Ο Βασίλης Λέκκας μιλά με αφορμή την κυκλοφορία του τελευταίου δίσκου του «Μέσ' τη Νύχτα»
Βασίλης Λέκκας |
«Θέλω με τους ανθρώπους που συνεργάζομαι να μην τελειώνει η συνεργασία μας σ' ένα δίσκο. Ημουν κοντά στον Χατζιδάκι όλα αυτά τα χρόνια, με τον Θεοδωράκη έκανα το δίσκο και πολλές συναυλίες, με τον Μαρκόπουλο έκανα δύο δίσκους, με τον Γιάννη Σπάθα επίσης δύο. Πριν λίγο καιρό ήρθε ο δεύτερος δίσκος με τον Γιώργο Τρανταλίδη. Ο Τρανταλίδης και ο Σπάθας με πολύ ζήλο και αγάπη έχουν σκύψει πάνω στην παράδοση, ενώ ο Τρανταλίδης έχει κάνει και δίσκο με τους παραδοσιακούς μουσικούς. Αυτή η σχέση με την παράδοση φαίνεται στο δίσκο, στον οποίο ενυπάρχουν ηπειρώτικα, κρητικά ακούσματα».
- Κυρίως στο τραγούδι «Φανερή δίκη», που ακούγεται το κλαρίνο του Τάσου Χαλκιά, που γίνεται ένα παιχνίδι ανάμεσα στο κλαρίνο και το σαξόφωνο...
Εμείς οι μουσικοί όλα αυτά τα χρόνια αναζητούμε έναν τρόπο που θα μας βγάλει από το αδιέξοδο... Είναι η αγωνία μας ότι αυτό το πράγμα προχωράει, ότι υπάρχει μια πόρτα εδώ και μια άλλη που κοιτάει σε όλο τον πλανήτη. Εμείς θα αποβάλουμε τα δικά μας και θα υποστηρίξουμε μόνο τα ξένα; Δεν μπορούμε να το κάνουμε αυτό, δε μας αφορά. Εχουμε μια τεράστια μουσική ταυτότητα, η οποία απλώνεται σε όλη τη Μεσόγειο και σε όλη αυτή τη λεκάνη έρχονται τόσα κύματα με τραγούδια και μουσικές... Αυτό το πράγμα μπορούμε να το καταργήσουμε; Μα από αυτό έχουν πάρει ολόκληροι λαοί και έχουν βγάλει το λεγόμενο έθνικ. Εμείς το έχουμε χρόνια και δεν του έχουμε δώσει αν θέλεις τίτλο. Στην ουσία εμείς το έχουμε εξάγει αυτό, όπως λέει ο Μαρκόπουλος. Και τώρα το εισπράττουμε, λες και είναι ένα προϊόν το οποίο θα πρέπει να το πληρώσουμε ακριβά για να το πάρουμε πίσω. Μα είναι δικό μας ένα πολύ μεγάλο μέρος του. Ετσι, αν δεν είσαι λίγο ψυλλιασμένος, έρχεσαι να πάρεις τα ξένα και να τα κάνεις λίγο δικά σου. Αποτέλεσμα, όλο αυτό το στοιχείο να είναι ατάκτως ερριμμένο μέσα στην ελληνική αγορά και να μην μπορείς να βρεις χαρακτήρα ελληνικού τραγουδιού. Και από εκεί και πέρα άντε κάποιος να καθίσει να βρει το στοιχείο που τον αφορά και το οποίο έχει να κάνει με τον τόπο του. Από την άλλη έχουμε όλοι οι μουσικοί μια αγωνία να μην πέσουμε σε αυτό το «συναισθηματικό» τραγούδι, σε μια μπαλαντούλα που μπορεί να πουλήσει συμπτωματικά... Εμένα δε με αφορά αυτό το πράγμα. Εγώ θέλω να προχωράω.
Γιάννης Σπυρόπουλος - Μπαχ |
- Ανήκω σε μια γενιά που πρόλαβε όχι μόνο να τραγουδήσει, αλλά και να τη διευθύνουν σε συναυλίες αυτοί οι μεγάλοι δημιουργοί. Το πιο ωραίο από όλα αυτό είναι. Το ότι βρεθήκαμε μέσα στο στενό πυρήνα αυτών των συνθετών είναι μια μοίρα. Δεν ξέρω πώς θα ήταν αλλιώς τα πράγματα.
- Μια καλή μοίρα, στην οποία όμως μείνατε πιστός όλα αυτά τα χρόνια...
