«Πόδια, γιατί σας χρειάζομαι, αφού έχω φτερά να πετάω;»
Εζησε μια ζωή που την τράνταξε κυριολεκτικά. Αν και γεννήθηκε το 1907 στο Μεξικό, δήλωνε ότι γεννήθηκε το 1910, την ίδια χρονιά με τη Μεξικανική Επανάσταση. «Ηθελα να συνδεθώ με την επανάσταση, να με θυμούνται μαζί της», είχε πει. Σε ηλικία 6 ετών προσβάλλεται από πολιομυελίτιδα και μένει με το ένα πόδι πιο λεπτό από το άλλο.
Στα 18 της, ένα φρικτό τροχαίο δυστύχημα με τραμ καθορίζει για πάντα τη ζωή και το έργο της. Σίδερα διαπερνούν τη λεκάνη της. Το σώμα της γίνεται θρύψαλα. Περισσότερες από 30 χειρουργικές επεμβάσεις, ατέλειωτες ώρες στο κρεβάτι και κορσέδες από γύψο - πάνω στους οποίους ζωγραφίζει τον εαυτό της, το σύμπαν και τον πόνο.
Η Κάλο δεν ήταν απλώς ζωγράφος. Δεν είχε απλώς μια ριζοσπαστική «ματιά» πάνω στη ζωγραφική. Ηταν η πρώτη θεραπεύτρια του εαυτού της. Αυτοδίδακτη, αλλά με ενστικτώδη δύναμη, γίνεται η μούσα του εαυτού της, ζωγραφίζει τον εαυτό της ξανά και ξανά, γιατί, όπως έλεγε: «Είμαι το θέμα που γνωρίζω καλύτερα».
Μέσα από το έργο της, που συνδυάζει τον σουρεαλισμό, τη λαϊκή μεξικανική τέχνη, τα φολκλόρ μοτίβα, την πολιτική και τις προσωπικές της εμπειρίες, είναι η πρώτη που μιλάει με εικαστικό τρόπο για τον γυναικείο πόνο, την αποβολή, την αδυναμία, τη σεξουαλικότητα, την αναπηρία. Πολλά έργα της θεωρήθηκαν σοκαριστικά - κυρίως από άνδρες κριτικούς.
Ο έρωτάς της με τον κομμουνιστή ζωγράφο Ντιέγκο Ριβέρα κρατάει 20 χρόνια και είναι όσο συναρπαστικός, όσο και καταστροφικός. Παντρεύονται το 1929, χωρίζουν το 1939 και ξαναπαντρεύονται το 1940. Ενας περιπετειώδης γάμος με απιστίες, πάθος, αλλά και αμοιβαία λατρεία. Η Κάλο έβλεπε τον εαυτό της ως κομμουνίστρια μέχρι το μεδούλι. Από νεαρή ηλικία εντάσσεται στο Κομμουνιστικό Κόμμα του Μεξικού.
Σε μια ημερολογιακή καταχώρηση το 1951, γράφει στο ημερολόγιό της: «Πρέπει να αγωνιστώ με όλες μου τις δυνάμεις για να διασφαλίσω ότι τα λίγα που μου επιτρέπει η υγεία μου να κάνω, θα ωφελήσουν και την Επανάσταση, τον μόνο πραγματικό λόγο για να ζω».
Το 1954, λίγους μήνες πριν πεθάνει, παρευρίσκεται - παρά τους ακρωτηριασμούς της - στην τελευταία πολιτική πορεία της ζωής της, ξαπλωμένη πάνω σε φορείο και φωνάζοντας: «Viva el comunismo!». Μια βδομάδα μετά, «φεύγει» από τη ζωή, στα 47 της.
Στο ημερολόγιό της περιλαμβάνονται σουρεαλιστικά σχέδια, πολιτικά μηνύματα και βαθιά ποιητικά αποσπάσματα, όπως αυτό: «Ελπίζω η έξοδος να είναι χαρούμενη και ελπίζω να μην επιστρέψω ποτέ».
Αγαπούσε τα ζώα, ιδιαίτερα τους πιθήκους και τα παγώνια. Είχε κατοικίδια μαϊμούδες, παπαγάλους και ένα ελάφι που ονόμαζε Granizo. Φορούσε παραδοσιακές φορεσιές Tehuana.
Ο Μπρετόν κάποια στιγμή την εντάσσει στους σουρεαλιστές ζωγράφους. Εκείνη αντιδρά: «Νόμιζαν ότι ήμουν σουρεαλίστρια, αλλά δεν ήμουν, ποτέ δεν ζωγράφισα τα όνειρα. Ζωγράφισα τη δική μου πραγματικότητα». Το 1939 η γκαλερί Louver στο Παρίσι αγοράζει το έργο της «The Frame», το πρώτο έργο Λατινοαμερικανής καλλιτέχνιδας που μπαίνει στη συλλογή του. Η Φρίντα όμως μισεί την παρισινή ελίτ: «Οι Ευρωπαίοι είναι κουλτουριάρηδες, αλλά δεν έχουν ιδέα για τον πραγματικό πόνο», λέει.
Το έργο της είναι καθαρά πολιτικό. Κάτω από μία εκκεντρική περσόνα με ένα σφυροδρέπανο, αναπνέει μια γενναία γυναίκα, που έχει μετατρέψει τον πόνο σε πολιτική πράξη, που έχει κάνει την αναπηρία ποίηση και που ζει με την καρδιά της γεμάτη επαναστατική φλόγα. «Δεν είμαι άρρωστη», έλεγε. «Είμαι σπασμένη. Αλλά είμαι χαρούμενη που ζω όσο μπορώ να ζω».
Η Φρίντα δεν ήθελε οίκτο. Ηθελε να καίγεται. Και να μην σβήνει ποτέ. «Ανησυχώ για την τέχνη μου», δήλωνε. «Περισσότερο απ' όλα θέλω να την μεταμορφώσω σε κάτι χρήσιμο για το κομμουνιστικό επαναστατικό κίνημα. Μέχρι τώρα ζωγράφιζα μόνο μια πιστή απεικόνιση του εαυτού μου, όμως είμαι πολύ μακριά από το έργο που θα μπορούσε να υπηρετεί το Κόμμα. Πρέπει να παλέψω με όλη μου τη δύναμη για να συνεισφέρω τα λίγα που μου επιτρέπει η υγεία μου στην επανάσταση. Τον μόνο πραγματικό λόγο για να ζω...».
Η γυναίκα αυτή, μέσα από τη ζωγραφική της, ούρλιαξε ενάντια στην καταπίεση του λαού, στην αδικία, στην εκμετάλλευση, στην αποικιοκρατία, αφομοίωσε δημιουργικά τα πολιτισμικά στοιχεία των ιθαγενών πληθυσμών της πατρίδας της και λίγο πριν πεθάνει, σε κείμενά της, ανέφερε ότι η μελέτη του διαλεκτικού υλισμού την έκανε να καταλάβει όλα τα παραπάνω.
Kρατάμε τα λόγια της: