Eurokinissi |
Ο Αλ. Τσίπρας επιχείρησε να φιλοτεχνήσει για το κόμμα του το προφίλ μιας «αριστερής», «προοδευτικής» δύναμης, που στις «νέες» συνθήκες, «μετά τα μνημόνια», θα υπηρετήσει την «κοινωνική δικαιοσύνη», την ώρα που κλείνοντας το μάτι στο μεγάλο κεφάλαιο κοκορευόταν ότι η κυβέρνησή του είναι αυτή που «λύνει ιστορικές εκκρεμότητες» για λογαριασμό του, και μπαίνει μπροστά στην προσπάθεια ανάκαμψης της κερδοφορίας του.
Κάνοντας το μαύρο άσπρο, ο πρωθυπουργός παρουσίασε ως υποτιθέμενο «νέο ξεκίνημα» τις 100 μέρες μετά το τυπικό τέλος των μνημονίων, και ενώ σε πλήρη ισχύ βρίσκονται όλο το μνημονιακό «οπλοστάσιο» για το κεφάλαιο, οι αντιλαϊκές δεσμεύσεις με ορίζοντα δεκαετιών και η «μεταμνημονιακή εποπτεία». Παράλληλα, κοκορεύτηκε για τα ψίχουλα διαχείρισης της ακραίας φτώχειας που έχουν ήδη ληφθεί, πασπαλίζοντας με γενικόλογες, ανέξοδες υποσχέσεις για «τομές» και «αλλαγές υπέρ της κοινωνικής πλειοψηφίας».
Στη βάση αυτή επιχείρησε να στήσει και το κάλπικο δίλημμα των επόμενων βουλευτικών εκλογών, υποστηρίζοντας πως «ενώ η κυβέρνηση προχωρά για την εφαρμογή μιας πολιτικής αναδιανομής υπέρ των ασθενέστερων, η ΝΔ του κ. Μητσοτάκη δεσμεύεται να εφαρμόσει την πολιτική του ΔΝΤ χωρίς το ΔΝΤ, να εφαρμόσει μνημονιακό πρόγραμμα χωρίς μνημόνια».
Ταυτόχρονα, απευθυνόμενος στο εγχώριο κεφάλαιο, καταλόγισε «αναξιοπιστία» στη ΝΔ και τον Κυρ. Μητσοτάκη. Ακόμα και οι ομοϊδεάτες του στην Ευρώπη, είπε, αναγνωρίζουν στην κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ «αξιοπιστία» που η ΝΔ δεν διαθέτει, αλλά και εξαιρετικές αντιλαϊκές επιδόσεις. «Γιατί ακόμη και οι ομοϊδεάτες του στην Ευρώπη δεν μπορούν παρά να διακρίνουν ποιος είναι και ποιος δεν είναι αξιόπιστος (...) Ποιοι είναι αυτοί που κατάφεραν με το 1/10 της δημοσιονομικής επιβάρυνσης και της προσαρμογής, σε σχέση με την προηγούμενη περίοδο των δύο πρώτων μνημονίων, να πετύχουν πλεονάσματα και να πιάνουν τους στόχους, και ποιοι έβαζαν μέτρα επί μέτρων αλλά ποτέ δεν κατάφεραν να πιάσουν τους στόχους των προγραμμάτων και πλεονάσματα», ανέφερε χαρακτηριστικά.
Ως πρόσθετες αποδείξεις της προσήλωσης της κυβέρνησής του στα προτάγματα της αστικής τάξης, περηφανεύτηκε για την προωθούμενη συνταγματική αναθεώρηση, για τη συμφωνία με την Εκκλησία, που ενισχύει τον μεταξύ τους επιχειρηματικό εναγκαλισμό, και φυσικά για την ευρωατλαντικής κοπής συμφωνία των Πρεσπών.
Από την ομιλία του δεν έλειψαν οι αναφορές στο φασισμό και την ακροδεξιά, για την ενίσχυση του προσωπείου «προόδου» της κυβέρνησης και το στήσιμο υποτιθέμενων «αντιδεξιών» μετώπων, μιλώντας για δηλητήριο που μολύνει τα σχολεία και για «μάχη στο επίπεδο των ιδεών, των αρχών και των αξιών».
Δεν είπε λέξη, φυσικά, ούτε για την πολιτική υπέρ του κεφαλαίου που θρέφει τον εθνικισμό και το φασισμό, ούτε για τη συγκυβέρνηση με ένα ακροδεξιό κόμμα, ούτε βέβαια για τις προσκλήσεις της ναζιστικής Χρυσής Αυγής σε εκδηλώσεις κ.λπ., τη δίκη της ναζιστικής οργάνωσης που προχωρά με ρυθμούς χελώνας κ.ο.κ.
