ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Σάββατο 23 Δεκέμβρη 2017 - Κυριακή 24 Δεκέμβρη 2017
Σελ. /40
ΠΟΛΙΤΙΚΗ
ΔΙΕΘΝΕΣ ΙΜΠΕΡΙΑΛΙΣΤΙΚΟ ΣΥΣΤΗΜΑ
«Αγρυπνοι» ανταγωνισμοί και εύθραυστοι συμβιβασμοί...

Διατρέχοντας με μια «γρήγορη ματιά» τον πλανήτη, εύκολα διαπιστώνει κανείς ότι πολλά έχουν αλλάξει τα τελευταία χρόνια, ιδιαίτερα στη διάρκεια της δεκαετούς σχεδόν συγχρονισμένης παγκόσμιας καπιταλιστικής κρίσης, που επιτάχυνε διεργασίες και ανακατατάξεις, οξύνοντας παραπέρα τις μεγάλες και εγγενείς αντιθέσεις ανάμεσα σε ιμπεριαλιστικά κέντρα.

Βέβαια, οι ανταγωνισμοί και οι αντιθέσεις ανάμεσα σε ισχυρά ιμπεριαλιστικά κράτη και κέντρα, ως συνέπεια της προσπάθειάς τους να επεκταθούν σε νέες ζώνες επιρροής, να ελέγξουν πλουτοπαραγωγικές πηγές, αγορές, δρόμους του εμπορίου και της Ενέργειας, δεν έλειψαν ποτέ, ενώ βγήκαν στην επιφάνεια με νέα ένταση μετά και τις αντεπαναστατικές ανατροπές στις πρώην σοσιαλιστικές χώρες. Οπως δεν έλειψαν και τα προηγούμενα χρόνια οι ιμπεριαλιστικές επεμβάσεις και οι πόλεμοι, η «άλλη όψη» της ιμπεριαλιστικής «ειρήνης», η «συνέχεια» των λυσσασμένων ανταγωνισμών με άλλα μέσα.

Μια σειρά ωστόσο από εξελίξεις δείχνουν ότι οι ανταγωνισμοί αυτοί ανάμεσα σε ιμπεριαλιστικά κέντρα περνάνε σε νέα φάση. Οι αλλαγές αυτές αντανακλώνται μάλιστα και στις προσαρμογές που κάνουν το ένα πίσω απ' το άλλο τα βασικά ιμπεριαλιστικά κέντρα στην «παγκόσμια στρατηγική» τους: Τελευταίο παράδειγμα η αναθεώρηση της «στρατηγικής ασφάλειας των ΗΠΑ».

Ορισμένα βασικά στοιχεία των εξελίξεων αυτών, όπως άλλωστε καταγράφονται και από τα ίδια τα αστικά επιτελεία και τους ιμπεριαλιστικούς οργανισμούς, είναι:

-- Οι μεγάλες δυσκολίες των καπιταλιστικών οικονομιών να περάσουν σε φάση ορμητικής ανάκαμψης, να βρουν δηλαδή κερδοφόρα διέξοδο τα τεράστια υπερσυσσωρευμένα κεφάλαια που προκάλεσαν την καπιταλιστικά κρίση, κι ενώ κανένα ιμπεριαλιστικό κέντρο δεν ξεχωρίζει ως ικανό να παίξει το ρόλο της «ατμομηχανής» για να ξεκολλήσουν οι καπιταλιστικές οικονομίες. Το αντίθετο: Ολο και πιο συχνά εκφράζονται ανησυχίες, όπως για τις πολύ αρνητικές επιπτώσεις που θα είχε για την παγκόσμια καπιταλιστική οικονομία μία σημαντική υποχώρηση της κινεζικής οικονομίας, για τους αναιμικούς ρυθμούς ανάκαμψης που καταγράφει η ΕΕ, χάνοντας θέσεις στον ανταγωνισμό με ΗΠΑ, Κίνα κ.ο.κ.

-- Η μείωση της απόστασης ανάμεσα στις ΗΠΑ - που διατηρούν βεβαίως την πρωτοκαθεδρία στο ιμπεριαλιστικό σύστημα - και στους ανταγωνιστές τους, κατά βάση την Κίνα, εξέλιξη που τροφοδοτείται βέβαια από το νόμο της ανισόμετρης ανάπτυξης του καπιταλισμού και «συμπαρασύρει» μια σειρά από ανακατατάξεις, αναδιατάσσει συμμαχίες, ακόμα και λεγόμενες «παραδοσιακές», κ.ο.κ.

