Παρασκευή 30 Οχτώβρη 2020
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Σελίδα 17
ΔΙΕΘΝΗ ΚΑΙ ΟΙΚΟΝΟΜΙΑ (ΤΕΤΡΑΣΕΛΙΔΟ)
ΗΠΑ - ΙΣΡΑΗΛ
Ανησυχία για επικείμενη στρατηγική συμφωνία Κίνας - Ιράν

Από περσινή συνάντηση των Προέδρων της Κίνας, Σι Τζινπίνγκ, και του Ιράν, Χασάν Ροχανί
Από περσινή συνάντηση των Προέδρων της Κίνας, Σι Τζινπίνγκ, και του Ιράν, Χασάν Ροχανί
Η πρόσφατη (9 Οκτώβρη) συνάντηση των υπουργών Εξωτερικών της Κίνας, Γουάνγκ Γι, και του Ιράν, Τζαβάντ Ζαρίφ, στο Πεκίνο, έφερε στην επικαιρότητα την υπό διαπραγμάτευση «στρατηγική εμπορική και στρατιωτική συμφωνία» Κίνας - Ιράν, που εμφανίζεται να έχει 25ετή διάρκεια. Ηδη από τον Ιούλη η διαφαινόμενη αυτή συμφωνία ανησυχεί τα επιτελεία ΗΠΑ, Βρετανίας και Ισραήλ.

Οι «New York Times» δημοσίευσαν εκείνη την περίοδο διαρροή - όπως την παρουσίασαν - του σχεδίου πρότασης για μια νέα εταιρική σχέση μεταξύ Ιράν και Κίνας, που «θέτει τα θεμέλια για στενότερη οικονομική και στρατιωτική συνεργασία και θα έχει εκτεταμένες συνέπειες τόσο για τις διμερείς σχέσεις στην περιοχή, όσο και για τη μελλοντική ανάπτυξη της κινεζικής πρωτοβουλίας "Μία Ζώνη, ένας Δρόμος" (OBOR)».

Σύμφωνα με πληροφορίες, η συμφωνία θα είναι ύψους άνω των 600 δισ. δολαρίων και θα αφορά την Ενέργεια, την αμυντική συνεργασία και τις υποδομές. Τα επόμενα 25 χρόνια το Ιράν θα παρέχει πετρέλαιο με μεγάλη έκπτωση στην Κίνα, σε αντάλλαγμα για τη συμβολή της τελευταίας στους τομείς του εμπορίου, των πετροχημικών, της Ενέργειας, των σιδηροδρόμων, των λιμανιών, του τραπεζικού συστήματος, των τηλεπικοινωνιών, των υποδομών και της άμυνας. Ιδιαίτερη αναφορά γίνεται στην κατασκευή υποδομής δικτύου τηλεπικοινωνιών 5G στο Ιράν, ζήτημα που αποτελεί πεδίο σφοδρού ανταγωνισμού με άλλες ιμπεριαλιστικές δυνάμεις και πρωτίστως τις ΗΠΑ, που επιχειρούν όπου μπορούν να αποτρέψουν την επέκταση κινεζικών μονοπωλιακών ομίλων όπως η «Huawei» ή η ZTE.

Αυτά τα κομβικής σημασίας ζητήματα, που περιλαμβάνονται στην εν λόγω συμφωνία και όπως δηλώνεται και από τις κινεζικές και ιρανικές αρχές είναι στη φάση της διαπραγμάτευσης, μπορούν να αλλάξουν τις γεωπολιτικές ισορροπίες στην περιοχή της Ασίας και όχι μόνο.

Ειδικά τα τελευταία χρόνια, η Κίνα καταβάλλει προσπάθειες να ενισχύσει τη στρατιωτική της συνεργασία με το Ιράν και ήδη από το 2014 γίνονται κοινές στρατιωτικές ασκήσεις, ενώ η Κίνα έπαιξε σημαντικό ρόλο στην υπογραφή της κοινής Συμφωνίας για το ιρανικό πυρηνικό πρόγραμμα, το 2015, ανάμεσα σε ΗΠΑ, Ρωσία, Γαλλία, Γερμανία, Βρετανία (ΕΕ ως σύνολο) και Ιράν, από την οποία στην συνέχεια το 2018 αποχώρησαν οι ΗΠΑ, υπό την διακυβέρνηση του Ντ. Τραμπ.

Παρότι δεν έχει δοθεί στη δημοσιότητα συγκεκριμένο κείμενο για τα στοιχεία της συμφωνίας, υπάρχουν άφθονα δημοσιεύματα, τόσο στο Ιράν όσο και στο εξωτερικό, με αναφορές ακόμα και για κινεζική στρατιωτική βάση στο νησί Κις, στο στρατηγικής σημασίας πέρασμα των Στενών του Ορμούζ. Ταυτόχρονα, σε περίπτωση ευόδωσης της συμφωνίας, το Ιράν, ειδικά λόγω της στρατηγικής γεωγραφικής του θέσης, θα είναι άλλος ένας σημαντικός εταίρος για την Κίνα στην περιοχή της Μέσης Ανατολής, σε συνέχεια του Οικονομικού Διαδρόμου Κίνας - Πακιστάν (CPEC), που αποτελεί σημαντικό τμήμα του OBOR, με ένα ολόκληρο δίκτυο δρόμων, αγωγών και σιδηροδρομικών γραμμών.

