Σάββατο 26 Οχτώβρη 2019 - Κυριακή 27 Οχτώβρη 2019
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Σελίδα 26
ΠΑΙΔΕΙΑ
ΑΠΕΝΑΝΤΙ ΕΞΕΛΙΞΕΙΣ ΣΤΑ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΑ
Ποιες ιδεολογικοπολιτικές γραμμές συγκρούονται σήμερα στο φοιτητικό κίνημα

Την περίοδο αυτή, χιλιάδες φοιτητές ανά την Ελλάδα βρίσκονται σε αγωνιστικές κινητοποιήσεις. Μέσα από τις Γενικές Συνελεύσεις των συλλόγων τους, τις συνελεύσεις και τις επιτροπές σε έτη και τμήματα, αποφασίζουν συλλογικά για το πώς θα οργανώσουν τις αγωνιστικές τους διεκδικήσεις για το αντιπάλεμα της νέας φάσης της επίθεσης που εξαπολύουν κεφάλαιο, ΕΕ, τα αστικά κόμματα και οι κυβερνήσεις τους στα μορφωτικά δικαιώματα και τις εργασιακές τους προοπτικές, την οποία έχει πλέον αναλάβει να προωθήσει η ΝΔ.

Πρόκειται για ελπιδοφόρες διαδικασίες, που αποδεικνύουν ότι ο οδοστρωτήρας του δήθεν μονόδρομου της καπιταλιστικής ανάπτυξης και της πλήρους υποταγής των πάντων σε αυτή δεν περνάει ανεμπόδιστος.

Τα παιδιά της λαϊκής οικογένειας που σπουδάζουν σήμερα στα πανεπιστήμια βρίσκονται αντιμέτωπα με μια ολόπλευρη επίθεση, την οποία η κυβέρνηση της ΝΔ είναι αποφασισμένη να προωθήσει με πλήρη ισχύ πυρός: Οχι μόνο με αλλεπάλληλες νομοθετικές πρωτοβουλίες (ξεκίνησε από το άσυλο με το που ανέλαβε κυβερνητικά καθήκοντα, συνέχισε με την περαιτέρω ισοτίμηση πανεπιστημίων - κολεγίων και θα ακολουθήσουν άλλοι νόμοι το επόμενο διάστημα), αλλά και με ένταση της επίθεσης στο ιδεολογικό μέτωπο: Η ΝΔ επιδιώκει να αποσπάσει τη συναίνεση της λεγόμενης «κοινής γνώμης» και της «σιωπηλής πλειοψηφίας», όπως αρέσκεται να λέει, των φοιτητών, να διαμορφώσει όρους στοίχισης της λαϊκής πλειοψηφίας πίσω από τις επιδιώξεις του κεφαλαίου. Η επίθεσή της, δηλαδή, έχει και ιδεολογικά χαρακτηριστικά μακράς πνοής.


Το οπλοστάσιό της είναι γεμάτο: «Αν δεν συνδεθούν περαιτέρω τα πανεπιστήμια με τις ανάγκες της αγοράς, τότε οι απόφοιτοι θα έχουν περιορισμένες προοπτικές», «αν δεν παρέμβουμε άμεσα θα χάσουμε το τρένο της ψηφιακής εποχής, της 4ης βιομηχανικής επανάστασης και της πράσινης οικονομίας», «χρειάζεται να ξεμπερδεύουμε με αγκυλώσεις προηγούμενων δεκαετιών, που δεν έχουν θέση στο σύγχρονο πανεπιστήμιο», «δεν χρειάζεται να ανακαλύψουμε τον τροχό, θέλουμε να κάνουμε κι εδώ ό,τι ισχύει σε όλες τις προηγμένες χώρες» κ.ο.κ.

Είναι προφανές, αυτή η επίθεση έχει τον εντελώς πραγματικό φορέα της και μέσα στα πανεπιστήμια: Είναι η ΔΑΠ, η παράταξη της κυβέρνησης, που προωθεί επιπλέον όλη τη σειρά των επιχειρημάτων της ΝΔ.

