ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Κυριακή 21 Απρίλη 1996
Σελ. /48
ΚΟΙΝΩΝΙΑ
ΥΠΟΘΕΣΗ "ΜΑΒΗ"
Η αντιστροφή της αλήθειας

Αντί να επεκταθούν οι συλλήψεις και να αποκαλυφθεί πλήρως το εγκληματικό δίκτυο της "ΜΑΒΗ", οι συλληφθέντες πέφτουν στα "μαλακά", κάτι που παραπέμπει δίχως άλλο στις διασυνδέσεις τους με το επίσημο ελληνικό κράτος και τις μυστικές υπηρεσίες, που σε τέτοιες περιπτώσεις παρέχουν κάλυψη στους συνεργάτες τους

Η τελευταία πράξη στο κουκούλωμα της υπόθεσης ΜΑΒΗ επιχειρείται να γραφτεί αυτόν τον καιρό, με την απαλλαγή, μέσω δικαστικού βουλεύματος, των κατηγορούμενων για την επίθεση στο αλβανικό φυλάκιο της Επισκοπής.

Μέσα σ' έναν κουρνιαχτό "εθνικοφροσύνης" που από την πρώτη κιόλας στιγμή έχει επικαλύψει την ατμόσφαιρα γύρω από αυτήν την υπόθεση, το Τριμελές Συμβούλιο Εφετών καλείται ουσιαστικά να κρίνει εάν τέτοιου είδους εγκληματικές ενέργειες προωθούν τα εθνικά συμφέροντα και άρα μπορούν να χαρακτηριστούν "εθνικές" ή αν υπονομεύουν τα συμφέροντα του λαού και του έθνους και πρέπει να παταχτούν ως αντεθνικές.

Με ιδιαίτερο ενδιαφέρον αναμένεται το βούλευμα του Συμβουλίου Εφετών επί της ουσίας της υπόθεσης. Ηδη ύστερα από τη με αριθμό 7Ο9/96 πρόταση του αντεισαγγελέα Ελ. Πατσή το Συμβούλιο αποφάσισε στα τέλη του περασμένου μήνα την αποφυλάκιση των κατηγορουμένων, οι οποίοι παρουσιάζονται "ως οικογενειάρχες με ισχυρούς εθνικούς συναισθηματικούς δεσμούς με τη Βόρειο Ηπειρο, που απλώς αγόρασαν τον οπλισμό από αγνώστους Αλβανούς με σκοπό να αποκομίσουν οικονομικό όφελος".

Παρά τις συντριπτικές αποδείξεις ότι οι συλληφθέντες είναι οι δράστες του φονικού επεισοδίου της Επισκοπής τον Απρίλη του 1994, προτείνεται η απαλλαγή τους από τις κατηγορίες των ανθρωποκτονιών από πρόθεση, της απόπειρας ανθρωποκτονίας κατά συρροή, της ληστείας, της εισαγωγής όπλων και πυρομαχικών, της προσβολής της διεθνούς ειρήνης και της έκθεσης σε κίνδυνο διατάραξης των φιλικών σχέσεων με την Αλβανία και προτείνεται η παραπομπή τους μόνο για κατοχή και μεταφορά πολεμικών όπλων, με σκοπό διάθεσης σε τρίτους.

Ετσι, αντί να επεκταθούν οι συλλήψεις και να αποκαλυφθεί πλήρως το εγκληματικό δίκτυο της "ΜΑΒΗ", οι συλληφθέντες πέφτουν στα μαλακά, κάτι που παραπέμπει δίχως άλλο στις διασυνδέσεις τους με το επίσημο ελληνικό κράτος και τις μυστικές υπηρεσίες, που σε τέτοιες περιπτώσεις παρέχουν κάλυψη στους συνεργάτες τους.

Μάλιστα ήδη το Τριμελές Συμβούλιο Εφετών, που συγκροτήθηκε από τους δικαστές Χρ. Στυλιανέα,Πρ. Ιωάννου και Γρ. Μάμαλη έχει κατά κάποιο τρόπο υιοθετήσει την πρόταση του αντεισαγγελέα, αφού στο με αριθμό 71Ο/96 βούλευμα με το οποίο αποφυλακίστηκαν οι κατηγορούμενοι, αναφέρεται συγκεκριμένα "... πλην κρίνεται όμως, ήδη, ενόψει και των αληθοφανών ισχυρισμών των κατηγορουμένων, ότι δεν έχουν καμία απολύτως ανάμειξη στις πράξεις των ανθρωποκτονιών κλπ".

