Eurokinissi |
Λιγοστεύει το νερό και στη λίμνη Πλαστήρα |
Αυτό είναι το βασικό συμπέρασμα που βγήκε στη διάρκεια εκδήλωσης για το πρόβλημα της λειψυδρίας, που διοργάνωσε η Επιτροπή Περιοχής Θεσσαλίας του ΚΚΕ, την περασμένη Τετάρτη, στη Λάρισα.
Στην εκδήλωση, που πραγματοποιήθηκε σε μια περίοδο, κατά την οποία το πρόβλημα της λειψυδρίας είναι πολύ έντονο και απειλεί με ξηρασία που θα επιφέρει τεράστιες καταστροφές την αγροτική παραγωγή, αλλά και με δίψα τους κατοίκους χωριών και πόλεων, την εισήγηση της ΕΠ Θεσσαλίας του ΚΚΕ παρουσίασε ο Γ. Νταφούλης. Μίλησαν, ακόμα, ο Π. Στεφανίδης, δασολόγος - γεωλόγος, αναπληρωτής καθηγητής του Αριστοτέλειου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης και η Δέσποινα Αρχοντή, Διευθύντρια Υδάτων της Περιφέρειας Αττικής. Παρεμβάσεις έκαναν εκπρόσωποι επιστημονικών και άλλων φορέων της περιοχής.
Παραβρέθηκαν ο Δ. Γόντικας, μέλος του ΠΓ της ΚΕ του ΚΚΕ, οι Γ. Χώτος, Γ. Χαρίτος, Β. Μπούτας, Τ. Λιατίφης, Ελ. Κουτούπα, μέλη της ΚΕ του Κόμματος, ο Γ. Σφυρής, υπεύθυνος του Αγροτικού Τμήματος της ΚΕ, ο Τ. Τσιόγκας, βουλευτής Λάρισας του ΚΚΕ και πρόεδρος του Εργατικού Κέντρου, ο Ρ. Μαρούδας, πρόεδρος της Ενωτικής Ομοσπονδίας Αγροτικών Συλλόγων Λάρισας, ο Αγις Παπαστεργίου, επικεφαλής της «Δημοτικής Συνεργασίας Λάρισας», νομαρχιακοί και δημοτικοί σύμβουλοι και πολλοί εκπρόσωποι μαζικών φορέων από τους τέσσερις νομούς της Θεσσαλίας.
Associated Press |
Γι' αυτές τις κυβερνήσεις - επισημάνθηκε - σε προτεραιότητα ήταν και είναι τα «μεγάλα έργα» που έχει ανάγκη η αστική τάξη της χώρας μας, τα ευρωπαϊκά μονοπώλια, οι πολυεθνικές, αλλά και τα τεράστια εξοπλιστικά προγράμματα που επιβάλλουν τα ΝΑΤΟικά ιμπεριαλιστικά σχέδια. Η προστασία, ανάπτυξη, σωστή διαχείριση και ορθολογική αξιοποίηση των υδάτινων πόρων, θεωρούνται σπατάλη και δε χωράνε στην ανάπτυξη που έχει σαν κίνητρο τα συμφέροντα του μεγάλου κεφαλαίου.
Η εισήγηση της ΕΠ Θεσσαλίας του ΚΚΕ
ICON |
Τα αρδευτικά κανάλια στη Θεσσαλία έχουν «στεγνώσει» |
Στη Θεσσαλία - επισήμανε - το υδατικό ισοζύγιο παρουσιάζει έλλειμμα της τάξης των 813 εκατομμυρίων κυβικών μέτρων, καθώς, σύμφωνα με τις μελέτες, οι ετήσιες ανάγκες της σε νερό για όλες τις χρήσεις είναι, τουλάχιστον, 1.836 εκατομμύρια κ.β. και συνολικά διατίθενται 1.023 εκατομμύρια κ.β. (Το πρακτικώς εκμεταλλεύσιμο υδατικό δυναμικό - με την κατασκευή όλων των ταμιευτήρων - είναι της τάξης των 623 εκατομμυρίων κ.β. και σ' αυτά μπορούν να προστεθούν και άλλα 400 εκατομμύρια κ.β., που είναι η ποσότητα του υπόγειου νερού που είναι δυνατόν να αντληθεί με ασφάλεια).
