Copyright 2022 The Associated |
Την ίδια ώρα, τα λαϊκά νοικοκυριά έρχονται αντιμέτωπα με την ενεργειακή φτώχεια, με πανάκριβους λογαριασμούς και τεράστια ακρίβεια συνολικότερα, ενώ τα όποια μέτρα «προστασίας» τους είναι πληρωμένα από την ίδια τσέπη, από τη φορολεηλασία των εργατικών - λαϊκών εισοδημάτων.
Σύμφωνα με το «Bloomberg», που επικαλείται στοιχεία της «δεξαμενής σκέψης» «Bruegel», οι χώρες της ΕΕ έχουν δεσμεύσει και διαθέσει περίπου 600 δισ. ευρώ σε μέτρα για την Ενέργεια από τον Σεπτέμβρη του 2021. Σε αυτά προστίθενται αντίστοιχα μέτρα ύψους περίπου 105 δισ. ευρώ σε Βρετανία και Νορβηγία.
«Καθώς οι ευρωπαϊκές τιμές Ενέργειας αναμένεται να παραμείνουν υψηλότερες για μεγαλύτερο χρονικό διάστημα, οι ανησυχίες για τη δημοσιονομική βιωσιμότητα θα αυξηθούν», επισημαίνει η Simone Tagliapietra, η οποία συμμετείχε στη σύνταξη της έκθεσης του «Brugel».
Αποτυπώνοντας τους μεγάλους καπιταλιστικούς ανταγωνισμούς εντός ΕΕ για τους όρους στήριξης των μονοπωλίων κάθε πλευράς, η ίδια προειδοποιεί για «κίνδυνο κατακερματισμού της ευρωπαϊκής αγοράς, εάν οι δημοσιονομικά ισχυρότερες χώρες παρέχουν μεγαλύτερη στήριξη στις βιομηχανίες τους σε σχέση με άλλες».
Με τα πακέτα «διάσωσης» των ενεργειακών ομίλων να διαδέχονται το ένα το άλλο, ο ήδη επιβαρυμένος με υψηλό χρέος γαλλικός ενεργειακός μονοπωλιακός όμιλος EDF προχώρησε στη λήψη νέων δανείων ύψους 2,2 δισ. ευρώ.
Σύμφωνα με την EDF, η οποία βρίσκεται σε διαδικασία κρατικοποίησης από το γαλλικό αστικό κράτος, τα δάνεια συνήφθησαν με μια ομάδα έξι τραπεζών και θα εκταμιευθούν τον Δεκέμβρη.
Ο γαλλικός κολοσσός ανακοίνωσε τον Οκτώβρη ότι αναμένει μείωση περίπου 32 δισ. ευρώ στα κέρδη του τρέχοντος έτους, λόγω της χαμηλότερης παραγωγής πυρηνικής ενέργειας. Στις 3 Νοέμβρη η EDF μείωσε ξανά τον στόχο της παραγωγής Ενέργειας από τους πυρηνικούς σταθμούς για το 2022, με φόντο τις καθυστερήσεις στη συντήρηση πυρηνικών σταθμών και αντιδραστήρων που έχουν επηρεαστεί από διαβρώσεις και υπολειτουργούν ή βρίσκονται εκτός λειτουργίας.
Την ίδια ώρα, το βρετανικό κράτος εισέρχεται στο μετοχικό κεφάλαιο του πυρηνικού εργοστασίου Sizewell C, που στήνει η γαλλική EDF στην ανατολική Αγγλία, συνολικού κόστους 20 δισ. λιρών, όπως μεταδίδει το «Bloomberg».
Η βρετανική κυβέρνηση θα επενδύσει 700 εκατ. στερλίνες ή το 50% των εργασιών ανάπτυξης της μονάδας, δίπλα στην EDF. Πρόκειται για την πρώτη άμεση συνεισφορά του Λονδίνου σε νέο πρότζεκτ πυρηνικής ενέργειας εδώ και πάνω από τρεις δεκαετίες.
Η χρηματοδότηση του βρετανικού κράτους περιλαμβάνει μάλιστα και την εξαγορά των μετοχών της «China General Nuclear Power», οδηγώντας την τελευταία στην έξοδο από το πρότζεκτ, όπως σημείωσε η EDF. Οταν το Sizewell C θα έχει ολοκληρωθεί, το βρετανικό κράτος και η EDF θα κατέχουν μερίδιο 20% έκαστος, με τους ιδιώτες επενδυτές να ελέγχουν το υπόλοιπο 60%.