Συνωμοσία σιωπής

Από την πρώτη στιγμή, η υπόθεση της ΜΑΒΗ επιχειρήθηκε να καλυφτεί κάτω από έναν πέπλο σιωπής, τόσο από την κυβέρνηση του ΠΑΣΟΚ, όσο και από την προηγούμενη της ΝΔ, επί των ημερών της οποίας επανασυστάθηκε, επανδρώθηκε και χρηματοδοτήθηκε αυτή η προβοκατόρικη φασιστική οργάνωση, στα πλαίσια της"επιθετικής" πολιτικής ενάντια στη γείτονα χώρα, που ίσχυε τότε.

Η κυβέρνηση του ΠΑΣΟΚ από νωρίς έδειξε ότι δεν είχε κανένα σκοπό να προχωρήσει στη διαλεύκανση της υπόθεσης. Επισήμως μάλιστα "αγνοούσε" ακόμη και την ύπαρξη της "ΜΑΒΗ". Αυτό που την ενδιέφερε ήταν να μην αποκαλυφθούν εκείνες ιδιαίτερα οι πλευρές του θέματος που συνδέουν την προβοκατόρικη φασιστική αυτή οργάνωση με μυστικές υπηρεσίες της χώρας μας και άλλες ξένες, πρώην υπουργούς και εν ενεργεία πολιτικούς, απόστρατους αξιωματικούς κλπ. Τον Οκτώβρη του 1994 οι βουλευτές του ΚΚΕ Ορ. Κολοζόφ και Στρ. Κόρακας,κατέθεσαν ερώτηση στη Βουλή, με την οποία ζητούσαν την τοποθέτηση της κυβέρνησης σχετικά με τη "ΜΑΒΗ". Στις 26 του ίδιου μήνα, με μια λακωνική απάντηση ο τότε υπουργός Δημόσιας Τάξης Σήφης Βαλυράκης ανέφερε: "Ενεργήθησαν σχετικές έρευνες από τις οποίες δεν προέκυψε κανένα στοιχείο που να επιβεβαιώνει την ύπαρξη οργάνωσης με την αναφερόμενη επωνυμία. Το όλο θέμα παρακολουθείται με την επιβαλλόμενη σοβαρότητα και ευαισθησία". Στο αμέσως επόμενο διάστημα είδαν το φως της δημοσιότητας πολλές αποκαλύψεις σχετικά με τη "ΜΑΒΗ" και τις διασυνδέσεις της, αλλά και για το γεγονός ότι η ΕΥΠ γνώριζε την ύπαρξή της και τις δραστηριότητές της. Οπως για παράδειγμα αυτό που έγραφε ο "Ρ" στις 28 Μάρτη 1995: "Η σημερινή κυβέρνηση και η σημερινή διοίκηση της ΕΥΠ γνώριζαν από την αρχή την ύπαρξη και τη λειτουργία της ΜΑΒΗ. Μάλιστα για το σκοπό αυτό έγινε και έρευνα από στελέχη της ΕΥΠ και συμπληρώθηκε ογκωδέστατος φάκελος". Στις 19 Μάρτη του 1995 συλλαμβάνονται οι επτά στο Δελβινάκι. Με βάση τις νέες εξελίξεις, ο Στρ. Κόρακας κατέθεσε στις 30 Μάρτη 1995 επίκαιρη ερώτηση πάλι προς τον υπουργό Δημόσιας Τάξης. Στη συζήτηση που έγινε στις 4 Απρίλη 1995 στη Βουλή, ο Σήφης Βαλυράκης προτίμησε και πάλι να σιωπήσει απαντώντας προκλητικά: "Η απάντηση που δόθηκε στους συναδέλφους (σ.σ. τον προηγούμενο Οκτώβρη) ήταν απολύτως ειλικρινής. Ο σχετικός φάκελος ούτε και τώρα δεν περιέχει τίποτα, γιατί γίνεται ακόμα ανάκριση. Γνωστή ήταν κάποια οργάνωση ΜΑΒΗ τον καιρό της ιταλικής κατοχής στην Αλβανία, η οποία περιορίστηκε σε δραστηριότητα την περίοδο εκείνη".

"Αλλαγή" πορείας

Μια "αναλαμπή" στην όλη πορεία, ήταν η τοποθέτηση της κυβέρνησης του ΠΑΣΟΚ αμέσως μετά τη σύλληψη των επτά στο Δελβινάκι, σύμφωνα με την οποία η υπόθεση "θα ξεκαθάριζε". Ετσι, η δικαστική έρευνα προχώρησε και ενώ αρχικά οι επτά μαζί με τον Αγγελο Κοκαβέση, που συνελήφθη αργότερα στην Παλλήνη, κατηγορούνταν για... παράνομη κατοχή όπλων, στη συνέχεια αντιμετώπισαν και κατηγορίες σχετικές με την επίθεση στην Επισκοπή.