Αυτό το έλλειμμα - συνέχισε - αναδεικνύει την ανάγκη κατασκευής μιας σειράς έργων για την κάλυψη των σημερινών αναγκών της περιοχής σε νερό. Κι έχει τεθεί, εδώ και δεκαετίες, το ζήτημα ενίσχυσης του θεσσαλικού κάμπου με νερά που θα προέλθουν κύρια από την εκτροπή του άνω ρου του Αχελώου και από την επανασύσταση της λίμνης Κάρλας, αλλά και από έργα αξιοποίησης των νερών του Σμοκόβου και του Ταυρωπού, καθώς και την κατασκευή δεκάδων άλλων μικρών και μεγάλων φραγμάτων. Ομως, αυτά τα αναγκαία έργα είτε πάνε, συνεχώς, στις ελληνικές καλένδες, ή προχωρούν με ρυθμούς χελώνας. Τα όποια μικρά έργα συγκράτησης - αποθήκευσης κι αξιοποίησης των επιφανειακών νερών γίνονται, ή θα γίνουν είναι μεν ωφέλιμα, αλλά τοπικού χαρακτήρα και μικρής εμβέλειας, ανίκανα ν' αντιμετωπίσουν τη λειψυδρία στη θεσσαλική πεδιάδα.
Το πρόβλημα του νερού - υπογράμμισε - πρέπει να το δούμε σε σύνδεση με τις εξελίξεις στην αγροτική οικονομία και την ΚΑΠ. Και το συμπέρασμα που βγαίνει είναι ότι η αρνητική στάση των κυβερνήσεων της ΝΔ και του ΠΑΣΟΚ στο αίτημα της μικρομεσαίας αγροτιάς για κρατικά έργα υποδομής που θα εξασφαλίζουν επάρκεια νερού, εντάσσεται στο πλαίσιο της πολιτικής που ενισχύει την τάση ξεκληρίσματος των μικρομεσαίων αγροτών, προωθώντας τη συγκέντρωση της γης και της παραγωγής σε λίγα χέρια πλουσίων αγροτών, μονοπωλίων που επενδύουν στον αγροτικό τομέα της οικονομίας.
Και τόνισε: Οσο διατηρείται ο αρνητικός για το λαό συσχετισμός πολιτικών δυνάμεων, τόσο θα δυσκολεύει η κατάσταση για τα μικρομεσαία αγροτικά νοικοκυριά. Κι αυτό είναι το κριτήριο που πρέπει να καθορίσει την πολιτική συμπεριφορά των μικρομεσαίων αγροτών, οι οποίοι έχουν κάθε λόγο να καταδικάσουν και να αποδυναμώσουν τον δικομματισμό και να ενισχύσουν το ΚΚΕ, για να αντισταθούν και να διεκδικήσουν, από καλύτερες θέσεις, την επίλυση των προβλημάτων τους.
Ευθύνες - σημείωσε - για τα προβλήματα της αγροτιάς έχουν οι κυβερνήσεις της ΝΔ και του ΠΑΣΟΚ, αλλά και ο ΣΥΝ που είναι από τους υποστηρικτές της ΕΕ και της ΚΑΠ και αντιτάχτηκε στην πάλη των κομμουνιστών, των αγωνιστικών συσπειρώσεων, της μικρομεσαίας αγροτιάς για την κατασκευή των έργων υποδομής στη Θεσσαλία. Σοβαρές ευθύνες έχουν και οι τοπικοί παράγοντες που σήμερα «χύνουν κροκοδείλια δάκρυα» για τα δεινά που έρχονται. Γιατί οι συσκέψεις, τα υπομνήματα και τα ψηφίσματα, που γίνονται για να ρίχνουν στάχτη τα μάτια των αγροτών, δεν μπορούν να συμβάλουν ουσιαστικά στην ανάπτυξη διεκδικητικού κινήματος.
