ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Τετάρτη 1 Οχτώβρη 2003
Σελ. /40
ΕΡΓΑΤΙΚΑ
ΜΙΣΘΟΛΟΓΙΟ ΔΗΜΟΣΙΩΝ ΥΠΑΛΛΗΛΩΝ
Προεκλογικής σκοπιμότητας αλχημείες

Ούτε και χτες ανακοίνωσε καθαρά ο υπουργός Εθνικής Οικονομίας ποιοι θα είναι πράγματι οι μισθοί και ποιες οι κρατήσεις

Ως κίνηση καθαρά προεκλογικής σκοπιμότητας μπορεί να χαρακτηριστεί η χτεσινή συνέντευξη Τύπου που έδωσε ο υπουργός Οικονομίας και Οικονομικών, Ν. Χριστοδουλάκης, σχετικά με τα μισθολόγια των δημοσίων υπαλλήλων και άλλων κατηγοριών των εργαζομένων στο Δημόσιο (όπως εκπαιδευτικοί, γιατροί, υγειονομικοί υπάλληλοι, στα σώματα ασφαλείας κ.ά.).

Ο υπουργός επιχείρησε και πάλι με αλχημείες να εμφανίσει ότι η κυβέρνηση δίνει αυξήσεις στις προαναφερόμενες κατηγορίες, που κυμαίνονται από 5,4% έως 9,8%. Ομως, αυτές οι ανακοινώσεις δεν μπορούν να ληφθούν σοβαρά υπόψη από τη στιγμή που ο υπουργός αποφεύγει συστηματικά όλο αυτόν τον καιρό να καταθέσει μια ολοκληρωμένη πρόταση για το πώς διαμορφώνονται οι νέοι μισθοί και οι κρατήσεις που θα επιβάλλονται σε αυτούς. Μάλιστα, χτες σε ερώτηση δημοσιογράφου για το ποιες και πόσες κρατήσεις θα επιβληθούν σε ποια ποσά, ο υπουργός αρνήθηκε επί της ουσίας να απαντήσει συγκεκριμένα. Είπε μόνο ότι δε θα υπάρχουν κρατήσεις για το ποσό των 176 ευρώ (βέβαια οι κρατήσεις αυτές θα γίνονται μέχρι και το τέλος του 2003 χωρίς να έχει διευκρινιστεί αν θα αποδοθούν στις συντάξεις).

Από την άλλη, τα ποσοστά των μέσων μηνιαίων αυξήσεων που εμφανίζει η κυβέρνηση, με βάση τα στοιχεία που δίνει, αναφέρονται στο σύνολο των αποδοχών και σε αυτά συνυπολογίζει την ωρίμανση των μισθών και την αύξηση που προκύπτει από την εισοδηματική πολιτική του 2004. Δηλαδή, λεφτά που έτσι και αλλιώς θα έπαιρναν οι εργαζόμενοι. Να σημειωθεί ακόμα ότι με το νέο μισθολόγιο η κυβέρνηση καταργεί το επίδομα των 176 ευρώ. Ετσι, όσοι το έχουν πάρει θα το διατηρήσουν ως προσωπική διαφορά ενώ δε θα το πάρουν οι κατηγορίες εργαζομένων για τις οποίες η κυβέρνηση είχε δεσμευτεί στο παρελθόν ότι θα το δώσει. Ενα χαρακτηριστικό παράδειγμα σχετικά με τις κρατήσεις αφορά στο επίδομα εξομάλυνσης το οποίο με το νέο μισθολόγιο ενσωματώνεται στο βασικό μισθό. Επομένως, από την εφαρμογή του νέου μισθολογίου θα υπόκειται σε ασφαλιστικές κρατήσεις. Από την άλλη, η ενσωμάτωσή του δε συντελεί στην αύξηση των συντάξεων γιατί οι τελευταίες υπολογίζονται με βάση τα τελευταία κλιμάκια στα οποία το επίδομα εξομάλυνσης είναι μηδενικό.