Τι είχε αλλάξει; Η σύλληψη των επτά στις 19 Μάρτη 1995 είχε χαρακτηριστεί από κύκλους του υπουργείου Εξωτερικών ως "δυσάρεστη αλλά άκρως αποκαλυπτική" γιατί βοηθούσε - όπως υποστήριζαν - "να αναδυθεί στην επιφάνεια μια σοβαρή παράμετρος, η οποία εμπόδιζε την πρόοδο των ελληνοαλβανικών σχέσεων".

Οπως σημείωνε στις 20 Μάρτη 1995 το Γραφείο Τύπου της ΚΕ του ΚΚΕ "η ευθύνη της κυβέρνησης επικεντρώνεται στο ότι δραστηριοποιήθηκε τώρα και ειδικά τη στιγμή που "κάτι" φαίνεται να αλλάζει στις ελληνοαλβανικές σχέσεις, υπό την υψηλή εποπτεία των Αμερικανών".

Ομως, άλλο οι φραστικές κορόνες και άλλο η πράξη. Στις 28 Μάρτη 1995, ο "Ρ" σημείωνε προφητικά: "Με την εξουδετέρωση της "επιχειρησιακής ομάδας" του αυτοαποκαλούμενου Μετώπου για την Απελευθέρωση της Βορείου Ηπείρου (ΜΑΒΗ) ολοκληρώνονται σύμφωνα με όλες τις ενδείξεις οι έρευνες της Αστυνομίας για την "εξάρθρωση" της οργάνωσης αυτής. Λίγες μόνο μέρες μετά τις βαρύγδουπες δηλώσεις του και των άλλων κυβερνητικών στελεχών για τη δήθεν προσπάθεια της Αστυνομίας να ξηλώσει ολόκληρη την οργάνωση, χωρίς καμιά διάθεση συγκάλυψης των δραστών, όλα δείχνουν ότι οι έρευνες περιορίζονται μόνο στη σύλληψη των ατόμων που πήραν μέρος πριν ένα χρόνο στην επίθεση της Επισκοπής, καθώς και αυτών, που με τον άλφα ή βήτα τρόπο μπλέχτηκαν στην ιστορία αυτή.

Η Αστυνομία - όπως είμαστε σε θέση να γνωρίζουμε - δεν αναζητά τους καθοδηγητές και τους προστάτες των φυσικών αυτουργών του επεισοδίου και πολύ περισσότερο δεν προσπαθεί καν να ξεριζώσει τα πλοκάμια της οργάνωσης ΜΑΒΗ, που είναι βέβαιο ότι υπάρχουν τόσο στους κόλπους της ΕΥΠ, όσο και στα υπουργεία Δημόσιας Τάξης και Εθνικής Αμυνας".

Ετσι και έγινε. Το πεδίο της έρευνας περιορίστηκε σε πολύ στενά πλαίσια, ενώ οι φυσικοί αυτουργοί της εγκληματικής επίθεσης "απογυμνώθηκαν" σταδιακά από τις περισσότερες και σοβαρότερες κατηγορίες...

Ευφάνταστα και αυθαίρετα συμπεράσματα

Στην πρότασή του στο Συμβούλιο Εφετών ο αντιεισαγγελέας, Ελ. Πατσής, επιχειρεί μέσα σε 199 σελίδες να παρουσιάσει τους κατηγορούμενους ως άσχετους με το φονικό επεισόδιο της Επισκοπής και καταλήγει σε μια σειρά αυθαίρετα και σε ορισμένες περιπτώσεις ευφάνταστα συμπεράσματα, μέσα από τα οποία γίνεται αντιστροφή της αλήθειας και το μαύρο παρουσιάζεται σαν άσπρο. Υποστηρίζει ότι οι κατηγορούμενοι "εδήλωσαν αυθορμήτως" πως αγόρασαν τα όπλα από άγνωστους Αλβανούς, προσδοκώντας οικονομικό όφελος από τη μεταπώλησή τους και ότι "άνευ επιτηδεύσεως" υποστήριξαν το άλλοθί τους, αν και στην πραγματικότητα άλλαξαν τρεις φορές τις καταθέσεις τους και το άλλοθι που παρουσίασαν κατέρρευσε, ύστερα από την αποκάλυψη ότι και στις δύο "επιχειρήσεις" (Επισκοπής και Λόγγου) διανυκτέρευσαν σε ξενοδοχείο του Αγρινίου, όπου ο Αναστασούλης νοίκιασε στο όνομά του τα ίδια δωμάτια.

