ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Κυριακή 26 Αυγούστου 2001
Σελ. /32
ΡΕΠΟΡΤΑΖ
ΡΟΥΜΑΝΙΑ
Η «ελευθερία» της καπιταλιστικής βαρβαρότητας

Βρεθήκαμε για λίγες ημέρες στην πρωτεύουσα της Ρουμανίας. Σε άλλη μια χώρα όπου θριάμβευσε η «ελευθερία της αγοράς». Με ό,τι αυτό συνεπάγεται. Κυρίως, πορνεία, δουλικότητα, φτώχεια και ζητιανιά, από τη μια πλευρά και πλούτος από την άλλη

Τσιγγανάκια σπρώχνονται στη ζητιανιά...
Τσιγγανάκια σπρώχνονται στη ζητιανιά...
Στην πατρίδα της Ασλάν, του γλύπτη Ράντου, του ζωγράφου Κατάρτζι νίκησαν οι «δυνάμεις της ελευθερίας». Σε αυτές τις συνθήκες είναι επόμενο να αναπτύσσεται με γοργούς ρυθμούς η σήψη του καπιταλιστικού συστήματος.

Γριές και ανήμπορες, απόβλητες του συνταξιοδοτικού συστήματος - που όποτε δίνει, δίνει ελάχιστα - απλώνουν το νοικοκυριό και τα χειροτεχνήματά τους στα πεζοδρόμια. Ξεπουλάν οτιδήποτε για μια χούφτα λέι. Αλλες περιφέρονται ζαλωμένες καλάθια, από μαγαζί σε μαγαζί, αγωνιζόμενες να πλασάρουν φρούτα, ζυμωτό ψωμί, κουλούρια. Μερικές δουλεύουν ως οδοκαθαρίστριες, κυνηγώντας στα απέραντα πάρκα και τις θαυμάσιες αλέες της πόλης χαρτιά, γόπες και πεσμένα φύλλα.

Οι Ρουμάνοι δείχνουν αρκετά πολιτισμένοι. Ακόμα και στους κάδους απορριμμάτων των δρόμων υπάρχουν προσαρμοσμένα τασάκια για τα αποτσίγαρα. Η ανάμνηση κεντρικών δρόμων δυτικών μεγαλουπόλεων (π.χ. της Πανεπιστημίου ή της Τσιμισκή) σε κάνει να ντρέπεσαι. Ευτυχώς, η πόλη είναι γεμάτη δέντρα, άρα και φύλλα. Δουλιά θα υπάρχει.

Στο άλλο ηλικιακό άκρο, λιπόσαρκα παιδιά περιφέρονται στους δρόμους αναζητώντας κάποια δουλιά του ποδαριού. Μακριά από το σχολείο, καθώς οι πιεστικές ανάγκες της οικογένειας δεν αφήνουν περιθώρια για γράμματα. Δεν είναι καθόλου τυχαίο το γεγονός ότι ενώ στις προηγούμενες δεκαετίες είχε καταπολεμηθεί σε πολύ μεγάλο βαθμό ο αναλφαβητισμός - απόρροια ενός συστήματος που στην καρδιά του είχε την υποχρεωτική δεκατάξια πρωτοβάθμια εκπαίδευση - άρχισαν πάλι να εμφανίζονται στο στράτευμα νέοι που υπογράφουν με το δαχτυλικό αποτύπωμα του αντίχειρά τους, μη γνωρίζοντας γραφή και ανάγνωση.

Απλώνοντας την πραμάτεια στο πεζοδρόμιο...
Απλώνοντας την πραμάτεια στο πεζοδρόμιο...
Τα δε σχολεία αφήνονται να ερειπώνουν. Σοβά το σοβά που πέφτει, καθώς το εκπαιδευτικό σύστημα έχει πέσει πολύ χαμηλά στις προτεραιότητες των Ρουμάνων κυβερνώντων των τελευταίων χρόνων. Σάπιοι ξύλινοι φράκτες περιτριγυρίζουν σχολικές αυλές με κατεστραμμένες μπασκέτες και σβησμένες τις γραμμές των γηπέδων.

