειρηματικής λειτουργίας των πανεπιστημίων, αλλά και τη στροφή στην «πολεμική οικονομία», που με κάθε τρόπο θέλουν να μπει ψηλά στην ατζέντα των ΑΕΙ. Εξάλλου η πολεμική προετοιμασία πήγαινε πάντα «πακέτο» με την ένταση της καταστολής του κινήματος.

Η Κρήτη ως χαρακτηριστικό παράδειγμα

Τη συγκεκριμένη, απτή μορφή που παίρνει αυτή η στρατηγική στην Ελλάδα ανέδειξε μιλώντας στην προαναφερθείσα εκδήλωση της ΔΗΠΑΚ ΑΕΙ ο Γιάννης Δαλέζιος, καθηγητής στο Πανεπιστήμιο Κρήτης. Οπως σημείωσε, σε μια ακτογραμμή περίπου 200 χιλιομέτρων συγκεντρώνονται τρία πανεπιστήμια, το Ιδρυμα Τεχνολογίας και Ερευνας (ΙΤΕ), ευρωΝΑΤΟικοί οργανισμοί - όπως ο Οργανισμός της ΕΕ για την Κυβερνοασφάλεια - με την Περιφέρεια να λειτουργεί υποστηρικτικά. Πρόκειται για ένα ολοκληρωμένο «οικοσύστημα» έρευνας, με μακρά παράδοση, που όμως εδώ και δεκαετίες διολισθαίνει συστηματικά στη λεγόμενη «διττής χρήσης» τεχνολογία.

Κι όλα αυτά με τη σταθερή παρουσία της αμερικανοΝΑΤΟικής βάσης της Σούδας - του παλαιότερου και πιο σταθερού πυλώνα αυτής της στρατηγικής - που νοηματοδοτεί την προσαρμοστικότητα των ιδρυμάτων της Κρήτης σ' αυτού του είδους τις έρευνες και τα προγράμματα.

Η εμπειρία δείχνει πώς αυτή η «διττότητα» της έρευνας και των αποτελεσμάτων της καταρρέει στην πράξη. Από τις αρχές ήδη της δεκαετίας του 2000, τεχνολογίες που παρουσιάζονταν ως ανθρωπιστικές ή κοινωνικά ωφέλιμες - όπως η αναγνώριση εικόνας - μετατράπηκαν ανοιχτά σε εργαλεία εντοπισμού και αναγνώρισης «εχθρού». Το 2017 υλοποιήθηκαν προγράμματα του Πολεμικού Ναυτικού των ΗΠΑ χωρίς να υπάρξει ουσιαστική δημόσια συζήτηση, ενώ σήμερα το ΝΑΤΟ δίνει τον τόνο, ιεραρχώντας τομείς όπως η Τεχνητή Νοημοσύνη, τα μεγάλα δεδομένα, η διαστημική τεχνολογία, η βιοτεχνολογία και τα νέα υλικά, σε άμεση σύνδεση με start-ups και επιχειρηματικά σχήματα.

Χαρακτηριστικό παράδειγμα αποτελεί το ευρωπαϊκό πρόγραμμα UnderSec (Underwater Security), που χρηματοδοτείται τόσο από την ΕΕ όσο και από ΝΑΤΟικές δομές. Παρά το «αθώο» περίβλημα της προστασίας λιμανιών και υποθαλάσσιων υποδομών, κρίσιμα στοιχεία του προγράμματος παραμένουν απόρρητα και δεν εμφανίζονται στην ιστοσελίδα του, ενώ στο κονσόρτσιουμ συμμετέχουν εταιρείες που παράγουν καθαρά επιθετικά οπλικά συστήματα. Κάπως έτσι, ο μύθος της «ελεύθερης ακαδημαϊκής έρευνας» και της «αμυντικής τεχνολογίας» καταρρέει.

Αλλα παραδείγματα

Στην ίδια κατεύθυνση κινείται και το Ελληνικό Κέντρο Αμυντικής Καινοτομίας (ΕΛΚΑΚ), που προβάλλεται ως μοχλός «ανάπτυξης» και «καινοτομίας». Το ΕΛΚΑΚ λειτουργεί ως θεσμικός μεσάζων μεταξύ υπουργείου Αμυνας, ΑΕΙ και αγοράς. Στέλνει στοχευμένες προσκλήσεις σε πανεπιστήμια για έργα που καλύπτουν τεχνητή νοημοσύνη, κυβερνοασφάλεια, βιοϊατρική και ιατρική υποστήριξη μάχης, για τη δημιουργία ενός οικοσυστήματος άμεσα συνδεδεμένου με τις επιχειρησιακές ανάγκες του ΝΑΤΟ. Δεν περιορίζεται στις εφαρμοσμένες επιστήμες ή στις πολυτεχνικές σχολές, αλλά επεκτείνεται πλέον δυναμικά και στην Ιατρική και τις βιοεπιστήμες, με αιχμή την «ιατρική υποστήριξη μάχης». Συνεργάζεται με το Πολυτεχνείο, την Ιατρική Σχολή ΑΠΘ και άλλα ιδρύματα, προωθώντας έρευνα που είναι άμεσα αξιοποιήσιμη από τις Ενοπλες Δυνάμεις και το ΝΑΤΟ.

Ας δούμε ακόμα κάποια ελληνικά παραδείγματα στρατιωτικής ή διττής χρήσης ερευνητικών συμπράξεων.