Ο ανταγωνισμός βέβαια ανάμεσα σε ΗΠΑ και Κίνα δεν στερείται αντιφάσεων, παίρνοντας υπόψη τον μεγάλο βαθμό αλληλεξάρτησης των καπιταλιστικών οικονομιών, πόσο μάλλον όταν πρόκειται για την 1η και 2η οικονομική δύναμη, αντίστοιχα, με κριτήριο τα μερίδιά τους στο Παγκόσμιο Ακαθάριστο Προϊόν και ενώ η Κίνα αποτελεί το σημαντικότερο κράτος - πιστωτή των ΗΠΑ. Το ίδιο ισχύει όπου απλώνονται οι ιμπεριαλιστικές αντιπαραθέσεις: Ανταγωνισμός και συνεργασία δεν χωρίζονται με σινικά τείχη αλλά, αντίθετα, συνυπάρχουν, το ένα φέρνει το άλλο.

-- Η τεράστια συγκέντρωση στρατιωτικών δυνάμεων και πολεμικών μέσων, όπως και η κλιμάκωση «περιφερειακών» πολεμικών συγκρούσεων και ιμπεριαλιστικών επεμβάσεων με ευρύτερη σημασία - «πόλεμο δι' αντιπροσώπων», όπως έχει ονομαστεί από τα αστικά επιτελεία - όπως, για παράδειγμα, στην Ουκρανία, στη Συρία, Στο Ιράκ, σε χώρες του Περσικού Κόλπου και της Αφρικής, στον Ειρηνικό Ωκεανό και αλλού.

-- Εξίσου χαρακτηριστικό όμως είναι και το γεγονός πως όλο και συχνότερα αποτυπώνεται ότι οι ιμπεριαλιστές ρίχνουν στην αρένα του παγκόσμιου ανταγωνισμού συνδυασμένα όλα τα «όπλα» τους, πολιτικά, διπλωματικά, οικονομικά, στρατιωτικά. Ετσι πυκνώνουν οι αναλύσεις ότι τα όρια ανάμεσα στον ιμπεριαλιστικό πόλεμο και την ιμπεριαλιστική «ειρήνη» θολώνουν όλο και περισσότερο. Το γεγονός αυτό επιβεβαιώνει για μια ακόμα φορά ότι κάθε άλλο παρά «χάος» χωρίζει ιμπεριαλιστικό πόλεμο και «ειρήνη», αλλά, αντίθετα, ότι είναι τα συμφέροντα των επιχειρηματικών ομίλων και το κυνήγι του καπιταλιστικού κέρδους που διαπερνούν ως ενιαίο «νήμα» και τα δύο: Τη «σταθερότητα» με το πιστόλι στον κρόταφο των λαών και τον ιμπεριαλιστικό πόλεμο ως «προέκταση» της πολιτικής τους με άλλα - πολεμικά - μέσα.


ΗΠΑ
«Βγάζουν νύχια» για την πρωτοκαθεδρία

Ο Ντ. Τραμπ ανακοινώνει τη νέα «εθνική στρατηγική για την ασφάλεια των ΗΠΑ»

Copyright 2017 The Associated

Ο Ντ. Τραμπ ανακοινώνει τη νέα «εθνική στρατηγική για την ασφάλεια των ΗΠΑ»
«Η στρατηγική αυτή είναι ρεαλιστική γιατί βλέπει με καθαρή ματιά τον παγκόσμιο ανταγωνισμό, αναγνωρίζει τον κεντρικό ρόλο της δύναμης στις παγκόσμιες υποθέσεις...». Η διατύπωση αυτή στην ιστοσελίδα του Λευκού Οίκου είναι παραπάνω από ενδεικτική για το περιεχόμενο της νέας «εθνικής στρατηγικής για την ασφάλεια των ΗΠΑ», που παρουσίασε ο Αμερικανός Πρόεδρος, Ντ. Τραμπ, την περασμένη Δευτέρα.