Δέχεται ότι τα όπλα της Παλλήνης θάφτηκαν από τον Αγγ. Κοκαβέση "σε ακαθόριστη ημερομηνία του μηνός Μαρτίου 1994" (πριν δηλαδή την επίθεση), κάτι που για ευνόητους λόγους δήλωσε ο κατηγορούμενος και καταλήγει στο συμπέρασμα "ότι λογικώς δεν έχουν σχέση με τα αφαιρεθέντα κατά το φονικό επεισόδιο όπλα", κάνοντας χρήση μία αόριστη πληροφορία της ΕΥΠ που κατατέθηκε στην ανακριτική διαδικασία, σύμφωνα με την οποία και άλλη φορά στο παρελθόν είχαν κλαπεί όπλα από το στρατόπεδο.

Εκτιμά ότι η εισαγωγή των όπλων από την Αλβανία αποκλείεται "αφ' ενός διότι ήταν τοποθετημένα μέσα σε ελληνικό στρατιωτικό σάκο (;) και αφ' ετέρου γιατί θα διακινδύνευαν να γίνουν αντιληπτοί από τις συνοριακές περιπόλους", παραγνωρίζοντας το γεγονός ότι οι 7 έγιναν αντιληπτοί από τους Αλβανούς φρουρούς και αναγκάστηκαν να οπισθοχωρήσουν στην Ελλάδα, όπου και συνελήφθησαν από τα μεταβατικά συνοριακά αποσπάσματα.

Αναφέρει ότι οι αλβανικές αρχές "δε διέθεσαν επαρκή και αξιόπιστα στοιχεία", αν και στην πραγματικότητα οι τελευταίες από την πρώτη στιγμή ενημέρωσαν αναλυτικά την ελληνική κυβέρνηση και παρέθεσαν όσα στοιχεία και πειστήρια διέθεταν.

Ισχυρίζεται ότι "από την ανεπίτρεπτη διαρροή των αριθμών και όπλων στην "Ελευθεροτυπία" της 27 Μαρτίου του 1995, η αλβανική κυβέρνηση έμαθε τους αριθμούς, τους οποίους έσπευσε να ανακοινώσει, σε διακοίνωσή της προς το ελληνικό υπουργείο Εξωτερικών υπό την εκ παραδρομής αναγραφόμενην ημερομηνία της 10/4/95", ενώ η αλήθεια είναι ότι το δημοσίευμα περιείχε μόνο τους αριθμούς των όπλων που είχαν βρεθεί στην Παλλήνη.Οσο για την ημερομηνία που είχε διορθωθεί με μπλάνκο, πιο εύκολα γίνεται το 10/4/94 (ημερομηνία της επίθεσης) 10/4/95, ημερομηνία άλλωστε που καμιά σχέση δεν έχει με την 27/3/95 που έγινε το δημοσίευμα, ώστε να δικαιολογείται η παραδρομή.

Διατείνεται ότι "η τοποθέτηση των στρατιωτικών στολών και εφοδίων μέσα στο σάκο μαζί με τον οπλισμό είναι υποβολιμαία και υστερόβουλος ενέργεια αγνώστων Αλβανών που εμφανίστηκαν ως πωλητές, με σκοπό να θεμελιωθεί η ελληνική ανάμειξη στο επεισόδιο". Και ακόμα ότι "η ενέργεια αυτή μπορεί να διερμηνευτεί κατά του Αναστασούλη, ως εφέδρου αξιωματικού του ελληνικού στρατού, κατά δε των λοιπών, ως μετ' αυτού συμπαρισταμένων εις τας εθνικοπολιτιστικάς εκδηλώσεις των ομογενών της Βορείου Ηπείρου".

Συμπεραίνει δε, ότι "από το δημοσίευμα της "Ελευθεροτυπίας" και την πολυλογούσαν δημοσιογραφικήν δημοκοπίαν εσχηματίσθησαν ανέλεγκτες και αναπόδεικτες κρίσεις και γνώμες,περί της σχέσεως των συλληφθέντων με τη ΜΑΒΗ και το φονικόν επεισόδιον της Επισκοπής, ενώ υπό τη συλλογιστικήν κρίσιν του εξετασθέντος υπουργού Δημόσιας Τάξης, Ι. Βαλυράκη, και του αρχηγού της ΕΛ. ΑΣ., Εμ. Χουρδάκη, ότι τουλάχιστον μέρος της ομάδας των συλληφθέντων έλαβε μέρος στην επίθεση, αλλά και την προσωπική εκτίμηση του βουλευτή Στ. Παπαθεμελή ότι υπάρχει εμφανής σύνδεση τούτων μετά της ΜΑΒΗ, εδημιουργήθη η ευλογοφανής εντύπωση ότι αυτοί έκαναν την επίθεση".

