Eurokinissi |
Στο πλαίσιο αυτό, ο πρόεδρος του ΣΥΡΙΖΑ, Αλ. Τσίπρας, δίνοντας τον τόνο της «εποικοδομητικής» και «δομικής» αντιπολίτευσης για λογαριασμό των επιχειρηματικών ομίλων, χαρακτήρισε το νομοσχέδιο «αντιαναπτυξιακό», εγκαλώντας την κυβέρνηση για... «ανεπάρκεια» στις παροχές στήριξης του κεφαλαίου, επειδή, όπως υποστήριξε, το νομοθέτημά της είναι «χωρίς κεντρικό αναπτυξιακό αφήγημα, χωρίς άποψη για το παραγωγικό μοντέλο που θα μπορούσε να αναδείξει τα ανταγωνιστικά πλεονεκτήματα της ελληνικής οικονομίας. Χωρίς καμία αναφορά σε κλάδους υψηλής εξωστρέφειας, μεγάλης προστιθέμενης αξίας, πραγματικών δυνατοτήτων ανάπτυξης».
Παράλληλα, σε μια προσπάθεια να κρύψει το πραγματικό περιεχόμενο της καπιταλιστικής ανάπτυξης και να υπερασπιστεί το παραμύθι της «δίκαιης» ανάπτυξης, ο τέως πρωθυπουργός βάφτισε τα νέα προνόμια που η ΝΔ προσφέρει στο κεφάλαιο για την ανάκαμψη της κερδοφορίας του, προσθετικά σε όσα πρόσφερε η δική του κυβέρνηση, «εξυπηρετήσεις φίλων επιχειρηματιών, εκδοτών, δημάρχων και πολιτευτών» και «ρουσφέτια», ενώ τα σκληρά αντεργατικά μέτρα, που αποτελούν προϋπόθεση της καπιταλιστικής ανάπτυξης, «ιδεοληψία» και «ιδεολογική εμμονή» της ΝΔ, κάνοντας τον «ανήξερο» για το γεγονός ότι η ΝΔ πατάει πάνω στα έργα του ΣΥΡΙΖΑ για την επίθεση στις Συλλογικές Συμβάσεις και στη συνδικαλιστική οργάνωση.
Προσπερνώντας και το γεγονός ότι αυτά αποτελούν την προϋπόθεση της ανάκαμψης των κερδών του κεφαλαίου που και ο ΣΥΡΙΖΑ υπηρέτησε ως κυβέρνηση, όσο και την παραδοχή των ίδιων των βιομηχάνων πως η προηγούμενη κυβέρνηση διεκπεραίωσε το 68% των αξιώσεών τους, ο πρόεδρος του ΣΥΡΙΖΑ μίλησε για «νεοφιλελεύθερη βαρβαρότητα» και για «αντιλαϊκά και αντεργατικά μέτρα που υπαγορεύει ο ΣΕΒ»!
Επιχείρησε έτσι να ξεφύγει απ' την κραυγαλέα ταύτιση, αφού οι «βάσεις» του βάρβαρου νομοσχεδίου και δεκάδες από τα μέτρα του μπήκαν επί ΣΥΡΙΖΑ.
Υπερασπιζόμενος εξάλλου το αντιλαϊκό αυτό έργο πάνω στο οποίο χτίζει σήμερα η ΝΔ, ο Αλ. Τσίπρας είπε πως «επιχειρήσαμε να συγκροτήσουμε για πρώτη φορά μία εναλλακτική και ολιστική εθνική αναπτυξιακή στρατηγική» για λογαριασμό του κεφαλαίου και απαρίθμησε μέτρα και πλευρές της πολιτικής του ΣΥΡΙΖΑ, π.χ. «τα καινούργια χρηματοδοτικά εργαλεία, όπως η Αναπτυξιακή Τράπεζα», τη μετατροπή της «ρημαγμένης, χρεοκοπημένης χώρας που μας παραδώσατε σε κέντρο Ενέργειας, εμπορίου, logistics, τηλεπικοινωνιών και νέων τεχνολογιών», την ολοκλήρωση «των μεγάλων οδικών αξόνων», όπως και τα «ρεκόρ 12ετίας στις Ξένες Αμεσες Επενδύσεις, με ρεκόρ 20ετίας στις εξαγωγές» κ.ά. Από τον απολογισμό του απουσίαζαν φυσικά τα λαϊκά στρώματα και οι ανάγκες τους που η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ συνέθλιψε προσθέτοντας στους ώμους τους ένα ακόμα μνημόνιο.
