Σπάνιο ηχητικό ντοκουμέντο για τον μηχανισμό των εκτελέσεων στο Λαζαρέτο
Με αφορμή την εκδήλωση της ΚΕ του ΚΚΕ για τα αποκαλυπτήρια του μνημείου στο Λαζαρέτο, ήρθε στη διάθεσή μας ένα μοναδικό ηχητικό ντοκουμέντο: Η ζωντανή αφήγηση του Σπύρου Πανάρετου, Κερκυραίου εργάτη, ο οποίος περιγράφει -όπως τα είδε και τα άκουσε ως έφηβος - τον τρόπο που «μετρούσαν» καθημερινά τις εκτελέσεις στο νησάκι. Η ηχογράφηση παραδόθηκε το 2022 στον ανιψιό του. Ο Σπύρος Πανάρετος έφυγε από τη ζωή πέρυσι.
Ο Σπύρος Πανάρετος γεννήθηκε και μεγάλωσε στην Κέρκυρα. Μέχρι τα 20-25 του δούλευε ως τσαγκάρης στο μικρό τσαγκαράδικο της Οβριακής (συνοικία των Εβραίων στην Κέρκυρα), κάνοντας παράλληλα «δουλειές του ποδαριού» για το μεροκάματο. Αργότερα έζησε στην Αθήνα μέχρι τη σύνταξή του, εργάτης - βυρσοδέψης σε εργοστάσια της Αττικής. Υπήρξε συνδικαλιστής, πρόεδρος της Ομοσπονδίας Βυρσοδεψών Αττικής, και για τη συνδικαλιστική του δράση αντιμετώπισε διώξεις και προβλήματα στη δουλειά. Δεν ήταν οργανωμένο κομματικό μέλος, όμως από τα χρόνια της Κατοχής είχε ενεργή πολιτική στάση - και αυτό αποτυπώνεται καθαρά στην αφήγησή του.
Στο ηχητικό ο Πανάρετος περιγράφει πώς, 15χρονος τότε, άκουγε στο τσαγκαράδικο «έναν άνθρωπο» να περνά «έξω απ' την πόρτα» και να αναφέρει στον μάστορά του αριθμούς: «Σάββα 5», «Σάββα 8», «Σάββα 7». Δεν καταλάβαινε το νόημα - μέχρι που ο μάστορας κλήθηκε «στην Ασφάλεια, κάτω στη Λεωφόρο Αλεξάνδρας» στην Κέρκυρα, κρατήθηκε «δύο - τρεις ώρες» και γύρισε «κατσουφιασμένος». Ο νεαρός Σπύρος ζήτησε εξηγήσεις. «Ορκίσου στη μάνα σου πως δεν θα πεις τίποτα... Αυτός που έρχεται είναι ο νεκροθάφτης που θάβει αυτούς που σκοτώνουν κάθε μέρα... Το "πέντε", το "έξι" ήταν πόσους εκτελέσανε εκείνη την ημέρα».
Με λόγο αβίαστα προφορικό, ο Πανάρετος τοποθετεί τον «κώδικα» στο σκληρό χρονικό του 1948 - 1949, όταν ο «νεκροθάφτης» επιβεβαίωνε το καθημερινό μακελειό: «Αυτό το πράγμα γινότανε συνέχεια το '48, και '49 κράτησε».
Η μαρτυρία φωτίζει και το κλίμα γύρω από τις φυλακές της Κέρκυρας:
«Το βράδυ... καθόμανε εκεί πέρα και άκουγα στις φυλακές που φωνάζαν οι φυλακισμένοι... "Θέλουμε τον εισαγγελέα των εφετών"... κι ήξερα ότι την άλλη ημέρα θα λείψουν πέντε, οχτώ, δέκα... Αυτό το πράγμα με βασάνιζε πολύ και το κράτησα μέσα μου όλη τη ζωή».
Συγκλονιστικό είναι και το επεισόδιο που καταθέτει για μια νεαρή από την Καισαριανή, που ήρθε να «ψήσει» τον αδερφό της να υπογράψει δήλωση «μετανοίας» για να σωθεί. «Εγώ δεν προδίδω το Κόμμα. Δεν προδίδω τις ιδέες μου. Εγώ είμαι αυτός που σταμάτησα τους Γερμανούς με τα τανκς στην Αθήνα, ήσουνα και εσύ μαζί και δεν μπορώ να γίνω, να πω ότι τώρα εγώ είμαι προδότης», ανέφερε ο μελλοθάνατος στην αδερφή του. Την επομένη εκτελέστηκε, γεγονός που μετέφερε η αδερφή του όταν επέστρεψε.
Ο Σπύρος Πανάρετος δεν περιορίζεται στην περιγραφή. «Εκτελούσαν ανθρώπους οι οποίοι δεν είχανε φταίξει», αναφέρει και κλείνει με μια απευθείας παρακαταθήκη προς τη νέα γενιά: «Σας ευχαριστώ γι' αυτά που είπα και έπρεπε να τα πω, γιατί κάποτε έπρεπε να φαίνονται. Γεια σας σύντροφοι, καλόν αγώνα και καλές δυνάμεις να 'χουμε, να μπορούμε να τα βγάλουμε πέρα. Γεια σας και χαρά σας».
Η μαρτυρία του Σπύρου Πανάρετου προστίθεται στο ψηφιδωτό των τεκμηρίων που συλλέγονται τα τελευταία χρόνια για το Λαζαρέτο - από έγγραφα αρχείων μέχρι προφορικές αφηγήσεις. Ερχεται να φωτίσει, με την αλήθεια ενός αυτόπτη, τον μηχανισμό του θανάτου, τους άγραφους κώδικες, τα νυχτερινά συνθήματα από τα κελιά και την αξιοπρέπεια, το μεγαλείο των αλύγιστων. Την ίδια στιγμή, επιβεβαιώνει τη βαθιά συνωμοτική δράση των Οργανώσεων του Κόμματος, την ικανότητά τους να συλλέγουν πληροφορίες και στις πιο δύσκολες συνθήκες, την αξιοποίηση κάθε κρίκου που μπορούσε να αποκαλύψει την αλήθεια.