Η αποδοχή των αξιώσεων που προβάλλουν οι πολυεθνικές μπορεί να έχει ολέθριες επιπτώσεις στην κτηνοτροφία μιας χώρας και ενδεχόμενα και στη δημόσια υγεία
Eurokinissi |
Με την παραπάνω απόφαση συμμορφώνεται η Επιτροπή της ΕΕ σε μια ακόμη απαίτηση των ΗΠΑ και των πολυεθνικών εταιρειών, που προστίθεται στις μέχρι σήμερα γνωστές απαιτήσεις, όπως αυτή για τα μεταλλαγμένα τρόφιμα και σχετικά πιο πρόσφατα, για τις μεθόδους συντήρησης των νωπών πουλερικών. Κι αν κρίνουμε ότι έστω και σταδιακά, οι απαιτήσεις αυτές γίνονται τελικά αποδεκτές, με ή χωρίς «προστατευτικά» μέτρα, που παίρνονται είτε για τα μάτια του κόσμου είτε μέχρι να προετοιμαστούν και οι ευρωπαϊκές πολυεθνικές των τροφίμων, μάλλον και η τελευταία απαίτηση για τα κλωνοποιημένα αναμένεται να γίνει επίσης δεκτή.
Τι πράγμα όμως είναι αυτή η κλωνοποίηση των ζώων; Με απλά λόγια, στη φυσική αναπαραγωγή χρειάζονται τα αρσενικά και θηλυκά άτομα, που με το υλικό δύο γεννητικών τους κυττάρων δημιουργούν ένα αρχικό κύτταρο που σταδιακά πολλαπλασιαζόμενο οδηγεί στη δημιουργία του απογόνου τους (συμβατικό ζώο). Αντίθετα, στην κλωνοποίηση η αναπαραγωγή δε βασίζεται στα γεννητικά κύτταρα, αλλά στη χρησιμοποίηση γενετικού υλικού από ένα σωματικό κύτταρο ενός μόνο ατόμου, το οποίο, μετά από κατάλληλη διαδικασία, πολλαπλασιάζεται και καταλήγει στη δημιουργία του «απογόνου».
Επειδή η κλωνοποίηση χρησιμοποιεί γενετικό υλικό από ένα μόνο σωματικό κύτταρο ενός αρχικού ζώου - προγόνου, ο απόγονος που δημιουργείται είναι, σε όσο βαθμό εξαρτάται μόνο από αυτό το υλικό, ένα «πιστό» γενετικό αντίγραφό του, όπως ήταν αντίγραφο από άλλο πρόβατο, το γνωστό πρόβατο «Ντόλι» που δημιουργήθηκε το 1996 σε εργαστήρια της Μ. Βρετανίας. Αυτή είναι η διαφορά με τη φυσική αναπαραγωγή, στην οποία ο απόγονος φέρει γενετικά χαρακτηριστικά και από τους δύο προγόνους του.
Το άρθρο αυτό δεν εξετάζει όλες τις άλλες δυνατότητες και πιθανά οφέλη που μπορούν να προκύψουν από την ανάπτυξη αυτής της τεχνολογίας, ιδίως για την αντιμετώπιση ορισμένων ασθενειών του ανθρώπου, όπου η έρευνα πρέπει να συνεχιστεί. Ωστόσο, έχει μεγάλη αξία η πλευρά της σκοπιμότητας και χρησιμότητας της νέας αυτής τεχνολογίας για την παραγωγή κλωνοποιημένων ζώων για τις ανάγκες της αγροτικής παραγωγής. Κι εδώ οι ειδικοί επιστήμονες ασφαλώς έχουν τον πρώτο λόγο. Ηδη οι πρώτες αρνητικές φωνές έχουν καταγραφεί, επισημαίνοντας ορισμένες αρνητικές συνέπειες από τέτοια εγχειρήματα, όπως π.χ. είναι η μικρή διάρκεια της ζωής των κλωνοποιημένων ζώων, που όπως λένε, ποτέ δεν μπορούν να φτάσουν τη διάρκεια ζωής των προγόνων τους. Αλλες δηλώσεις επιστημόνων κάνουν λόγο επίσης για εμφάνιση μεγάλου ποσοστού γενετικών ή άλλων ανωμαλιών. Τις πλευρές αυτές έμμεσα τις αναγνωρίζει και η ίδια η Ευρωπαϊκή Αρχή για την Ασφάλεια των Τροφίμων στην έκθεση που κατέθεσε.
