...με το βλέμμα στις «νέες προκλήσεις» των ιμπεριαλιστικών ανταγωνισμών
Copyright 2021 The Associated |
Από την κοινή συνέντευξη Τύπου την Πέμπτη στον Λευκό Οίκο |
Για «γεμάτη ατζέντα που έχουμε μπροστά μας», περιλαμβανομένης της «διαρκούς φιλίας» των δύο χωρών, έκανε λόγο ο Μπάιντεν, την «ανυπομονησία να εμβαθύνουμε ξανά τη σχέση μας» εξέφρασε η Μέρκελ, αποτυπώνοντας την προσπάθεια ΗΠΑ και Γερμανίας να βρουν συμβιβασμούς στους μεταξύ τους ανταγωνισμούς και να ενισχύσουν τη συνεργασία τους, με το βλέμμα στον ιμπεριαλιστικό ανταγωνισμό κύρια με την Κίνα και τη Ρωσία.
Είχε προηγηθεί συνάντηση της Μέρκελ και με την αντιπρόεδρο των ΗΠΑ, Καμάλα Χάρις, στην οποία, σύμφωνα με την Ουάσιγκτον, οι δύο πλευρές μοιράστηκαν την κοινή επιθυμία για ενίσχυση της διατλαντικής συνεργασίας.
Στην κοινή συνέντευξη Τύπου μετά από τη συνάντηση Μπάιντεν - Μέρκελ, ο Αμερικανός Πρόεδρος ευχαρίστησε την καγκελάριο επειδή εργάστηκε πάντα, όπως είπε, για «μια ακέραια, ελεύθερη και ειρηνική Ευρώπη». Ανέφερε ότι συζήτησαν «μια ευρεία κατηγορία θεμάτων», με στόχο πώς «θα ηγηθούμε με βάση τις αξίες» και τις «δημοκρατικές αρχές μας», σε μια περίοδο που δυνάμεις όπως η Κίνα παρεμβαίνουν σε άλλη κατεύθυνση. Μεταξύ άλλων υπογράμμισε ότι επανέλαβε τις «ανησυχίες» του για τον αγωγό «Nord Stream 2», ενώ πρόσθεσε ότι «στεκόμαστε μαζί στην υπεράσπιση των συμμάχων μας στην ανατολική πτέρυγα του ΝΑΤΟ απέναντι στη ρωσική επιθετικότητα».
Από τη μεριά της η Μέρκελ, επαναλαμβάνοντας ότι «δεν είμαστε απλά εταίροι και σύμμαχοι, είμαστε και φίλοι», μίλησε για μια «κρίσιμη περίοδο», κατά την οποία η «αφοσίωση» των δύο πλευρών στη συνεργασία τους πρέπει να μεταφραστεί και σε «πρακτικά βήματα». Αναγνώρισε «διαφορετικές αξιολογήσεις» στο θέμα του «Nord Stream 2», «καθησυχάζοντας» ωστόσο ότι για το Βερολίνο η Ουκρανία (που παρακάμπτεται με τον εν λόγω αγωγό) «παραμένει χώρα μετάβασης» για τη μεταφορά Ενέργειας (του ρωσικού αερίου) και έχει κάθε δικαίωμα στην «εδαφική ακεραιότητα». Σχετικά με την Κίνα, είπε ότι συζητήθηκαν πεδία συνεργασίας αλλά και ανταγωνισμού μαζί της, μιλώντας για «πολλές προκλήσεις» που έχει η αντιμετώπισή της, ενώ επανέλαβε κι αυτή τη «δέσμευση» Βερολίνου και Ουάσιγκτον στις «ελεύθερες δημοκρατικές κοινωνίες».
Οι δύο πλευρές κατέληξαν στη «Διακήρυξη της Ουάσιγκτον», που μεταξύ άλλων τονίζει την «κοινή δέσμευση στις δημοκρατικές αρχές» και στην «υπεράσπιση ενός ανοιχτού κόσμου», ενώ ιδιαίτερη έμφαση δίνεται στην «καθοριστική σημασία της ελευθερίας στη ναυσιπλοΐα και στις νόμιμες υπερπτήσεις».
