Στιγμιότυπο από τη χτεσινή συνάντηση στο Πεκίνο |
Εν αναμονή εξελίξεων, καθώς αρχές Αυγούστου εκπνέει η προθεσμία που η Ουάσιγκτον και κατ' επέκταση και οι άλλες πλευρές έχουν θέσει για να τεθούν σε εφαρμογή δασμοί μέχρι και (ή τουλάχιστον...) 30% σε εισαγωγές προς την επικράτειά τους, οι Ευρωπαίοι αξιωματούχοι εξέφρασαν έντονα τις προσδοκίες ως προς τη διμερή εμπορική συνεργασία. Οπως σημειώνει και σχετικό Δελτίο Τύπου της ΕΕ «τόνισαν πως η δέσμευση που έχει βαθύνει πρέπει να οδηγεί σε διακριτή πρόοδο σε ζητήματα αμοιβαίου ενδιαφέροντος και πιο παραγωγική εργασία προς μια οικονομική σχέση ισορροπημένη και αμοιβαία ευεργετική, βασισμένη σε δικαιοσύνη και αμοιβαιότητα». Ωστόσο, εκφράζεται δυσαρέσκεια για εμπόδια που το Πεκίνο θέτει στην ενεργοποίηση ευρωπαϊκών εταιρειών στην κινεζική αγορά αλλά και για το πώς η «πλεονάζουσα παραγωγική ικανότητα» των κινεζικών ομίλων πλήττει τη θέση των ευρωπαϊκών εταιρειών στην ίδια την ευρωπαϊκή αγορά.
Σε αυτήν τη βάση το Δελτίο της ΕΕ σημειώνει ότι μόνο το 2024 η αξία του διμερούς εμπορίου έφτασε στα 730 δισ. ευρώ, αλλά το εμπορικό έλλειμμα της ευρωπαϊκής πλευράς παραμένει «κρίσιμα μη ισορροπημένο (...) φτάνοντας τα 305 δισ. ευρώ». Γι' αυτό και στη συνάντηση «η ΕΕ ήγειρε τις ανησυχίες της για τις συνεχιζόμενες συστημικές διαστρεβλώσεις και την αυξανόμενη μεταποιητική πλεονάζουσα ικανότητα, που εντείνουν ένα άβολο πεδίο δράσης». Επίσης, εκφράζοντας ανησυχία και για το μειωμένο «κόστος παραγωγής», με το οποίο κινεζικοί όμιλοι δραστηριοποιούνται στην ευρωπαϊκή αγορά από θέση πολύ πιο ευνοϊκή για τους Ευρωπαίους ανταγωνιστές τους, η ΕΕ «επανέλαβε την έκκλησή της για πρόοδο σε μακρόχρονα ζητήματα πρόσβασης της αγοράς και θύμισε ότι οι κινεζικές επενδύσεις στην Ευρώπη πρέπει να συνεισφέρουν στη μακροπρόθεσμη ανταγωνιστικότητα της ΕΕ, την τεχνολογική πρόοδο και τη δημιουργία ποιοτικών θέσεων εργασίας».
Κατά τα άλλα, «η ΕΕ υπογράμμισε τη σημασία που συνεχίζει να αποδίδει στη (διμερή) σχέση και επανέλαβε την αφοσίωση στην εμβάθυνση της δέσμευσης με την Κίνα» αλλά και «για να ενισχυθεί η συνεργασία για την αντιμετώπιση κοινών παγκόσμιων προκλήσεων όπως η κλιματική αλλαγή». Να σημειωθεί ότι ειδικά για ζητήματα «αντιμετώπισης της κλιματικής αλλαγής» εκδόθηκε χωριστό Κοινό Ανακοινωθέν.
Από τη πλευρά του ο Σι - σύμφωνα με ανακοίνωση του Γραφείου Ενημέρωσης του Κρατικού Συμβουλίου της Κίνας - δήλωσε ότι «ιστορία και πραγματικότητα δείχνουν πως η αλληλεξάρτηση δεν αποτελεί κίνδυνο και ότι τα συγκλίνοντα συμφέροντα δεν αποτελούν απειλή», συμπληρώνοντας ότι «η μείωση της εξάρτησης» δεν πρέπει να οδηγήσει σε μείωση της συνεργασίας Κίνας - ΕΕ. Δεν παρέλειψε δε να αναφέρει ότι «το άνοιγμα της Κίνας θα παράσχει νέες ευκαιρίες και δυνατότητες στη συνεργασία Κίνας - ΕΕ, καλώντας σε ενίσχυση ειδικά της "πράσινης" και της "ψηφιακής" διμερούς συνεργασίας, εκφράζοντας ελπίδες ότι η ΕΕ θα απέχει από τη χρήση οικονομικών και εμπορικών περιοριστικών εργαλείων και θα προωθήσει ένα σθεναρό επιχειρηματικό περιβάλλον στο οποίοι οι κινεζικές εταιρείες θα μπορέσουν να επενδύσουν και να επιχειρήσουν». Ο Σι επέλεξε να υποστηρίξει στους Ευρωπαίους συνδαιτυμόνες του ότι «οι προκλήσεις που σήμερα αντιμετωπίζει η ΕΕ δεν προέρχονται από την Κίνα»...
Από τη Σύνοδο δεν έλειψε φυσικά η συζήτηση για «γεωπολιτικές προκλήσεις» όπως και ο πόλεμος στην Ουκρανία (βλέπε και σχετικό θέμα), με τους Ευρωπαίους να ζητούν ξανά από την Κίνα «να μην παρέχει καμιά υλική στήριξη που θα καθιστά βιώσιμη τη βάση της πολεμικής βιομηχανίας στη Ρωσία». Από τη μεριά του Πεκίνου, πάντως, ας καταγραφεί ότι σύμφωνα με πηγές που επικαλέστηκε η ασιατική εφημερίδα «The South China Morning Post», στην πρόσφατη συνάντηση που είχαν οι επικεφαλής διπλωματίας των δύο πλευρών, ο Γουάνγκ Γι παραδέχτηκε στην Κάγια Κάλας ότι το Πεκίνο δεν θέλει να χάσει η Ρωσία τον πόλεμο στην Ουκρανία, γιατί τότε οι ΗΠΑ θα στρέψουν εντελώς τον προσανατολισμό τους προς το Πεκίνο...