Επειδή η γνώση είναι η κινητήριος δύναμη για να παλέψουν οι άνθρωποι και να πάνε την κοινωνία προς τα μπρος, διαλέξαμε αποσπάσματα από το επίκαιρο βιβλίο της Λιλής Ζωγράφου «Αντιγνώση - τα δεκανίκια του καπιταλισμού» (εκδ. «ΑΛΕΞΑΝΔΡΕΙΑ») που θα διαφωτίσουν τη σκέψη μας. Η συγγραφέας αναφέρει σε ένα σημείο, προλογίζοντας το βιβλίο: «Με το δοκίμιο τούτο θα πληγώσω σίγουρα μια μερίδα ανθρώπων που, γεμάτοι καλή πίστη, είναι δεμένοι με το χριστιανισμό. Και λυπούμαι ειλικρινά γι' αυτό. Γιατί ενώ ξεκίνησα γεμάτη αγανάκτηση και θυμό τη γραφή του βιβλίου μου, μου συνέβη μια βαθιά και ουσιαστική αλλαγή. Ενιωσα να γίνομαι καλή. Γλύκαναν μέσα μου οι πηγές της ζωής και της σκέψης. Πλημμύρισα τρυφεράδα και επιείκεια για τους ανθρώπους. Ως τώρα η αγάπη μου γι' αυτούς ήταν σκληρή, απαιτητική. Δεν τους συχωρούσα την ευπιστία τους. Αλλά σιγά - σιγά, όσο προχωρούσα στη μελέτη και τη γραφή της Αντιγνώσης, γέμιζα τρόμο και συμπόνια. "Δε μένει, λοιπόν, καμιά ελπίδα για τον άνθρωπο", αναρωτιόμουνα. Ως πότε τα ιδανικά που για χάρη τους θυσιάζεται θα γίνονται όπλα να τον δολοφονούν, αλυσίδες να τον σκλαβώνουν, φυλακές να τις κατοικεί; Κι ως πόσο αντέχει να πληροφορηθεί τούτη την αλήθεια; Αλλά την ίδια στιγμή αποφάσιζα πως η ίδια αλήθεια που αφαιρεί μιαν ελπίδα, γεννά μια καινούρια».
Η γέννηση του θείου Βρέφους σ' ένα Σπήλαιο είναι σταθερό στοιχείο και του μύθου και της λατρείας του... Αν το θείο Βρέφος γεννιέται σταθερά σ' ένα Σπήλαιο, είναι γιατί στα σπήλαια γεννιόνταν αλλοτινά και τ' ανθρώπινα βρέφη... Τα Σπήλαια συνδέονται και με τα όργια της μαιναδικής λατρείας. Η μνήμη του ανακρατιέται από τη μυητική λειτουργία του Σπηλαίου, τόπου των παλιγγενεσιακών Μυητικών Τελετών, κι από τη σχέση του με τη Μητέρα θεά, που 'ναι μορφή της σαν Πύλης, καθώς κι εκείνο των Δύο Κόσμων. Προβολή των παιδιών που ξαναγεννιούνται από το Σπήλαιο της θεάς, το θείο Βρέφος γεννιέται από τη θεά σ' ένα Σπήλαιο μέσα.
Κατά την πρώτην, εγεννήθη ο Οσιρις και μόλις εγεννήθη ταυτόχρονα ακούστηκε άνωθεν ισχυρά φωνή ότι ο κυρίαρχος των όλων έρχεται στο φως... Ο Παμύλης, που έβγαζε νερό από το ναό του Δία, άκουσε φωνή να τον διατάσσει ν' αναγγείλει μεγαλόφωνα, ότι ο Οσιρις εγεννήθη, ο μέγας βασιλεύς, ο ευεργέτης.
Και ο Μίθρας γεννιέται χωρίς άλλους μάρτυρες παρά βοσκούς. Ετσι εξηγείται γιατί προτιμήθηκαν οι βοσκοί στο χριστιανικό μύθο, μια και ξέρουμε ότι ο Μίθρας ήταν σύγχρονος και επικίνδυνος ανταγωνιστής του Εβραίου Σωτήρα μας!
Τελικά, το άστρο που παρουσιάζεται στη Βηθλεέμ για να οδηγήσει τους Μάγους, είναι το τελευταίο από αμέτρητες φεγγοβολές και άστρα που επισήμαναν τη γέννηση θεών, πριν χιλιετίες. Από τη λαμποκοπή του σπηλαίου της Κρήτης που δίνει μια μεγάλη φωτιά, μια φορά το χρόνο, από το λόχιο αίμα της Ρέας που γεννάει τον Δία, ως τον Διόνυσο «που η φωτιά σημαδεύει τη Θεία Γέννηση όσο και η λαμποκοπή που αναδίνεται από τον τόπο της κι απ' το κορμί του Θείου βρέφους» στον Ολυμπο.