Στρατηγική που έχει ως βασικό στόχο να διαφυλάξει την πρωτοκαθεδρία των ΗΠΑ στο ιμπεριαλιστικό σύστημα, απέναντι σε «αναθεωρητικές δυνάμεις όπως η Κίνα και η Ρωσία», που αμφισβητούν την επιρροή των ΗΠΑ, «προσπαθούν να διαβρώσουν την αμερικανική ασφάλεια και ευημερία», «να ανατρέψουν το παγκόσμιο status quo».

Η μεν πρώτη προσπαθώντας «να εκτοπίσει τις ΗΠΑ από περιοχές πέραν των δυτικών συνόρων της Ινδίας, τον Ειρηνικό έως τις δυτικές ακτές των ΗΠΑ, να διευρύνει την πρόσβαση του κρατικοδίαιτου οικονομικού της μοντέλου, να αναδιατάξει το συσχετισμό δυνάμεων στην περιοχή υπέρ της». Η δε Ρωσία επιχειρώντας «να αποκαταστήσει το καθεστώς υπερδύναμης δημιουργώντας σφαίρες επιρροής κοντά στα σύνορά της», αντιμετωπίζοντας το ΝΑΤΟ και την ΕΕ «σαν απειλές».

Οπως χαρακτηριστικά λέγεται στο κείμενο, στη «νέα εποχή του στρατηγικού ανταγωνισμού» οι ΗΠΑ θα χρησιμοποιήσουν «όλα τα εργαλεία - διπλωματικά, στρατιωτικά, οικονομικά, πληροφοριών - για να προστατεύσουν τα συμφέροντά τους» και να διασφαλίσουν ότι «η ισορροπία δυνάμεων παραμένει προς το συμφέρον των ΗΠΑ σε περιοχές - "κλειδιά" του κόσμου: Στον Ινδικό και Ειρηνικό Ωκεανό, στην Ευρώπη, στη Μ. Ανατολή», με στόχο βέβαια τον έλεγχο πλουτοπαραγωγικών πηγών, αγωγών μεταφοράς Ενέργειας, αγορών, «δρόμων κίνησης» εμπορευμάτων.

Σε αυτό το πλαίσιο, οι ΗΠΑ ουσιαστικά παραδέχονται ότι η «διεθνής εκστρατεία» που έχουν ξεκινήσει ενάντια σε Ιράν και Β. Κορέα (χαρακτηρίζεται «παγκόσμια απειλή που χρήζει διεθνούς απάντησης»), αφορά την προώθηση των συμφερόντων τους στις δύο περιφέρειες, λειτουργεί ως «προθάλαμος» για τον ανταγωνισμό τους με Κίνα, Ρωσία κ.ά. Οπως τον ίδιο ρόλο αντικειμενικά παίζει και η συχνή επίκληση μέσα στο κείμενο των οργανώσεων «ακραίων ισλαμιστών τρομοκρατών» (π.χ. «Ισλαμικό Κράτος», «Αλ Κάιντα») που δημιουργήθηκαν σε «θερμοκήπια» των αμερικανικών και άλλων δυτικών μυστικών υπηρεσιών και αξιοποιούνται έκτοτε σε διάφορες περιοχές του πλανήτη (π.χ. Βόρεια Αφρική, Μέση Ανατολή και Νοτιοανατολική Ασία).

«Πρώτα» τα αμερικανικά μονοπώλια...

Και οι τέσσερις κεντρικοί άξονες της «νέας» στρατηγικής ασφαλείας της κυβέρνησης Τραμπ («προστασία του εσωτερικού των ΗΠΑ», «προστασία της αμερικανικής ευημερίας», «διατήρηση της ειρήνης μέσω της ισχύος», «προώθηση της αμερικανικής γεωπολιτικής επιρροής») έρχονται να υπηρετήσουν συνδυασμένα τους στόχους αυτούς.