Στο όνομα της αντιμετώπισης της ακροδεξιάς, εξάλλου, δικαιολόγησε και το επιδιωκόμενο κομπρεμί σε επίπεδο ΕΕ, ενόψει ευρωεκλογών, με την αμαρτωλή ευρωπαϊκή σοσιαλδημοκρατία, που πρωτοστάτησε στην αντιλαϊκή πολιτική, και στη βάση του κάλπικου αφηγήματος περί της δυνατότητας φιλολαϊκής στροφής της ΕΕ, της ίδιας που έχει για επίσημη πολιτική τον αντικομμουνισμό και την ταύτιση κομμουνισμού - φασισμού.
«Η Αριστερά οφείλει να βγει μπροστά και να ενώσει δυνάμεις, σε μια ευρύτερη προοδευτική συμμαχία. Με το τμήμα εκείνο των Ευρωπαίων Σοσιαλδημοκρατών που διαχωρίζονται έμπρακτα από τη χρεοκοπημένη προσκόλληση στο νεοφιλελευθερισμό. Με τους Ευρωπαίους Πράσινους», ανέφερε ο Αλ. Τσίπρας.
Σε ό,τι αφορά τις εκλογές για την Τοπική Διοίκηση, συνέστησε στην ΚΕ του κόμματός του «να εμπιστευτεί» τις αποφάσεις των τοπικών σχημάτων, «οι διεργασίες να ξεκινήσουν απ' αυτές, από συλλογικότητες και δημοτικές παρατάξεις που δεν δημιουργήθηκαν χτες, αλλά έχουν πολλά χρόνια ζωής. Ας τους αφήσουμε να κάνουν τις διεργασίες τους και να φέρουν στο προσκήνιο και τα πρόσωπα», είπε, «δείχνοντας» προς την κατεύθυνση των ζυμώσεων με άλλες αστικές πολιτικές δυνάμεις, ως «θερμοκήπιο» και για σχήματα αστικής διαχείρισης σε κεντρικό πολιτικό επίπεδο.
ΚΚΕ: Δεν πρόκειται να διεκδικήσει ποτέ απ' τη γερμανική κυβέρνηση, για να μη διαταραχθούν οι συμμαχίες του κεφαλαίου
Τις γερμανικές αποζημιώσεις ξαναθυμήθηκε ο πρωθυπουργός κατά την επίσκεψή του χτες στα μαρτυρικά Καλάβρυτα, επιβεβαιώνοντας ότι για την κυβέρνηση το ζήτημα αυτό αποτελεί αντικείμενο ψηφοθηρίας, αφού ποτέ οι - γενικόλογες - διακηρύξεις περί διεκδίκησής τους δεν συνοδεύτηκαν από αντίστοιχες πράξεις.
Κατά τη συνάντηση που είχε με τον δήμαρχο Καλαβρύτων, Γ. Λαζουρά, ο Αλ. Τσίπρας ανέφερε: «Οταν έρθει το πλήρωμα του χρόνου να δούμε με έναν συντεταγμένο τρόπο, πώς θα προχωρήσει αυτή η υπόθεση που είναι πολλών χρόνων, δεκαετιών. Εχουμε καταλήξει σε ένα ομόφωνο από ό,τι καταλαβαίνω πόρισμα και θα συνεννοηθώ με τον πρόεδρο της Βουλής, αμέσως μόλις ανοίξει μετά τις γιορτές η Βουλή, να βάλει μπροστά, να συζητηθεί στην Ολομέλεια και να πάρουμε τις πρωτοβουλίες που πρέπει. Αν υπάρχει ομοψυχία και ομοφωνία βοηθάει αυτό, διότι είναι και οι αποζημιώσεις και το δάνειο».
Παράλληλα, δείχνοντας το πώς η κυβέρνηση ουσιαστικά αποδυναμώνει το δίκαιο αίτημα, πρόσθεσε πως «ο νομικός δικαιακός πολιτισμός μας δίνει λύσεις. Εάν δεν αναγνωρίζεται από την άλλη πλευρά, να βρούμε έναν τρόπο συμφωνημένα, εφόσον υπάρχει μία διαφωνία ως προς αυτό, να δούμε με ποιον τρόπο θα λύσουμε αυτήν τη διαφωνία. Διότι, κατά τη δική μας εκτίμηση δεν έχει να κάνει με το ύψος των αποζημιώσεων, είναι πάνω από όλα ηθικό χρέος, όχι μόνο απέναντι στον ελληνικό λαό, αλλά απέναντι σε όλους τους λαούς της Ευρώπης».