- Σήμερα οι τραγουδιστές χρησιμοποιούν τον όρο καριέρα και τραγουδάνε τον ένα μήνα στο τάδε μαγαζί και μετά στο άλλο μαγαζί - χρησιμοποιούν τον όρο μαγαζί ή πίστα. Αυτό το πράγμα δεν είναι καριέρα. Είναι μια συντήρηση σε ένα χώρο, ο οποίος τελικά είναι εκτός μουσικής πραγματικότητας. Ενας βιοποριστικός τρόπος, που δεν έχει σχέση με καλλιτεχνία. Αυτοί που στο μουσικό χώρο μπορούν να μιλήσουν για καριέρα είναι μετρημένοι στα δάχτυλα. Εξάλλου, για το τραγούδι δεν μπορείς να χρησιμοποιήσεις τον όρο καριέρα. Δεν πρόκειται ούτε για διευθυντή τράπεζας, ούτε μιας υπηρεσίας. Το τραγούδι είναι μια τελείως εσωτερική υπόθεση, που εμπεριέχει τον όρο αποστολή, χωρίς όμως αυτό να το προφέρεις. Γιατί μέσω του τραγουδιού επεμβαίνεις σε μια κοινωνία με στοιχεία θετικά. Γι' αυτό λέμε για το τσιφτετέλι και την επιρροή του, που επεμβαίνει σε έναν πολιτισμό, ο οποίος καταργείται μέσω αυτής της μουσικής, γιατί οι Ελληνες δεν έχουμε σχέση με αυτό. Εγώ αρνούμαι, όπως έχουν αρνηθεί και οι ρεμπέτες, και ο Ζαμπέτας και ο Μάνος και ο Μίκης και ο Ξαρχάκος και ο Μαρκόπουλος, να παίξω τσιφτετέλια. Εχει μια ευτέλεια σε αντίθεση με όλη τη δική μας μουσική, που χαρακτηρίζεται από μια ανάταση. Είναι τραγικό όλη αυτή η καριέρα που χτίζεται μέσα σε αυτά τα μαγαζιά να εμφανίζει ένα πρότυπο: Οτι εκεί μέσα θα βγάλουμε λεφτά, εκεί θα κάνουμε δίσκους, συνεργασίες, θα γνωρίσουμε κόσμο. Αποτέλεσμα όλης αυτής της διαδικασίας είναι η φοβερή πτώση της δισκογραφίας. Να πω ότι χαίρομαι για αυτό το πράγμα; Δυστυχώς χαίρομαι γιατί είναι αποτέλεσμα όλης αυτής της ευτέλειας. Ακόμη και αυτός που πάει στο σκυλάδικο, αγοράζει φτηνά το αντίστοιχο δισκογραφικό υλικό από τους πλανόδιους και όχι το δισκοπωλείο. Το 99% της μουσικής που παράγεται έχει μια φτήνια, με αποτέλεσμα να της συμπεριφέρεσαι κι εσύ πρόχειρα.
Γιώργος Τρανταλίδης |
- Αυτό είναι καλό. Ομως την ίδια ώρα χιλιάδες μάτια είναι καρφωμένα στον «Μπιγκ Μπράδερ»...
- Δεν πειράζει... Μου λένε γιατί δεν πας στην τηλεόραση... Οχι, πάω στην τηλεόραση και από εδώ και πέρα θα πηγαίνω πιο συχνά, γιατί θέλω να κάνω μια αντεπίθεση. Γιατί δεν μπορεί να καταλαμβάνει όλους τους χώρους ο «εχθρός». Με την παρουσία μου θέλω να δείξω ότι υπάρχει αντεπίθεση και θα το πρότεινα σε όλη τη γενιά μου.
- Αυτό δε είναι λίγο δονκιχωτισμός;
- Κι εγώ αυτό πίστευα. Αλλά τελικά όσο το αφήνεις και γίνεται μύκητας, θα 'ρθει κάποια στιγμή κάτω από τα πόδια σου, θα γλιστρήσεις και θα πέσεις. Θα πρέπει να χρησιμοποιήσουμε πλέον τη δαμόκλειο σπάθη, να πάμε να παίξουμε και να πούμε ότι υπάρχει και αυτό το πράγμα. Αυτό που εμείς μια ολόκληρη γενιά έχουμε τραγουδήσει και έχουμε «κουβαλήσει» όλους τους προηγούμενους που σήμερα τους έχουμε αναφορά και οι οποίοι είχαν «κουβαλήσει» τους προηγούμενους.
Η μυθική φωνή του κλαρίνου του Τάσσου Χαλκιά ακούγεται στο κομμάτι "Φανερή δίκη" |
- Μαζί με τη βαρβαρότητα που ζούμε και η χειραγώγηση των συνειδήσεων...
- Αυτό που έλεγε ο Κίσινγκερ και έχει ξεκινήσει είναι ότι ο πολιτισμός αν αφαιρεθεί από έναν τόπο, τότε ο άνθρωπος είναι πιόνι και μπορείς να τον κάνεις ό,τι θέλεις. Είναι ένα παγκόσμιο πιόνι.
- Και γι' αυτό έχουν φροντίσει όσοι έχουν τη δύναμη, όπως η παγκόσμια μουσική βιομηχανία...
- Βέβαια. Από τη μια έχουμε μια εισαγωγή γεγονότων σε ένα Μέγαρο Μουσικής, από την άλλη μια παραλιακή μουσική σκηνή. Και το ενδιάμεσο είναι κάτι το οποίο χαροπαλεύει. Και όλο αυτό το θέμα που λέγεται παιδεία είναι για να τα ακούμε από το ένα αυτί και από το άλλο να βγαίνουν.