Παρότι το φαινόμενο της επαιτείας ακόμα δεν έχει λάβει μεγάλες διαστάσεις, η γνώριμη «δυτικοευρωπαϊκή» εικόνα παιδιών να απλώνουν την ανοιχτή παλάμη τους γίνεται «κτήμα» και του Βουκουρεστίου. Οι Τσιγγάνες βιώνουν πρώτες το ρατσισμό που αναβιώνει. Οποιες ήταν ή είναι σε δουλιές, απολύονται πρώτες, είτε δε βρίσκουν δουλιά, όσο και αν ψάξουν.

Επακόλουθα αποδέχονται το ρόλο του περιθωριακού και σπρώχνουν τα παιδιά τους να αγκιστρωθούν σε κάθε ξένο που εντοπίζουν για μερικά λέι. Οι άντρες, αναζητώντας επαγγελματική διέξοδο, σπεύδουν να ταυτιστούν με το πρότυπο του Τσιγγάνου - μουσικάντη. Στο ανατολικοευρωπαϊκό φολκλόρ, που τόσο αρέσει στους τουρίστες. Ετσι κι αλλιώς, στη Νότια Ρουμανία, οι Τσιγγάνοι μουσικοί παραμένουν μέχρι και σήμερα οι καλύτεροι επικοί τραγουδιστές. Από το 1416, οπότε και υπάρχει η πρώτη γραπτή μαρτυρία για τη διαμονή τους στην περιοχή του Μπρασόφ στην Τρανσυλβανία.

Μια μακραίωνη, λοιπόν, παρουσία, που σε συνθήκες εκμετάλλευσης - όπως και σήμερα - ήθελε τους Τσιγγάνους τα πρώτα θύματα και με αποκορύφωμα τις εκτοπίσεις χιλιάδων της φυλής τους στο Β` Παγκόσμιο Πόλεμο. Οταν η σύμμαχος της ναζιστικής Γερμανίας ρουμανική κυβέρνηση τους εξόριζε σε περιοχή της υπό κατοχή Ουκρανίας, μεταξύ των ποταμών Δνείστερου και Δνείπερου. Εκεί όπου χιλιάδες πέθαναν από τις κακουχίες και το κρύο. Πολλοί άλλοι βίωσαν την απελευθέρωση μέσω εργασίας στο Αουσβιτς...

Παρακμή και αραμπάδες

Η νεολαία είναι πάντα το πιο τραγικό θύμα της αλλοίωσης των αξιών, μόνο και μόνο επειδή έχει πολλά περισσότερα χρόνια μπροστά της να βιώσει τις δυσάρεστες συνέπειες. Εξω από συναυλιακούς χώρους παρακαλούν να μπουν τζάμπα για να παρακολουθήσουν τραγουδίστριες αμφίβολης ποιότητας, αλλά πολυδιαφημισμένες. Νέοι, ντυμένοι όσο το δυνατό πιο κοντά στη μόδα του MTV μιλούν δυνατά και με θράσος για τη μαριχουάνα, προσπαθώντας να εντυπωσιάσουν με τη «μαγκιά» τους την ομήγυρη.

Αστυνομικοί, συνεργαζόμενοι με άντρες ιδιωτικής εταιρίας security, προπηλακίζουν όσους θέλουν να πλησιάσουν το χώρο των «επίσημων προσκεκλημένων». Οταν τα πράγματα ηρεμήσουν και η πλέμπα αποδεχτεί τη θέση της, πλησιάζουν το μπουφέ που έχει στηθεί για τους επίσημους καλεσμένους της συναυλίας. «Κλέβουν» κανένα από τα γεμάτα ρουμάνικη μπίρα πλαστικά ποτηράκια. Κάποιοι λικνίζονται κιόλας υπό τους ήχους της μουσικής, ευτυχείς για την άνετη «υπηρεσία» που τους έτυχε ετούτο το απόγευμα.

Η εκπόρνευση προωθείται και καταλαμβάνει χώρο στο υποσυνείδητο της λαϊκής κουλτούρας. Κιόσκια διανομής Τύπου συνήθως διατηρούν ολόκληρη τη μία από τις τρεις αξιοποιήσιμες πλευρές τους, καλυμμένη με τεύχη περιοδικών πορνό. Τα γνωστά διεθνή έντυπα έχουν κατακτήσει και αυτή την «αγορά», προχωρώντας στη ρουμανική έκδοσή τους.