Το ζήτημα της κατασκευής των έργων υποδομής πρέπει να γίνει υπόθεση διεκδίκησης του λαϊκού κινήματος και σ' αυτήν την κατεύθυνση οι κομμουνιστές θα εντείνουν τις προσπάθειες.
Στη συνέχεια, και με αφορμή την κυβερνητική πρόθεση να επιβληθεί νέο «χαράτσι» για το νερό, με την τοποθέτηση υδρομετρητών στους χώρους υδροληψίας, αναφέρθηκε και σε μια άλλη πλευρά του ζητήματος, σημειώνοντας ότι, από τη στιγμή που το νερό, αυτό το κοινωνικό αγαθό, αντιμετωπίζεται σαν εμπόρευμα, η αξιοποίησή του είναι σοβαρό πεδίο για την κερδοφορία του κεφαλαίου και μπορεί να αναπτύξει σχετικές επιχειρηματικές δραστηριότητες στο θεσσαλικό κάμπο.
Για να τονίσει: Εμείς συνεχίζουμε την πάλη για την ανάπτυξη της αγροτικής οικονομίας, για έργα υποδομής που θα υπηρετούν τις ανάγκες της μικρομεσαίας αγροτιάς και, κατ' επέκταση, της εργατικής τάξης κι όλων των λαϊκών στρωμάτων. Οχι ανάπτυξη γενικά, γιατί ανάπτυξη που υπηρετεί τα συμφέροντα του μεγάλου κεφαλαίου γίνεται όλα τα χρόνια, αλλά χειροτερεύει τη ζωή των μικρομεσαίων αγροτών.
Κι αφού υπογράμμισε ότι η Θεσσαλία και η Ελλάδα, γενικότερα, έχει πολλά πλεονεκτήματα για την ανάπτυξη της αγροτικής οικονομίας προς όφελος της μικρομεσαίας αγροτιάς, της εργατικής τάξης και των άλλων λαϊκών στρωμάτων, επισήμανε πως για να κινηθούν οι εξελίξεις προς αυτήν την κατεύθυνση απαιτούνται βαθιές πολιτικές και κοινωνικές αλλαγές.
Και κατέληξε: Μόνο όταν η εξουσία είναι στα χέρια του λαού, τα μέσα παραγωγής και οι πηγές πλούτου είναι λαϊκή περιουσία, μπορεί να σχεδιαστεί, σε κεντρικό και περιφερειακό επίπεδο, η οικονομία και στα πλαίσιά της η αγροτική οικονομία, να υλοποιηθεί σχέδιο έργων υποδομής που θα δώσει ώθηση στην ανάπτυξη προς όφελος της φτωχής αγροτιάς.
Eurokinissi |
Αξιοποιούν τη λειψυδρία για να προωθήσουν την πολιτική ξεκληρίσματος των μικρομεσαίων αγροτών, αλλά και για να επιβάλουν «χαράτσια» στις τιμές του νερού για ύδρευση και άρδευση |
Ειδικότερα για τη Θεσσαλία, χρειάζεται να ενταθεί η πάλη για την εκτροπή του Αχελώου, την ολοκλήρωση της Κάρλας, τον εκσυγχρονισμό των αρδευτικών δικτύων, τη δίκαιη κατανομή των διαθεσίμων νερών στην καλοκαιρινή περίοδο, την αποζημίωση για το 100% των ζημιών στους αγρότες οι καλλιέργειες των οποίων θα πληγούν από την ξηρασία κ.ά.