Από τη σκοπιά αυτή, λοιπόν, χρειάζεται αφενός να φωτιστούν καλύτερα πλευρές της διαπάλης που διεξάγεται σήμερα στο φοιτητικό κίνημα, αφετέρου να συζητηθούν πλατιά από τους φοιτητές ο χαρακτήρας των εξελίξεων, το πραγματικό περιεχόμενο και οι στοχεύσεις των παρεμβάσεων της κυβέρνησης της ΝΔ και - κυρίως - ποια είναι η πραγματική προοπτική διεξόδου.

Ο άξονας για να γίνει αυτή η συζήτηση έχει ήδη αναδειχθεί από την ίδια τη ζωή, αλλά και από τις παρεμβάσεις των δυνάμεων του ΚΚΕ και της ΚΝΕ στα ιδρύματα, πολύ καιρό πριν από την τρέχουσα αγωνιστική ανάταση: Η ένταση της επιχειρηματικής δραστηριότητας στην Εκπαίδευση και το παραπέρα χτύπημα της εργασιακής προοπτικής και των δικαιωμάτων των αποφοίτων πάνε χέρι χέρι με την πολυκατηγοριοποίηση ιδρυμάτων, πτυχίων και αποφοίτων. Είναι μια ακόμα απόδειξη ότι η ικανοποίηση των αναγκών και τα συμφέροντα των παιδιών της λαϊκής οικογένειας που σπουδάζουν δεν μπορούν να ικανοποιηθούν στη στενωπό της καπιταλιστικής ανάπτυξης.


Αξίζει, άλλωστε, να επισημάνει κανείς και ως προς τη σημειολογία του, ότι η ΝΔ επέλεξε το «αναπτυξιακό» νομοσχέδιο για να εντάξει την παραπέρα ισοτίμηση των πτυχίων κολεγίων - πανεπιστημίων, παίρνοντας τη σκυτάλη από τον ΣΥΡΙΖΑ, που υλοποίησε ως κυβέρνηση την προηγούμενη φάση της ισοτίμησης.

Η στρατηγική αντιπαράθεση στο φοιτητικό κίνημα

Από τα παραπάνω προκύπτει ότι η συζήτηση πάνω στην πραγματική αγωνία όλων των παιδιών της εργατικής - λαϊκής οικογένειας που βρίσκονται σήμερα στα πανεπιστήμια για το πώς θα μπορούν να εξασφαλίζουν σταθερή δουλειά με καλούς όρους στο αντικείμενο των σπουδών τους, με μόνη προϋπόθεση το πτυχίο τους, το οποίο θα αντανακλά την ολόπλευρη και βαθιά γνώση της επιστήμης τους, που θα τους καθιστά ικανούς να ασκήσουν κάθε σχετικό επάγγελμα, φέρνει στο προσκήνιο όλους τους βασικούς άξονες αυτής της στρατηγικής αντιπαράθεσης.

Κι αυτό γιατί πιέζει να απαντηθεί το κύριο:

  • Ποια εξουσία και ποια κοινωνία είναι αυτή που μπορεί να διασφαλίσει ότι κάθε νέος που θα τελειώσει το σχολείο, όποιον δρόμο κι αν διαλέξει (είτε αποφασίσει να βγει κατευθείαν στη δουλειά είτε συνεχίσει σε τεχνικές σπουδές είτε στο πανεπιστήμιο), θα ξέρει ότι αυτός ο δρόμος θα του εξασφαλίζει σταθερή και καλοπληρωμένη δουλειά, χωρίς τον εφιάλτη της ανεργίας να τον περιμένει στη γωνία και χωρίς να υπολείπεται σε τίποτε όσων επιλέξουν διαφορετικές διαδρομές;
  • Ποια εξουσία και ποια κοινωνία είναι αυτή που έχει τη δύναμη να σχεδιάζει με βάση τις μελλοντικές της ανάγκες, ώστε να αναπτύσσει ανάλογα και τα αντίστοιχα εκπαιδευτικά προγράμματα, να μπορεί να διασφαλίζει την αντιστοίχιση των διαθέσιμων εργαζομένων με τις κοινωνικές ανάγκες για τις αντίστοιχες κάθε φορά θέσεις εργασίας, με το ανάλογο επίπεδο, γνώσεις και ικανότητες;
  • Ποια εξουσία και ποια κοινωνία είναι αυτή που μπορεί να διασφαλίσει ότι το διαρκές ανέβασμα του μορφωτικού επιπέδου της κοινωνίας πρέπει να είναι υπόθεση ολόκληρης της κοινωνίας κι όχι μόνο των εκπαιδευτικών δομών και άρα χρειάζεται να εξασφαλίζονται ο ελεύθερος χρόνος και η πρόσβαση σε οργανωμένες δομές και προγράμματα που θα διασφαλίζουν αυτήν την προοπτική για όλους κι όχι να την εξαρτούν από το πόσα έχει στην τσέπη του; Ποια εξουσία και ποια κοινωνία είναι αυτή που μπορεί να εξασφαλίσει ότι ο νέος δεν θα έχει την αγωνία αν θα μπορεί να πληρώσει για να μείνει, είτε κατά τη διάρκεια των σπουδών του είτε ως εργαζόμενος, μόνος ή αν κάνει οικογένεια;