Κοντά σε ξενοδοχεία πολυτελείας, όπου καταλύουν συνήθως επισκέπτες από τις αναπτυγμένες χώρες - αυτοί αντέχουν στις τιμές τους - ανοίγουν κλαμπ με στριπτιζέζ και τα συμπαρομαρτούντα.

Στο δρόμο, πατεράδες με ανήλικους γιους για βοηθούς, οδηγώντας κάρα, μαζεύουν αντικείμενα από τα σκουπίδια, με την ελπίδα ότι σε κάποιον άλλον ίσως φανεί χρήσιμο. Με την ελπίδα ότι ίσως τους εξασφαλίσει έστω και ένα πενιχρό εισόδημα.

Οι έχοντες και κατέχοντες

Δίπλα σε αυτούς τους εξαθλιωμένους ανθρώπους, κυκλοφορούν πλέον οι ολίγοι, που έχουν εξασφαλίσει όχι μόνο τα μέσα προς το ζην, αλλά και όσα λείπουν από τους υπολοίπους.

Κυκλοφορούν με ακριβά αυτοκίνητα, κατά προτίμηση γερμανικές μάρκες. Καμαρώνουν για τις σημαντικές θέσεις που κατέχουν σε ξένες ή μεικτές ιδιωτικές επιχειρήσεις, παίζοντας το ρόλο του επιστάτη. Είναι πολύ καλοί στο να διοχετεύουν προς τα κάτω και να εφαρμόζουν τις εντολές που δίνουν τα αφεντικά τους.

Οι συνέπειες - άμεσες και μακροπρόθεσμες - στο λαό και τη χώρα δε φαίνεται να τους ενδιαφέρουν, καθώς οι δικοί τους τραπεζικοί λογαριασμοί φουσκώνουν από τα κόκαλα που τους ρίχνουν τα αφεντικά.

Εντυπωσιάζονται και επικροτούν την ανάρτηση μεγάλων διαφημιστικών πινακίδων που πληγώνουν τη θέα σε μια πόλη, η οποία μπορεί να είναι από τις πιο όμορφα δομημένες στην Ευρώπη. Πινακίδες π.χ. πετρελαιοειδών με τη φάτσα του «απολιθωμένου» Τζέι Αρ του ξεχασμένου για εμάς «Ντάλας», που μάλλον βρήκε άλλη μια τηλεοπτική αγορά για να διοχετευτεί. Για αυτούς τους Ρουμάνους τέτοιες καταστάσεις αντιπροσωπεύουν την «πρόοδο» και το ρουμανικό «εκσυγχρονισμό».

Από κάτω τους, μια μερίδα ανθρώπων που απασχολείται στις λεγόμενες υπηρεσίες (ξεναγοί και «κορίτσια συνοδοί»). Παλεύουν για την καλύτερη δυνατή εξυπηρέτηση των ξένων που επισκέπτονται τη χώρα. Στα ξενοδοχεία, στους διαδρόμους, κοιτάζουν από μακριά το διερχόμενο επισκέπτη, περιμένοντας πότε θα τους προσέξει κι αυτός για να τον χαιρετήσουν. Οπως οι νεοσύλλεκτοι μπροστά στον κάθε τυχάρπαστο υπαξιωματικό.

Ακριβώς επειδή έρχονται σε επαφή με ξένους, εξασφαλίζουν καλύτερα μεροκάματα, φιλοδωρήματα και σχηματίζουν ένα ενδιάμεσο στρώμα. Το βαλάντιό τους τους επιτρέπει κατόπιν οικονομιών και θυσιών να αγοράσουν κορεάτικα αυτοκίνητα. Ιδίως μοντέλα που δεν κυκλοφορούν πλέον στη δυτική ευρωπαϊκή αγορά. Ακόμα και μοντέλα που δεν κυκλοφόρησαν ποτέ εκεί, επειδή κρίθηκαν μη ανταγωνιστικά. Αλλά η Ρουμανία τους πέφτει μια χαρά. Κάποιες αυτοκινητοβιομηχανίες βρήκαν χώρο για να διοχετεύσουν αυτοκίνητα, που δύσκολα θα μπορούσαν να πουλήσουν στον καπιταλιστικά αναπτυγμένο κόσμο.

