Ο «Ριζοσπάστης» παρουσιάζει βασικούς άξονες του κειμένου - φωτιά για τους λαούς, που υιοθέτησε η Σύνοδος Κορυφής
Η «Πυξίδα» είναι κείμενο αντίστοιχο της «Στρατηγικής Αντίληψης» του ΝΑΤΟ, που οδεύει κι αυτή προς «επικαιροποίηση», δίνοντας ακόμα μεγαλύτερη έμφαση στην ενίσχυση των μόνιμων στρατιωτικών δυνάμεων στην Ανατ. Ευρώπη.
Η «Στρατηγική Πυξίδα» θέτει συγκεκριμένους στόχους για τα κράτη - μέλη μέχρι το 2030, ώστε στο σύνολό της η ΕΕ να αναβαθμίσει τον ρόλο της στους ιμπεριαλιστικούς ανταγωνισμούς, ενισχύοντας και κάνοντας πιο διακριτή τη στρατιωτική της ισχύ, συμπληρωματικά προς το ΝΑΤΟ.
Οπως οι ίδιοι αναφέρουν στο πολυσέλιδο κείμενο, «η υπόθεση για μια νέα ώθηση στην Ασφάλεια και Αμυνα της ΕΕ είναι επιτακτική: Ενα πιο εχθρικό περιβάλλον και ευρύτερες γεωπολιτικές τάσεις καλούν την ΕΕ να επωμίζεται μεγαλύτερο μερίδιο ευθύνης για τη δική της ασφάλεια».
Σε αυτό το πλαίσιο, η «Πυξίδα» ορίζει για τα κράτη - μέλη «συγκεκριμένες δράσεις προτεραιότητας» σε τέσσερις «άξονες εργασίας», τους οποίους παρουσιάζουμε αναλυτικά πιο κάτω.
«Θα ενισχύσουμε τις πολιτικές και στρατιωτικές μας αποστολές και επιχειρήσεις της Κοινής Πολιτικής Αμυνας και Ασφάλειας (ΚΠΑΑ), παρέχοντάς τους πιο εύρωστες και ευέλικτες εντολές, προωθώντας την ταχεία και πιο ευέλικτη διαδικασία λήψης αποφάσεων και διασφαλίζοντας μεγαλύτερη οικονομική αλληλεγγύη, ενώ παράλληλα προάγουμε τη στενή συνεργασία με τις ευρωπαϊκές ad hoc αποστολές και επιχειρήσεις. Θα ενισχύσουμε την πολιτική μας ΚΠΑΑ μέσω ενός νέου Συμφώνου που θα επιτρέπει ταχύτερη ανάπτυξη, επίσης σε πολύπλοκα περιβάλλοντα».
Η ενοποίηση της ΕΕ βαθαίνει και στον στρατιωτικό τομέα, όπου μέχρι σήμερα διαπιστώνονταν μεγάλες καθυστερήσεις, εξαιτίας ισχυρών και ανταγωνιστικών συμφερόντων μεταξύ των κρατών - μελών. Τώρα, πέρα από τη στενότερη στρατιωτική συνεργασία, αναζητούνται τρόποι και για πιο ευέλικτες αποφάσεις, ώστε να αναβαθμίσει η ΕΕ τον ρόλο της σε ιμπεριαλιστικές αποστολές και επεμβάσεις, μαζί με το ΝΑΤΟ, ή και αυτοτελώς.
Οπως αναφέρεται πιο συγκεκριμένα, «πρέπει να επιδιώξουμε μεγαλύτερη ευελιξία στη διαδικασία λήψης αποφάσεων, χωρίς συμβιβασμούς στην πολιτική και οικονομική αλληλεγγύη. Ως εκ τούτου, θα χρησιμοποιήσουμε τις δυνατότητες που παρέχουν οι Συνθήκες της ΕΕ, συμπεριλαμβανομένης της εποικοδομητικής αποχής»...
Εξειδικεύοντας παραπέρα, το κείμενο αναφέρεται σε «πρακτικές λεπτομέρειες εφαρμογής του άρθρου 44 της Συνθήκης για την ΕΕ (σ.σ. προβλέπει ότι στη λήψη αποφάσεων λαμβάνουν μέρος μόνο οι αντιπρόσωποι των κρατών - μελών που συμμετέχουν σε μια ομάδα κρατών "ενισχυμένης συνεργασίας") ώστε να επιτραπεί σε μια ομάδα πρόθυμων και ικανών κρατών - μελών να σχεδιάσουν και να διεξαγάγουν μια αποστολή ή επιχείρηση εντός του πλαισίου της ΕΕ και υπό την πολιτική εποπτεία του Συμβουλίου».