Αρα, για να δυναμώσει η σύγκρουση με την καρδιά της κυβερνητικής πολιτικής, το ζητούμενο σήμερα είναι η γραμμή της διαπάλης με την πολιτική της ΝΔ να έχει τον προσανατολισμό εκείνο που να διασφαλίζει την προοπτική, να βλέπει προς τα μπρος, προς το μέλλον της ικανοποίησης των σύγχρονων αναγκών, κι όχι προς τα πίσω, προς το παρελθόν της προηγούμενης φάσης της καπιταλιστικής διαχείρισης, που διαμόρφωσε τους όρους και τις προϋποθέσεις για τη νέα φάση της επίθεσης.

«Εχω πάθει εξάρτηση κι όλο εσένανε ζητάω...»

Η ιδεολογική διαπάλη που διεξάγεται αυτήν την περίοδο στο φοιτητικό κίνημα καθιστά επιτακτική την ανάγκη πλευρές όπως οι παραπάνω να προτάσσονται ακόμα πιο αποφασιστικά, να αποτελούν οργανωτικό παράγοντα για την ενδυνάμωση της προοπτικής του, να αγκιστρώνεται σε αυτές η αγωνιστική διεκδίκηση για όποιο εμπόδιο τίθεται απέναντι στον φοιτητή που αποζητά μια καλύτερη προοπτική.

Από την άποψη αυτή, χρειάζεται να ενισχυθεί η αντιπαράθεση με το ιδεολογικό οπλοστάσιο που αξιοποιούν όσοι επιχειρούν να παρέμβουν στο κίνημα για να το σύρουν σε δρόμο χωρίς προοπτική για τα συμφέροντα των παιδιών της λαϊκής οικογένειας.

Είναι χαρακτηριστική π.χ. η επιχειρηματολογία που αναπτύσσει σε άρθρο του στην «Αυγή» της προηγούμενης Κυριακής (20/10/2019) ο πρώην υπουργός Παιδείας της κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ Κ. Γαβρόγλου. Σε αυτό το άρθρο, ο υπουργός που πήρε συγχαρητήρια για την προώθηση της ευρωενωσιακής στρατηγικής στην Ανώτατη Εκπαίδευση ουκ ολίγες φορές σε διεθνή φόρα, αναλύει τη «δέσμευση της ΝΔ σε ένα εκπαιδευτικό σύστημα που με άλλοθι τη λέξη "τεχνολογία" προωθεί μια συγκεκριμένη ταξικότητα (σ.σ. προσοχή! Υπάρχουν πολλές ταξικότητες. Μια άλλη ταξικότητα προωθεί ο ΣΥΡΙΖΑ) στα Πανεπιστήμια, αφήνοντας έξω δεκάδες χιλιάδες παιδιά τα οποία καλό θα ήταν για τη ΝΔ να έχουν άλλες διεξόδους μετά το Λύκειο, και όχι το Πανεπιστήμιο». Ασκεί κριτική στη ΝΔ πως «η κατηγορία ότι οι πολλοί εισακτέοι στα Πανεπιστήμια υπονομεύουν την ποιότητα και δημιουργούν ανεργία αναδεικνύει την αντίληψη της ΝΔ ότι οι πανεπιστημιακές σπουδές πρέπει να είναι εργαλειακές και να υπάρχει σχεδόν μονοσήμαντη αναφορά στην αγορά εργασίας».