Μια άλλη αλχημεία που κάνει η κυβέρνηση είναι ότι με την αλλαγή του τρόπου υπολογισμού των αποδοχών στο νέο μισθολόγιο - φτωχολόγιο τα ποσοστά αύξησης που εμφανίζονται είναι μεγαλύτερα, συγκριτικά με αυτά που θα εμφανίζονταν με τον παλιό τρόπο υπολογισμού για το ίδιο ποσό.

Ακόμα πρέπει να σημειωθεί, ότι χτες ο υπουργός το μόνο που έκανε, στην προσπάθειά του να δημιουργήσει ένα θετικό κλίμα για την κυβέρνηση, είναι να αναλύσει το προ καιρού εξαγγελμένο ποσό των 691 εκατομμυρίων ευρώ που η κυβέρνηση λέει ότι θα δώσει για τα προαναφερόμενα μισθολόγια. Ομως, η κυβέρνηση όλο το προηγούμενο διάστημα άφηνε να εννοηθεί ότι το ποσό αυτό αφορά μόνο στους δημόσιους υπαλλήλους και όχι στο σύνολο των κατηγοριών των εργαζομένων στο Δημόσιο, κάτι που χτες αποκαλύφθηκε ότι δεν ισχύει.

Τέλος, να επισημάνουμε ότι έτσι και αλλιώς οι όποιες αυξήσεις που θα πάρουν οι εργαζόμενοι σε καμιά περίπτωση δεν αντισταθμίζουν την απώλεια εισοδήματος τους κατά 30% που έχουν υποστεί τα τελευταία χρόνια και, φυσικά, δεν ανταποκρίνονται στην κάλυψη των σύγχρονων αναγκών των εργαζομένων.

Τα όρια «αντοχής» της οικονομίας

Ανακοινώθηκαν χτες από τον υπουργό Οικονομίας Ν. Χριστοδουλάκη οι μισθολογικές αυξήσεις που θα δοθούν το 2004 στο σύνολο των εργαζομένων του δημοσίου. Δηλαδή των εκπαιδευτικών πρωτοβάθμιας και δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης, των κληρικών, των υγειονομικών υπαλλήλων στα νοσοκομεία, των μελών ΔΕΠ και καθηγητών ΑΕΙ και ΤΕΙ, των γιατρών του ΕΣΥ, των δικαστικών, του προσωπικού του Νομικού Συμβουλίου του Κράτους, των ιατροδικαστών, των στρατιωτικών και των απασχολούμενων στα Σώματα Ασφαλείας και των διπλωματικών υπαλλήλων. Δημοσιοποιώντας τις κυβερνητικές αποφάσεις, ο επί των Οικονομικών υπουργός της κυβέρνησης του ΠΑΣΟΚ υποστήριξε πως οι αυξήσεις στους μισθούς των εργαζομένων στο δημόσιο (μονοψήφιος αριθμός σε όλες τις περιπτώσεις) «κινούνται στα όρια αντοχής της οικονομίας» και ότι η συνολική δαπάνη για τους μισθούς (μαζί με τα αναδρομικά του οικογενειακού επιδόματος που θα δοθεί στις αρχές του 2004) θα ανέλθει σε 865 εκατ. ευρώ.

Η κυβέρνηση του ΠΑΣΟΚ έχει τα δικά της μέτρα και σταθμά σχετικά με τα «όρια αντοχής της οικονομίας». Ετσι, όταν πρόκειται να ενισχυθούν κέρδη και υπερκέρδη των μονοπωλίων και των πολυεθνικών, με κρατικές επιχορηγήσεις, επιδοτήσεις, φοροαπαλλαγές και άλλα προνόμια, η οικονομία γίνεται «λάστιχο». Αντέχει και με το παραπάνω. Αντίθετα, τα όρια αυτά είναι περιορισμένα, όταν πρόκειται για τις δαπάνες του κράτους που αφορούν μισθούς και συντάξεις του δημοσίου ή φορολογικές ελαφρύνσεις για τα πλατιά λαϊκά στρώματα. Και δεν είναι μόνο οι προκλητικές διαφορές, ανάμεσα στα χαμηλά ποσοστά ονομαστικών αυξήσεων στους μισθούς και συντάξεις και τα κέρδη των μεγάλων επιχειρήσεων. Είναι και η μάζα των κερδών και των μισθών που βγάζει μάτι.