Ο βοσκός που βρήκε βρέφος τον Ασκληπιό, είδε ν' αστράφτει από το κορμί του λαμποκοπή, που γύρισε το πρόσωπό του.
Ενα αστέρι πέφτοντας σ' ένα σπήλαιο οδηγεί τους Μάγους εκεί για να βρούνε, σ' ένα νιογέννητο, το σωτήρα βασιλιά, την ενσάρκωση του Μίθρα. Είναι το ίδιο αστέρι - θα μας πει ο Λεκατσάς - που μεταφέρεται στον ουρανό της Ιουδαίας κι οδηγεί τους Μάγους ξανά στο Βηθλεεμικό θείο Βρέφος. Για να καταλήξει στην άποψη ότι «Σύστοιχος χαρακτήρας του Θείου Βρέφους, είναι να φεγγοκοπά από μόνο του, διάφεγγο από τη φλόγα της φεγγαρικής του ουσίας... Η φεγγαρική λαμποκοπή του θείου Βρέφους μεταφέρεται σε λογής κοσμοβόητα βρέφη. Ο Κάιν ήταν παιδί φωτεινό... που ξηγιέται από το φεγγαρικό χαρακτήρα της Εύας. Από το μύθο βέβαια δεν μπορεί να υστερήσει ο Μωυσής που, για τους ραβινικούς θρύλους, το σπίτι πλημμύρισε με φως την ώρα της γέννησής του».
Οι Ρωμαίοι που, στην αφύπνισή τους, βρίσκουν έτοιμες κοσμογονικές ανακαλύψεις (όπως τη συμβολή του σερνικού στη γονιμοποίηση) «βλέπουν τον Σέρβιο Τύλλιο να γεννιέται από 'να φλόγινο φαλλό που βγαίνει από την εστία». Οταν ο Σέρβιος ήταν παιδί φεγγοκοπούσε το κεφάλι του σαν κοιμόταν, θα πει ακόμα ο Πλούταρχος.
Ο μεγάλος κατηγορούμενος «Ελλην» ή Εθνικός ή απεχθής Ειδωλολάτρης, τα πάντα με σοφία έζησε, όπως λίγο - πολύ ζούσαν και όλοι οι πρωτόγονοι λαοί της Γης. Είχε οργανώσει τη ζωή του σύμφωνα με το ρυθμό της Φύσης. Οι παραδόσεις, οι γιορτές και τα έθιμά του, στέρεα δεμένα με την αλάθητη λειτουργία της, χρειάζονταν, προκειμένου ν' αντικατασταθούν, μια εφευρετικότητα και φαντασία, αν όχι της ηλικίας του ελληνικού πολιτισμού, αλλά της σοφίας του οπωσδήποτε. Από χιλιετίες ο χρόνος και ο άνθρωπος ταυτίζονταν με λογική και συνέπεια αφομοιωμένοι ο ένας μέσα στον άλλον.
Τα Κάλαντα λοιπόν του Αϊ-Βασίλη και των Χριστουγέννων, είναι «αι Καλένδαι Ιανουαρίου» των ειδωλολατρών, εκδήλωση των Πυανεψίων. Η ονομασία κρατά από τo μήνα Πυανεψώνα. Ο Πυανεψών αντιστοιχούσε στο δικό μας μισό του Οκτώβρη και πρώτο μισό του Νοέμβρη. Τα Πυανέψια, προς τιμήν της Σκιράδος Αθηνάς και του Απόλλωνα, και πολύ αργότερα του Διόνυσου, γιόρταζαν τη γονιμότητα του χρόνου που έφευγε και τη συνέχιση της γονιμότητας, του ερχόμενου χρόνου που άρχιζε κείνη τη μέρα: τη Νουμηνεία, η δική μας Πρωτοχρονιά. Η πρώτη μέρα (η δική μας Παραμονή) περνούσε με την ανταλλαγή δώρων από οικογένεια σε οικογένεια και με πλουσιοπάροχα τραπέζια. Το βράδυ όλος ο κόσμος βρίσκεται στους δρόμους, τραγουδώντας και χορεύοντας. Το έθιμο έρχεται κατευθείαν από τα Πυανέψια και της «περιφοράς από οικίας εις οικίαν κλάδων ειρεσιώνης (ελιάς) περιετυλιγμένων με έρια και απαρχάς καρπών, προσφοραί τω Ηλίω και ταις Ωραις, υπό παίδων αδόντων άσμα δι' ο εφιλοδωρούντο υπό των οικοδεσποτών». Μόλις ξημερώσει οι πόρτες όλων των σπιτιών είναι στολισμένες με κλάδους δάφνης, στεφάνια κ.τ.λ. όλοι καταστόλιστοι «εκ πορφύρας» συνοδεύουν τους άρχοντας στους ναούς, τραγουδώντας και με λαμπάδες που φωτίζουν την πόλη. Οι δε υπηρέτες των αρχόντων σκορπούν λεφτά στον όχλο. Τη μέρα αυτή την περνούν όλοι στα σπίτια τους που παίζουν κύβους (ζάρια), δούλοι και αφεντικά. Και δε δουλεύουν ούτε οι δούλοι, που κι αν μεθύσουν ακόμη, δεν τιμωρούνται!