Μέσα σ' έναν κουρνιαχτό "εθνικοφροσύνης", που από την πρώτη κιόλας στιγμή έχει επικαλύψει την ατμόσφαιρα, το Τριμελές Συμβούλιο Εφετών καλείται να κρίνει εάν τέτοιου είδους εγκληματικές ενέργειες προωθούν τα εθνικά συμφέροντα και άρα μπορούν να χαρακτηριστούν "εθνικές" ή αν υπονομεύουν τα συμφέροντα του λαού και του έθνους και πρέπει να παταχθούν ως αντεθνικές.

Τα ψέματα που καίνε

Ο Αναστασούλης, ο οποίος από την πρώτη στιγμή εμφανίστηκε σαν ηγέτης και ανέλαβε την ευθύνη, δήλωσε κατά τη διάρκεια της σύλληψης ότι τα όπλα είναι δικά του, αρνήθηκε δε να αποκαλύψει την προέλευση και τον προορισμό τους. Στη συνέχεια υποστήριξε ότι κατά τη διάρκεια εκδρομής σκόνταψε πάνω σε σκεπασμένο λάκκο, μέσα στον οποίο ανακάλυψε τα όπλα και ότι τα πήρε για να τα παραδώσει στην Αστυνομία. Τέλος ισχυρίστηκε ότι είχε προσυνεννοηθεί με άγνωστους Αλβανούς, από τους οποίους τα αγόρασε, με σκοπό να τα μεταπωλήσει με κέρδος.

Οσον αφορά το άλλοθί του κατά τη διάρκεια του επίμαχου διήμερου που έγινε η επίθεση στην Επισκοπή, κατ' αρχάς υποστήριξε ότι βρισκόταν στην Αθήνα και συγκεκριμένα στο ξενοδοχείο "Διβάνη - Ζαφόλια" στην περιοχή της Ακρόπολης, όπου παρακολούθησε το ιδρυτικό συνέδριο του ακροδεξιού "Εθνικού Μετώπου".

Αποδείχτηκε όμως από έρευνα της αντιτρομοκρατικής υπηρεσίας (ΥΑΕΕΒ) ότι το βράδυ 8 προς 9 Απρίλη του 1994 είχε ενοικιάσει δύο δωμάτια στο όνομά του, σε ξενοδοχείο του Αγρινίου, όπου κοιμήθηκε αυτός και άλλα 5 άτομα αγνώστου ταυτότητας.

Στο ίδιο ξενοδοχείο και μάλιστα στα ίδια δωμάτια είχαν μείνει και οι 7 συλληφθέντες στο Δελβινάκι, δύο μέρες πριν την αποτυχημένη επιχείρηση στο αλβανικό στρατόπεδο στο χωριό Λόγγος.

Μετά την αποκάλυψη, ο Αναστασούλης έκανε και δεύτερη συμπληρωματική κατάθεση, όπου παραδέχτηκε πως είχε νοικιάσει τα συγκεκριμένα δωμάτια, αλλά ισχυρίστηκε ότι κοιμήθηκε με μια νεαρή από τη "Βόρεια Ηπειρο", το όνομα της οποίας δεν απεκάλυψε και 3 ξαδέλφους της αγνώστων στοιχείων...

Η επίθεση στην Επισκοπή

Στις 1Ο Απρίλη του 1994, στις 2.3Ο μετά τα μεσάνυχτα, ομάδα 6-7 ανδρών,με στολές παραλλαγές του ελληνικού στρατού και μάσκες στο πρόσωπο, επιτίθεται στο κέντρο εκπαίδευσης νεοσυλλέκτων του αλβανικού στρατού, στο χωριό Ανω Επισκοπή (Πεσκοπή) Αργυροκάστρου, σε βάθος 4 χλμ. από τα ελληνοαλβανικά σύνορα. Οπλισμένοι με καραμπίνες, σκοτώνουν το σκοπό Α. Γκίνη,εισβάλλουν στο θάλαμο όπου κοιμούνται οι νεοσύλλεκτοι, σκοτώνουν το διοικητή - λοχαγό Φ. Σέχου,τραυματίζουν βαριά τους στρατιώτες Α. Βελνίση,Φρ. Καλέμι και Γ. Ζέκα και ελαφρά πολλούς άλλους, φωνάζοντας στην ελληνική γλώσσα: "Αυτά για τη Βόρειο Ηπειρο, μη νομίζετε ότι την ξεχάσαμε!". Στη συνέχεια, κλειδώνουν τους 13Ο φαντάρους μέσα σε μία αίθουσα, αφαιρούν τμήμα του οπλισμού του στρατοπέδου (αυτόματα τύπου Καλάσνικοφ και πιστόλια τύπου Τοκάρεφ) και απομακρύνονται προς το ελληνικό έδαφος και συγκεκριμένα προς το φυλάκιο Αργυροχωρίου.