Το υψηλό κόστος που συνεπάγεται όλη αυτή η διαδικασία υποτίθεται ότι θα το εξαλείψει η τεχνολογία της κλωνοποίησης, επειδή δε θα χρειάζονται πλέον να διατηρούνται πολλά ζώα - πρόγονοι αλλά μόνο ένα, του οποίου θα παράγονται μαζικά αντίγραφα. Ομως η παραγωγή μαζικών αντιγράφων ζώων για εμπορική χρήση σημαίνει ταυτόχρονα ότι φρενάρεται η παραπέρα βελτίωση των φυλών, μέσω των διασταυρώσεών τους, τις οποίες σήμερα μπορεί να δει κανείς ότι κάνουν ακόμη και μικροί παραγωγοί. Δε θα συμβαίνει όμως το ίδιο όταν είναι υποχρεωμένοι να προμηθεύονται κλωνοποιημένα ζώα και άρα, τόσο οι φυλές όσο και το αντικείμενο των φυσικών διασταυρώσεων μεταξύ τους, δηλαδή η ίδια η εξέλιξη των εφαρμογών της γενετικής επιστήμης όπως είναι η ανακάλυψη νέων φυλών ή η βελτίωση των φυλών που υπάρχουν, θα παραμείνει στα χέρια λίγων εταιρειών. Και πραγματικά, ποιος παραγωγός θα κρατήσει συμβατικά ζώα, όταν δε θα τον συμφέρουν σε σύγκριση με τα κλωνοποιημένα;
Αλλά, αν όλα αυτά είναι μια φορά αρνητικά, τότε τι μπορούμε να πούμε όταν η κλωνοποίηση συνδυαστεί με τη γενετική τροποποίηση των ζώων; Δηλαδή, όταν τα αντίγραφα που θα παράγονται δε θα μοιάζουν σε έναν πρόγονο που συναντιέται φυσιολογικά στη φύση, αλλά σε ζώα με ιδιότητες τις οποίες φυσιολογικά δεν έχουν, επειδή οι πολυεθνικές της γενετικής μηχανικής τις «κληροδότησαν» σ' αυτά τεχνητά. Να σημειώσουμε ότι αυτή η τεχνολογία ήδη υπάρχει, αφού είναι γνωστό ότι οι ΗΠΑ έχουν βάλει σε εμπορική χρήση γενετικά τροποποιημένα ψάρια.
Παράλληλα, με τα επιχειρήματα περί χαμηλού κόστους των κλωνοποιημένων ζώων, οι πολυεθνικές και οι Αμερικανοί πλασιέ, μιλάνε για καλύτερα και ποιοτικότερα ζωοκομικά προϊόντα που θα παράγονται απ' αυτά, τα οποία τάχα θα μειώσουν το κόστος παραγωγής προς όφελος των λαών και θα συμβάλουν στην καταπολέμηση της παγκόσμιας πείνας. Ομως, ποιος διασφαλίζει ότι η πρόωρη γήρανση αυτών των ζώων δεν υποβαθμίζει παράλληλα το κρέας και τα άλλα προϊόντα τους; Ποιος μπορεί να εγγυηθεί για τη χρησιμότητα και πολύ περισσότερο την ασφάλεια αυτών των προϊόντων, όταν είναι άγνωστες οι αιτίες της μειωμένης διάρκειας ζωής τους; Κι ακόμα, ποιος μπορεί να εγγυηθεί ότι δε θα υπάρξουν δαπάνες, που αυτή τη στιγμή δεν υπολογίζονται, π.χ. για την αντιμετώπιση τυχόν ευαισθησίας αυτών των ζώων σε ασθένειες με τη χρήση φαρμάκων κλπ.; Γιατί αυτή η «πρεμούρα» να μπουν αμέσως στην αγορά, πριν γίνουν μακροχρόνιες έρευνες, οι οποίες θα εκτιμήσουν τις επιπτώσεις από τη μαζική χρήση των κλωνοποιημένων ζώων και των προϊόντων τους στην εμπορική παραγωγή;
Τα επιχειρήματα των πολυεθνικών για παραγωγή φτηνών τροφίμων τα έχουμε όλοι ξανακούσει στο παρελθόν, με τα γενετικά τροποποιημένα τρόφιμα, η παραγωγή των οποίων ισχυρίζονται ότι θα συμβάλει στην αντιμετώπιση της πείνας. Οπως κι εκεί όμως, την όποια μείωση του κόστους που μπορεί τελικά να υπάρξει, αν υπάρξει, δε θα την καρπώνονται οι λαοί αλλά ξανά οι πολυεθνικές των τροφίμων, μέσα από την αντίστοιχη αύξηση του περιθωρίου των κερδών τους.