Qλο το διήμερο των γιορτών της Πρωτοχρονιάς, που λεγόταν Κάλαντα, και τον ενθουσιασμό που προκαλούσαν στο σύνολο του ειδωλολατρικού κόσμου, οι ειδωλολάτρες το μεταφέρουν στη βυζαντινή εποχή μετά μανίας διόλου χριστιανικής. Πράγμα που προκαλεί την αγανάκτηση του Χρυσόστομου, στο τέλος του 4ου προς τον 5ο αιώνα, που είναι πατριάρχης στην Αντιόχεια.
Παρ' ολ' αυτά, «οι προθύμως ασπασθέντες τον χριστιανισμόν» δεν το βάζανε κάτω. Οπότε πλέον η 6η Οικουμενική Σύνοδος στα 692, καταδίκασε και απαγόρευσε διά του 62ου κανόνος «τας εορτάς και πανηγύρεις ευωχίας των Εθνικών κατά την 1ην Ιανουαρίου, τας καλουμένας Καλένδας Ιανουαρίου».
Η Μεγάλη Ελληνική Εγκυκλοπαίδεια έχει τέτοιο σεβασμό στην αλήθεια και στο κοινό που δεν αναφέρει τις ρίζες των Καλάντων και προσπαθεί να μας πείσει πως πρόκειται για έθιμο βυζαντινής προέλευσης. Και το έθιμο μπορεί να το 'πνιξε ο μαϊμουδισμός μας και η νεοπλουτιστική τάση μας να υιοθετούμε τόσο δουλικά έθιμα, απαρνούμενοι δικά μας, που δεν κατάφερε να τα ξεριζώσει όλη η αιματοβαμμένη βία του Βυζαντίου και της Τουρκοκρατίας. Οσοι μεγαλώσαμε σε επαρχία ζήσαμε αυτή τη λαμπρότητα και τον πλούτο της γιορτής της Πρωτοχρονιάς, κατά τις περιγραφές, ως τον δεύτερο παγκόσμιο πόλεμο.
Ετσι δίδεται και μια εξήγηση στο γιατί η Καθολική Δύση ρίχνει όλο της το γιορταστικό βάρος στα Χριστούγεννα, ενώ η πρωτοχρονιά περνά τελείως απαρατήρητη. Η Δύση και το φράγκικο κράτος ειδικά, που συγκροτείται στο έβγα του 9ου αιώνα (στις 25/12 του 800 ο Πάπας στέφει στον Αγιο Πέτρο της Ρώμης τον πρώτο Γάλλο αυτοκράτορα, τον Καρλομάγνο) καταπίνει, παρθένο καθώς είναι από παλιότερες ρίζες, όλο το αντιελληνικό πνεύμα του παπισμού, που ταυτιζόταν σε νοοτροπία με τον ιουδαϊκό φανατισμό.
Αλλά για να ξαναγυρίσουμε στην εποχή που μας ενδιαφέρει, ο Πυανεψιώνας μήνας ήταν γεμάτος παρόμοιες γιορτές στην αρχαία Αθήνα: Τα κυβερνήσια, τα Οσχοφόρια, Θεσμοφόρια, Απατούρια, Χαλκεία, Επιτάφια, είχαν περίπου τις ίδιες εορταστικές εκδηλώσεις. Νέοι στολισμένοι με κλαδιά ελιάς ή αμπελιού κατάφορτα με σταφύλια (Οσχοφόρια) περιδιάβαιναν τα σπίτια, τραγουδούσαν, κι έβρισκαν παντού στρωμένα τραπέζια, ιδιωτών ή του Δήμου.
