Εκπρόσωποι 26 Συλλόγων Εκπαιδευτικών Πρωτοβάθμιας Εκπαίδευσης και ΕΛΜΕ που παραβρέθηκαν στη συνάντηση, είτε ως συμμετέχοντες είτε ως παρατηρητές, μετέφεραν την αγωνία εκπαιδευτικών και γονιών μπροστά σε μία διαφορετική σχολική χρονιά, με δεδομένη τη στάση της κυβέρνησης που κατά γενική ομολογία δεν εξασφάλισε τους απαραίτητους όρους για τη λειτουργία των σχολείων και με νέα αντιεκπαιδευτικά μέτρα να δρομολογούνται. Τονίστηκε επίσης πως η πανδημία έφερε επιτακτικά στην επιφάνεια προβλήματα και αντιφάσεις του συστήματος σε όλους τους τομείς, μεταξύ αυτών και η Εκπαίδευση, και καταγγέλθηκε η άρνηση της κυβέρνησης να προχωρήσει έγκαιρα σε ουσιαστικά μέτρα σύμφωνα με τα αιτήματα των εκπαιδευτικών και γονιών, με μείωση του αριθμού μαθητών ανά τμήμα σε 15, εξασφάλιση των αναγκών σε καθαριότητα των σχολικών μονάδων, εκπαιδευτικούς, με μόνιμη και σταθερή δουλειά.
Στη σύσκεψη το λόγο πήραν εκπρόσωποι πολλών πρωτοβάθμιων σωματείων, της Ομοσπονδίας Γονέων Αττικής, της Επιτροπής Αγώνα Καθαριστριών Αθήνας. Αναδείχτηκε η ανάγκη συμπόρευσης με γνώμονα τις πραγματικές ανάγκες και δυνατότητες, κόντρα στους περιορισμούς που τίθενται από μία πολιτική η οποία προτεραιότητα έχει την εξυπηρέτηση των συμφερόντων του μεγάλου κεφαλαίου.
Μεταφέρθηκε εμπειρία από τις πρωτοβουλίες που πήραν σωματεία το προηγούμενο διάστημα, κόντρα στη στάση εφησυχασμού που επιχειρούν να καλλιεργήσουν η κυβέρνηση και το υπουργείο και στην τακτική των πλειοψηφιών στις Ομοσπονδίες εκπαιδευτικών, με παρεμβάσεις και μέσα στο καλοκαίρι για όλα τα ζητήματα, για τον εξοπλισμό, τη στελέχωση, τις υποδομές των σχολείων, για τους «ελαστικά» εργαζόμενους εκπαιδευτικούς και με αποφασιστική στάση ενάντια σε αντιδραστικές ρυθμίσεις, όπως αυτές της «αξιολόγησης» και της μετατροπής της τάξης σε ριάλιτι. Αυτό που τονίστηκε ήταν πως αυτή η δράση μπορεί και πρέπει να συνεχιστεί, με συσπείρωση στα σωματεία, σε συντονισμό με τους γονείς, τους εργαζόμενους και παρεμβάσεις σε όλα τα επίπεδα, όπως Τοπική Διοίκηση, υπουργείο κ.λπ.