Το κείμενο της Διακήρυξης όπως και η ανακοίνωση για την «Εταιρική Σχέση ΗΠΑ - Γερμανίας για το Κλίμα και την Ενέργεια» μπορεί να μην περιλαμβάνουν ονομαστικές αναφορές στην Κίνα και τη Ρωσία, ωστόσο «φωτογραφίζουν» καθαρά τον ανταγωνισμό με το Πεκίνο και τη Μόσχα.
Εξάλλου, και η Σύνοδος ΕΕ - ΗΠΑ είχε αναδείξει πολύ καθαρά ότι βασική αφετηρία των εκατέρωθεν προθέσεων για ενίσχυση της διμερούς συνεργασίας είναι πρώτα απ' όλα η γοργή ισχυροποίηση της Κίνας, απέναντι στην οποία βέβαια οι προσεγγίσεις των δύο πλευρών έχουν διαφορές. Ενόψει της τότε Συνόδου, ο Μπάιντεν τόνιζε ότι «ο κόσμος έχει αλλάξει εντελώς», εμφανίζοντας τη συνεργασία ΕΕ - ΗΠΑ ως την «καλύτερη απάντηση για την αντιμετώπιση αυτών των αλλαγών». Ο δε πρόεδρος του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου, Σ. Μισέλ, είχε εκτιμήσει ότι μετά την ανάδειξη της κυβέρνησης Μπάιντεν «έχουμε και πάλι έναν πολύ ισχυρό εταίρο για την προώθηση της πολυμερούς προσέγγισης» και διαπίστωνε την «ευκαιρία» να υιοθετηθεί «μια πιο προληπτική προσέγγιση μπροστά στην άνοδο της Κίνας και τη ρωσική επιθετικότητα».
Μπροστά δε στην άφιξη Μέρκελ στην Ουάσιγκτον, δημοσιεύματα υπενθύμιζαν ότι την επομένη της ορκωμοσίας Μπάιντεν, η καγκελάριος επισήμαινε στα ΜΜΕ: «Μην θεωρήσετε ότι θα υπάρχει μόνο αρμονία μεταξύ μας...».
«Αγκάθια» στην «αρμονία» αποτελούν μεταξύ άλλων ο αγωγός «Nord Stream 2» και τα «όρια» στις μπίζνες του Βερολίνου με τη Ρωσία, οι όροι της εμπορικής συνεργασίας ΕΕ - ΗΠΑ (ενόσω π.χ. δασμοί παραμένουν σε μια σειρά προϊόντα). Σημειωτέον ότι και στη συνάντηση η Μέρκελ έθεσε το θέμα της διατήρησης ταξιδιωτικών περιορισμών για τους Ευρωπαίους προς τις ΗΠΑ, για το οποίο ο Μπάιντεν είπε ότι «αξιολογούμε» πότε μπορούν αυτοί να αρθούν.
Αναλυτής του αμερικανικού πανεπιστημίου «Τζον Χόπκινς» δήλωσε στο CNN ότι «ξεκάθαρα η Γερμανία θέλει να προχωρήσει με τον "Nord Stream 2" αλλά και θέλει να διαβεβαιώσει τις ΗΠΑ ότι δεν θα δώσει στον Πούτιν την ευκαιρία να εκβιάσει την ΕΕ...». Ακόμα ότι «οι Γερμανοί ελπίζουν να πάρουν ένα βασικό σήμα "προχωράτε" από τις ΗΠΑ (σ.σ. στο θέμα του "Nord Stream 2"), με αντάλλαγμα μια δέσμευση ότι οι ΗΠΑ μπορούν να αυξήσουν τις εξαγωγές LNG στην Ευρώπη, αλλά και θα θελήσουν να αποφύγουν έναν νέο Ψυχρό Πόλεμο με την Κίνα, με την οποία το Βερολίνο έχει τα δικά του σημαντικά εμπορικά συμφέροντα».
Ο δε πρώην Αμερικανός πρέσβης στο Βερολίνο Τζον Εμερσον δήλωσε στο «Reuters» ότι για την Ουάσιγκτον η συγκεκριμένη σχέση είναι «αναντικατάστατη», δεδομένου του ρόλου της Γερμανίας ως της μεγαλύτερης οικονομίας της Ευρώπης και της ιδιότητάς της ως μέλους του ΝΑΤΟ, αλλά και για την «οικοδόμηση γεφυρών» για την αντιμετώπιση ζητημάτων που αφορούν τη Ρωσία, τη Μέση Ανατολή, τη Βόρεια Αφρική.