Παρατράγουδα στα προγράμματα υποκαταστάτων και με το βρόχο της περιοριστικής πολιτικής τα «στεγνά» προγράμματα
Απ' τις περσινές εκδηλώσεις της κοινότητας «Στροφή» κατά των ναρκωτικών |
Αυτά έλεγε η απόφαση του Υπουργικού Συμβουλίου της 28.6.2001, που ενέκρινε το ΕΣΔ για την αντιμετώπιση των ναρκωτικών. Εφτά μήνες αργότερα (19.12.2001) συνεδρίασε υπό την προεδρία του πρωθυπουργού η Διυπουργική Επιτροπή που έχει επιφορτιστεί με το ΕΣΔ, όπου παρουσιάστηκε «ένα λεπτομερέστατο σχέδιο δράσης για την αντιμετώπιση της εξάρτησης από τις ουσίες», ανέφερε ανακοίνωση του Γραφείου Τύπου του πρωθυπουργού, και υπογράμμιζε: «Η κυβέρνηση υλοποιεί την απόφαση που είχε λάβει με απόφαση του Υπουργικού Συμβουλίου στις 28.6.2001».
Εκτός του ότι δεν αγγίζει βασικές αιτίες, όπως η μακροχρόνια ανεργία, που οδηγούν στη χρήση των ναρκωτικών ουσιών, το ΕΣΔ δείχνει καθαρά τη λογική της πρόκρισης των προγραμμάτων συντήρησης, ενώ η πρόληψη, αν και δίνεται περισσότερη έμφαση αυτή τη φορά στην ανάπτυξή της, εντούτοις ακολουθείται η ίδια -- και χειρότερη -- αναποτελεσματική πολιτική, καθώς τη φορτώνει στην Τοπική Αυτοδιοίκηση.
Ωστόσο, όμως, και αυτή η ίδια η πολιτική των υποκαταστάτων οδηγήθηκε σε αδιέξοδο. Αναφερόμενη στις λίστες αναμονής στα προγράμματα υποκαταστάτων η υφυπουργός Υγείας, Ελπίδα Τσουρή, έλεγε (11.5.2002) σε εκδήλωση για τα ναρκωτικά ότι «είναι μια κατάσταση που δε μας τιμά, αφού αυτός ο χρόνος αναμονής λειτουργεί πολλές φορές εντελώς ακυρωτικά για το θεραπευτικό κίνητρο του χρήστη», και υποστήριξε ότι στόχος της κυβέρνησης είναι η δραστική μείωση του χρόνου παραμονής στη λίστα.
«Σκοτώνουν τα ναρκωτικά;» είναι η ερώτηση. Και η απάντηση: «Ρωτήστε τους επιζήσαντες» |
Ετσι, λοιπόν, η «μείωση της βλάβης», που είναι ο στόχος των προγραμμάτων υποκατάστασης, μετατράπηκε -- με την παράλληλη χρήση -- σε αύξηση της βλάβης, καθώς έβαλε σε κίνδυνο τόσο τη ζωή των άλλων όσο και του χρήστη.
Αυτή η κατάσταση οδήγησε το Σωματείο Εργαζομένων στον Οργανισμό Κατά των Ναρκωτικών (ΟΚΑΝΑ) να στείλει μια επιστολή με έντονο ύφος στον πρωθυπουργό (10.6.2002), ενώ την επομένη σε απόφαση της Γενικής τους Συνέλευσης τόνιζαν: «Ανεξάρτητα από τις μεγάλες ευθύνες της προέδρου του ΟΚΑΝΑ, κ. Κοκκέβη, ως εργαζόμενοι δεν παραβλέπουμε τις ευθύνες όσων είναι πάνω από τη διοίκηση του ΟΚΑΝΑ. Συγκεκριμένα, δεν μπορούμε να μην παραβλέψουμε το γεγονός ότι η αδυναμία δημιουργίας νέων μονάδων είναι πρώτα και κύρια κυβερνητική αδυναμία, ότι η επιλογή των διοικήσεων του ΟΚΑΝΑ είναι κυβερνητική απόφαση, ότι η έλλειψη προσωπικού στον ΟΚΑΝΑ είναι ευθύνη της κυβέρνησης. Τα μεγάλα λόγια και οι συνεχείς εξαγγελίες γίνονται από κυβερνητικά χείλη χωρίς όμως να εφαρμόζονται, ενώ ο ΟΚΑΝΑ εδώ και χρόνια είναι ένα από τα άλλοθι της ούτως ή άλλως υποβαθμισμένης και ανύπαρκτης κυβερνητικής πολιτικής».