Στον πυρήνα της η θέση αυτή είναι ανάλογη με αυτές που διατυπώνει η ΝΔ, όπως είδαμε εισαγωγικά, αφού στην ουσία φέρνει στο επίκεντρο τη σχέση Παιδείας - οικονομίας στο έδαφος των καπιταλιστικών σχέσεων παραγωγής. Στην πράξη, αξιοποιείται ήδη για την πολυκατηγοριοποίηση ιδρυμάτων, πτυχίων και αποφοίτων, κάτω από την ενιαία «πανεπιστημιακή» ομπρέλα, όπως αυτή διαμορφώθηκε από την κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ. Στην ουσία της, η θέση αυτή αρνείται ότι η πανεπιστημιακή εκπαίδευση είναι εκ των πραγμάτων επαγγελματική εκπαίδευση, μόνο που σήμερα προετοιμάζει επαγγελματίες για την ανταγωνιστική, άναρχη και ανελέητη καπιταλιστική αγορά εργασίας.

Για να κρύψει αυτήν την πραγματικότητα, εξάλλου, αρέσκεται να επιχειρηματολογεί για τη δήθεν «αυταξία της γνώσης», λες και η πρόσβαση στην ολόπλευρη μόρφωση και τη γνώση θα μπορούσε ποτέ να διασφαλιστεί μέσα από τους θεσμούς και τις δομές του αστικού εκπαιδευτικού συστήματος ή λες και οι φοιτητές σήμερα σπουδάζουν από χόμπι, έχοντας λυμένα τα προβλήματά τους.

Με δεδομένο αυτό, ας δούμε πώς τοποθετείται το «Πριν» (εφημερίδα του ΝΑΡ) για τις εξελίξεις στα πανεπιστήμια την ίδια μέρα. Σύμφωνα με αυτό, οι φοιτητές «δέχονται σκληρή επίθεση από ΕΕ, ΟΟΣΑ και όλους τους μηχανισμούς του κεφαλαίου που προσπαθούν χρόνια τώρα να ξεμπερδέψουν με τη μαζική πρόσβαση στη μόρφωση και τις διεκδικήσεις της νεολαίας». Η σύγκλιση των δύο προσεγγίσεων είναι προφανής, όπως και η συνδυαστική αθώωση των πραγματικών επιδιώξεων της στρατηγικής του κεφαλαίου, που υλοποιείται από τις εκάστοτε αστικές κυβερνήσεις.

Εξάλλου, στο ίδιο άρθρο διαβάζουμε ότι με τις κινήσεις της κυβέρνησης της ΝΔ «βαθαίνει η κατεύθυνση να αλλάξει ο χαρακτήρας του πανεπιστημίου στην Ελλάδα», μια ρομαντική αναπόληση δηλαδή του παρελθόντος της καπιταλιστικής διαχείρισης, λες και είχαμε κάποτε στη χώρα μας πανεπιστήμιο που εξυπηρετούσε τα συμφέροντα των φοιτητών και τις σύγχρονες ανάγκες της κοινωνίας και δεν λειτουργούσε πάντα με γνώμονα τις στρατηγικές στοχεύσεις της αστικής τάξης, σε «ένα πανεπιστήμιο που θα χωράει όλο και λιγότερο τη μεγάλη πλειοψηφία της νεολαίας», έτσι που «συνολικά, δημιουργείται μια δυστοπική εικόνα για τη δυνατότητα ύπαρξης της μεγάλης πλειοψηφίας της νεολαίας στην τριτοβάθμια εκπαίδευση». Με το κέντρο βάρους της διαπάλης να μεταστρέφεται, έτσι, από το χαρακτήρα και το περιεχόμενο του αστικού πανεπιστημίου και της Εκπαίδευσης εν γένει, και τη διεκδίκηση της ανάγκης να εξασφαλίζεται στον απόφοιτο δουλειά στο αντικείμενό του με μόνη προϋπόθεση το πτυχίο, αθωώνεται ουσιαστικά η στρατηγική στόχευση των παρεμβάσεων του κεφαλαίου, και υπόρρητα επιχειρείται ο αναπροσανατολισμός της διεκδίκησης του φοιτητικού κινήματος προς μια άλλη μορφή καπιταλιστικής διαχείρισης, ένα άλλο κυβερνητικό σχήμα που θα αναλάβει να ξεκαθαρίσει αυτό το «δυστοπικό» τοπίο. Να το πούμε απλά: Ενα μαζικό αστικό πανεπιστήμιο είναι αναγκαίο!

