Εχουμε μπροστά μας κάτι περισσότερο από 40 μέρες. Οχι πολλές αν αναλογιστούμε τους όρους και τις συνθήκες υπό τις οποίες θα διεξαχθεί αυτή η μάχη, τα σύνθετα καθήκοντα που πρέπει να εκπληρωθούν. Αρκετές όμως, αν αξιοποιηθούν ως το τελευταίο τους λεπτό, από όλους και τον καθένα ξεχωριστά, με τον τρόπο που οι κομμουνιστές δίνουν τις μάχες τους.
Η εμπειρία των βουλευτικών εκλογών είναι ακόμα πολύ νωπή. Κρατάμε, αξιοποιούμε, διευρύνουμε τα θετικά της σημεία. Αντιμετωπίζουμε έγκαιρα τις αδυναμίες και τις παραλείψεις. Η δουλιά άνθρωπο τον άνθρωπο, σπίτι το σπίτι, η σύσκεψη που οδηγεί σε νέες συσκέψεις αποδείχτηκαν αποτελεσματικές μορφές δουλιάς που ανοίγουν δρόμους στην επαφή μας με πλατύτερο κόσμο, στην ενεργοποίηση στο πλευρό του Κόμματος των φίλων του. Επενδύουμε ξανά σ' αυτόν τον τρόπο δουλιάς χωρίς χρονοτριβές. Επιδίωξή μας να διευρύνουμε την πολιτική επιρροή του Κόμματος και να εκφραστεί πιο μαζικά, πιο μαχητικά και στις ευρωεκλογές.
Ζητάμε αποφασιστικά τη λαϊκή ψήφο. Και τη ζητάμε, γιατί είναι η μόνη ψήφος που θα πέσει στην κάλπη και συγχρόνως θα βαρύνει στη ζυγαριά υπέρ της συσπείρωσης, της πολιτικής συμμαχιών στην Ελλάδα και την Ευρώπη σε όφελος των λαϊκών στρωμάτων, της ενδυνάμωσης του κινήματος, του να μείνει ανοιχτή μια ελπιδοφόρα προοπτική για το λαό προς την κατεύθυνση της ανατροπής της σημερινής πολιτικής στην Ελλάδα, της ανατροπής της εξουσίας των μονοπωλίων, για τη λαϊκή εξουσία. Τη ζητάμε ακόμη γιατί είναι η μόνη ψήφος που θα δυναμώσει τη δράση μέσα και έξω από το Ευρωκοινοβούλιο, για τη διεκδίκηση μέτρων ανακούφισης της ζωής των εργαζομένων, μέτρων που να ικανοποιούν τις ανάγκες της εργατικής τάξης και των άλλων λαϊκών στρωμάτων.
«Μαύρο» σ' αυτή την πολιτική σημαίνει «κόκκινο» στην κάλπη της 13ης Ιούνη. Οτιδήποτε άλλο θα είναι απλά συγκατάθεση και επιβράβευσή της. Ψήφοι υπέρ του ΠΑΣΟΚ, της ΝΔ και του ΣΥΝ αντικειμενικά ενισχύουν την Ευρωπαϊκή Ενωση, αφού ούτε θέλουν ούτε μπορούν να αντιπαρατεθούν στις στρατηγικές της επιλογές. Απεναντίας, ΠΑΣΟΚ και ΝΔ συμμετέχουν στη χάραξη και την εφαρμογή τους, ενώ ο Συνασπισμός συναινεί, συγκαλύπτει το ρόλο και το χαρακτήρα της, συμβάλλει στην ενδυνάμωσή της στηρίζοντας και τις πλέον οφθαλμοφανείς αντιλαϊκές επιλογές της όπως π.χ. η συγκρότηση του ευρωστρατού.
Καμία περίοδο χάριτος δε δίνει στην καινούρια κυβέρνηση η ηγεσία των βιομηχάνων, αξιώνοντας χειροπιαστά δείγματα γραφής της «νέας πολιτικής» που τους είχε υποσχεθεί ο Κ. Καραμανλής. Λες και η εφαρμοζόμενη πολιτική δε συνεχίζει να «δουλεύει» για τη μεγιστοποίηση των κερδών τους. Κραυγαλέο παράδειγμα τα απίστευτα κέρδη των τραπεζών το πρώτο τρίμηνο του 2004, με πρώτη την Alpha Bank με την εξωφρενική αύξηση κερδοφορίας σε ποσοστό 65%!!!