Ομως, ανεξάρτητα κι απ' την πλευρά των κερδών και τη λογική της αγοράς, η παραγωγή των κλωνοποιημένων ζώων, έρχεται να προστεθεί σαν ένας επιπλέον παράγοντας κινδύνου για τη διατήρηση της βιοποικιλότητας στις διάφορες περιοχές του πλανήτη. Κι αυτό επειδή η φυσιολογική εξέλιξη των ζώων και η προσαρμογή τους στα φυσικά χαρακτηριστικά των διαφόρων περιοχών της γης, η οποία κατέληξε στη δημιουργία των φυλών και των ιδιαίτερων χαρακτηριστικών κάθε φυλής καθώς και στην ύπαρξη μιας μεγάλης ποικιλίας στα οργανοληπτικά και άλλα χαρακτηριστικά των ζωοκομικών προϊόντων, που εξαρτώνται και από τις ιδιότητες κάθε φυλής, αποτελεί το αποτέλεσμα μιας ιστορικά μεγάλης εξελικτικής διαδικασίας. Αυτή η διαδικασία έγινε με απόλυτη προσαρμογή στις απαιτήσεις των τοπικών οικοσυστημάτων και κάθε παραβίασή της θα έχει αρνητικές συνέπειες και σ' αυτά τα συστήματα αλλά και στην ίδια τη ζωική παραγωγή, όπως π.χ. έγινε με την εισαγωγή παλιότερα στην Ελλάδα ξενικών φυλών ζώων, προσαρμοσμένων σε άλλα εδάφη, τα οποία δεν μπόρεσαν να αντεπεξέλθουν στο δύσβατο των ελληνικών περιοχών.
Ομως και οι παραπάνω πλευρές του σεβασμού της βιοποικιλότητας, δε βρίσκονται μέσα στο ενδιαφέρον των πολυεθνικών των τροφίμων, της κυριαρχίας των κανόνων της αγοράς. Αποτελούν υπόθεση που ενδιαφέρει μόνο τους λαούς της γης, που έχουν κάθε λόγο να εναντιώνονται σε τούτα ή τα άλλα μέτρα που κάθε φορά εφευρίσκονται για να αυξηθούν τα κέρδη των πολυεθνικών. Αυτή η αναγκαιότητα όμως προϋποθέτει ότι η επιστήμη από μέσο για την αύξηση των κερδών του κεφαλαίου θα μετατραπεί σε όργανο για την εξυπηρέτηση των λαϊκών αναγκών. Είναι υπόθεση που πρέπει να την αντιληφθούν όλοι οι λαοί και στη χώρα μας ο ελληνικός λαός, ο οποίος, με την πάλη του, χρειάζεται να επιβάλει την αλλαγή της εφαρμοζόμενης πολιτικής, που αντί για τα μεγάλα συμφέροντα πρέπει να φέρει στο επίκεντρό της τις λαϊκές ανάγκες.