Προβλέπεται παράλληλα η ικανότητα «Ταχείας Ανάπτυξης της ΕΕ (EU Rapid Deployment Capacity) που θα μας επιτρέψει να αναπτύσσουμε γρήγορα έως και 5.000 στρατιώτες σε μη ανεκτικά (non-permissive) περιβάλλοντα για διαφορετικούς τύπους κρίσεων», σε συνδυασμό με τη βελτίωση της ικανότητας «Στρατιωτικού Σχεδιασμού και Διεύθυνσης» (Military Planning and Conduct Capability), αλλά και της ετοιμότητας και συνεργασίας, «μέσω της ενίσχυσης της στρατιωτικής κινητικότητας και των τακτικών ασκήσεων».
Η συγκεκριμένη στρατιωτική δύναμη θα πρέπει να είναι πλήρως λειτουργική έως το 2025. Εξ ου και τα επιχειρησιακά σενάρια θα ολοκληρωθούν μέσα στο 2022, με στόχο από το 2023, οι τακτικές ασκήσεις να συμβάλουν «στην ετοιμότητα και τη διαλειτουργικότητά» της, με στόχο να επιχειρεί σε γη, θάλασσα και αέρα.
Σύμφωνα με όσα γράφονται στην «Πυξίδα», η Δύναμη θα μπορεί να χρησιμοποιηθεί σε διάφορα στάδια μιας επιχείρησης, όπως αρχική διείσδυση, ενίσχυση άλλης δύναμης, ή ως εφεδρική δύναμη για να εξασφαλίσει μια έξοδο. Η ανάπτυξη της ικανότητας θα βασίζεται σε επιχειρησιακά σενάρια που θα επικεντρωθούν αρχικά στις επιχειρήσεις διάσωσης και εκκένωσης, καθώς και στην αρχική φάση «επιχειρήσεων σταθεροποίησης».
Θα αποτελείται από προκαθορισμένες στρατιωτικές δυνάμεις και γι' αυτό κάθε κράτος - μέλος δεσμεύεται «να αυξήσει την ετοιμότητα και τη διαθεσιμότητα των Ενόπλων Δυνάμεων», όπως και τους «σχετικούς πόρους και τα απαραίτητα στρατηγικά μέσα, ιδίως στρατηγικές μεταφορές, προστασία δυνάμεων, ιατρικά μέσα, κυβερνοάμυνα, δορυφορική επικοινωνία και πληροφορίες, επιτήρηση και δυνατότητες αναγνώρισης».
Συναφής με τα παραπάνω είναι ο άξονας για τις εταιρικές σχέσεις, όπου αναφέρεται μεταξύ άλλων ότι θα πρέπει «να ενισχύσουμε τη συνεργασία μας με τους εταίρους για την αντιμετώπιση κοινών απειλών και προκλήσεων».
Προς τούτο, η ΕΕ σκοπεύει να ενισχύσει «τις στρατηγικές εταιρικές σχέσεις με ΝΑΤΟ και ΟΗΕ μέσω πιο δομημένων πολιτικών διαλόγων καθώς και επιχειρησιακής και θεματικής συνεργασίας», όπως και τη συνεργασία «με περιφερειακούς εταίρους, συμπεριλαμβανομένων των ΟΑΣΕ, Αφρικανικής Ενωσης και ASEAN».
Δήλωση προθέσεων για μια πιο αυτοτελή επιχειρησιακή δράση ανά τον κόσμο αποτελεί και η αναφορά στην ενίσχυση της συνεργασίας διμερώς «με εταίρους που μοιράζονται τις ίδιες αξίες και συμφέροντα, όπως οι ΗΠΑ, Νορβηγία, Καναδάς, Ηνωμένο Βασίλειο και Ιαπωνία. Θα αναπτύξουμε προσαρμοσμένες συνεργασίες στα Δυτικά Βαλκάνια, στην ανατολική και νότια γειτονιά μας, στην Αφρική, στην Ασία και τη Λατινική Αμερική».
Το κείμενο δεσμεύει επίσης τα κράτη - μέλη ότι «θα ενισχύσουμε τις δράσεις μας στους θαλάσσιους, εναέριους και διαστημικούς τομείς, ιδίως επεκτείνοντας τις Συντονισμένες Θαλάσσιες Παρουσίες (Coordinated Maritime Presences) σε άλλες περιοχές, ξεκινώντας από τον Ινδο-Ειρηνικό, και αναπτύσσοντας μια Διαστημική Στρατηγική της ΕΕ για την ασφάλεια και την άμυνα», κάτω από τη διαπίστωση ότι η ΕΕ θα πρέπει να αναβαθμίσει την ικανότητά της «να προβλέπει απειλές, να εγγυάται ασφαλή πρόσβαση σε στρατηγικούς τομείς και να προστατεύει τους πολίτες της».