Κρύβοντας την πραγματικότητα

... είτε κουβαλώντας τη με καλάθια, η ζωή είναι τυραννική για τους ηλικιωμένους
... είτε κουβαλώντας τη με καλάθια, η ζωή είναι τυραννική για τους ηλικιωμένους
Οι Ρουμάνοι είχαν ένα «δαίμονα». Τον μεσαιωνικό Βλαντ τον Ανασκολοπιστή, οι αιματηρές συνήθειες του οποίου στον αγώνα του κατά των Οθωμανών, οι λαϊκές δοξασίες και η φαντασία Δυτικών συγγραφέων και σκηνοθετών έκαναν το «Δράκουλα» μεγάλη τουριστική ατραξιόν και μέσο κέρδους για τους κατοίκους των Καρπαθίων.

Οι σημερινές ιδιαίτερα αυξημένες ανάγκες για λέι, άρα και οι ανάγκες για καλόπιασμα των πλούσιων τουριστών που επισκέπτονται τη χώρα και θέλουν να ακούσουν ό,τι τους ικανοποιεί, οδηγούν σε αναζήτηση και νέων, σύγχρονων δαιμόνων. Ετσι, στη Ρουμανία για όλα φταίει ο Τσαουσέσκου. Για ό,τι έκανε ή δεν έκανε.

Φυσικά, κριτική και μπορεί και χρειάζεται να γίνει. Ομως η προσπάθεια και οι απόψεις κάποιων Ρουμάνων είναι περίπου εξ ορισμού γραφικές. Ορισμένα παραδείγματα:

Οικοδομήθηκε ένα τεράστιο κτίριο που προοριζόταν ως κυβερνείο και σήμερα φιλοξενεί τις ανάγκες της ρουμανικής Βουλής. Σημειωτέον ότι οι σημερινοί κυβερνώντες έχουν καταντήσει να νοικιάζουν χώρους του μεγάρου για εκδηλώσεις, συνέδρια και πανηγύρια, αναζητώντας το χρήμα.

Λέγεται, λοιπόν, ότι για να βρεθεί ο χώρος για την ανέγερσή του και με πρόσχημα το σεισμό του 1977 και τις ζημιές σε διάφορα σπίτια, αυτά παρουσιάστηκαν ως ετοιμόρροπα. Για να γκρεμιστούν χωρίς την αντίδραση του - σταθερά εμφανιζόμενου ως «θύμα» - λαϊκού παράγοντα.

... ηλικιωμένες γυναίκες καθαρίζουν πεζοδρόμια για πενιχρά μεροκάματα
... ηλικιωμένες γυναίκες καθαρίζουν πεζοδρόμια για πενιχρά μεροκάματα
Αποσιωπάται το γεγονός ότι ο σεισμός, έντασης 7,2 βαθμών της κλίμακας Ρίχτερ, άφησε πίσω του 33.000 γκρεμισμένα κτίρια και 34.000 άστεγες οικογένειες. Περίπου 1.600 νεκρούς και 11.300 τραυματίες. Την ίδια περίοδο σεισμός έπληξε και τη Θεσσαλονίκη. Στη Ρουμανία όλοι οι άστεγοι τακτοποιήθηκαν σε διαμερίσματα σε περίπου μια εβδομάδα, αποτέλεσμα της πολιτικής λαϊκής στέγης που εφαρμοζόταν. Στη Θεσσαλονίκη, η αποκατάσταση πήρε πολλούς μήνες. Και μπορούμε να δούμε και τη σημερινή κατάσταση με τους σεισμόπληκτους της Αθήνας του 1999 να στριμώχνονται ακόμα σε κοντέινερ και να πεθαίνουν από τη ζέστη, επειδή το ηλεκτρικό ρεύμα είναι πολύ ακριβό για να χρησιμοποιήσουν το κλιματιστικό. Εχουμε την εντύπωση ότι αν γίνει σήμερα σεισμός στο Βουκουρέστι, η κατάσταση θα θυμίζει το χάλι της ευρωπαϊκοενωσίτικης ελληνικής πρωτεύουσας.