Το Λονδίνο επιδιώκει να έχουν ολοκληρωθεί συνολικά 8 νέοι πυρηνικοί αντιδραστήρες στη χώρα μέχρι το τέλος της δεκαετίας.
Παράλληλα με τα παραπάνω, με φόντο τη μεγάλη όξυνση των ανταγωνισμών και τη σύγκρουση ΗΠΑ - ΝΑΤΟ - ΕΕ και Ρωσίας στην Ουκρανία, εντείνονται κινήσεις «αναδιάταξης» των διεθνών ενεργειακών μπίζνες.
Σε ένα τέτοιο πλαίσιο, το Κατάρ πρόκειται να προμηθεύσει τη Γερμανία με υγροποιημένο φυσικό αέριο (LNG) στο πλαίσιο μιας μακροπρόθεσμης συμφωνίας, σύμφωνα με το «Bloomberg».
Η κρατική Qatar Energy και η «ConocoPhillips» υπέγραψαν συμφωνίες που προβλέπουν το Κατάρ να στέλνει έως και 2 εκατομμύρια τόνους LNG ετησίως στη Γερμανία από το 2026. Το φυσικό αέριο θα παραδίδεται στον υπό κατασκευή πλωτό τερματικό σταθμό Brunsbuttel.
Οι συμφωνίες θα διαρκέσουν τουλάχιστον 15 χρόνια, δήλωσε ο υπουργός Ενέργειας του Κατάρ, Saad al Kaabi. Η Ντόχα συνεχίζει να συνομιλεί με Γερμανούς αγοραστές για πρόσθετες προμήθειες, πρόσθεσε, ενώ είχε δηλώσει προηγουμένως ότι το Κατάρ βρίσκεται σε συνομιλίες με τις γερμανικές εταιρείες RWE και «Uniper» σχετικά με μακροπρόθεσμα συμβόλαια για LNG.
Υπενθυμίζεται ότι τις προηγούμενες μέρες ανακοινώθηκε μακροπρόθεσμη συμφωνία για παροχή LNG από το Κατάρ στην Κίνα.
Η παραπέρα ενίσχυση των ενεργειακών μπίζνες μεταξύ Ρωσίας και Κίνας, με φόντο τις ευρωατλαντικές κυρώσεις στους ρωσικούς υδρογονάνθρακες, βρέθηκε στο επίκεντρο του 4ου Ρωσο-Κινεζικού Ενεργειακού Επιχειρηματικού Φόρουμ που πραγματοποιήθηκε χτες.
Σε γραπτό μήνυμά του προς το Φόρουμ, ο Ρώσος Πρόεδρος, Βλ. Πούτιν, επισήμανε ότι «η ενεργειακή βιομηχανία παραμένει ένας από τους βασικούς και πιο γρήγορα εξελισσόμενους τομείς της οικονομικής μας συνεργασίας».
Αντίστοιχα, στο δικό του μήνυμα ο Κινέζος Πρόεδρος, Σι Τζινπίνγκ, ανέφερε ότι το Πεκίνο είναι έτοιμο να ενισχύσει την ενεργειακή συνεργασία του με τη Ρωσία, ισχυριζόμενος ότι κάτι τέτοιο συμβάλλει στην παγκόσμια ενεργειακή ασφάλεια.
Ο Ρώσος αναπληρωτής πρωθυπουργός, Αλ. Νόβακ, ανέφερε ότι η Κίνα γίνεται ο μεγαλύτερος καταναλωτής ρωσικών ενεργειακών πόρων, με τον διμερή εμπορικό κύκλο εργασιών να αυξάνεται σχεδόν κατά δύο τρίτα σε χρηματοοικονομικούς όρους. Ο ίδιος πρόσθεσε ότι Μόσχα και Πεκίνο επεξεργάζονται μηχανισμούς πληρωμών των ενεργειακών συμβολαίων στα εθνικά νομίσματα των δύο χωρών, με παράκαμψη του συστήματος πληρωμών SWIFT.
Οι ρωσικές εξαγωγές πετρελαίου προς την Κίνα αυξήθηκαν κατά 9,5% σε ετήσια βάση φτάνοντας σε σχεδόν 72 εκατ. τόνους, 7% της συνολικής ζήτησης της χώρας, δήλωσε στο Φόρουμ ο διευθύνων σύμβουλος της «Rosneft», Ι. Σέτσιν.