Επί τόπου βρίσκονται ένα σακίδιο και ένας φακός από αυτά που χρησιμοποιούν οι ελληνικές Ενοπλες Δυνάμεις, ενώ από την τεχνική έρευνα που πραγματοποιεί η αλβανική εγκληματολογική υπηρεσία προκύπτει ότι τόσο τα φυσίγγια, όσο και οι βολές στα σώματα των θυμάτων προέρχονταν από κυνηγετικές καραμπίνες διαμετρήματος 12 χιλιοστών.

Η κυβέρνηση, η Βουλή και τα πολιτικά κόμματα της Αλβανίας καταγγέλλουν το φονικό επεισόδιο που δυναμιτίζει τις σχέσεις των δύο χωρών και καλούν την ελληνική κυβέρνηση να ανακαλύψει τους δράστες, οι οποίοι διέφυγαν στη χώρα μας και να τους τιμωρήσει.

Στη μεικτή συνάντηση της επιτροπής αστυνομικών εμπειρογνωμόνων που πραγματοποιείται λίγες μέρες αργότερα στα Γιάννινα, στην οποία συμμετέχουν εκπρόσωποι των δύο υπουργείων Εξωτερικών, η ελληνική πλευρά αμφισβητεί τα ενοχοποιητικά στοιχεία που προσκομίζουν οι Αλβανοί και επιχειρεί να επιρρίψει τις ευθύνες σε συμμορίες Αλβανών που μπαινοβγαίνουν στα σύνορα, κάνοντας μάλιστα λόγο "για το τεράστιο πρόβλημα της αλβανικής εγκληματικότητας στην Ελλάδα".

Την ίδια γραμμή ακολουθούν και τα ελληνικά ΜΜΕ, αποδίδοντας την ευθύνη σε Αλβανούς προβοκάτορες.

Η "ΜΑΒΗ"

Στις 6 Οκτώβρη του 1994, η οργάνωση "ΜΑΒΗ" (Μέτωπο Απελευθέρωσης Βορείου Ηπείρου) με προκήρυξή της στην εφημερίδα "Ελευθεροτυπία" αναλαμβάνει την ευθύνη της φονικής επίθεσης στην Επισκοπή με αναλυτική περιγραφή της επιχείρησης, που ήταν, όπως διευκρινίζει, προειδοποιητική και ενισχυτική για το οπλοστάσιό της, συνοδεία σχετικής φωτογραφίας των κλαπέντων όπλων με φόντο την ελληνική σημαία. Μέσα σε 4 σελίδες, όπου καλεί σε ένοπλο αγώνα για την απελευθέρωση της "Βορείου Ηπείρου", δίνει το ακροδεξιό, εθνικιστικό στίγμα της.

Αποκαλύπτεται ότι είχε ξαναστείλει προκήρυξη ανάληψης της ευθύνης στην ίδια εφημερίδα 6 ολόκληρους μήνες πριν, την επομένη δηλαδή της επίθεσης, η οποία όμως τότε αποσιωπήθηκε.

Η "ΜΑΒΗ" πρωτοσυγκροτήθηκε το 1942 στα Τίρανα από τους Αθ. Κοκαβέση,Η. Κώνστα,Β. Σαχίνη και Γ. Τάσο,διαλύθηκε όμως σχεδόν αμέσως πριν καν προλάβει να δράσει.

Με επίσημη δήλωσή της, η ελληνική κυβέρνηση χαρακτηρίζει την προκήρυξη προβοκατόρικη. Ο κυβερνητικός εκπρόσωπος Ε. Βενιζέλος δηλώνει κατηγορηματικά ότι αποκλείει πλήρως την ελληνική συμμετοχή, ενώ τα ΜΜΕ κάνουν λόγο για χονδροειδή προβοκάτσια ξένων μυστικών υπηρεσιών που εξυπηρετεί την πολιτική του Μπερίσα.

Η σύλληψη

Στις 19 Μάρτη του 1995 ομάδα 7 ενόπλων γίνεται αντιληπτή από τους σκοπούς αλβανικού στρατοπέδου στο χωριό Λόγγος της Αλβανίας και αναγκάζεται να επιστρέψει στα ελληνικά σύνορα. Λίγο αργότερα συλλαμβάνονται κοντά στο Χάνι Δελβινακίου από την Ελληνική Αστυνομία, επιβαίνοντες στο IX επιβατικό με αριθμό κυκλοφορίας ΥΙΒ ΙΧ, τύπου SEAT και στο κλειστό φορτηγάκι τύπου FORD με αριθμό κυκλοφορίας ΒΡ 63976.