Ασκείται κριτική επειδή επί προσπάθειας οικοδόμησης σοσιαλισμού γκρεμίστηκαν πολλές θεαματικές βίλες, προκειμένου να εξοικονομηθεί χώρος για την έγερση κατοικιών αξιοπρεπών για τα λαϊκά στρώματα, σε εφαρμογή ακριβώς αυτού του προγράμματος ανάπτυξης λαϊκής στέγης. Εμειναν κάποιες τέτοιες βίλες, προκειμένου να φιλοξενούν τις διπλωματικές αποστολές. Οπωσδήποτε, αν έμεναν και οι βίλες που γκρεμίστηκαν, θα λέγονταν πολλά π.χ. «για τον κοσμάκη που έψαχνε σπίτι για να ζήσει και τη νομεκλατούρα που καλοπερνούσε στις βιλάρες...».

Αυτή η «κριτική» και η αναπαραγωγή της έχουν το σκοπό τους. Αποκρύπτουν την προηγούμενη - ομολογουμένως δύσκολη - κατάσταση, τη σημερινή κατάντια και τα αίτιά της. Ειδικότερα:

Στην προηγούμενη κατάσταση και στην προσπάθεια ανάπτυξης της υλικοτεχνικής βάσης του σοσιαλισμού, η Ρουμανία είχε να επιδείξει το πρόσωπο μιας βιομηχανικοαγροτικής χώρας με ολόπλευρα αναπτυγμένη βιομηχανία. Ανάπτυξη της κτηνοτροφίας. Βαριά βιομηχανία κατασκευής εργαλειομηχανών, αυτοκινήτων και τρακτέρ. Ναυπήγησης πλοίων μεγάλης χωρητικότητας. Κατασκευής σιδηροδρομικών ηλεκτραμαξών και ντιζελαμαξών. Τεχνολογικού εξοπλισμού για την πετρελαιοβιομηχανία, την ενεργειακή και χημική βιομηχανία.

Στήθηκαν μεγάλοι υδροηλεκτρικοί σταθμοί. Τέθηκαν και λειτούργησαν οι υποδομές για την εκμετάλλευση των κοιτασμάτων πετρελαίου και φυσικού αερίου, που εντοπίζονται κύρια στην προ των Καρπαθίων περιοχή. Των κοιτασμάτων γαιανθράκων, σιδηρομεταλλεύματος και βωξιτών, χαλκού, χρυσού και ορυκτού άλατος. Περίπου το μισό του εδάφους καλλιεργήθηκε, με αγρούς, οπωρώνες και αμπέλια.

Σήμερα;

Εκμετάλλευση και απολύσεις

Σήμερα όλος αυτός ο πλούτος παραδίδεται στα χέρια των ντόπιων και ξένων ιδιωτών μεγαλοκαρχαριών, που σπεύδουν να καταληστεύσουν το λαό και τον τόπο. Οι υποδομές που κατασκευάστηκαν στο προηγούμενο καθεστώς παραδίδονται έναντι πινακίου φακής στους ξένους «επενδυτές», που πλουτίζουν εκμεταλλευόμενοι τον ιδρώτα του ρουμανικού λαού. Τον ιδρώτα όπως αποτυπώθηκε τα προηγούμενα χρόνια σε εργοστάσια, ναυπηγεία, αγροκτήματα. Και αυτόν τον ιδρώτα το σημερινό, εκεί όπου για ένα κομμάτι ψωμί δουλεύουν νυχθημερόν επιστήμονες για να αυγαταίνουν τα πλούτη της οικονομικής ολιγαρχίας.