Με αυτόν τον τρόπο, η κριτική στο νόμο Γαβρόγλου ουσιαστικά απονευρώνεται και μένει να κρίνεται η αποτελεσματικότητα και όχι η στόχευσή του: Μια αλλαγή του από επόμενη κυβέρνηση θα μπορούσε να κάνει τα πράγματα καλύτερα για τους φοιτητές...

Δίνεται, έτσι, προσανατολισμός για το «αναγκαίο πολιτικό περιεχόμενο», γύρω από το οποίο θα πρέπει να οργανωθεί η «κοινή ανατρεπτική δράση όλων των αγωνιστικών δυνάμεων του φοιτητικού κινήματος», που πρέπει να έχει «το νέο πολιτικό κίνημα ανατροπής», το οποίο κατά το άρθρο θα πρέπει να αντεπιτεθεί, προφανώς με στόχο την αποκατάσταση μιας άλλης κυβέρνησης αστικής διαχείρισης στη θέση αυτής της ΝΔ. Είναι, εξάλλου, χαρακτηριστικό για το πώς εννοούν πραγματικά κάλεσμα αυτό σε «κοινή δράση», όταν σε πολλές συνελεύσεις ουσιαστικά αναπαράγουν τη βρωμιά έναντι του ΜΑΣ, αυτά που έχει κάνει καραμέλα και η συνδικαλιστική μαφία στη ΓΣΕΕ, ότι «το ΠΑΜΕ είναι ο εκτελεστικός βραχίονας του ΚΚΕ».

Το γεγονός, βέβαια, ότι στην επιχειρηματολογία που αναπαράγει το άρθρο μπαίνουν πλευρές κριτικής όπως για την «παροχή αποσπασματικών γνώσεων και δεξιοτήτων και υποβάθμιση των επιστημονικών αντικειμένων» δείχνει ακριβώς την επίδραση που έχει η δράση των δυνάμεων του ΚΚΕ και της ΚΝΕ στα πανεπιστήμια, αναγκάζοντας και τις άλλες δυνάμεις σε σχετικές προσαρμογές της επιχειρηματολογίας και της ρητορικής τους, αφού τέτοιες αναφορές στο - όχι και τόσο μακρινό - παρελθόν θα ξεσήκωναν τη μήνη της/των ΕΑΑΚ.

Αυτό που σίγουρα δεν θα ξένιζε όσους θυμούνται εκείνες τις παλιότερες τοποθετήσεις, είναι η θέση που επαναφέρουν οι δυνάμεις αυτές, σύμφωνα με την οποία «την ειδίκευση θα πρέπει να τη δίνει ο εργοδότης», ουσιαστικά δηλαδή - και πέρα από φιοριτούρες - να μην είναι το πτυχίο αυτό που θα εξασφαλίζει στον απόφοιτο, με την επιστημονική γνώση που θα αντανακλά η κτήση του, τη δυνατότητα να ασκήσει όλα τα σχετικά με τις σπουδές του επαγγέλματα. Αξίζει να σημειωθεί ότι πρόκειται για θέση που πρώτος απ' όλους θα υποστήριζε ο ΣΕΒ, ο οποίος, εξάλλου, χρόνια τώρα διεκδικεί επιθετικά να δίνονται όλο και περισσότερες δυνατότητες στις επιχειρήσεις να αλληλεπιδρούν και θεσμικά με τις διάφορες δομές Εκπαίδευσης, ώστε να εξατομικεύεται σύμφωνα με τις πρόσκαιρες απαιτήσεις τους το προφίλ δεξιοτήτων των εργαζομένων τους (από την πρακτική άσκηση μέχρι τα βιομηχανικά διδακτορικά, από το απευθείας χέρι στη διαμόρφωση των προγραμμάτων σπουδών μέχρι τη θέσπιση προγραμμάτων μεταπτυχιακών σπουδών για στελέχη επιχειρήσεων, από τη διδασκαλία προπτυχιακών και μεταπτυχιακών μαθημάτων μέχρι τα προγράμματα συνεχιζόμενης κατάρτισης και από τις απευθείας χορηγίες σε ιδρύματα, μέχρι τις συμπράξεις με αυτά σε ΣΔΙΤ για την προώθηση των συγκεκριμένων στόχων του κ.ά.).