Μια τέτοια εξέλιξη αντικειμενικά ενισχύει το ρόλο της Κίνας, που από πολλές χώρες ειδικά στην ΕΕ θα μπορεί να θεωρείται μία αξιόπιστη «εναλλακτική», με δεδομένη την υποχώρηση των ΗΠΑ στην ιμπεριαλιστική πυραμίδα. Επίσης η Κίνα έχει ήδη διάφορες εμπορικές συναλλαγές και συμφωνίες με διάφορες χώρες της Μέσης Ανατολής και συγκεκριμένα με το Ισραήλ, την Αίγυπτο, τη Σαουδική Αραβία και τα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα.

Ανησυχία από τις ΗΠΑ

Σταθερά το τελευταίο διάστημα η κυβέρνηση των ΗΠΑ σηκώνει τους τόνους για τη «βλαβερή επίδραση της Κίνας» σε όλο τον κόσμο, με αιχμή τον ανταγωνισμό για τις νέες τεχνολογίες στις τηλεπικοινωνίες, στα δίκτυα και την «ψηφιακή οικονομία». Ο υπουργός Εξωτερικών Μάικ Πομπέο, που αυτές τις μέρες συνεχίζει μία από τις πολλές περιοδείες του σε χώρες της Ασίας (πήγε στην Ινδία, στην Ινδονησία και κατόπιν στο Βιετνάμ), δεν παραλείπει να καταφέρεται ενάντια «στην κακή επιρροή του ΚΚ Κίνας», υπονοώντας ότι ενισχύει το σοσιαλισμό, κάτι που φυσικά δεν ισχύει και είναι προσχηματικό, με δεδομένη τη ραγδαία επέκταση των καπιταλιστικών σχέσεων παραγωγής στην Κίνα.

Ο Πομπέο σε πρόσφατη συνέντευξή του σημειώνει: «Η είσοδος της Κίνας στο Ιράν θα αποσταθεροποιήσει τη Μέση Ανατολή. Θα θέσει το Ισραήλ σε κίνδυνο, όπως επίσης τη Σαουδική Αραβία και τα Εμιράτα».

Πάντως στην αμερικανική αστική τάξη υπάρχουν κι άλλες απόψεις για την αντιμετώπιση της Κίνας. Η Κάρεν Γιανγκ, μελετητής στο «American Enterprise Institute» (Αμερικανικό Ινστιτούτο Επιχειρηματικότητας), επικρίνοντας την τακτική της κυβέρνησης Τραμπ και προφανώς διότι προκρίνει τα συλλογικά συμφέροντα του αμερικανικού κεφαλαίου, σε άρθρο της στο «Al-Monitor» με τίτλο «Η ψεύτικη λογική μιας επιλογής Κίνας - ΗΠΑ στη Μέση Ανατολή» σημειώνει χαρακτηριστικά: «Το πλαίσιο της συζήτησης για την άνοδο ή το ρόλο της Κίνας στη Μέση Ανατολή σε ένα παιχνίδι μηδενικού αθροίσματος, της επιλογής αμερικανικής ή κινεζικής προστασίας και εταιρικής σχέσης, έχει χρησιμεύσει ρητορικά μόνο για να μεγαλώσει το ανάστημα της Κίνας μεταξύ των πολιτικών ηγεσιών της περιοχής». Προτείνει έτσι την προσέγγιση των «κοινών αξιών της ελεύθερης αγοράς και κοινωνίας» με τους συμμάχους των ΗΠΑ, ώστε να αποδεικνύεται έμπρακτα η «ανωτερότητα απέναντι στο κινεζικό μοντέλο».

Το Ισραήλ βλέπει ενίσχυση του σημαντικού γεωπολιτικού ανταγωνιστή

Ιδιαίτερα έχει θορυβηθεί από ενδεχόμενη συμφωνία Κίνας - Ιράν η κυβέρνηση του Ισραήλ. Χαρακτηριστικά, η φιλοκυβερνητική εφημερίδα «Israel Hayom» είχε φέρει στη δημοσιότητα ήδη από τον Αύγουστο σχετικό υπόμνημα του υπουργείου Πληροφοριών, που καλούσε τα κέντρα λήψης αποφάσεων στο Ισραήλ να προετοιμαστούν για την επικείμενη σινο-ιρανική στρατηγική συμφωνία και να επιχειρήσουν να ασκήσουν επιρροή στις ΗΠΑ για να περιορίσουν τις πιθανές επιπτώσεις σε βάρος των ισραηλινών γεωπολιτικών συμφερόντων στην ευρύτερη περιοχή.