Διαβεβαίωσε το κεφάλαιο ότι ο ΣΥΡΙΖΑ παραμένει προσηλωμένος στην ανάκαμψη της κερδοφορίας του, υποσχόμενος «υλοποίηση ενός πλέγματος μεταρρυθμίσεων για την ενίσχυση του αληθινού αναπτυξιακού δυναμικού της χώρας, την τόνωση των επενδύσεων, την υποστήριξη της υγιούς επιχειρηματικότητας», «ενσωμάτωση της οικονομικής, κοινωνικής και περιβαλλοντικής διάστασης σε ένα ολιστικό σχέδιο» κ.ά.
Ενώ από την «αντιπαράθεση» αυτή δεν θα μπορούσε φυσικά να λείπει και η σκανδαλολογία, με αναφορές στο σκάνδαλο «Novartis».
Σε παρατηρήσεις που εκφράζουν ανησυχίες του κεφαλαίου επιδόθηκε και η πρόεδρος του ΠΑΣΟΚ/ΚΙΝΑΛ Φ. Γεννηματά, σημειώνοντας πως «δεν συζητάμε αναπτυξιακό νομοσχέδιο, αλλά διευθετήσεις, διορθώσεις και με απίστευτη προχειρότητα». Κατέκρινε την κυβέρνηση ότι «δεν έχει σχέδιο για τη στρατηγική ανάπτυξη της χώρας» και ότι «βαδίζει στα χνάρια του Τσίπρα», δηλαδή «επιχειρεί ορισμένες διευθετήσεις για να αντιμετωπίσει επιμέρους ζητήματα, χωρίς προοπτική για την παραγωγική ανασυγκρότηση της οικονομίας και την προσέλκυση επενδύσεων».
Δεν παρέλειψε να βάλει με τη σειρά της φιλεργατική «προβιά», κάνοντας λόγο για «καταστρατήγηση κλαδικών ΣΣΕ, για καθεστώς εργασιακών σχέσεων δύο ταχυτήτων». Βέβαια ως κυβέρνηση το ΠΑΣΟΚ έπληξε κάθε εργασιακό δικαίωμα, ενώ συγκυβερνούσε με τη ΝΔ όταν ψηφίστηκε ο νόμος Βρούτση, που ενεργοποίησε ο ΣΥΡΙΖΑ, για την κατάργηση των συλλογικών διαπραγματεύσεων για τον κατώτατο μισθό, την κατάργηση της Εθνικής Γενικής Συλλογικής Σύμβασης κ.ο.κ. Παρ' όλα αυτά, συνεχίζοντας να δίνει ρεσιτάλ εμπαιγμού σε βάρος των εργαζομένων, είπε για την κυβέρνηση ότι θέλει να μετατρέψει την Ελλάδα σε «χώρα φτηνής και απαξιωμένης εργασίας» και ότι το ΠΑΣΟΚ «θα συνεχίσουμε να αγωνιζόμαστε για την Εθνική ΣΣΕ, για τις κλαδικές ΣΣΕ»!
Ενώ λανσάροντας τα περί «υγιούς επιχειρηματικότητας», σημείωσε ότι οι μόνοι κερδισμένοι από το νομοσχέδιο της κυβέρνησης θα είναι «οι ασύδοτοι επιχειρηματίες και χαμένοι οι συνεπείς επιχειρήσεις».
Οσον αφορά το άρθρο 179, για το οποίο έκανε ειδική αναφορά και με το οποίο εκχωρούνται καθαριότητα, ηλεκτροφωτισμός και άλλες υπηρεσίες στους ιδιώτες, το όλο πρόβλημα ήταν αν «θα εκχωρούνται με διαφάνεια» ή όχι.