Ανάμεσα σε άλλα οι ΗΠΑ:

  • Υπογραμμίζουν ότι «θα ανασυγκροτήσουμε τη στρατιωτική μας δύναμη ώστε να διασφαλίσουμε ότι παραμένει αξεπέραστη» (ο Ντ. Τραμπ ανακοίνωσε αύξηση του σχετικού προϋπολογισμού από τα 600 στα 700 δισ. δολάρια), ενώ ειδική αναφορά γίνεται και στην ανάπτυξη των αντιπυραυλικών συστημάτων σε Ευρώπη και Ασία, με τα οποία, όπως λένε, προσπαθώντας να καθησυχάσουν τους ανταγωνιστές τους «δεν επιδιώκουν (...) να υποβαθμίσουν τη στρατηγική ικανότητα ή να διακόψουν τη μακροχρόνια στρατηγική σχέση με Ρωσία και Κίνα».
  • Τονίζουν ότι δεν θα ανεχθούν «παραβίαση εμπορικών πρακτικών ή συμφωνιών» ή συνέχιση της καταπάτησης πνευματικών δικαιωμάτων με ετήσιο κόστος «εκατοντάδες δισεκατομμύρια δολάρια» καθώς και ότι «θα αξιοποιήσουν την ενεργειακή τους κυριαρχία ώστε να διασφαλίσουν ότι οι διεθνείς αγορές παραμένουν ανοιχτές, και ότι τα πλεονεκτήματα της διαφοροποίησης των πηγών Ενέργειας προωθούν την οικονομική και εθνική ασφάλεια».
  • Προειδοποιούν και τους κατά τ' άλλα εταίρους και συμμάχους πως οι ΗΠΑ θα επαναδιαπραγματευτούν και θα «επικαιροποιήσουν άδικες εμπορικές συμφωνίες» (π.χ. NAFTA, TPP) ή «άνιση κατανομή» οικονομικών βαρών στη χρηματοδότηση ιμπεριαλιστικών οργανισμών, όπως το ΝΑΤΟ, πιέζοντας τους εταίρους τους στο ΝΑΤΟ να αυξήσουν τις στρατιωτικές δαπάνες στο 2% του ΑΕΠ έως το 2024 ώστε «να γίνει ισχυρότερο». Είναι κι αυτό ένα στοιχείο ενδεικτικό για το ότι οι ανταγωνισμοί και η συνεργασία ανάμεσα στους ιμπεριαλιστές δε χωρίζονται με σινικά τείχη. Εξίσου ενδεικτικό άλλωστε είναι ότι ενώ Κίνα και Ρωσία αντιμετωπίζονται σε όλο το κείμενο ως βασικοί αντίπαλοι σε όλα τα πεδία διεθνούς ανταγωνισμού, τις αντιμετωπίζουν ταυτόχρονα και ως «εταίρους όσον αφορά στην επιδίωξη κοινών συμφερόντων».

Αξίζει να σημειωθεί ότι στη νέα στρατηγική είναι ακόμα πιο ευδιάκριτη η «συνέχεια» που υπάρχει ανάμεσα σε εσωτερική και εξωτερική πολιτική, αφού είναι πολλές οι αναφορές στη σχέση ανάμεσα στην οικονομική ευημερία των ΗΠΑ, την αναιμική καπιταλιστική ανάπτυξη, τη στασιμότητα των μισθών και την αύξηση φόρων και στην «εθνική ασφάλεια», καθώς εκτιμάται ότι «μία χώρα που δεν προστατεύει την ευημερία στο εσωτερικό της δεν μπορεί να προστατεύσει τα συμφέροντά της στο εξωτερικό».

Εξίσου χαρακτηριστικές είναι και οι αναφορές που αποτυπώνουν τα «δυσδιάκριτα» όρια ανάμεσα στον ιμπεριαλιστικό πόλεμο και την ιμπεριαλιστική ειρήνη, όπως και τα πολλά επίπεδα στα οποία διεξάγεται ο λυσσασμένος ανταγωνισμός, θέτοντας και ανάλογα καθήκοντα, όπως τον «πολλαπλασιασμό των προσπαθειών για την προστασία κρίσιμων υποδομών και ψηφιακών δικτύων» κ.ά.