Σε σήμα της αστυνομικών να σταματήσουν, το μεν φορτηγό το οποίο προπορεύεται με οδηγό τον πρώην αστυνομικό Απ. Καρβέλα και επιβάτες τους λασπωμένους και εμφανώς ταλαιπωρημένους "Βορειοηπειρώτες" Γ. Χρήστου,Γ. Παππά και Χ. Παππά σταματάει, το δε ΙΧ με οδηγό τον Γ. Αναστασούλη,έφεδρο αξιωματικό του Ελληνικού Στρατού και επιβάτες τους "Βορειοηπειρώτες"Φρ. Μπελέρη και Μ. Κουτούλα, επιχειρεί να διαφύγει αναπτύσσοντας ταχύτητα και αναγκάζεται να σταματήσει διακόσια μέτρα πιο κάτω ύστερα από πυροβολισμούς των αστυνομικών.

"Προς Θεού, μη χυθεί ελληνικό αίμα... ", λέει ο Αναστασούλης κατά τη διάρκεια της σύλληψης, ενώ στο άλλο αυτοκίνητο ένας από τους "Βορειοηπειρώτες" λέει χαρακτηριστικά: "Μας ταλαιπωρούν οι άλλοι, μας ταλαιπωρείτε και σεις... "

Μέσα στα αυτοκίνητα βρέθηκαν και κατασχέθηκαν 6 οπλοπολυβόλα τύπου "καλάσνικοφ",2 πιστόλια τύπου "τοκάρεφ",στρατιωτικά μαχαίρια, πυξίδες και φακοί, εκατοντάδες φυσίγγια και σφαίρες, 2 φορητοί ασύρματοι, ένας συρματοκόπτης (ψαλίδα), κιάλια και φωτογραφική μηχανή, στρατιωτικός σάκος με 9 στρατιωτικές στολές, μάλλινες στρατιωτικές κουκούλες και πολλά άλλα στρατιωτικά είδη.

Στα σπίτια των συλληφθέντων βρίσκονται προκηρύξεις της "ΜΑΒΗ", με τις οποίες αναλάμβαναν την ευθύνη για την Επισκοπή, γραφομηχανές και ηλεκτρονικοί υπολογιστές, κυνηγετικές καραμπίνες των 12 χιλιοστών και πολλά φυσίγγια, αλλά και σημειώσεις με τεχνικές οδηγίες για την κατασκευή εμπρηστικών μηχανισμών.

Την ίδια μέρα συλλαμβάνεται στην Αθήνα ο "Βορειοηπειρώτης" Αγγ. Κοκαβέσης ύστερα από παρακολούθηση. Ο Κοκαβέσης πηγαίνει στην Παλλήνη Αττικής σε μονοκατοικία που ανήκει στο θείο του γιατρό Ανδρ. Κοκαβέση και εξέρχεται κρατώντας επιμελώς τυλιγμένο σάκο, τον οποίο κρύβει μέσα σε άλσος στην περιοχή Ανάκασα. Μέσα στο σάκο βρίσκονται μία στρατιωτική στολή παραλλαγής των ΛΟΚ και 3 στρατιωτικές κουκούλες. Υστερα από έρευνα στο κτήμα του γιατρού στην Παλλήνη, βρίσκονται θαμμένα 6 ημιαυτόματα όπλα τύπου"καλάσνικοφ".

Οι αριθμοί των όπλων που βρέθηκαν στην Παλλήνη και στο Δελβινάκι συγκρίνονται με τους αριθμούς των όπλων που έχει αποστείλει η αλβανική κυβέρνηση και αποδεικνύεται ότι πρόκειται για τον οπλισμό που είχε κλαπεί στις 1Ο Απρίλη του 1994 από το στρατόπεδο της Επισκοπής. Αλλωστε 3 από τα κατασχεθέντα "καλάσνικοφ" αναγνωρίστηκαν και ως εικονιζόμενα στην έγχρωμη φωτογραφία που συνόδευε την προκήρυξη της "ΜΑΒΗ".

Ακροδεξιοί και ΕΥΠ

Τρεις μήνες πριν το επεισόδιο της Επισκοπής, στις 29 Δεκέμβρη του 1993, η ακροδεξιά εφημερίδα "Στόχος" κάτω από τον τίτλο: "Ολες οι μονάδες των αλβανικών κατοχικών στρατευμάτων κάτω από το άγρυπνο μάτι των ελληνικών ομάδων ανταρτών", περιέχεται η ακόλουθη προφητική περικοπή: "Η στιγμή των χτυπημάτων πλησιάζει, αλλά φυσικά δεν είναι δυνατόν να γράψουμε τίποτα... ". Στις 14 Απρίλη του 1994, τέσσερις δηλαδή μέρες μετά την επίθεση, κάτω από τον τίτλο: "Πανικός στα Τίρανα από το γερό χτύπημα", η ίδια εφημερίδα κυκλοφορεί με μία φωτογραφία με όπλα που αποδίδονται "σε ομάδες του απελευθερωτικού στρατού στη Βόρειο Ηπειρο", οι οποίες, όπως αναφέρει το δημοσίευμα, οργανώθηκαν με τη συμπαράσταση της εφημερίδας.