Μάλιστα ο Οδ. Κυριακόπουλος φρόντισε να βάλει, έμμεσα πλην σαφώς, ένα τελεσίγραφο στην κυβέρνηση: Μέχρι τα τέλη του Μάη, οπότε θα πραγματοποιηθεί η ετήσια γενική συνέλευση του Συνδέσμου, η κυβέρνηση να είναι σε θέση να εξαγγείλει συγκεκριμένα μέτρα «για την ανάπτυξη και την τόνωση της επιχειρηματικότητας».
Η κυβέρνηση έχει αναλάβει να συνεχίσει τη διαχείριση του προϋπολογισμού του 2004 που κληρονόμησε από την κυβέρνηση Σημίτη, παραπέμποντας στον προϋπολογισμό του 2005 τις «τομές» που η ίδια θα επιφέρει. Παράλληλα, φορολογική και «αναπτυξιακή» πολιτική (διάβαζε κίνητρα στο κεφάλαιο), έχουν μετατεθεί για το φθινόπωρο.
Φυσικά, η κυβέρνηση δε μένει άπραγη. Προετοιμάζοντας πυρετωδώς τη «δική της» πολιτική, η προσοχή της είναι στραμμένη στο πώς θα την επιβάλει, χωρίς να προκαλέσει ανεπιθύμητες «κοινωνικές συγκρούσεις», αλλά και να μην καταπέσουν οι φιλολαϊκές μάσκες που με τόσους κόπους και δημαγωγία φιλοτέχνησε τα προηγούμενα χρόνια και στην προεκλογική περίοδο.
Κυρίαρχο προπαγανδιστικό ρόλο στην κατεύθυνση του πειθαναγκασμού και της κατασκευής «κοινωνικής συναίνεσης», θα παίξει η περιβόητη απογραφή της οικονομικής κατάστασης του κράτους, η οποία ήδη χρησιμοποιείται για να παρουσιαστεί ως «αναπόδραστη αναγκαιότητα» τόσο τη νέα λιτότητα, όσο και τις σαρωτικές αποκρατικοποιήσεις, που θα αποτελέσουν τα σημεία αιχμής της πολιτικής της. Ηδη, με τη βοήθεια που ζήτησε από τη στατιστική υπηρεσία της ΕΕ (Eurostat), έχει «αποκαλυφθεί» ότι το δημοσιονομικό έλλειμμα έχει ξεπεράσει το απαγορευτικό όριο του 3% που βάζει το Σύμφωνο Σταθερότητας της ΕΕ, πράγμα που σημαίνει την επείγουσα λήψη μέτρων, προκειμένου να αποφευχθούν τα «πρόστιμα» από τις Βρυξέλλες.
Χωρίς η ίδια να συμμετέχει ενεργά και ευθέως, η κυβέρνηση έχει αφήσει να δουλεύει ο γνωστός μηχανισμός προπαγάνδας των συγκροτημάτων των ΜΜΕ, ώστε να ωριμάζει στην «κοινή γνώμη» η ανάγκη για τη λήψη νέων μέτρων.
Η κυβέρνηση γνωρίζει πολύ καλά ότι για την επιβολή της πολιτικής της εργάζεται ολόκληρο το σύστημα, από την ηγεσία του ΠΑΣΟΚ μέχρι τον διοικητή της Τράπεζας της Ελλάδας, την Κομισιόν, το ΔΝΤ και τον ΟΟΣΑ. Ολο αυτό το σύστημα φτιάχνει το κατάλληλο κλίμα, «φωνάζοντας» 24 ώρες το 24ωρο ότι η κυβέρνηση δεν μπορεί να καθυστερεί άλλο την εφαρμογή των «αναγκαίων μέτρων», προς όφελος πάντα της «οικονομίας» και του «γενικού συμφέροντος». Ειδικά η ηγεσία του ΠΑΣΟΚ «αιχμάλωτη» της σκληρής νεοφιλελεύθερης πολιτικής που εφάρμοσε την προηγούμενη δεκαετία, ασκεί πιέσεις και πλειοδοτεί για πιο σκληρά αντιλαϊκά μέτρα, προκειμένου, εκτός των άλλων, να «δικαιώσει» το «μονόδρομο» της πολιτικής της.
Οταν ήταν στην αντιπολίτευση η ηγεσία της ΝΔ χρησιμοποιούσε συστηματικά τις εκθέσεις του διοικητή της ΤτΕ, προκειμένου να «δικαιώσει» την κριτική που ασκούσε στην κυβέρνηση. Προχτές απέφυγε να σχολιάσει τα άγρια και απάνθρωπα μέτρα που προτείνει. Ξέρει όμως ότι ο Γκαργκάνας «δείχνει το δρόμο»...