Σε όλα τα μέτωπα

Για τον τρόπο που τα παραπάνω αποτυπώνονται στα διάφορα μέτωπα των ιμπεριαλιστικών ανταγωνισμών, η «νέα» αμερικανική στρατηγική καταγράφει:

Αντιμετωπίζει την Ευρώπη ως περιοχή «ζωτικής σημασίας» καθώς είναι από τους μεγαλύτερους εμπορικούς εταίρους και συμμάχους. Διαπιστώνει τη χρήση «ανατρεπτικών μέσων» από τη Ρωσία προκειμένου «να εξασθενίσει την αξιοπιστία και την αφοσίωση της Αμερικής». Κατηγορεί τη Ρωσία ότι με τις επεμβάσεις σε Ουκρανία και Γεωργία απέδειξε πως «θέλει να παραβιάσει την κυριαρχία χωρών της περιοχής». Υπογραμμίζεται δε η αύξηση της επιρροής της Κίνας με επενδύσεις και εξαγορές σε τομείς - κλειδιά, σε νευραλγικές υποδομές, βιομηχανίες και τεχνολογίες.

Στη Μέση Ανατολή, η κόντρα με το Ιράν αναγορεύεται ως το υπ' αριθμόν 1 πρόβλημα και όχι το Παλαιστινιακό, «που επί γενιές γινόταν αντιληπτό ως εμπόδιο για την ειρήνη και την ευημερία της περιοχής». Παράλληλα, εμφανίζεται ως «αντίβαρο» στη γεωπολιτική επιρροή του Ιράν «η συνεργασία ορισμένων εταίρων και ηγετών - κλειδιά» που επιζητούν την απόρριψη των ακραίων ισλαμιστών, υπονοώντας το Ισραήλ και τη Σαουδική Αραβία. Το Ισραήλ, άλλωστε, «θεωρείται ότι δεν είναι αιτία για τα προβλήματα στην περιοχή»! Παραμένει προτεραιότητα η διατήρηση «απαραίτητων αμερικανικών στρατευμάτων για να προστατευτούν οι ΗΠΑ και οι σύμμαχοί τους από τρομοκρατικές επιθέσεις και να διατηρήσουν ευνοϊκή περιφερειακή ισορροπία δυνάμεων».

Στην Αφρική διαπιστώνονται «μεγάλα περιθώρια και δυνατότητες για νέες αγορές» για τα αμερικανικά μονοπώλια. Εκτιμάται πως η ζήτηση «για αμερικανικά προϊόντα και υπηρεσίες ποιότητας είναι υψηλή» και επισημαίνεται με πικρία πως η Κίνα «από μικρός επενδυτής πριν από δύο δεκαετίες έγινε ο μεγαλύτερος εμπορικός εταίρος χωρών της Αφρικής».

Στη Νότια και Κεντρική Ασία, το Πακιστάν κατηγορείται ότι δεν έχει καταφέρει να αντιμετωπίσει αποτελεσματικά την ισλαμική τρομοκρατία. Η ιμπεριαλιστική επέμβαση στο Αφγανιστάν αντιμετωπίζεται ως «απαραίτητη», ενώ δεν λείπει η «ανησυχία για το ενδεχόμενο ινδο-πακιστανικής σύρραξης που θα μπορούσε να οδηγήσει στη χρήση πυρηνικών»!

Τέλος, και στο λεγόμενο Δυτικό Ημισφαίριο (Λατινική Αμερική) διαπιστώνονται η δράση της Κίνας και της Ρωσίας και προσπάθειες για αύξηση της εκεί γεωπολιτικής επιρροής τους, ενώ Βενεζουέλα και Κούβα αντιμετωπίζονται ως χώρες «που παραμένουν σε αναχρονιστικά αριστερά απολυταρχικά μοντέλα συνεχίζοντας να απογοητεύουν τους λαούς τους».


ΡΩΣΙΑ
Κατοχύρωση και αναβάθμιση θέσεων με στρατιωτική και ενεργειακή «διπλωματία»

Από την πρόσφατη περιοδεία του Β. Πούτιν στη Μ. Ανατολή
Από την πρόσφατη περιοδεία του Β. Πούτιν στη Μ. Ανατολή
Οι εξαγγελίες του Αμερικανού Προέδρου για τη «νέα εθνική στρατηγική» έρχονται σε μια στιγμή που τα αστικά επιτελεία εστιάζουν, ανάμεσα στα άλλα, στις αναλύσεις τους και στο έδαφος που κερδίζει η Ρωσία στη Μ. Ανατολή, κατοχυρώνοντας και σταθεροποιώντας θέσεις, μπαίνοντας «σφήνα» ακόμα και σε παραδοσιακές συμμαχίες ΗΠΑ - ΕΕ στην περιοχή και επιδιώκοντας να αλλάξει τις «περιφερειακές ισορροπίες» στο κρίσιμο σταυροδρόμι για το πέρασμα των ενεργειακών και μεταφορικών δρόμων, τον έλεγχο πλουτοπαραγωγικών πηγών.