Ετσι, λοιπόν, μια σύσκεψη υπό την Ελπ. Τσουρή του ΔΣ του ΟΚΑΝΑ και των υπευθύνων των Μονάδων Υποκατάστασης Αθήνας και Θεσσαλονίκης (14.6.2002) κατέληξε σε επαναδιατύπωση των κατευθύνσεων με την υπογράμμιση της «παροχής όλου του φάσματος των θεραπευτικών υπηρεσιών που απαιτούνται για την καλύτερη εξυπηρέτηση του θεραπευτικού αποτελέσματος» και της «δυνατότητας παραμονής στο πρόγραμμα για όσο χρόνο χρειάζεται».
Τα «στεγνά» προγράμματα του Κέντρου Θεραπείας Εξαρτημένων Ατόμων (ΚΕΘΕΑ) και του «18 Ανω», παρότι έχουν ενταχθεί στο ΕΣΔ εντούτοις βρίσκονται με μόνιμο το βρόχο της κυβερνητικής πολιτικής.
Ετσι λοιπόν το ΚΕΘΕΑ παρότι στα πλαίσια του ΕΣΔ δημιουργεί νέες υπηρεσίες, ώστε να ανταποκριθεί στις ανάγκες που συνάγονται από την αυξημένη προσέλευση στις υπηρεσίες του και από το προφίλ των χρηστών, εντούτοις αντιμετωπίζει ανυπέρβλητα εμπόδια με την καθυστέρηση των προσλήψεων και την αβεβαιότητα της χρηματοδότησης.
Σύμφωνα με τα στοιχεία που παρουσίασε την περασμένη Πέμπτη ο διευθυντής του ΚΕΘΕΑ, Χ. Πουλόπουλος, σε συνέντευξη Τύπου, η αντιμετώπιση απ' την κυβέρνηση είναι απελπιστική και προκαλεί επαγγελματική κόπωση στο προσωπικό.
Το ΚΕΘΕΑ δεν περιλήφθηκε στις εξαιρέσεις του ΑΣΕΠ, με αποτέλεσμα να μπορεί να κάνει προσλήψεις. Αυτή τη στιγμή εκκρεμεί η τελική έγκριση 90 προσλήψεων που είχαν υποβληθεί από το 2000, καθώς και άλλων 150 για τη στελέχωση των υπηρεσιών που περιλαμβάνονται στο ΕΣΔ. Πρόκειται για δέκα νέα προγράμματα σε διαφορετικές περιοχές της Ελλάδας. Ηδη, παρά τις δυσκολίες, έχουν ξεκινήσει τη λειτουργία τους τα πέντε.
Τα κονδύλια που απαιτούνται για την ανάπτυξη των υπηρεσιών του ΚΕΘΕΑ, οι οποίες περιλαμβάνονται στο ΕΣΔ, δε συμπεριελήφθησαν στον Κρατικό Προϋπολογισμό του 2002 (Νοέμβρης 2001), παρά το γεγονός ότι είχαν υποβληθεί εγκαίρως από το ΚΕΘΕΑ στο υπουργείο Υγείας & Πρόνοιας. Μετά από μεγάλο διάστημα αβεβαιότητας, το πρώτο μέρος της συμπληρωματικής επιχορήγησης αναμένεται στο τέλος του α΄ εξαμήνου του τρέχοντος έτους, με αποτέλεσμα ο ρυθμός ανάπτυξης των νέων υπηρεσιών να πραγματοποιείται με αργούς ρυθμούς.
Στη διάρκεια της ίδιας συνέντευξης η Κ. Μάτσα, επιστημονική υπεύθυνη του «18 Ανω», έδωσε μια εξίσου δραματική εικόνα: «Ζητήσαμε και δεύτερο κλειστό πρόγραμμα γιατί η πληρότητα έχει υπερδιπλασιαστεί. Βάλαμε διώροφα κρεβάτια και φιλοξενούμε αντί για 27 50 άτομα. Τον περασμένο Απρίλη υπήρξε η υπόσχεση για τη λειτουργία προγράμματος για τις τοξικομανείς μητέρες και τα παιδιά τους. Το πρόγραμμα αυτό δεν μπορεί να υλοποιηθεί γιατί ο διοικητής του "Ευαγγελισμού" δεν παραχωρεί το κτίριο στο Κουκάκι, γιατί θεωρεί ότι θα έχει χασούρα».