Επιστημονικές παρεμβάσεις στην εκδήλωση
Η Δέσποινα Αρχοντή αναφέρθηκε στο κοινοτικό και εθνικό νομοθετικό πλαίσιο που διέπει το ζήτημα των υδάτινων πόρων (Κοινοτική Οδηγία Πλαίσιο 2006/60, νόμος 3199/2003), επισημαίνοντας ότι η κοινοτική οδηγία δεν αναφέρεται σε κανένα έργο που μπορεί να βελτιώσει τη σχέση αξιοποιήσιμων - διαθέσιμων υδάτινων πόρων. Κι αφού σημείωσε ότι, σε ετήσια βάση, η διαθέσιμη ποσότητα νερού στη Θεσσαλία είναι διπλάσια των αναγκών της, υπογράμμισε πως το πρόβλημα είναι ότι δεν προωθούνται έργα προς την κατεύθυνση εξασφάλισης του χειμερινού πλεονάσματος νερού και αξιοποίησής του για τις αυξημένες θερινές ανάγκες. Επισήμανε, δε, ότι τα κονδύλια που θα διατεθούν από το Δ΄ Κοινοτικό Πλαίσιο Στήριξης για τα νερά, αν και δεν έχουν προσδιοριστεί επακριβώς, θα είναι ψίχουλα, καθώς αποτελούν μία από τις 20 δραστηριότητες, οι οποίες όλες μαζί θ' απορροφήσουν το 13,8% της συνολικής δαπάνης του Δ΄ ΚΠΣ ή 100 εκατ. ευρώ το χρόνο.
Οσον αφορά στο ζήτημα της προστασίας του περιβάλλοντος, σημείωσε ότι, σύμφωνα με το σχετικό νόμο, προβλέπεται η ανάκτηση του κόστους για τις παρεχόμενες υπηρεσίες υδάτων με βάση την αρχή «ο ρυπαίνων πληρώνει», που στην πράξη νομιμοποιεί τη ρύπανση και δεν προστατεύει τους ρυπαινόμενους. Και τόνισε ότι το κέρδος και η προστασία του περιβάλλοντος είναι ασύμβατες έννοιες και αν δεν ανατραπεί η αιτία που είναι το κέρδος, το περιβάλλον θα υποβαθμίζεται, το κράτος θα εισπράττει κάποια πρόστιμα και τις συνέπειες θα τις πληρώνει ο λαός, που θα υποβαθμίζεται η ποιότητα της ζωής του.
Στην εισήγησή του με θέμα «Λειψυδρία - Πλημμύρες, οι δυο όψεις του ίδιου νομίσματος», ο καθηγητής Π. Στεφανίδης, ανάμεσα στα άλλα, σημείωσε ότι το ιδιαίτερο μεσογειακό κλίμα της χώρας μας, με την ανισοκατανομή των κατακρημνισμάτων σε διάφορες εποχές του έτους, το ξηρό και θερμό καλοκαίρι αφ' ενός και τις βροχές σε μεγάλη ραγδαιότητα αφ' ετέρου προκαλούν προβλήματα λειψυδρίας, αλλά και πλημμυρών.
Ως αίτια των πλημμυρών, ανάμεσα στα άλλα, ανέφερε:
Ως προτεινόμενα μέτρα για την αντιμετώπιση της πλημμυρογένεσης ανέφερε την εκτέλεση ορεινών υδρονομικών έργων. Πρόκειται, είπε, για ένα σύστημα τεχνικών, φυτοτεχνικών και αγροτεχνικών έργων - όπως φράγματα στερέωσης της κοίτης, συγκράτησης φερτών υλικών, διαλογής, μείωσης της πλημμυρικής αιχμής κ.ά. - έτσι ώστε να αποτραπεί η διάβρωση των εδαφών και η μεταφορά των υλικών διά μέσου των κοιτών.
Ο Κ. Γκούμας στάθηκε ιδιαίτερα στη μεγάλη καθυστέρηση που παρατηρείται στα έργα υποδομής - Αχελώος, Κάρλα, Σμόκοβος κ.ά. - επισημαίνοντας ότι χωρίς αυτά η γη της Θεσσαλίας κινδυνεύει με ερημοποίηση.