Αφού λοιπόν, παρ' όλες τις απαγορεύσεις, οι παραδόσεις και τα έθιμα επιβίωναν, όπως η ίδια η Φύση και η ζωή, οι παμπόνηροι Πατέρες σοφίστηκαν ένα τέχνασμα: Σφήνωσαν στην καρδιά των βαθιά θεμελιωμένων ειδωλολατρικών εορτών δικές τους εφευρέσεις κι επέτειους: Τα Εισόδια της Θεοτόκου στις 21 του Νοέμβρη που γίνονταν οι σημαντικότερες ειδικές γιορτές των Πυνεψίων, όπως οι Χύτροι. Κι ακολουθούν τα Χριστούγεννα, πρώην γενέθλια του Μίθρα, Αι- Βασίλης, Θεοφάνεια. Ετσι με λίγη παραπάνω πίεση - κι είχαν μεγάλη ειδικότητα στην άσκησή της - οι χριστιανικές γιορτές βίασαν τη γιορταστική παραδοσιακή διάθεση του ειδωλολατρικού κόσμου.
Ενας αγώνας αμείλικτος ξεσπά μεταξύ πολιτισμού και «αγίων», που φθονούν μια ακτινοβολία που δε θα εκπέμψουν ποτέ, πολύ φυσικό άλλωστε, μια και δεν παρακινούνται από καμιά έμπνευση ή αγάπη, αλλά εξυπηρετούν πολιτικές σκοπιμότητες, μισαλλόδοξα συμφέροντα και βλέψεις αιώνων. Ιδέες και θεοί, άνθρωποι κι απάνθρωποι, πνεύμα και συμφέροντα, όλα κουβαριασμένα, καβάλα το 'να πάνω στ' άλλο, αλληλοεξοντώνονται, αλληλοεκτοπίζονται, ή υποτάσσονται στην εγκληματικότητα των μεν ή τo ακατάλυτο πείσμα των άλλων, κι όλα, πάνω στο σώμα της Αγίας, που ξεκοιλιάζουν, της μοναδικής που ξέρω και προσκυνώ, της Ελλάδας.
Μη ναρκισσευόμαστε, ωστόσο, πως χάρη στην αντίδραση μόνο πέρασε η πεμπτουσία της ειδωλολατρίας στο χριστιανισμό και, μάλιστα, πίσω από την πλάτη των Εβραιο-χριστιανών. Μην ξεχνούμε πως «στάθηκε πάντα φροντίδα των κατακτητών λαών, να στερεώνουν τη θέση τους, υιοθετώντας τις λατρείες των καταχτημένων», λέει πολύ σωστά ο G. Thomson.
«Φεύγουμε! - Πώς φεύγουμε; Δεν ήθελε κανείς να το πιστέψει. Εκείνο το βράδυ κιόλας θ' άρχιζε σύμφωνα με τη διαταγή η εκκένωση της Αθήνας. Ως το πρωί τα τμήματα έπρεπε να βρίσκονται έξω από την πόλη. Θα πιάνανε θέσεις στο Τατόι. Σε δυο ώρες φύγανε κιόλας οι πρώτες ομάδες από το τμήμα του Νώντα. Αλλα τμήματα θα 'μεναν να καλύψουν τους οπισθοχωρούντες σε περίπτωση που θα τους έπαιρναν χαμπάρι οι Εγγλέζοι. Το σχέδιο ήταν να φύγουν αθόρυβα, έτσι που το πρωί ο εχθρός να βρει τα οδοφράγματα άδεια. Σκίσαν ένα σεντόνι και γράψανε με ντοματοπελτέ: ΖΗΤΩ Ο ΛΑΟΣ ΤΗΣ ΑΘΗΝΑΣ. ΘΑ ΞΑΝΑΡΘΟΥΜΕ».
Κυκλοφορεί από τη «Σύγχρονη Εποχή».
Ετσι προλογίζουν τα ίδια τα παιδιά την πραγματικά απίστευτα εξαιρετική δουλειά τους:
Φίλοι μας σε όλο τον κόσμο,
Είμαστε μαθήτριες και μαθητές του 70ού Δημοτικού Σχολείου Αθήνας στην Ακρόπολη.
Από τις αίθουσες και την αυλή του Σχολείου μας αντικρίζουμε την Ακρόπολη, τον Παρθενώνα και τα Αγάλματα που βρίσκονται στο νέο Μουσείο, δίπλα μας.
Μιλάμε μαζί τους. Τα ξέρουμε με τα μικρά τους ονόματα.
Μιλάνε κι εκείνα σ' εμάς. Μιλάνε στην καρδιά και στη σκέψη μας.
Ομως κάποια λείπουν. Στη θέση τους υπάρχουν αντίγραφα από γύψο, άψυχα, ξένα για εμάς. Δεν μας ακούνε, δεν μας μιλάνε. Τα αληθινά βρίσκονται κάπου αλλού, μακριά μας.
Ζητάμε να γυρίσουν πίσω, κοντά μας.
Να γυρίσουν στο σπίτι τους, απέναντι στο Σχολείο μας.
Να γυρίσουν στο Φως που τα γέννησε.
Αθήνα, Ανοιξη του έτους 2010
«Τα γειτονόπουλα της Ακρόπολης»