Στη δε «Χααρέτζ» δημοσιεύτηκε άρθρο, επίσης μέσα στο καλοκαίρι, με τον χαρακτηριστικό τίτλο «Η Κίνα είναι ο νέος φίλος της Σαουδικής Αραβίας και του Ιράν, και αυτό είναι πραγματικό πρόβλημα για το Ισραήλ». Στην ανάλυση της εφημερίδας καταγράφονται οι συμφωνίες και οι κινήσεις της Κίνας στην ευρύτερη Μέση Ανατολή, συνιστώντας για το Τελ Αβίβ «πραγματικό πρόβλημα που θα πρέπει να αντιμετωπίσει άμεσα». Προτείνει η ισραηλινή κυβέρνηση «να μην επικεντρώνει το ενδιαφέρον της μόνο στο πώς θα κλιμακώσουν οι ΗΠΑ τις κυρώσεις» σε βάρος του ανταγωνιστικού Ιράν, επειδή πλέον οι ΗΠΑ «δεν χρειάζονται τόσο πολύ το πετρέλαιο των Αράβων όπως παλιότερα».

Ο αρθρογράφος εκτιμά πως «οι συνέπειες του μειωμένου αμερικανικού ενδιαφέροντος στη Μέση Ανατολή αντικατοπτρίζονται πλέον από την ενασχόληση της Ρωσίας στη Συρία και προσφάτως στη Λιβύη, και από τις πωλήσεις ρωσικών οπλικών συστημάτων σε Αίγυπτο και Σαουδική Αραβία». Και συνεχίζει: «Η Κίνα δεν ενισχύεται μόνο ως αντίπαλος του διεθνούς στάτους της Αμερικής, που φθίνει, αλλά και από τη μακροπρόθεσμη στρατηγική και το όραμα που επιδιώκει, για να αποκτήσει τη θέση της ισχυρότερης διεθνούς δύναμης».

Θεωρεί πως «αυτό που θα έπρεπε να ανησυχεί περισσότερο το Ισραήλ είναι το σινο-ιρανικό σχέδιο για τη συγκρότηση κοινής επιτροπής ανάπτυξης όπλων και επιστημονικής συνεργασίας, συμπεριλαμβανομένου του κυβερνοπολέμου, ως μέρος των κινήσεων της Κίνας για να κλιμακώσει τη στρατιωτική και κατασκοπευτική παρουσία της σε ολόκληρη τη Μέση Ανατολή, μη εξαιρουμένου του Ισραήλ».

Τονίζεται επίσης στο άρθρο ότι πρέπει να δοθεί προσοχή στην πρόσφατη απόφαση της Σαουδικής Αραβίας να επιταχύνει την προσπάθεια απόκτησης πυρηνικής τεχνολογίας από την Κίνα. «Η ικανότητα και η προθυμία της Κίνας να εμπλακεί σε στρατηγική συνεργασία με δύο χώρες - εχθρούς ταυτόχρονα, είναι συμπεριφορά υπερδύναμης», εκτιμά ο αρθρογράφος, όπως επίσης ότι ακόμα κι αν διατηρηθεί το εμπάργκο όπλων του ΟΗΕ σε βάρος του Ιράν «η κινεζική ανάμειξη στην περιοχή αλλάζει τους κανόνες του παιχνιδιού και απαιτεί νέα σκέψη. Η ιρανική παρουσία στη Συρία μπορεί να αποδειχθεί μικρό πρόβλημα για το Ισραήλ σε σχέση με τη σινο-ιρανική πρόκληση».

Πάντως και στο Ισραήλ, όπως καταγράφεται στο υπόμνημα του υπουργείου Πληροφοριών, εκφράζονται κι άλλες απόψεις, που βλέπουν ότι «η κινεζική παρουσία στην περιοχή μπορεί πραγματικά να έχει περιοριστική επίδραση σε ό,τι αφορά την κόντρα Ιράν - Σαουδικής Αραβίας, δεδομένων και των στενότερων σχέσεων της Κίνας με τη Σαουδική Αραβία». Επισημαίνεται ακόμα πως ανεξάρτητα από το τι αποτελέσματα θα επιφέρουν οι συμφωνίες του Ιράν με την Κίνα και οι κινήσεις της τελευταίας στη Σαουδική Αραβία, «το Ισραήλ θα πρέπει να επιμείνει ότι οποιεσδήποτε μελλοντικές συμφωνίες των ΗΠΑ με Κίνα και Ρωσία θα πρέπει να προβλέπουν όρια στις σχέσεις αυτών των δύο χωρών με το Ιράν».

Το βέβαιο είναι πάντως ότι οι πρόσφατες κινήσεις του Ισραήλ να ομαλοποιήσει τις σχέσεις του με το Μπαχρέιν και τα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα, οι συζητήσεις με Λίβανο, Σουδάν και Σαουδική Αραβία και η προώθηση του αμερικανικού σχεδίου για το Παλαιστινιακό (με κατοχύρωση της κατοχής) δείχνουν ότι το γεωστρατηγικό «παιχνίδι» στην περιοχή διευρύνεται, καθώς διακυβεύονται ισχυρά συμφέροντα, που σχετίζονται με σφοδρούς ανταγωνισμούς μονοπωλιακών ομίλων και ιμπεριαλιστικών δυνάμεων.


Δ. Κ.


Κορυφή σελίδας
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