Από το deja vu στα μεγάλα αγωνιστικά ραντεβού του παρόντος και του μέλλοντος

Υπό μια έννοια, υπάρχει σήμερα ένα στοιχείο deja vu στη διαπάλη που διεξάγεται στο φοιτητικό κίνημα: Δεν είναι η πρώτη φορά που με κυβέρνηση ΝΔ προβάλλονται ως αιχμές το ζήτημα του ασύλου, των κολεγίων, το ν+2 και η εναντίωση στον επικείμενο νόμο - πλαίσιο. Μόνο που όσα έχουν μεσολαβήσει από την προηγούμενη φορά μόνο αμελητέα δεν είναι για να τα αγνοήσει και να τα παραγνωρίσει κανείς: Βαθιά οικονομική κρίση του καπιταλισμού, μνημόνια, περίοδος διακυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ, πέρασμα σε φάση αναιμικής και ασταθούς ανάπτυξης της ελληνικής καπιταλιστικής οικονομίας, νέα κρίση στο προσκήνιο, πυριτιδαποθήκες έτοιμες να εκραγούν σχεδόν σε κάθε γωνιά της Γης.

Ολη αυτή η διαδρομή είχε συγκεκριμένο αντίκτυπο στο κίνημα: Η ρεαλιστικότητα μιας οποιασδήποτε άλλης προοπτικής μοιάζει να έχει θαμπώσει στα μάτια των πολλών, ο πήχης των προσδοκιών και των απαιτήσεων έχει πέσει πολύ χαμηλά για τους περισσότερους, η αναζήτηση ατομικής διεξόδου κερδίζει έδαφος έναντι της συλλογικής διεκδίκησης, η παροδική δυνατότητα που δίνει η προσωρινή ανάκαμψη της καπιταλιστικής οικονομίας της χώρας διαμορφώνει ορισμένες νέες συνθήκες ενσωμάτωσης.

Ομως, μέσα στην πάλη, στην προσπάθεια οργάνωσης των αγώνων του φοιτητικού κινήματος, δημιουργούνται και οι όροι ώστε το ίδιο το φοιτητικό κίνημα να δίνει τη μάχη με καλύτερους όρους. Η ισχυροποίηση του ΜΑΣ στα χρόνια που μεσολάβησαν έδωσε τη δυνατότητα να αναπτυχθούν μέσα στα πανεπιστήμια εστίες αγώνα και αντίστασης απέναντι σε όλα τα προβλήματα που αντιμετώπιζαν οι φοιτητές. Να συνδεθεί ο αγώνας τους με την πάλη στο εργατικό - λαϊκό κίνημα, όχι απλά ως αλληλεγγύη και συνάντηση στους δρόμους.

Με στήριγμα την ακούραστη, πρωτοπόρα δράση των δυνάμεων του ΚΚΕ και της ΚΝΕ στα πανεπιστήμια, χιλιάδες ήταν οι φοιτητές που μπήκαν στον αγώνα, πήραν στα χέρια τους την οργάνωση της πάλης, έβαλαν εμπόδια στην υλοποίηση της πολιτικής του κεφαλαίου μέσα στα ιδρύματα, πέτυχαν μικρές ή μεγαλύτερες νίκες. Από εδώ πιάνει και σήμερα το νήμα το φοιτητικό κίνημα.

Με τη δύναμη των ιδεών μας, δίνουμε τη μάχη στα πανεπιστήμια ώστε ο κόσμος των σύγχρονων αναγκών μας να μπολιάσει το περιεχόμενο των αγωνιστικών διεκδικήσεων του φοιτητικού κινήματος, τον συνεκτικό ιστό για την οργάνωση της πάλης του, τον ταξικό προσανατολισμό της.


Του
Δημήτρη ΚΟΙΛΑΚΟΥ*
*Ο Δημήτρης Κοιλάκος είναι μέλος του Τμήματος Παιδείας και Ερευνας της ΚΕ του ΚΚΕ


Κορυφή σελίδας
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