Αντί, λοιπόν, η κυβέρνηση να αξιοποιήσει την εμπειρία όλων των προγραμμάτων για τη σύνταξη ενός πραγματικά στρατηγικού σχεδίου κατά των ναρκωτικών, με έμφαση στην πρόληψη, αρκείται στις επαναλήψεις, τις οποίες με διάφορα επικοινωνιακά τρικ θα προσπαθήσει να τις παρουσιάσει ως «υλοποίηση των υποσχέσεων».
Η δίμηνη πολιτική δράση της ΚΝΕ αναπτύχθηκε σε μια περίοδο που η κυβέρνηση προωθεί το Εθνικό Σχέδιο Δράσης, στη λογική του «περιορισμού της βλάβης» και της διαιώνισης της ναρκω - κουλτούρας. Την ίδια στιγμή, που οι στατιστικές γίνονται όλο και πιο τραγικές (με αύξηση των νέων που από μικρότερες ηλικίες κάνουν πια χρήση και αύξηση της μαύρης λίστας των θανάτων από ναρκωτικά), συνεχίζουν να λανσάρονται έντεχνα στη νεολαία οι αντιλήψεις του διαχωρισμού σε «μαλακά και σκληρά», ή της «αυτοδιάθεσης» του σώματος και της «ελευθερίας επιλογής». Αυτές οι λογικές μπήκαν στο στόχαστρο της ΚΝΕ, ενώ τα πρόσφατα γεγονότα που προκάλεσαν πολλές συζητήσεις γύρω από τον ΟΚΑΝΑ, έδωσαν τη δυνατότητα στην οργάνωση να αναπτύξει τη θέση της ενάντια στη γενίκευση των προγραμμάτων συντήρησης με χαμηλές προδιαγραφές, που δε στοχεύουν ούτε οδηγούν στην απεξάρτηση.
Στόχος της ΚΝΕ, από την αρχή της δίμηνης πολιτικής δράσης της, ήταν να γίνει το θέμα των ναρκωτικών, υπόθεση πάλης της νέας γενιάς, στις σχολές, στους χώρους δουλιάς και στις γειτονιές. Γιατί μέσα από τον αγώνα της νεολαίας ενάντια στα ναρκωτικά, μέσα από τον αγώνα για μια κοινωνία, συνολικά ελεύθερη από τα ναρκωτικά, οι νέοι παλεύουν για την ίδια τους τη ζωή και το μέλλον τους. Ετσι, αρκετές από τις εκδηλώσεις της ΚΝΕ κατέληξαν σε ορμητήρια δράσης μαζί με νεολαιίστικους φορείς.
Βέβαια, το θέμα των ναρκωτικών δεν απασχολεί την ΚΝΕ για πρώτη φορά τώρα, ούτε θα σταματήσει τη δράση της σ' αυτό το μέτωπο με την κορύφωση της δίμηνης καμπάνιας. Πολλές από τις εκδηλώσεις του 28ου Φεστιβάλ, είναι αφιερωμένες στον αγώνα ενάντια σ' όλα τα ναρκωτικά, έναν αγώνα που η ΚΝΕ θα συνεχίσει, ενισχύοντας ταυτόχρονα τη δράση των ίδιων των φορέων της νέας γενιάς σ' αυτό το μέτωπο, τα σχολεία, τα σωματεία, τους συλλόγους. Εναν αγώνα που αφορά τις διεκδικήσεις της νεολαίας για όσα της ανήκουν, για μόρφωση, δουλιά, δικαίωμα στον πολιτισμό. Γιατί, όπως τονίζει η ΚΝΕ μέσα και από τις δραστηριότητες της δίμηνης δράσης της: «οι νέοι δεν έχουν να κερδίσουν τίποτα από το δρόμο της εξάρτησης και των ναρκωτικών. Αντίθετα από το δρόμο του αγώνα μαζί με την εργατική τάξη και το λαό, έχουν να κερδίσουν τα δικαιώματα και το μέλλον τους».
Αποκαλυπτικά στοιχεία του Κέντρου Θεραπείας Εξαρτημένων Ατόμων
Παρ' όλα αυτά, αύξηση παρουσιάζει το ποσοστό των ατόμων που συμμετείχε στην έρευνα και δηλώνει ότι άρχισε τη χρήση σε μικρότερη ηλικία (το 38,7% για το 2000 και το 41,6% για το 2001). Η μικρή μείωση αυτή καταγράφεται, σε συνδυασμό με τα στοιχεία των προηγούμενων ετών αλλά και διεθνείς έρευνες, και αποτελεί σημαντική ένδειξη για τάση μείωσης, έστω και περιορισμένης, της μέσης ηλικίας έναρξης της παράνομης χρήσης, σημειώνει το ΚΕΘΕΑ.