Ο ίδιος πρόσθεσε ότι οι εξαγωγές ρωσικού φυσικού αερίου στην Κίνα μέσω αγωγών ενδέχεται να αυξηθούν κατά 60% φέτος, ενώ προβλέπεται «να ξεπεράσουν τα 100 δισ. κυβικά μέτρα τον χρόνο στο άμεσο μέλλον».
Αντίστοιχα, οι ρωσικές προμήθειες άνθρακα στην Κίνα ανέρχονται σχεδόν στο ένα τέταρτο των κινεζικών εισαγωγών και ανήλθαν σε 53 εκατ. τόνους το πρώτο 10μηνο του έτους.
Επιπλέον, ο Αλ. Νόβακ αναφέρθηκε σε σχέδια παροχής κινεζικού εξοπλισμού για τον ενεργειακό κλάδο της Ρωσίας, ενώ πρόσθεσε ότι «είμαστε ανοιχτοί σε προτάσεις από Κινέζους εταίρους για συμμετοχή στην ανάπτυξη των ρωσικών κοιτασμάτων πετρελαίου».
Ενεργοποιώντας αντεργατικό νόμο του 1926 κατ' απαίτηση των επιχειρηματικών ομίλων
Ο ...«υπερήφανος υποστηρικτής των συνδικάτων», Πρόεδρος των ΗΠΑ, Τζο Μπάιντεν, ζητεί από το Κογκρέσο να νομοθετήσει «αμέσως» για να εμποδιστεί δυνητική απεργία των εργαζομένων στους σιδηρόδρομους, μετά από απαίτηση περίπου 450 επιχειρηματικών ομίλων που προειδοποιούν για «βέβαιη οικονομική καταστροφή» και παράλυση των μεταφορών εμπορευμάτων.
Οι διαπραγματεύσεις ανάμεσα στα συνδικάτα και τις εταιρείες εμπορευματικών σιδηροδρομικών μεταφορών βρίσκονται σε αδιέξοδο και η αμερικανική κυβέρνηση καλεί τις 12 συνδικαλιστικές οργανώσεις να επικυρώσουν την «καταρχήν συμφωνία» του Σεπτέμβρη για κλαδική ΣΣΕ, παρά τις διαφωνίες κυρίως για τις αναρρωτικές άδειες κ.ά.
Ο Μπάιντεν θεωρεί απαραίτητο να παρέμβει το Κογκρέσο, καθώς με μια απεργία στους σιδηρόδρομους «θα υποστεί καταστροφή η οικονομία μας».
Με νόμο του 1926 (Railway Labor Act) για την αποτροπή απεργιακών κινητοποιήσεων στους σιδηροδρόμους, το Κογκρέσο έχει τη δυνατότητα να επιβάλει υποχρεωτικά την υιοθέτηση της καταρχήν συμφωνίας, παρά την απόρριψή της από πλευράς κάποιων συνδικάτων.
«Διστάζουμε να παρακάμψουμε τη διαδικασία επικύρωσης της καταρχήν συμφωνίας, αλλά πρέπει να αναλάβουμε δράση για να αποτρέψουμε μια καταστροφική απεργία στους σιδηρόδρομους σε εθνική κλίμακα», ανακοίνωσε από την πλευρά της η Δημοκρατική πρόεδρος της Βουλής των Αντιπροσώπων, Νάνσι Πελόζι.
Στο μεταξύ οι 449 επιχειρηματικοί όμιλοι τονίζουν στο γράμμα τους προς την Πελόζι την «επείγουσα κατάσταση», υπενθυμίζοντας ότι το Κογκρέσο έχει παρέμβει 18 φορές από το 1926 στις εργατικές διαπραγματεύσεις, όταν απειλήθηκε το διακρατικό εμπόριο.
Αν δεν εφαρμοστεί η καταρχήν συμφωνία, μια απεργία των σιδηροδρομικών θα μπορούσε να πραγματοποιηθεί από τις 9 Δεκέμβρη, προκαλώντας ελλείψεις, εκτίναξη των τιμών και διακοπή της παραγωγής εργοστασίων, αναφέρουν οι επιχειρηματικοί όμιλοι και θα «κόστιζε» στη μεγαλύτερη καπιταλιστική οικονομία πάνω από 2 δισ. δολάρια τη μέρα, σύμφωνα με τον Σύνδεσμο των Αμερικανικών Σιδηροδρόμων (AAR).