Του λόγου το αληθές βεβαιώνει μια απλή σύγκριση ανάμεσα στη συνολική δαπάνη του κράτους το 2004 για μισθούς, αναδρομικά οικογενειακού επιδόματος και άλλες παροχές στους εκατοντάδες χιλιάδες δημοσίους υπαλλήλους (που ανακοίνωσε ο Ν. Χριστοδουλάκης) και στα κέρδη μιας πολυεθνικής εταιρίας (στην περίπτωσή μας είναι η εταιρία κινητής τηλεφωνίας «Panafon - Vodafon», που επίσης τα κέρδη της ανακοίνωσε χτες ο διευθύνων σύμβουλός της Γ. Κορωνιάς). Την ώρα, λοιπόν, που ο επί των Οικονομικών υπουργός της κυβέρνησης ΠΑΣΟΚ έλεγε πως η οικονομία αντέχει να δαπανήσει το 2004 το πολύ μέχρι 865 εκατ. ευρώ για την εισοδηματική πολιτική στο σύνολο του δημοσίου, την ίδια ώρα ο διευθύνων σύμβουλος της «Panafon - Vodafon» ανακοίνωνε με περηφάνια πως τα κέρδη προ φόρων τόκων και αποσβέσεων της εν λόγω πολυεθνικής για το δωδεκάμηνο από το Μάρτη του 2002 μέχρι το Μάρτη του 2003 αυξήθηκαν κατά 13,9% και διαμορφώθηκαν στο ποσό των 487,1 εκατ. ευρώ.

Η σύγκριση των δύο περιπτώσεων είναι αποκαλυπτική, σχετικά με τα όρια «αντοχής» της οικονομίας, καθώς μας πληροφορεί ότι μια πολυεθνική (στην ουσία μια χούφτα μεγαλομέτοχοι που καρπώνονται τη μερίδα του λέοντος των κερδών της «Panafon - Vodafon») μοιράστηκε φέτος κέρδη που αντιπροσωπεύουν το 56% του συνολικού ποσού που θα δαπανήσει το κράτος το 2004 για την εισοδηματική πολιτική. Και αν εκπληρωθεί και το 2004 ο στόχος, για «διαρκή κερδοφόρο ανάπτυξη», όπως είπε ο Γ. Κορωνιάς, οι μεγαλομέτοχοι της «Panafon - Vodafon» θα μοιραστούν το 2004 κέρδη που θα ξεπερνούν ίσως και το 60% των συνολικών δαπανών μισθοδοσίας του δημοσίου.

Είναι ολοφάνερο πως η κυβέρνηση και ο αρμόδιος επί των Οικονομικών υπουργός της μετρούν τα «όρια αντοχής της οικονομίας», με ειδική μεζούρα, που της χάρισαν - και την αξιοποιεί δεόντως - οι πολυεθνικές και τα μονοπώλια. Είναι κι αυτός ένας λόγος για τους οποίους οι εργαζόμενοι πρέπει, στη «θεία υπομονή» που έδειξαν μέχρι σήμερα απέναντι στους κυβερνώντες, να εκφράσουν τη «θεία οργή τους».


Λάμπρος ΤΟΚΑΣ

ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΑΚΟΙ - ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΙΚΟΙ ΤΕΙ
Σπρώχνονται στην εξωπανεπιστημιακή απασχόληση

Καμιά ουσιαστική βελτίωση στην πρόταση της κυβέρνησης για τα μισθολογικά των πανεπιστημιακών και των εκπαιδευτικών ΤΕΙ - που βρίσκονται στην τρίτη βδομάδα κινητοποιήσεων - δεν παρουσίασαν οι χτεσινές ανακοινώσεις του υπουργού Οικονομικών Ν. Χριστοδουλάκη.

