Κρίσιμη υπόθεση ειδικά για τα παιδιά των πρώτων τάξεων του Δημοτικού
INTIME NEWS |
Υπάρχει, πρώτον, το δεδομένο ότι πέρυσι χάθηκε σχεδόν το ένα τρίτο της σχολικής χρονιάς και δεν αναπληρώθηκε ουσιαστικά ποτέ. Οι οδηγίες που έδωσε το υπουργείο Παιδείας να γίνουν επαναλήψεις για δυο βδομάδες τον Σεπτέμβρη, εκτός του ότι από μόνες τους δεν ήταν αρκετές, σκόνταψαν και στην ανυπαρξία μέτρων προστασίας και θωράκισης των σχολείων, που είχε ως αποτέλεσμα τα σχολεία να ανοιγοκλείνουν, λόγω κρουσμάτων, πριν το οριστικό κλείσιμό τους με το lockdown.
Ετσι, όχι μόνο δεν αναπληρώθηκε η περσινή χαμένη ύλη, αλλά ήρθαν να προστεθούν και νέα κενά που αντικειμενικά δημιουργεί η διαδικασία της τηλεκπαίδευσης.
Και έχει αξία να θυμηθούμε ότι το υπουργείο Παιδείας (κι αυτό ισχύει για όλες τις μέχρι σήμερα κυβερνήσεις) έτσι και γίνουν έστω και δυο - τρεις μέρες κατάληψη σε ένα σχολείο βάζει τον Σύλλογο Διδασκόντων να συνεδριάσει για την αναπλήρωση της ύλης, κόβοντας περιπάτους, εκδρομές και αργίες, μόνο και μόνο για να τιμωρήσει τους μαθητές, ενώ τελικά σε κάθε άλλη περίπτωση σφυρίζει αδιάφορα για την αναπλήρωση της ύλης.
Το ίδιο και τώρα, δεν έχει κανένα σχέδιο για το πώς θα αναπληρωθούν τα μορφωτικά κενά που δημιουργεί η κατά κοινή ομολογία προβληματική τηλεκπαίδευση, που έχει κρατήσει ήδη πέντε μήνες και ακόμα δεν ξέρουμε πότε θα σταματήσει και θα γυρίσουν επιτέλους οι μαθητές στις αίθουσες. Το μόνο που έχει ανακοινώσει είναι η αυτονόητη μείωση της ύλης των πανελλαδικών εξετάσεων. Μέχρι εκεί! Κανένας άλλος σχεδιασμός, καμία αναπροσαρμογή, καμία οδηγία από το Παιδαγωγικό Ινστιτούτο.
Και αν όλα αυτά για τα παιδιά του Λυκείου γίνονται πιεστικά, ας σκεφτούμε πόσο πιο δύσκολα είναι τα πράγματα για τα παιδιά των πρώτων τάξεων του Δημοτικού που κάνουν τα πρώτα τους βήματα στο σχολείο σ' αυτές τις προβληματικές χρονιές, με ευθύνη πάντα της κυβέρνησης, που δεν πήρε μέτρα για ανοιχτά και ασφαλή σχολεία.
Την επιτακτική ανάγκη να ληφθούν μέτρα για την κάλυψη των μαθησιακών κενών μαθητών και μαθητριών αναδεικνύει και η καταγγελία των διευθυντών των σχολικών μονάδων της Πρωτοβάθμιας Εκπαίδευσης πως τα μηνύματα από τις πρώτες τάξεις του Δημοτικού ειδοποιούν ότι πολλοί μαθητές αντιμετωπίζουν διευρυμένες δυσκολίες στην κατάκτηση των βασικών δεξιοτήτων ανάγνωσης και γραφής! Οι διευθυντές εντοπίζουν σοβαρά μαθησιακά κενά σε όλους τους μαθητές, ωστόσο στις μικρότερες τάξεις, όπου η φυσική συμμετοχή στο μάθημα είναι σημαντικότερη, το πρόβλημα είναι εντονότερο, επισημαίνουν.
Η Πανελλήνια Επιστημονική Ενωση Διευθυντών/ντριών Σχολικών Μονάδων Πρωτοβάθμιας Εκπαίδευσης θεωρεί ότι η παράταση του διδακτικού έτους σε καμία περίπτωση δεν μπορεί να αποτελέσει απάντηση στο πρόβλημα και καλεί το υπουργείο Παιδείας να εκπονήσει ένα ολοκληρωμένο σχέδιο με στόχο την αναπλήρωση των μαθησιακών κενών, ιδίως των πρώτων τάξεων.
Η πλειοψηφία των εκπαιδευτικών παραδέχεται ότι μέσω της τηλεκπαίδευσης η ύλη ναι μεν προχωράει, αλλά σε καμία περίπτωση δεν μπορεί αυτό να γίνει με τους ρυθμούς που θα γινόταν μέσα στην τάξη, αν ήταν ανοιχτά τα σχολεία. Εδώ πρέπει να προσθέσουμε ότι η εξ αποστάσεως διαδικασία εντείνει περισσότερο και άλλες, προϋπάρχουσες διαφοροποιήσεις. Για παράδειγμα, κάθε δάσκαλος στα χρόνια της δουλειάς του συναντά άλλοτε τάξεις που «τραβάνε», που το γενικό επίπεδο των μαθητών τού δίνει τη δυνατότητα να «τρέξει» την ύλη πιο γρήγορα, και άλλοτε τάξεις όπου οι μαθητές χρειάζονται μεγαλύτερη βοήθεια κι αντίστοιχα ο ίδιος πρέπει να καταβάλει μεγαλύτερη προσπάθεια για την αφομοίωση της ύλης από τους μαθητές του, άρα η κάλυψη της ύλης προχωράει πιο αργά. Γίνεται κατανοητό ότι με την τηλεκπαίδευση οι περιπτώσεις τέτοιων τάξεων μένουν ακόμα πιο πίσω στην κάλυψη της ύλης.
Ιδιαίτερα για τους μαθητές του Δημοτικού πρέπει να σημειώσουμε και τα εξής δεδομένα:
Ολα τα παραπάνω, λοιπόν, επιδρούν στην ταχύτητα κάλυψης της ύλης, στον βαθμό αφομοίωσής της από τους μαθητές. Και πρέπει να αναλογιστούμε ότι όταν μιλάμε για κάλυψη και αφομοίωση της ύλης για τα παιδιά των πρώτων τάξεων του Δημοτικού, αναφερόμαστε στη βάση πάνω στην οποία θα χτίσουν όλη τη μετέπειτα πορεία τους στα σχολικά τους χρόνια.
Εύλογα, ένας εκπαιδευτικός έγραψε σχετικά: «Προτιμώ οι μαθητές μου να μάθουν κάτι καλά, όσο γίνεται πιο σίγουρα, και μετά να προχωρήσω, καθώς θα δημιουργηθούν μεγάλα κενά στις γνώσεις τους, που θα τα συναντήσουν στο μέλλον και θα κάνουν τους μελλοντικούς τους δασκάλους να πελαγώσουν, μην ξέροντας από πού να αρχίσουν και πού να τελειώσουν»...
Οι εκπαιδευτικοί κάνουν τιτάνιες προσπάθειες, προσωπικές, οικονομικές, ψυχολογικές, οικογενειακές. Δεν αρκεί η αναγνώριση αυτών των προσπαθειών στα λόγια από το υπουργείο Παιδείας. Χρειάζεται σχέδιο και αναπροσαρμογή της ύλης, με γνώμονα τις ανάγκες των παιδιών σήμερα και το μέλλον τους.