Ενδεικτικός είναι σε αυτό το πλαίσιο ο τρόπος που υποδέχτηκαν τα αστικά επιτελεία στη χώρα μας το πρόσφατο ταξίδι του Ρώσου Προέδρου στη Μέση Ανατολή, όπου συναντήθηκε με τις ηγεσίες της Αιγύπτου, της Συρίας και της Τουρκίας, μιλώντας για «επίδειξη δύναμης», «αλλαγή ισορροπιών», «κάλυψη του κενού που αφήνουν οι ΗΠΑ» από τη Ρωσία και εδραίωση της παρουσίας της στην περιοχή.

Εδραίωση θέσεων που όλο το προηγούμενο διάστημα σηματοδοτήθηκε από «εμφατικές» κινήσεις όπως τον πρωταγωνιστικό ρόλο που ανέλαβε στην επέμβαση στη Συρία για τη στήριξη της κυβέρνησης Ασαντ και τη στρατιωτική ήττα του ISIS, κίνηση που της δίνει κάποιο προβάδισμα και για τη διαμόρφωση της «επόμενης μέρας» στη χώρα και ευρύτερα με την «πρωτοβουλία της Αστάνα» με Ιράν και Τουρκία.

Εξάλλου, με «μοχλό» τη στρατιωτική εμπλοκή στη Συρία, όπου αποτυπώθηκαν οι μεγάλες στρατιωτικές δυνατότητές της, η Ρωσία προώθησε το προηγούμενο διάστημα παραπέρα τη συμμαχία της με το Ιράν, ενώ αξιοποιώντας και τις «ρωγμές» στις σχέσεις ΗΠΑ - ΕΕ - ΝΑΤΟ με την Τουρκία, αναθέρμανε τη συνεργασία με τη γείτονα. Συνεργασία που, παρά το γεγονός ότι δεν στερείται αντιφάσεων, αποτυπώνεται σε μια σειρά από πλευρές, οικονομικές (π.χ. σχέδια για το πέρασμα αγωγών από το έδαφος της Τουρκίας, συμφωνία για κατασκευή πυρηνικών σταθμών), στρατιωτικές (π.χ. συμφωνία για πώληση των «S-400»), γεωπολιτικές, με τελευταία παραδείγματα την προαναφερόμενη πρωτοβουλία της Αστάνα, όσο και την κοινή και άμεση καταδίκη της απόφασης των ΗΠΑ να αναγνωρίσουν την Ιερουσαλήμ ως πρωτεύουσα του Ισραήλ.

Ενδεικτική σε αυτό το πλαίσιο είναι και η σχέση που προσπαθεί να οικοδομήσει η Ρωσία και με την έτερη ισχυρή περιφερειακή δύναμη, την Αίγυπτο, που κατά τον διεθνή Τύπο «παλαντζάρει» ανάμεσα στις ΗΠΑ και τους ανταγωνιστές της: Πέρα από την πρόσφατη υπογραφή συμφωνίας για την κατασκευή πυρηνικού σταθμού παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας, προ μηνός ανακοινώθηκε από τη Ρωσία και σχέδιο συμφωνίας ανάμεσα στις δύο χώρες που προβλέπει ότι η κάθε χώρα θα μπορεί να χρησιμοποιεί τον εναέριο χώρο και τις αεροπορικές βάσεις της άλλης. Ολα αυτά μάλιστα την ώρα που η Αίγυπτος πραγματοποιεί κοινές ασκήσεις με το ΝΑΤΟ, όπως π.χ. την πρόσφατη άσκηση «Μέδουσα» στην Ελλάδα, με ΝΑΤΟ και ΗΠΑ να τη βλέπουν ως ναυτική δύναμη, που μπορεί να παίξει ρόλο στη διασφάλιση των συμφερόντων τους στη ΝΑ Μεσόγειο.