Το Innovation Accelerator του ΕΚΕΦΕ «Δημόκριτος». Πρόκειται για μια δομή, έναν ακαδημαϊκό - βιομηχανικό επιταχυντή καινοτομίας που συνδέει εργαστήρια, start-ups και spin-offs με στρατιωτικά προγράμματα, εντασσόμενος στο ΝΑΤΟικό πλαίσιο DIANA (Defense Innovation Accelerator for the North Atlantic). Μέσα από το πρόγραμμα, αναπτύσσονται εφαρμογές τεχνητής νοημοσύνης, μεγάλα δεδομένα, cyber security και υλικά υψηλής τεχνολογίας, με στόχο τη διττή χρήση: Ειρηνικές και στρατιωτικές εφαρμογές. Οι start-ups λαμβάνουν mentor support, πρόσβαση σε εργαστήρια, χρηματοδότηση και δίκτυο επαφών με επιχειρήσεις άμυνας, επιτρέποντας την ταχεία μετατροπή θεωρητικής έρευνας σε στρατιωτικά χρησιμοποιήσιμη τεχνολογία.

Το UAV DELAER RX-3 / HCUAV στο Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης. Στο Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο αναπτύσσονται μη επανδρωμένα αεροχήματα (UAV), που σχεδιάστηκαν για περιβαλλοντική παρακολούθηση και πολιτική προστασία, αλλά ενσωματώνουν αισθητήρες, συστήματα επιτήρησης και αναγνώρισης στόχων, που καθιστούν δυνατή τη στρατιωτική αξιοποίησή τους. Το πρόγραμμα HCUAV αποτελεί εξέλιξη της αρχικής πλατφόρμας DELAER RX-3, με δυνατότητες χειρισμού από απόσταση, αυτονομία πτήσης και συλλογή δεδομένων υψηλής ακρίβειας, γεγονός που το καθιστά κρίσιμο εργαλείο για επιχειρήσεις «dual-use». Η ανάπτυξη γίνεται μέσα από συνεργασία πανεπιστημίου, εταιρειών άμυνας και κρατικών φορέων.

Στην ίδια ρότα κινούνται τα πανεπιστήμια σε όλη την Ευρώπη

Οι εξελίξεις αυτές δεν περιορίζονται στην Ελλάδα. Στη Μεγάλη Βρετανία, όπως ανέδειξε η Ελενα Παπαγιαννάκη, πανεπιστημιακός στο Edinburgh Napier University, που συμμετείχε επίσης στην εκδήλωση της ΔΗΠΑΚ, έχει διαμορφωθεί ένα ολοκληρωμένο στρατιωτικο-ακαδημαϊκό σύμπλεγμα ανάμεσα σε πανεπιστήμια, κυβέρνηση και πολεμική βιομηχανία. Η χρηματοδότηση από κολοσσούς της αμυντικής βιομηχανίας παρουσιάζεται ως «σανίδα σωτηρίας» για τα ΑΕΙ, την ώρα που περικόπτονται δαπάνες για Παιδεία και Υγεία. Το αποτέλεσμα είναι ένα αποτυχημένο μοντέλο, πλήρως ευθυγραμμισμένο με τις πολεμικές προτεραιότητες του βρετανικού κεφαλαίου.

Αντίστοιχα, στο Βέλγιο, η στρατιωτικοποίηση των πανεπιστημίων καταγράφεται και τεκμηριώνεται στο άρθρο «Van aula tot kazerne: de militarisering van de universiteit» του Thies Gehrmann, μεταδιδακτορικού ερευνητή στο Πανεπιστήμιο της Αμβέρσας, που δημοσιεύτηκε στην ιστοσελίδα LAVAmedia. Εκεί αναδεικνύεται πώς η «διττής χρήσης» έρευνα, τα προγράμματα της ΕΕ και η αλλαγή των ηθικών κανόνων στα ΑΕΙ ανοίγουν διάπλατα τον δρόμο για τη στρατιωτική αξιοποίηση της πανεπιστημιακής γνώσης.

Η εικόνα είναι καθαρή: Από την Κρήτη μέχρι τη Βρετανία και το Βέλγιο, τα πανεπιστήμια μετατρέπονται σταδιακά από χώρους γνώσης και κοινωνικής προσφοράς σε γρανάζια της πολεμικής μηχανής. Απέναντι σε αυτήν τη στρατηγική, η έρευνα και η διδασκαλία δεν είναι «ατομική υπόθεση». Οπως τονίστηκε και στην εκδήλωση της ΔΗΠΑΚ ΑΕΙ, κανένας πανεπιστημιακός, κανένας ερευνητής, κανένας φοιτητής δεν πρέπει να μένει μόνος.

Η ενίσχυση των συλλογικών οργάνων, η κοινή δράση εργαζομένων και φοιτητών, η σύγκρουση με την πολιτική που θυσιάζει τις κοινωνικές ανάγκες στον βωμό των πολεμικών κερδών, αποτελούν αναγκαίο όρο για να υπερασπιστεί το πανεπιστήμιο τον πραγματικό ρόλο που θα έπρεπε να έχει: Να υπηρετεί τις ανάγκες του λαού και όχι τα σχέδια των ιμπεριαλιστικών κέντρων και των μονοπωλίων.


Κορυφή σελίδας
Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