Σε «αποφασιστική» αντιμετώπιση του προβλήματος για την απελευθέρωση κεφαλαίων προς όφελος δυναμικών οικονομικών κλάδων καλεί η ΤτΕ
Η συνολική αναδιάρθρωση της εγχώριας καπιταλιστικής οικονομίας μέσω της διαχείρισης των «κόκκινων» δανείων μπαίνει στο επίκεντρο της έκθεσης της ΤτΕ |
Πιο συγκεκριμένα, σύμφωνα με τα στοιχεία της έκθεσης, στα τέλη του 2015 τα μη εξυπηρετούμενα δάνεια έφθασαν στο 44,2% επί του συνόλου (από 39,9% το 2014). Σε απόλυτους όρους, αυτό μεταφράζεται σε 108 δισ. ευρώ το 2015, από 99 δισ. ευρώ το 2014.
Ανά κατηγορία δανείων, τα μη εξυπηρετούμενα καταναλωτικά διαμορφώθηκαν στο 54,7% το 2015 (έναντι 51,2% το 2014), τα επιχειρηματικά στο 43,8% (από 39,8%), ενώ μεγαλύτερη ήταν η αύξηση στα «κόκκινα» στεγαστικά, που πλέον διαμορφώθηκαν στο 41,0% (από 35,6% το 2014).
Η τάση αύξησης συνεχίστηκε, αν και σε λιγότερο έντονο ρυθμό, και κατά το α' τρίμηνο του 2016, καθώς το σύνολο των μη εξυπηρετούμενων δανείων διαμορφώθηκε στο 45,1% του συνόλου των δανείων, ενώ κατά κατηγορία ο σχετικός δείκτης για τα καταναλωτικά δάνεια διαμορφώθηκε στο 55,2%, για τα επιχειρηματικά στο 44,6% και για τα στεγαστικά στο 42%.
Ακόμη πιο δύσκολη καθιστά τη διαχείριση του προβλήματος το γεγονός ότι τα 2/3 του συνόλου των «κόκκινων» δανείων που εμπίπτουν στην κατηγορία καθυστέρησης μεγαλύτερης των 90 ημερών έχουν καθυστέρηση μεγαλύτερη του ενός έτους. Το αντίστοιχο ποσοστό για τα στεγαστικά διαμορφώνεται στο 70%, ενώ στα καταναλωτικά το 76% έχει καθυστέρηση μεγαλύτερη του εξαμήνου.
Στην έκθεση υπογραμμίζεται χαρακτηριστικά: «Ιδιαίτερη ανησυχία προκαλεί η διαπίστωση ότιπερισσότερα από 40% των μη εξυπηρετούμενων ανοιγμάτωνπου εμπίπτουν στην κατηγορία καθυστέρησης μεγαλύτερης του έτους,έχουν καθυστέρηση μεγαλύτερη των 720 ημερών με αυξητικές τάσεις,καθώςτο εν λόγω εύρημα υποδηλώνει υψηλό βαθμό παγίωσης της κατάστασηςκαι αναδεικνύει τιςδυσκολίες αποτελεσματικής διαχείρισης».
Αντίστοιχα, με βάση τη συσχέτιση που γίνεται μεταξύ μη εξυπηρετούμενων δανείων και ενεργού απασχολούμενου πληθυσμού στην Ελλάδα, και καθώς περισσότεροι από 3 εκατομμύρια φάκελοι δανείων εμπίπτουν στην κατηγορία των μη εξυπηρετούμενων, από ένα συνολικό αριθμό άνω των 9,4 εκατομμυρίων, η έκθεση επισημαίνει: «Ο αριθμός αυτός είναι πολύ μεγάλος αν αναλογιστεί κανείς ότι ο αριθμός των ενεργά απασχολούμενων στην Ελλάδα είναι 3,6 εκατομμύρια το δ' τρίμηνο του 2015».
Στην έκθεση υπογραμμίζεται η ανάγκη αντιμετώπισης του υψηλού αποθέματος των «κόκκινων» δανείων, καθώς μόνο έτσι θα επιτραπεί στις τράπεζες «να απελευθερώσουν κεφάλαια, τα οποία θα μπορούσαν να κατευθυνθούν στις πιο δυναμικές και εξωστρεφείς επιχειρήσεις, συμβάλλοντας με αυτό τον τρόπο στη συνολική αναδιάρθρωση της οικονομίας υπέρ των κλάδων παραγωγής εμπορεύσιμων αγαθών και υπηρεσιών...».
