Μέτρα ενίσχυσης του μεγάλου κεφαλαίου περιλαμβάνονται στο πόρισμα της Επιτροπής Ανταγωνισμού, για τη ρύθμιση της αγοράς στον κλάδο εμπορίας - διύλισης πετρελαιοειδών
Τις προτάσεις της για τη ρύθμιση του ανταγωνισμού στην αγορά πετρελαιοειδών, οι οποίες όμως δεν αντιμετωπίζουν το βασικό πρόβλημα της πολύ υψηλής τιμής των υγρών καυσίμων, που αποτελεί και το κύριο πρόβλημα των εργαζομένων και των λαϊκών νοικοκυριών, έθεσε χτες σε δημόσια διαβούλευση η Επιτροπή Ανταγωνισμού. Ο σχετικός διάλογος θα πρέπει να ολοκληρωθεί μέχρι τις 5 του Φλεβάρη. Στη συνέχεια, η Επιτροπή θα εκδώσει την τελική της απόφαση και μέσα σε 30 μέρες θα πρέπει ο υπουργός Ανάπτυξης να προχωρήσει σε τυχόν δικές του μετατροπές.
Σύμφωνα και με τον τίτλο του πορίσματος, «Προτεινόμενα μέτρα ενίσχυσης του ανταγωνισμού στον κλάδο αγοράς και εμπορίας πετρελαιοειδών», η Επιτροπή - που έλαβε υπόψη της και τις προτάσεις των εμπλεκομένων φορέων και επιχειρήσεων - προτείνει μέτρα που επιδεινώνουν την υπάρχουσα κατάσταση και ενισχύουν το καθεστώς συγκέντρωσης και συγκεντροποίησης του κεφαλαίου. Στην ουσία, τα προτεινόμενα μέτρα αφήνουν ανέγγιχτη την «καρδιά» του προβλήματος: Δηλαδή τη δυνατότητα των μονοπωλιακών ομίλων και των εταιρειών του κλάδου να αποκομίζουν απίστευτα κέρδη, όλο και μεγαλύτερα κάθε χρόνο, επιβαρύνοντας ανεξέλεγκτα και χωρίς συνέπειες τους καταναλωτές.
Ανεξάρτητα από τις διάσπαρτες «ευχές» για τη μείωση των τιμών, στο «διά ταύτα» τα μέτρα «εγγυώνται» μόνο τη θέσπιση ενός συστήματος «υγιούς ανταγωνισμού», αναγνωρίζοντας ότι το κύκλωμα διύλισης και εμπορίας πετρελαιοειδών ελέγχεται από τις μεγάλες εταιρείες. Με απλά λόγια, κύριος σκοπός του πορίσματος είναι να θέσει κανόνες στο «παιχνίδι» που θα τηρούνται από όλους στο πλαίσιο μιας «ορθής» επιχειρηματικής δράσης, η οποία στο τέλος αφήνει κερδισμένους και πάλι τους μεγάλους ομίλους που ελέγχουν την αγορά.
Μεταξύ άλλων, η Επιτροπή προτείνει:
Αυτό που δε «ρυθμίζεται» από τα παραπάνω μέτρα είναι το γεγονός ότι σήμερα οι τιμές της αμόλυβδης κινούνται κατά μέσο όρο πάνω από 90 λεπτά το λίτρο, στο επίπεδο που διαμορφώθηκαν όταν το πετρέλαιο είχε 20 δολάρια ακριβότερα ανά βαρέλι!
Εγκύκλιος του υπουργείου Οικονομικών
Οδηγίες για την εφαρμογή του νέου φορολογικού νόμου - με τις αναγκαίες «διευκρινίσεις» - σε θέματα είσπραξης δημοσίων εσόδων, δίνει η πολιτική ηγεσία του υπουργείου Οικονομικών με εγκύκλιο που κοινοποίησε στις Εφορίες και τις αρμόδιες υπηρεσίες. Με την εγκύκλιο επιχειρείται η δημιουργία εντυπώσεων στην κοινή γνώμη για τη διαχείριση ακραίων φαινόμενων φτώχειας και πραγματικής αδυναμίας αποπληρωμής των χρεών από μισθωτούς και συνταξιούχους, παρά το γεγονός ότι με βάση τη νομολογία των δικαστηρίων οι κατασχέσεις πάνω σε μισθούς και συντάξεις - μέχρι ενός ορισμένου ποσού - συνήθως έχουν «ηπιότερη» αντιμετώπιση σε σχέση με την πρακτική που ακολουθεί η Εφορία.
Σύμφωνα με την υπηρεσιακή εγκύκλιο, που κοινοποιήθηκε από τον υφυπουργό Οικονομίας και Οικονομικών Αντ. Μπέζα:
Πρόστιμα συνολικού ύψους 171.000 ευρώ επέβαλε ο Ενιαίος Φορέας Ελέγχου Τροφίμων (ΕΦΕΤ) σε είκοσι επιχειρήσεις παραγωγής και εμπορίας ειδών διατροφής για αποκλίσεις τόσο από τους κανόνες υγιεινής και ασφάλειας τροφίμων, όσο και από τους όρους αδειοδότησης.
Ανάμεσα στους παραβάτες που εντοπίστηκαν και τους επιβλήθηκε πρόστιμο είναι (στην παρένθεση το ύψος του προστίμου) και οι εταιρείες:
Σχολιάζοντας το περιεχόμενο του πορίσματος της Επιτροπής Ανταγωνισμού, το Τμήμα Οικονομίας της ΚΕ του ΚΚΕ σημειώνει:
«Το πόρισμα της Επιτροπής Ανταγωνισμού θρυμματίζει το μύθο του "ελεύθερου ανταγωνισμού" και αντικειμενικά αποκαλύπτει τον έλεγχο της αγοράς καυσίμων από μια χούφτα μονοπωλιακούς ομίλους. Τα βάρη που επωμίζεται η λαϊκή οικογένεια οφείλονται στα κέρδη αυτών των ομίλων από τη φάση της διύλισης μέχρι και τη φάση της λιανικής αγοράς και στην αντιλαϊκή κρατική φορολογία.
Τα μέτρα που προτείνει η Επιτροπή Ανταγωνισμού κινούνται στα πλαίσια των αντιλαϊκών επιλογών της κυβέρνησης της ΝΔ και του ΠΑΣΟΚ. Οχι απλά δεν αντιμετωπίζουν, αλλά θα επιδεινώσουν την κατάσταση. Η "απελευθέρωση" του ωραρίου λειτουργίας στα πρατήρια και η διευκόλυνση της δράσης των εισαγωγέων θα οδηγήσει στην επιτάχυνση της συγκέντρωσης και συγκεντροποίησης του κεφαλαίου στο συγκεκριμένο κλάδο.
Η διέξοδος βρίσκεται στον αντίποδα της κυβερνητικής πολιτικής, στον αποκλειστικά κρατικό ενιαίο φορέα Ενέργειας που θα αποτελεί λαϊκή περιουσία και θα υπηρετεί τις λαϊκές ανάγκες».