«Στο πλαίσιο αυτό, είναι προφανές ότι τα προγράμματα πρόληψης πρέπει να ξεκινούν πριν από την ηλικία αυτή και να επικεντρώνονται όχι μόνο στο άτομο αλλά και στην οικογένεια και το σχολείο. Επίσης, η λειτουργία προγραμμάτων έγκαιρης παρέμβασης μπορεί να ανακόψει την πορεία των χρηστών που βρίσκονται σε φάση πειραματισμού ή σε πρώιμα στάδια κατάχρησης ουσιών προς την προβληματική χρήση και την εξάρτηση» τονίζει το ΚΕΘΕΑ.
Η πρώτη παράνομη ουσία που χρησιμοποιούν περισσότεροι από 7 στους 10, είναι η κάνναβη. Η ηρωίνη χρησιμοποιείται ως πρώτη ουσία από το 3,7% των χρηστών το 2000 και το 3,3% το 2001.
Η εμπλοκή στην τοξικοεξάρτηση αποτελεί μακροχρόνια διαδικασία κατά τη διάρκεια της οποίας το άτομο περνά από διαφορετικά στάδια. Το πέρασμα από το ένα στάδιο στο άλλο γίνεται βαθμιαία και όχι από τη μια στιγμή στην άλλη ή αυτόματα, όπως μπορεί πολλοί να πιστεύουν.
Αφετηρία της πορείας αυτής είναι ο πρώτος πειραματισμός με τις ουσίες, που γίνεται συνήθως στην ηλικία των 15 ετών με κάνναβη ή χάπια. Τέσσερα χρόνια αργότερα το άτομο θα δοκιμάσει ηρωίνη και ένα χρόνο μετά την πρώτη επαφή του με την ουσία αυτή θα τη χρησιμοποιήσει ενδοφλεβίως. Μετά περίπου τέσσερα χρόνια ενδοφλέβιας χρήσης ηρωίνης και παράλληλης κατανάλωσης άλλων ουσιών, το άτομο αποφασίζει να απευθυνθεί σε κάποιο θεραπευτικό κέντρο.
«Αυτή η τυπολογία βοηθά σημαντικά στον προσδιορισμό των ηλικιών στις οποίες θα πρέπει να επικεντρωθούν τα προγράμματα πρωτογενούς πρόληψης, έγκαιρης παρέμβασης και θεραπείας» υπογραμμίζει το ΚΕΘΕΑ.
Σύμφωνα με την ίδια έρευνα του ΚΕΘΕΑ, το 63,1% των ερωτηθέντων το 2000 και το 66% το 2001 αναφέρουν ότι ήταν άνεργοι τη στιγμή που έκαναν την επαφή με το κέντρο, ενώ μόνο το 18% είχε σταθερή απασχόληση και το 7% κάποια περιστασιακή εργασία. Μάλιστα στη μεγάλη τους πλειοψηφία ήταν μακροχρόνια άνεργοι.
«Η ανεργία, ένα από τα κύρια προβλήματα των σύγχρονων κοινωνιών, η οποία για πολλούς ερευνητές συνδέεται με τη χρήση ουσιών, αποτελεί αιτιολογικό παράγοντα της υποτροπής. Είναι, λοιπόν, σημαντική για την κοινωνική επανένταξη των αποθεραπευμένων χρηστών, η περαιτέρω ανάπτυξη προγραμμάτων επαγγελματικής κατάρτισης, υποστήριξης και διαμεσολάβησης στην αγορά εργασίας» υπογραμμίζει το ΚΕΘΕΑ.
Με συγκέντρωση στα Προπύλαια, ώρα 6.30 μ.μ., την Τετάρτη θα δώσει το μήνυμα της πάλης ενάντια σε όλα τα ναρκωτικά, το Εθνικό Συμβούλιο κατά των Ναρκωτικών (ΕΣΥΝ).
Το ΕΣΥΝ καλεί όλους τους φορείς να πάρουν μέρος στο συλλαλητήριο και στην πορεία που θα ακολουθήσει προς τη Βουλή και στα γραφεία του ΟΗΕ.
Αυτές τις μέρες θα γίνουν πολλές εκδηλώσεις κατά των ναρκωτικών.
Κείμενα:
Γιώργος ΜΟΥΣΓΑΣ
Γιάννα ΣΤΡΕΒΙΝΑ