Για παράδειγμα ελληνικές τράπεζες ανοίγουν υποκαταστήματα στο Βουκουρέστι και σε άλλες ρουμανικές πόλεις, προσλαμβάνοντας για τα γκισέ γλωσσομαθείς επιστήμονες Ρουμάνους. Δίνοντάς τους ούτε τα μισά από όσα θα έπαιρνε ένας Ελληνας συνάδελφός τους, αντίστοιχων προσόντων, αλλά περισσότερα από τους μισθούς πείνας που με τα χίλια ζόρια εξασφαλίζουν οι λοιποί Ρουμάνοι. Ελληνες στελέχη αυτών των τραπεζών κομπάζουν για την επιλογή των αφεντικών τους να επενδύσουν σε αυτή τη χώρα των 23 εκατομμυρίων κατοίκων, επενδύσεις που μπορούν να φέρουν μεγάλα κέρδη.

Το υψηλό επιστημονικό επίπεδο που απόκτησε τα προηγούμενα χρόνια η Ρουμανία φαίνεται και στις λεγόμενες νέες τεχνολογίες. Ελληνικές επιχειρήσεις που θέλουν να «στήσουν» διαδικτυακές πύλες, τα λεγόμενα portals, προσλαμβάνουν Ρουμάνους τεχνικούς, επειδή ξέρουν ότι και τη δουλιά γνωρίζουν καλά, και με λιγότερα χρήματα θα δουλέψουν.

Και φυσικά, η ιδιωτική επιχειρηματική δραστηριότητα, ξένη ή ρουμάνικη, μπορεί να παρουσιάζεται από την ολιγαρχία ως μάννα εξ ουρανού, αλλά οι εργαζόμενοι ήδη γνωρίζουν από πρώτο χέρι τι εστί «καπιταλισμός».

Στο δρόμο

Ενα από τα πλέον χαρακτηριστικά παραδείγματα είναι η περίπτωση της «Romtelecom», του ρουμάνικου δημόσιου Οργανισμού Τηλεπικοινωνιών, που σε ποσοστό 36% εξαγοράστηκε από τον ΟΤΕ. Η πολιτική που ακολούθησαν Ρουμάνοι και Ελληνες συνεταίροι οδήγησε σε συνεχείς αυξήσεις τελών, αλλά και απολύσεις προσωπικού.

Σύμφωνα με τα επίσημα στοιχεία, τα δυόμισι τελευταία χρόνια τα έσοδα ανά συνδρομητή αυξήθηκαν από 2 σε 5,6 εκατομμύρια λέι και ανά εργαζόμενο από 148 σε 510 εκατομμύρια λέι. Το 2000 τα κέρδη προ φόρων έφτασαν τα 71,4 εκατ. δολάρια ΗΠΑ. Το ρουμανικό δημόσιο έβαλε στα ταμεία του από μέρισμα και έσοδα από τη φορολόγηση των κερδών 47 εκατ. δολ. Ο ΟΤΕ από το μέρισμα κέρδισε 8 εκατ. δολ.

Επ' ουδενί αυτά τα χρήματα δε χρησιμοποιήθηκαν προς όφελος των εργαζομένων. Η ακόρεστη όρεξη των μετόχων για όλο και μεγαλύτερα κέρδη, για όλο και μικρότερο κόστος, οδήγησαν τα προηγούμενα χρόνια σε χιλιάδες απολύσεις και μείωση του προσωπικού κατά 20%. Το 1998 οι εργαζόμενοι στη «Romtelecom» ανέρχονταν σε περίπου 49.000, για να μειωθούν σήμερα σε 40.000 και να αναμένονται στα τέλη του χρόνου σε 37.000. Υπάρχει δε συμφωνία με τη ρουμανική κυβέρνηση για ετήσια μείωση προσωπικού κατά 10%, ενώ ο στόχος όπως ορίζεται και από στελέχη του ΟΤΕ είναι στα επόμενα πέντε χρόνια το προσωπικό να μειωθεί σε 25.000.

Για τις δε τιμές, είναι χαρακτηριστικό το γεγονός ότι η θυγατρική της «Romtelecom», «Cosmorom», που δραστηριοποιείται στην κινητή τηλεφωνία, χρεώνει τις υπηρεσίες της περίπου 30 σεντς το λεπτό. Δηλαδή, περίπου 120 δραχμές, σε μια χώρα όπου ο μέσος μισθός δεν ξεπερνά τα 120 δολάρια το μήνα.



Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