Σε αυτό το πλαίσιο, το ζήτημα της Ενέργειας λειτουργεί όχι μόνο ως το επίδικο των ανταγωνισμών, αλλά και ως «όπλο» σε αυτούς, με τις ΗΠΑ και ένα κομμάτι της ΕΕ να κατηγορούν τη Ρωσία ακριβώς γι' αυτό: Για το πλήθος συμφωνιών των ρωσικών ενεργειακών κολοσσών τόσο στη Μ. Ανατολή (π.χ. κοιτάσματα πετρελαίου σε Ιράκ, φυσικού αερίου σε Ιράν, «διαπραγματεύσεις» γι' αυτά της Συρίας), όσο και στα Βαλκάνια που πραγματοποιούνται με γεωπολιτικούς όρους και όχι βέβαια αποκλειστικά με εμπορικούς όρους.

Στα Βαλκάνια, άλλωστε, διακηρυγμένος στόχος για τη Ρωσία είναι η διατήρηση και ενίσχυση των θέσεων και ερεισμάτων της, την ώρα που αναζωπυρώνεται το ενδιαφέρον ΗΠΑ - ΝΑΤΟ και ΕΕ για την κρίσιμη γεωστρατηγικά περιοχή, με μοχλούς την ένταξη των χωρών των Δ. Βαλκανίων σε ΝΑΤΟ και ΕΕ, όπως και τη δημιουργία υποδομών για τη λεγόμενη «απεξάρτηση» της ΕΕ από τα ρωσικά ενεργειακά μονοπώλια. Οι ανταγωνισμοί αυτοί ανάμεσα στα βασικά ιμπεριαλιστικά κέντρα, μαζί με το ρόλο που προσπαθούν να παίξουν στην περιοχή ισχυρές περιφερειακές δυνάμεις όπως π.χ. η Τουρκία, τροφοδοτούν επικίνδυνες εξελίξεις και σχέδια, φουντώνουν εθνικισμούς και αλυτρωτισμούς κ.ο.κ.

Οι ανταγωνισμοί, βέβαια, συνυπάρχουν με τις σχέσεις συνεργασίας. Ενδεικτικό είναι ότι ο εκπρόσωπος του Κρεμλίνου, Ντ. Πεσκόφ, ενώ κατήγγειλε τον «ιμπεριαλιστικό χαρακτήρα» της νέας στρατηγικής των ΗΠΑ, λέγοντας ότι οι ΗΠΑ παραμένουν προσκολλημένες σε έναν «μονοπολικό κόσμο», την ίδια ώρα βρήκε θετικές διατυπώσεις που υπάρχουν στο κείμενο όπως ότι «οι προθέσεις των δύο εθνών (σ.σ. ΗΠΑ - Ρωσίας) δεν είναι απαραίτητα σταθερές. Οι Ηνωμένες Πολιτείες είναι έτοιμες να συνεργαστούν σε τομείς αμοιβαίου ενδιαφέροντος...».

Εξίσου σύνθετες είναι οι σχέσεις με τη Γερμανία: Ενδεικτικό είναι π.χ. ότι η αστική τάξη της Γερμανίας την ίδια ώρα που θέτει μια σειρά από «κόκκινες γραμμές» απέναντι στη Ρωσία, σε Αν. Ευρώπη, Βαλκάνια κ.τ.λ., παράλληλα θεωρεί «ζωτικής σημασίας» την επέκταση των διμερών ενεργειακών συμφωνιών, αντιδρώντας στη διεύρυνση και επέκταση των αμερικανικών κυρώσεων που «θέτουν μια υπαρξιακή απειλή» για τα δικά τους οικονομικά συμφέροντα.


ΚΙΝΑ
Ετοιμη να υπερασπιστεί και να επεκτείνει την άνοδό της

Την περασμένη άνοιξη καθελκύστηκε το δεύτερο αεροπλανοφόρο της Κίνας

Xinhua

Την περασμένη άνοιξη καθελκύστηκε το δεύτερο αεροπλανοφόρο της Κίνας
Οταν δημοσιοποιήθηκε η νέα «εθνική στρατηγική για την ασφάλεια» των ΗΠΑ, το Πεκίνο αντέδρασε καλώντας την Ουάσιγκτον «να προσαρμοστεί και να αποδεχθεί την άνοδο της Κίνας». Αλλωστε, τα ανερχόμενα κινεζικά μονοπώλια είναι έτοιμα να υπερασπιστούν τη δύναμη και τη θέση τους, σε όλα τα επίπεδα, με δεδομένο φυσικά ότι οι ανακατατάξεις στη διεθνή ιμπεριαλιστική πυραμίδα αποτυπώνονται και στην όξυνση των ανταγωνισμών - οικονομικών, στρατιωτικών, γεωπολιτικών.