«Μπορεί να διεξαχθεί αύριο, την άλλη βδομάδα ή ανά πάσα στιγμή» δήλωσε χτες ο εκπρόσωπος της τουρκικής προεδρίας Ιμπρ. Καλίν, αναφερόμενος στη νέα χερσαία επιχείρηση στη Συρία που έχει προαναγγείλει η Αγκυρα, επεκτείνοντας τον «αντιτρομοκρατικό αγώνα», που το τελευταίο 10ήμερο συνεχίζεται με νέα πλήγματα κατά θέσεων σε Συρία και Ιράκ.
Με φόντο βέβαια τα σενάρια αναθέρμανσης των σχέσεων με τη Δαμασκό, ο Καλίν έσπευσε να υποστηρίξει ότι «αν δεν είχαμε διεξάγει τις τρεις επιχειρήσεις (σ.σ. τις προηγούμενες χερσαίες εισβολές), η Συρία δεν θα είχε εδαφική ακεραιότητα».
Στο μεταξύ, ο επικεφαλής των κατά βάση κουρδικών «Συριακών Δημοκρατικών Δυνάμεων» (SDF) Μ. Αμπντί δήλωσε ότι έχει ζητήσει από την Ουάσιγκτον να στείλει ένα «ισχυρότερο» μήνυμα όσον αφορά τη διαφωνία της με πιθανές χερσαίες επιχειρήσεις της Αγκυρας.
Το Σάββατο, εξάλλου, ο Αμπντί φέρεται να συνάντησε τον αρχιστράτηγο των ρωσικών δυνάμεων στη Συρία, στρατηγό Αλ. Τσάικο στο στρατιωτικό αεροδρόμιο του Καμισλί, ο οποίος του είπε ότι «είναι ξεκάθαρο ότι οι Τούρκοι (...) προετοιμάζονται» για χερσαία επίθεση. Σύμφωνα με αντικυβερνητικό συριακό κανάλι, ο Ρώσος στρατηγός μετέφερε ουσιαστικά το τελεσίγραφο της Αγκυρας για «εγγυήσεις ασφαλείας», με απόσυρση των SDF από την περιοχή του Αΐν αλ-Αράμπ, της Μανμπίτζ και του Τελ Ριφάατ και παράδοση της περιοχής στις ρωσικές δυνάμεις και τον συριακό στρατό.
Οι SDF από την πλευρά τους αντιπρόσφεραν αύξηση στα σημεία του ρωσικού και του συριακού στρατού κατά μήκος των συνόρων με την Τουρκία, διατηρώντας όμως παράλληλα τις δικές τους πολιτικές δομές και δυνάμεις ασφαλείας στην περιοχή.
Στο μεταξύ, χτες βρέθηκε στην Τεχεράνη ο νέος Ιρακινός πρωθυπουργός Μοχάμεντ Σία αλ Σουντάνι, με φόντο και τις πρόσφατες ιρανικές επιθέσεις σε κουρδικές οργανώσεις στο βόρειο Ιράκ.
Ο Ιρανός Πρόεδρος Εμπρ. Ραϊσί δήλωσε ότι «κατά την άποψή μας, την οποία συμμερίζεται η ιρακινή κυβέρνηση, η ασφάλεια, η ειρήνη, η συνεργασία και η σταθερότητα στην περιοχή είναι πολύ σημαντικές (...) Κατά συνέπεια, ο αγώνας εναντίον των τρομοκρατικών οργανώσεων, του οργανωμένου εγκλήματος, των ναρκωτικών και της ανασφάλειας που απειλεί την περιοχή μας επαφίεται στην κοινή βούληση των δύο χωρών».
Από τη μεριά του ο αλ Σουντάνι εμφάνισε την κυβέρνησή του αποφασισμένη «να μην επιτρέψει σε οποιαδήποτε ομάδα ή κόμμα να χρησιμοποιούν το ιρακινό έδαφος για (...) να απειλούν την ασφάλεια του Ιράν», αναφέροντας ότι οι δύο χώρες θα θέσουν σε εφαρμογή «έναν μηχανισμό (...) συντονισμού για να αποφεύγεται η κλιμάκωση».
Είχε προηγηθεί η θετική αντίδραση της Τεχεράνης στην απόφαση της Βαγδάτης να αναπτύξει δυνάμεις σε μια ζώνη που συνορεύει με το ιρακινό Κουρδιστάν.