Συγκεκριμένα, οι αποδοχές των πανεπιστημιακών φαίνεται να αυξάνονται από 1/1/2004 κατά 7,2% έως 7,6%. Αυτό προκύπτει από αύξηση της τάξης του 6,5% στο βασικό μισθό, αύξηση του ερευνητικού επιδόματος κατά 33% και ενσωμάτωση του μεταπτυχιακού και του μεταδιδακτορικού επιδόματος στο ερευνητικό επίδομα. Αντίστοιχη είναι και η αύξηση για τους εκπαιδευτικούς ΤΕΙ (λίγα ψίχουλα παραπάνω στη λογική «να κλείσει η ψαλίδα» με τους μισθούς των πανεπιστημιακών): μέση μηνιαία αύξηση αποδοχών κατά 7,4%, που προκύπτει από αύξηση 6,7% του βασικού μισθού, αύξηση του ερευνητικού επιδόματος 45% και ενσωμάτωση μεταπτυχιακού και μεταδιδακτορικού επιδόματος στο ερευνητικό.

Διατηρείται, δηλαδή, ο επιδοματικός χαρακτήρας του μισθού τους, πράγμα στο οποίο οι πανεπιστημιακοί αντιδρούν. Το ερευνητικό επίδομα (όπως και τα άλλα επιδόματα που διατηρούνται) δίνεται σε όλους τους πανεπιστημιακούς για ένα συστατικό στοιχείο της δουλιάς τους, την έρευνα. Ομως, δε νοείται πανεπιστημιακός που να μην κάνει έρευνα και δεν έχει καμιά λογική να παραμένει επίδομα.

Θυμίζουμε ότι έχουν να πάρουν αύξηση από το 1997 και η συγκεκριμένη αύξηση (μετά από κινητοποιήσεις δυο χρόνων και αφού για ένα διάστημα κάθισαν στο «τραπέζι του κοινωνικού διαλόγου» με την κυβέρνηση) δεν καλύπτει ούτε τις απώλειες του εισοδήματός τους από τον πληθωρισμό.

Είναι φανερό ότι με την εισοδηματική πολιτική λιτότητας, η κυβέρνηση σπρώχνει τους πανεπιστημιακούς σε διάφορα ερευνητικά προγράμματα, χρηματοδοτούμενα από ιδιώτες και σε εξωπανεπιστημιακή απασχόληση ώστε να μπορέσουν να επιβιώσουν. Τους σπρώχνει, δηλαδή, να γίνουν όμηροι των επιχειρήσεων και να βάλουν σε δεύτερη μοίρα τη δουλιά τους μέσα στο πανεπιστήμιο και στο αμφιθέατρο.

Διατήρηση της λιτότητας και για τους εκπαιδευτικούς

Μακριά από το αίτημα να ζει ο εκπαιδευτικός αξιοπρεπώς από το μισθό του, χωρίς άλλες δραστηριότητες, βρίσκονται οι χτεσινές εξαγγελίες του υπουργού Οικονομικών ο οποίος έκανε λόγο για αύξηση κατά 74 ευρώ του επιδόματος εξωδιδακτικής απασχόλησης, δηλώνοντας για μια ακόμα φορά ότι εκεί εξαντλούνται τα περιθώρια. Σύμφωνα με το υπουργείο, με βάση αυτή τη ρύθμιση οι μεικτές μηνιαίες αποδοχές αυξάνονται από 110 ευρώ έως 166 ευρώ. Δηλαδή η μέση μηνιαία αύξηση φθάνει το 9,8%. Πρόκειται ουσιαστικά για επανάληψη της πρόσφατης εξαγγελίας ενόψει των κινητοποιήσεων των εκπαιδευτικών πρωτοβάθμιας και δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης και για αυξήσεις που οριακά καλύπτουν τις απώλειες της τελευταίας διετίας στις αποδοχές των εκπαιδευτικών όπως αυτές προκύπτουν από τον επίσημο πληθωρισμό.



Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