Ο Αλ. Τσίπρας επισκέφτηκε στη συνέχεια τον Αγροτικό και Γαλακτοκομικό Συνεταιρισμό Καλαβρύτων και είχε σύσκεψη με το προεδρείο του Συνεταιρισμού, ενώ μίλησε σε κτηνοτρόφους (βλέπε και θέμα στη σελ. 18).
Σε σχόλιό του το Γραφείο Τύπου της ΚΕ του ΚΚΕ τονίζει για τις δηλώσεις Τσίπρα για τις γερμανικές αποζημιώσεις:
«Η μόνη περίοδος που ο κ. Τσίπρας θυμάται τις γερμανικές αποζημιώσεις είναι η προεκλογική, όταν επί μια τετραετία δεν έκανε τίποτα ουσιαστικό για να τις διεκδικήσει. Κι όχι μόνο αυτό, αλλά φροντίζει κάθε φορά να αποδυναμώνει αυτό το ιστορικό αίτημα, είτε με αόριστες αναφορές για κάποιες πρωτοβουλίες σε κατάλληλο χρόνο και σε συμφωνία με την άλλη πλευρά, είτε φέρνοντας ουσιαστικά σε αντιπαράθεση την ηθική διάσταση των γερμανικών αποζημιώσεων από την πραγματική οικονομική οφειλή.
Το σίγουρο είναι ότι η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ - ΑΝΕΛ, στα βήματα της ΝΔ και του ΠΑΣΟΚ, δεν πρόκειται να διεκδικήσει ποτέ από τη γερμανική κυβέρνηση τις αποζημιώσεις, για να μη διαταραχθούν οι συμμαχίες του ελληνικού κεφαλαίου. Αλλωστε και στο πόρισμα της Διακομματικής Κοινοβουλευτικής Επιτροπής, για τη Διεκδίκηση των Γερμανικών Οφειλών, δεν γίνεται καμιά αναφορά σε ρητή δέσμευση της κυβέρνησης να διεκδικήσει ενιαία και το σύνολό τους.
Ο λαός μας έχει το δικαίωμα και οφείλει να διεκδικήσει τις αποζημιώσεις και επανορθώσεις για το αναγκαστικό κατοχικό δάνειο, τις τεράστιες καταστροφές στις υποδομές από τα γερμανικά κατοχικά στρατεύματα, τις αποζημιώσεις των θυμάτων των ναζιστικών εγκλημάτων, τους πολιτιστικούς θησαυρούς που εκλάπησαν εκείνη την περίοδο, ταυτόχρονα με τον αγώνα του ενάντια στην αντιλαϊκή πολιτική κυβέρνησης, ΕΕ, κεφαλαίου».
Αντιπροσωπεία της Κοινοβουλευτικής Ομάδας του ΚΚΕ συναντήθηκε, στις 27 Νοέμβρη, με εκπροσώπους του Εθνικού Συμβουλίου Διεκδίκησης των Οφειλών της Γερμανίας προς την Ελλάδα, στα γραφεία της ΚΟ στη Βουλή.
Στη συνάντηση συμμετείχαν, εκ μέρους της ΚΟ του ΚΚΕ, οι βουλευτές Γ. Λαμπρούλης και Δ. Μανωλάκου, ενώ από την πλευρά του Εθνικού Συμβουλίου οι Β. Μπρακατσούλας, Δ. Παλαιολογόπουλος, Χρ. Τσιντζιλώνης, Δ. Αλευρομάγειρος, στρατηγός ε.α., Γ. Χατζηαντωνίου, Δ. Χαντζαρόπουλος και Αρ. Συγγελάκης.
Από την πλευρά των βουλευτών του ΚΚΕ επισημάνθηκε η απαράδεκτη στάση της κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ - ΑΝΕΛ, η οποία χρησιμοποιεί τις δίκαιες αξιώσεις ως «επικοινωνιακό πυροτέχνημα», την ώρα που, στα βήματα των προηγούμενων, δεν διεκδίκησε ποτέ από τη γερμανική κυβέρνηση τις αποζημιώσεις, ενώ και στο πόρισμα της Διακομματικής Κοινοβουλευτικής Επιτροπής για τη Διεκδίκηση των Γερμανικών Οφειλών δεν γίνεται καμιά αναφορά σε ρητή δέσμευση της κυβέρνησης να διεκδικήσει ενιαία και το σύνολό τους. Επισημάνθηκε ακόμη ότι το ΚΚΕ είναι το μοναδικό κόμμα που, με σταθερότητα και συνέπεια, μέσα κι έξω από τη Βουλή, ανέδειξε και αναδεικνύει το ζήτημα και ανυποχώρητα υπερασπίζεται τα δίκαια αιτήματα.