Με άλλα λόγια, να αναβαθμίσει και στρατιωτικά την ικανότητά της να προασπίζεται τα συμφέροντα των μονοπωλίων της σε όλα τα μήκη και τα πλάτη της Γης.
Ολα αυτά βέβαια απαιτούν και τα απαραίτητα κονδύλια, που θα βρεθούν από τους πολεμικούς προϋπολογισμούς της ΕΕ και των κρατών - μελών. Αυτούς δηλαδή που ψηφίζουν το ένα μετά το άλλο τα Κοινοβούλια, φορτώνοντας και αυτόν τον λογαριασμό στους λαούς.
«Πρέπει να επενδύσουμε περισσότερα και καλύτερα σε δυνατότητες και καινοτόμες τεχνολογίες, να καλύψουμε στρατηγικά κενά και να μειώσουμε τις τεχνολογικές και βιομηχανικές εξαρτήσεις», αναφέρει η «Πυξίδα» και εξειδικεύει:
«Θα ξοδεύουμε περισσότερα και αποδοτικότερα στην Αμυνα και θα βελτιώσουμε την ανάπτυξη και τον σχεδιασμό των ικανοτήτων μας για την καλύτερη αντιμετώπιση της επιχειρησιακής πραγματικότητας και των νέων απειλών και προκλήσεων.
Θα αναζητήσουμε κοινές λύσεις για την ανάπτυξη των απαραίτητων στρατηγικών δυνάμεων για τις αποστολές και τις επιχειρήσεις μας, καθώς και τις ικανότητες επόμενης γενιάς σε όλους τους επιχειρησιακούς τομείς, όπως ναυτικές πλατφόρμες υψηλών προδιαγραφών (σ.σ. πλοία), μελλοντικά εναέρια συστήματα μάχης (σ.σ. επανδρωμένα και UAV), ικανότητες στο Διάστημα και κύρια άρματα μάχης.
Θα αξιοποιήσουμε πλήρως τη Μόνιμη Διαρθρωμένη Συνεργασία (PESCO) και το Ευρωπαϊκό Ταμείο Αμυνας για να αναπτύξουμε από κοινού στρατιωτικές δυνατότητες αιχμής και να επενδύσουμε στην τεχνολογική καινοτομία για την Αμυνα και να δημιουργήσουμε έναν νέο κόμβο αμυντικής καινοτομίας εντός του Ευρωπαϊκού Οργανισμού Αμυνας».
Στη «Στρατηγική Πυξίδα» καταγράφονται αναλυτικά τα βασικά συμφέροντα που διακυβεύονται για τα μονοπώλια της ΕΕ στα διάφορα σημεία του πλανήτη, όπου μαίνονται οι ανταγωνισμοί για την αναδιανομή σφαιρών επιρροής, αγορών, πηγών και δρόμων Ενέργειας. Ενδεικτικά:
Ιδιαίτερη έμφαση δίνει η «Πυξίδα» στη διασφάλιση των μονοπωλιακών συμφερόντων της ΕΕ στις θαλάσσιες ζώνες, που αποκτούν ολοένα και πιο κρίσιμο ρόλο στους παγκόσμιους ιμπεριαλιστικούς ανταγωνισμούς.
Οπως αναφέρεται, «η θαλάσσια ασφάλεια στη Βαλτική Θάλασσα, στη Μαύρη Θάλασσα, στη Μεσόγειο και τη Βόρεια Θάλασσα, καθώς και των υδάτων της Αρκτικής, του Ατλαντικού Ωκεανού και των εξόχως απόκεντρων περιοχών είναι σημαντική για την ασφάλεια της ΕΕ, την οικονομική μας ανάπτυξη, το ελεύθερο εμπόριο, τις μεταφορές και την ενεργειακή ασφάλεια».
Αναφέρει επίσης ότι «καθώς ο θαλάσσιος τομέας γίνεται ολοένα και πιο αμφισβητούμενος, δεσμευόμαστε να διεκδικήσουμε περαιτέρω τα συμφέροντά μας στη θάλασσα και να ενισχύσουμε τη θαλάσσια ασφάλεια της ΕΕ και των κρατών - μελών, μεταξύ άλλων βελτιώνοντας τη διαλειτουργικότητα των ναυτικών μας δυνάμεων μέσω ασκήσεων και οργανώνοντας λιμενικούς σταθμούς».
Αυτό θα γίνει μεταξύ άλλων επεκτείνοντας «τις Συντονισμένες Ναυτιλιακές Παρουσίες μας σε άλλους τομείς θαλάσσιου ενδιαφέροντος που έχουν αντίκτυπο στην ασφάλεια της ΕΕ και θα επιδιώξουμε να συνδέσουμε σχετικούς εταίρους, όπου είναι κατορθωτό».