Ο δε πρόεδρος της Ελληνικής Λύσης, Κυρ. Βελόπουλος, διάνθισε την τοποθέτησή του με μπόλικη σκανδαλολογία και με εθνικιστικές κορόνες σε βάρος προσφύγων και μεταναστών, ενώ η κριτική του για το νομοσχέδιο - το οποίο το κόμμα του ψήφισε - ήταν για τις τροπολογίες που είχαν κατατεθεί και ήταν «στο πόδι».
Η αντιπαράθεση για το αντιλαϊκό «μείγμα» που συμφέρει περισσότερο την κερδοφορία του κεφαλαίου κυριάρχησε ανάμεσα σε ΝΔ και ΣΥΡΙΖΑ, αλλά και τα λοιπά αστικά κόμματα και στη χτεσινή, δεύτερη μέρα, της συζήτησης στην Ολομέλεια της Βουλής για το «αναπτυξιακό» πολυνομοσχέδιο.
Απαντες επιδόθηκαν σε ύμνους για τους επενδυτές και την επιχειρηματικότητα, προκειμένου να καλλιεργήσουν τη «φιλοεπενδυτική κουλτούρα» που θέλει ο ΣΕΒ, ώστε οι εργαζόμενοι να θεωρούν δική τους υπόθεση, «εθνικό στόχο» την καπιταλιστική ανάπτυξη και κερδοφορία. Ενώ ξεδίπλωσαν τις αντιλαϊκές, αντιδραστικές τους προτάσεις για τη διαμόρφωση του κατάλληλου περιβάλλοντος για την «προσέλκυση επενδύσεων».
Αξίζει να σημειωθεί πως και πάλι το στίγμα του όλου συναινετικού κλίματος, παρά τους καβγάδες στα δευτερεύοντα, έδωσε ο διάλογος ανάμεσα στον πρώην υπουργό Ανάπτυξης και αντιπρόεδρο της κυβέρνησης του ΣΥΡΙΖΑ, Γ. Δραγασάκη, και τον νυν υπουργό της ΝΔ Αδ. Γεωργιάδη.
Ο πρώτος επανέλαβε ότι «εξέφρασα την ικανοποίησή μου, διότι ένα σχεδόν πλήρες νομοσχέδιο που είχαμε αφήσει σε εκκρεμότητα, ο κ. Γεωργιάδης το ενσωμάτωσε σε αυτό το νομοσχέδιο» και πρόσθεσε πως «θα εκφράσω την ικανοποίησή μου και όταν ο κ. Γεωργιάδης και ο κ. Σταϊκούρας φέρουν για ψήφιση το νομοσχέδιο για τις μικροπιστώσεις, το οποίο ήταν επίσης σχεδόν έτοιμο, αλλά δεν προλάβαμε εμείς να το φέρουμε προς ψήφιση».
Μάλιστα, σημείωσε ότι ο ΣΥΡΙΖΑ με το «αναπτυξιακό» του έργο κάλυψε την «έλλειψη σχεδιασμού συγκροτημένης αναπτυξιακής στρατηγικής, που ήταν και παράγοντας της χρεοκοπίας», με ευθύνη των προηγούμενων κυβερνήσεων και ότι με την κυβέρνηση του ΣΥΡΙΖΑ «για πρώτη φορά συγκροτήθηκε μια ολοκληρωμένη ολιστική αναπτυξιακή στρατηγική» και εξέφρασε την αγωνία του «για το τι θα απογίνει τώρα αυτό το έργο», προσθέτοντας πως τα δείγματα της σημερινής κυβέρνησης δεν είναι και πολύ ενθαρρυντικά αφού το νομοσχέδιο περιέχει «αποσπασματικές ρυθμίσεις», δεν αναφέρεται «ποιοι είναι οι στόχοι και πώς θα πάμε σε αυτούς και ποιο είναι το εργαλείο το οποίο έχουμε να δώσουμε σε διεθνείς οργανισμούς, στην Ευρωπαϊκή Ενωση» κ.λπ. «Εμείς είχαμε δρομολογήσει μια διαδικασία να πάμε σε ένα νέο παραγωγικό πρότυπο, βιώσιμο, δίκαιο, σύγχρονο, εξωστρεφές. Εσείς το διαλύετε», σημείωσε.