Σύμφωνα με μαρτυρία του διοικητή της ΕΥΠ, Λ. Βασιλικόπουλου,στην υπηρεσία του είχε φτάσει αξιόπιστος πληροφορία ότι ο Γ. Αναστασούλης μαζί με κάποιον Αγγελο,αγνώστου επωνύμου, "Βορειοηπειρώτη", είχαν αναπτύξει υπερβολική δραστηριότητα στο χώρο της "Βορείου Ηπείρου", εφέροντο δε ως ικανοί να αναλάβουν δράση ακόμη και με όπλα στο χώρο αυτό.

Ο Αναστασούλης δούλευε στην εταιρία κινητής τηλεφωνίας "Τελεστέτ" αφού είχε ολοκληρώσει την εκπαίδευσή του στο Αμερικάνικο Κολέγιο του Πύργου Αθηνών. Ηταν μέλος της "Εθνικής Νεολαίας Βορείου Ηπείρου", δίδασκε αγγλικά στην "Ενωση Χειμαριωτών", επισκεπτόταν συχνά τη Ν. Αλβανία και μετείχε ενεργά στις "εθνικοπολιτιστικές εκδηλώσεις" μαζί με τον Καρβέλα, όπου και γνωρίστηκαν με τους έξι συλληφθέντες "βορειοηπειρώτες".

Ο Καρβέλας είχε διασυνδέσεις με ακροδεξιούς κύκλους, είχε μάλιστα επισκεφτεί το δικτάτορα Γ. Παπαδόπουλο στις Fυλακές Κορυδαλλού. Η εταιρία στην οποία ανήκε το φορτηγάκι που συνελήφθη να οδηγεί στο Δελβινάκι είχε τη χαρακτηριστική επωνυμία: "ΜΑΙΑΝΔΡΟΣ".

Ο Αγγελος Κοκαβέσης, ο άγνωστος προφανώς Αγγελος της ΕΥΠ, όπως και ο θείος του Αντρέας Κοκαβέσης, στο κτήμα του οποίου βρέθηκαν τα όπλα, ήταν συγγενείς με τον ιδρυτή της "ΜΑΒΗ" του 1942, Αθ. Κοκαβέση. Και οι δύο επισκέπτονταν συχνά τη Ν. Αλβανία με τους "βορειοηπειρωτικούς" συλλόγους.

Τα τελευταία χρόνια πολλά γνωστά ακροδεξιά στοιχεία είχαν δραστηριοποιηθεί μέσα από το Ιδρυμα Βορειοηπειρωτικών Ερευνών, με έδρα τα Γιάννινα και το τοπικό παράρτημα του Ιδρύματος Αποκατάστασης Παλιννοστούντων Ομογενών σε συνεργασία με το τοπικό κλιμάκιο της ΕΥΠ, ιδιαίτερα την περίοδο 1991 - 1993. Ο πρώην βουλευτής στην Αλβανία και στέλεχος τότε του κόμματος της Ομόνοιας, Π. Μπάρκας,είχε δηλώσει σχετικά ότι οι 7 συλληφθέντες έχουν την κάλυψη των ελληνικών μυστικών υπηρεσιών και είχε καταγγείλει συνέργεια της ΕΥΠ στο επεισόδιο της Επισκοπής.

Ρεπορτάζ: Νίκος ΒΑΦΕΙΑΔΗΣ

Ρεπορτάζ: Νίκος ΒΑΦΕΙΑΔΗΣ

Τμήμα του οπλισμού, που - όπως αποδείχτηκε - κλάπηκε από το αλβανικό στρατόπεδο της Επισκοπής, στη φωτογραφία που συνόδευε την προκήρυξη της ΜΑΒΗ

Στην αρχή έκρυβαν τα πρόσωπά τους σαν κοινοί εγκληματίες. Μετά ξεθάρρεψαν και έκαναν και δηλώσεις "εθνικού" περιεχομένου, μπροστά στους δεκάδες ακροδεξιούς που τους επευφήμησαν, έξω από το γραφείο του ανακριτή



Ευρωεκλογές Ιούνη 2024
Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