Με τον ίδιο στόχο «θα εδραιώσουμε και θα αναπτύξουμε περαιτέρω, ανάλογα με την περίπτωση, τις δύο ναυτικές μας επιχειρήσεις, που αναπτύσσονται στη Μεσόγειο και στα ανοικτά των ακτών της Σομαλίας (σ.σ. οι επιχειρήσεις IRINI και ATALANTA), θαλάσσιες περιοχές κρίσιμου στρατηγικού ενδιαφέροντος για την ΕΕ».
Τα κράτη - μέλη εξαγγέλλουν, τέλος, ότι «θα ενισχύσουμε τη συνεργασία και τον συντονισμό στον εναέριο τομέα αναπτύσσοντας περαιτέρω την ικανότητά μας να αναλαμβάνουμε για πρώτη φορά επιχειρήσεις αεροπορικής ασφάλειας της ΕΕ, συμπεριλαμβανομένων των καθηκόντων αεροπορικής υποστήριξης, διάσωσης και εκκένωσης, επιτήρησης και ανακούφισης από καταστροφές».
Τέτοιες επιχειρήσεις σήμερα γίνονται π.χ. από το ΝΑΤΟ στον εναέριο χώρο των κρατών - μελών του στη συνοριογραμμή με τη Ρωσία, με την ΕΕ να διεκδικεί και σε αυτό το πεδίο έναν πιο «αυτόνομο» ρόλο.
Στην «Πυξίδα» ξεχωρίζουν οι αναφορές στην Κίνα, που χαρακτηρίζεται «εταίρος συνεργασίας, οικονομικός ανταγωνιστής και συστημικός αντίπαλος». Διαπιστώνεται ότι «η Κίνα εμπλέκεται όλο και περισσότερο σε περιφερειακές εντάσεις» και καταγράφεται η ανησυχία για το άνοιγμα στην ψαλίδα του οικονομικού ανταγωνισμού ανάμεσα σε Κίνα και ΕΕ:
«Η ασυμμετρία στο άνοιγμα των αγορών και των κοινωνιών μας έχει οδηγήσει σε αυξανόμενες ανησυχίες όσον αφορά την αμοιβαιότητα, τον οικονομικό ανταγωνισμό και την ανθεκτικότητα (σ.σ. το πόσο εύκολα μπαίνουν κινεζικοί κολοσσοί και αγοράζουν κρίσιμες υποδομές, όπως λιμάνια και δίκτυα στα κράτη της ΕΕ)».
Αντίστροφα, «η Κίνα τείνει να περιορίζει την πρόσβαση στην αγορά της και επιδιώκει να προωθήσει παγκοσμίως τα δικά της πρότυπα. Ακολουθεί τις πολιτικές της, μεταξύ άλλων μέσω της αυξανόμενης παρουσίας της στη θάλασσα και στο Διάστημα, καθώς και με τη χρήση εργαλείων στον κυβερνοχώρο και την προβολή υβριδικών τακτικών».
Στον στρατιωτικό τομέα «η Κίνα έχει αναπτύξει ουσιαστικά τα στρατιωτικά της μέσα και στοχεύει να έχει ολοκληρώσει τον συνολικό εκσυγχρονισμό των ενόπλων δυνάμεών της έως το 2035, επηρεάζοντας την περιφερειακή και παγκόσμια ασφάλεια».
Συμπερασματικά, η «Πυξίδα» καταγράφει την ραγδαία άνοδο της Κίνας, που διεκδικεί την πρωτοκαθεδρία στο παγκόσμιο ιμπεριαλιστικό σύστημα, οξύνοντας στο έπακρο τους ανταγωνισμούς με τα άλλα ιμπεριαλιστικά κέντρα, κυρίως με τις ΗΠΑ και την ΕΕ:
«Η ανάπτυξη και η ενσωμάτωση της Κίνας στην περιοχή της, και στον κόσμο γενικότερα, θα σημαδέψουν το υπόλοιπο αυτού του αιώνα. Πρέπει να διασφαλίσουμε ότι αυτό θα συμβεί με τρόπο που θα συμβάλλει στη διατήρηση της παγκόσμιας ασφάλειας και δεν θα έρχεται σε αντίθεση με τη διεθνή τάξη που βασίζεται σε κανόνες και τα συμφέροντα και τις αξίες μας. Αυτό απαιτεί ισχυρή ενότητα μεταξύ μας και στενή συνεργασία με άλλους περιφερειακούς και παγκόσμιους εταίρους», αναφέρει το κείμενο που υιοθέτησε η Σύνοδος Κορυφής της ΕΕ.