Απαντώντας ο Αδ. Γεωργιάδης δεσμεύτηκε, πέρα από την Αναπτυξιακή Τράπεζα, ότι «το υπουργείο ήδη δουλεύει πάνω στο σχέδιο νόμου που είχατε αφήσει για τις μικροπιστώσεις» και πρόσθεσε «ως προς το αναπτυξιακό μοντέλο, για να μη λέμε πολλά, εγώ είπα να κάνουμε μια συζήτηση στην Επιτροπή, αν θέλετε μόνο γι' αυτό, για το τι ανάπτυξη θέλουμε».
Ο ίδιος, κλείνοντας τη συνεδρίαση, επιχείρησε να εμφανίσει το μαύρο άσπρο, υποστηρίζοντας πως σκοπός του νομοσχεδίου είναι «να κάνει τη ζωή των συμπολιτών μας καλύτερη»! Επίσης, αξιοποίησε τα ανάλογα μέτρα που εφάρμοσε η κυβέρνηση του ΣΥΡΙΖΑ, για να παρουσιάσει ως μονόδρομο την αντιλαϊκή βαρβαρότητα. Ετσι, ισχυρίστηκε πως η «μεγάλη ιδεολογική ήττα» του ΣΥΡΙΖΑ είναι ότι πήρε την εξουσία και τελικά κυβέρνησε «με τις ιδέες της ΝΔ».
Αξίζει να σημειωθεί και η παρέμβαση της Ντόρας Μπακογιάννη, που είπε ότι «έχουμε ενδεχομένως, γιατί το κοινοβουλευτικό πολίτευμα αυτό είναι, διαφορετικές προσεγγίσεις σε επιμέρους θέματα, συμφωνούμε όμως όλοι στον κεντρικό στόχο. Ξέρουμε ότι η ανάπτυξη δεν διατάσσεται και ξέρουμε επίσης ότι για να υπάρξει ανάπτυξη, χρειάζονται συγκεκριμένες πολιτικές, έτσι ώστε να δημιουργηθούν θέσεις εργασίας (...) Θεωρώ ότι η προσέγγιση για το θέμα της ανάπτυξης πρέπει να είναι μια προσέγγιση ευρύτερης δυνατής συναίνεσης, την οποία αρνείστε».
Ο υπουργός Εσωτερικών, Τ. Θεοδωρικάκος, αναφερόμενος στα άρθρα που αφορούν την παραχώρηση των τομέων της καθαριότητας, του ηλεκτροφωτισμού και του πράσινου των δήμων στους επιχειρηματικούς ομίλους, σημείωσε ότι η κυβέρνηση θέλει «να απελευθερώσει την αυτοδιοίκηση από κρατικά δεσμά, να είναι πραγματική αυτοδιοίκηση» και ότι τάχα θα πρέπει να αποτελεί θέμα των δήμων «τι συμφέρει τους πολίτες για την αποκομιδή απορριμμάτων, τον ηλεκτροφωτισμό κ.ο.κ».
Παράλληλα ισχυρίστηκε ότι δήθεν «δεν υπάρχει και δεν νοείται να υπάρχει ανησυχία για τους εργαζόμενους που εργάζονται σε αυτούς τους τομείς», ωστόσο πρόσθεσε όσον αφορά το άρθρο 179 (επειδή αφαιρέθηκαν άρθρα από το νομοσχέδιο το άρθρο αυτό έγινε λόγω αναρίθμησης το 178) ότι «η ενεργοποίηση του άρθρου θα γίνεται εφόσον το Δημοτικό Συμβούλιο κρίνει ότι είναι αναγκαίο», φτάνοντας να ισχυριστεί πως «συμπολίτες που πιθανόν είναι άνεργοι» με την ενεργοποίηση του άρθρου «θα μπορέσουν να βρουν δουλειά στον ιδιωτικό τομέα».