Στις γενικότερες διαπιστώσεις για την κατάσταση της εγχώριας οικονομίας, στην έκθεση της ΤτΕ καταγράφεται η πτώση της οικονομικής δραστηριότητας κατά το α' τρίμηνο του 2016, συγκριτικά με το αντίστοιχο διάστημα του 2015 (-1,4%), όσο και έναντι του προηγούμενου τριμήνου (-0,5%). Η πτώση αποδίδεται κυρίως στην πτώση της ιδιωτικής κατανάλωσης, η οποία, όπως αναφέρεται, «επηρεάστηκε από τις συσσωρευμένες στο δ' τρίμηνο του 2015 και στο α' τρίμηνο του 2016 φορολογικές υποχρεώσεις των νοικοκυριών». Παράλληλα η ΤτΕ εκτιμά ότι για το σύνολο του 2016 θα επέλθει περαιτέρω συρρίκνωση του ΑΕΠ κατά 0,3%, όμως αναμένει θετικό ρυθμό μεταβολής το β' εξάμηνο του έτους, ο οποίος θα συνεχιστεί τα επόμενα δύο έτη και προβλέπεται να κινηθεί σε 2,5% το 2017 και 3% το 2018.
Πάντως, η ΤτΕ σημειώνει ότι οι όποιες θετικές προβλέψεις ενδέχεται να επηρεαστούν από τις διεθνείς εξελίξεις, εντοπίζοντας κυρίως την επιβράδυνση της ανάπτυξης στην οικονομία της Κίνας και άλλων αναδυόμενων οικονομιών, αλλά και από την αύξηση των γεωπολιτικών και άλλων κινδύνων, όπως το Μεταναστευτικό, αλλά και το αποτέλεσμα του βρετανικού δημοψηφίσματος.
Ειδικά για το Brexit, η έκθεση αναφέρει ότι παρά την περιορισμένη άμεση έκθεση του ελληνικού χρηματοπιστωτικού συστήματος στην οικονομία της Βρετανίας, οι επιπτώσεις στην ΕΕ συνολικά θα είναι σημαντικές (της τάξεως του 0,5% του ΑΕΠ για τα επόμενα έτη) και θα επιδράσουν ανασταλτικά στην προσπάθεια ανάκαμψης της ευρωπαϊκής οικονομίας.
Καταγράφονται ήδη τα αποτελέσματα της νέας απογείωσης της αντιλαϊκής φοροληστείας
Η ένταση της φοροεπιδρομής σε βάρος των εργατικών - λαϊκών στρωμάτων, αλλά και η παραπέρα μείωση των κρατικών δαπανών για την κάλυψη λαϊκών αναγκών βρίσκονται πίσω από το ματωμένο πρωτογενές πλεόνασμα, ύψους 2,48 δισ. ευρώ στο πρώτο 6μηνο εκτέλεσης του κρατικού προϋπολογισμού του 2016 (Γενάρης - Ιούνης 2016), έναντι πρωτογενούς πλεονάσματος 1,88 δισ. ευρώ για την ίδια περίοδο το 2015 και στόχου για πρωτογενές έλλειμμα 1,03 δισ. ευρώ.
Επιπλέον, σύμφωνα με τα στοιχεία του υπουργείου Οικονομικών:
-- Οι δαπάνες του κρατικού προϋπολογισμού ανήλθαν στα 23,996 δισ. ευρώ (μειωμένες κατά 3,35 δισ.).
-- Το ύψος των καθαρών εσόδων ανήλθε σε 22,988 δισ. ευρώ (αύξηση κατά 135 εκατ. ευρώ ή 0,6% έναντι του στόχου). Τα καθαρά έσοδα (χωρίς το Πρόγραμμα Δημοσίων Επενδύσεων) ανήλθαν σε 20,96 δισ. ευρώ (αυξημένα κατά 777 εκατ. ευρώ ή 3,8% έναντι του στόχου).
Χαρακτηριστικό της αντιλαϊκής φοροεπιδρομής - και ενώ τα ψηφισμένα αντιλαϊκά χαράτσια δεν έχουν «ξεδιπλωθεί» ακόμα στο σύνολό τους - είναι ότι κατά το πρώτο εξάμηνο του έτους αύξηση στα έσοδα έναντι του στόχου καταγράφεται, μεταξύ άλλων, στις εξής κατηγορίες: Φόρος Εισοδήματος Φυσικών Προσώπων κατά 146 εκατ. ευρώ ή 4,7%, ΦΠΑ καπνού κατά 119 εκατ. ευρώ ή 39,7%, ΦΠΑ λοιπών προϊόντων κατά 215 εκατ. ευρώ ή 3,8%, τέλος ταξινόμησης οχημάτων κατά 32 εκατ. ευρώ ή 57,6%, λοιποί ΕΦΚ (καπνού κ.λπ.) κατά 404 εκατ. ευρώ ή 31,2% κ.ο.κ.
Την ίδια περίοδο, μειωμένα έναντι του στόχου ήταν, μεταξύ άλλων, τα έσοδα στο φόρο εισοδήματος νομικών προσώπων κατά 269 εκατ. ευρώ ή 48,5%, αλλά και στους φόρους στην περιουσία κατά 18 εκατ. ευρώ ή 1,7%.