Προφανώς, δε σημειώνουμε τα παραπάνω, μόνο και μόνο για λόγους γενικής πληροφόρησης. Οσοι πιστεύουν και ισχυρίζονται, ότι οι ανάλογες και σοβαρές τουλάχιστον αντεργατικές μεταρρυθμίσεις στη χώρα μας έχουν ήδη γίνει, είτε έχουν αυταπάτες, είτε προσπαθούν να κοροϊδέψουν τους εργαζόμενους. Τούτο, γίνεται ολοφάνερο, όχι μόνο γιατί συχνά πυκνά επαναλαμβάνουν οι κυβερνώντες, αλλά και η ηγεσία της ΝΔ, όπως και διάφοροι άλλοι, ότι το μεγάλο πρόβλημα της ελληνικής οικονομίας είναι η ανταγωνιστικότητα - για να μη μιλήσουμε, σχετικά με τα δημόσια ελλείμματα κλπ., κλπ. Ούτε μόνον, επειδή και η Ελλάδα, ως μέλος της ΕΕ και της ευρω-ζώνης, καλείται να συνεισφέρει στους γενικότερους στόχους των αποφάσεων της Λισαβόνας.
Η εφαρμογή των προαναφερομένων πολιτικών και το κυνήγι του στόχου της μετατροπής της ΕΕ στην ανταγωνιστικότερη οικονομία του κόσμου, θα οξύνει στο έπακρο και τους ενδοκοινοτικούς ανταγωνισμούς, όπως και τις τάσεις ανισόμετρης ανάπτυξης, τις εθνικές και κοινωνικές ανισότητες κλπ. Με απλά λόγια, αν το εγχώριο μεγάλο κεφάλαιο είναι σήμερα μια φορά λιγότερο ανταγωνιστικό, αύριο θα είναι δυο φορές, καθώς οι Σρέντερ και Μπερλουσκόνι ενισχύουν αντίστοιχα την ανταγωνιστικότητα των γερμανικών και ιταλικών μεγάλων επιχειρήσεων. Γεγονός, το οποίο θα απαιτήσει νέα αντεργατικά μέτρα στην Ελλάδα και πάει λέγοντας. Αυτή είναι η αναπόφευκτη λογική των ευρω-μονοδρόμων και της σύγχρονης καπιταλιστικής ανάπτυξης.
«Ενας τενίστας μπορεί να κερδίσει αυτά τα χρήματα σε έναν και μόνο αγώνα. Φυσικά για μένα το ποσό αυτό είναι τεράστιο, όπως και για οποιοδήποτε άλλον στη Ρωσία, αν δεν είναι απατεώνας ή μεγιστάνας των επιχειρήσεων», ήταν το πρώτο σχόλιο του Ρώσου επιστήμονα Βιτάλι Γκίνζμπουργκ, ενός εκ των τριών συναδέλφων του που τιμήθηκε πρόσφατα με το βραβείο Νόμπελ Φυσικής. Ο 87χρονος επιστήμονας δήλωσε πως θα δώσει τα χρήματα που του αναλογούν από το βραβείο στα δισέγγονά του. Ωστόσο, η δήλωσή του αυτή αρκεί για να αντιληφθεί κανείς τη σημερινή κατάντια της πάλαι ποτέ πρωτοπόρας σοβιετικής επιστήμης, καθώς και τη θέση των επιστημόνων στη σημερινή Ρωσία. Οσα από τα μεγάλα μυαλά απέμειναν στη Ρωσία και δεν έφυγαν στο εξωτερικό, σε αναζήτηση καλύτερων συνθηκών ζωής και έρευνας μετά την ανατροπή του σοσιαλισμού, βλέπουν σήμερα τους εφήμερους «σταρ» και τις «επιχειρηματικές» βδέλλες του πλούτου του ρωσικού λαού, να τους κλείνουν κοροϊδευτικά το μάτι...
Είμαστε σίγουροι ότι υπάρχουν δικαστές που αισθάνονται ντροπή για το γεγονός ότι όποια, μα όποια, απεργία εργαζομένων φτάσει σε κάποιο δικαστήριο, βγαίνει παράνομη. Πιστεύουμε, δε, ότι μέσα στο Δικαστικό Σώμα υπάρχουν έντιμοι και θαρραλέοι άνθρωποι, οι οποίοι, αν τους λάχαινε μια τέτοια περίπτωση, θα ύψωναν το ανάστημά τους στα κελεύσματα της εκτελεστικής εξουσίας και θα δίκαζαν με βάση τη συνείδησή τους κι όχι τις πολιτικές σκοπιμότητες. Ομως, δε βλέπουμε να εκδηλώνονται αντιδράσεις και να υψώνονται φωνές διαμαρτυρίας.
Οχι, βεβαίως, ότι έχουμε αυταπάτες για το ρόλο της Δικαιοσύνης ως θεσμού εξουσίας στο καπιταλιστικό σύστημα, καθώς ξέρουμε ότι εργάζεται ομού και συμβάλλει από κοινού με τις «αδελφές» της, την εκτελεστική και τη νομοθετική εξουσία, στην εξυπηρέτηση των συμφερόντων της κυρίαρχης τάξης, που, εν προκειμένω, είναι η αστική. Θα περιμέναμε, όμως, ν' ακούσουμε μια δικαστική φωνή που να καταγγέλλει αυτό το αίσχος των «στημένων δικών» σε βάρος των απεργιών...