Πρώτη και καλύτερη απόδειξη είναι η προώθηση των λεγόμενων νέων «Δρόμων του Μεταξιού», ενεργειακών και εμπορικών διαδρομών που ενώνουν Ανατολή και Δύση, μέσα από τις οποίες οι κινεζικοί όμιλοι επιχειρούν διείσδυση και στερέωση της δράσης τους σε μεγαλύτερες και μικρότερες αγορές, κατά κύριο λόγο πάνω στους βασικούς δρόμους του παγκόσμιου εμπορίου. Ετσι, από τις κινεζικές ακτές που βρέχει ο Ειρηνικός και την Κεντρική Ασία, μέχρι τη Μέση Ανατολή και την Ευρώπη, προχωρούν αμέτρητοι σχεδιασμοί, σε Ενέργεια, Υποδομές, Μεταφορές κ.λπ., που ασκούν τη δική τους δυναμική και στις ενδοϊμπεριαλιστικές διεργασίες, στην αποδυνάμωση ή αναβάθμιση συνεργασιών με ισχυρά ιμπεριαλιστικά κέντρα.

Τις επιχειρηματικές επιδιώξεις συνοδεύει φυσικά και η απαραίτητη «κινητοποίηση» σε στρατιωτικό επίπεδο, με την Κίνα να διαμηνύει - με πιο «ισορροπημένους» αλλά εξίσου σαφείς τόνους - την «αποφασιστικότητά» της να προστατεύσει την «ασφάλεια και τη σταθερότητα». Σε αυτό το πλαίσιο, μετά το μικρό Τζιμπουτί στην ανατολική Αφρική όπου λειτουργεί την πρώτη στρατιωτική της βάση εκτός συνόρων, η Κίνα σχεδιάζει την ενίσχυση της στρατιωτικής της παρουσίας σε πολλές ακόμα περιοχές. Ενδεικτικά είναι τα «σενάρια» ανέγερσης βάσης στο Πακιστάν, η επέκταση στρατιωτικών υποδομών σε διαφιλονικούμενες ζώνες της Νότιας Κινεζικής Θάλασσας, οι κοινές ασκήσεις με τη Ρωσία, από τα ανοιχτά της Κορεατικής Χερσονήσου μέχρι τη Βαλτική αλλά και τη Μεσόγειο.

Επίσης, η Κίνα παρακολουθεί στενά και καθορίζει τις επιλογές της σε όλα τα κρίσιμα «μέτωπα», από τη Συρία και το Παλαιστινιακό (για τη μεν πρώτη έχει ορίσει εδώ και καιρό ειδικό απεσταλμένο, για το δε δεύτερο θέμα οργάνωσε προ ημερών και ειδική ημερίδα) μέχρι την «αντιμετώπιση της τρομοκρατίας». Σε αυτό το πλαίσιο εντείνει τις πρωτοβουλίες της, διπλωματικές και άλλες, και για τις ισορροπίες σε χώρες όπως το Αφγανιστάν, τη σημασία του οποίου για την προώθηση πολλών αντιλαϊκών σχεδιασμών απέδειξαν οι πολύχρονες ιμπεριαλιστικές επεμβάσεις. Επιπλέον, το Πεκίνο προσαρμόζει την τακτική του αξιοποιώντας κάθε περιθώριο και διεκδικώντας συντονισμό ακόμα και με δυνάμεις που διατηρούν στενότερες σχέσεις με τις ΗΠΑ, όπως δείχνουν για παράδειγμα οι συνομιλίες με τη Νότια Κορέα ή η «κατανόηση» που λέγεται ότι δείχνει η Σεούλ απέναντι στην κινεζική ανησυχία για την εγκατάσταση της αμερικανικής αντιπυραυλικής ασπίδας THAAD στη Χερσόνησο.

Εξάλλου, όπως αποτυπώθηκε και στο 19ο συνέδριο του ΚΚ Κίνας, δυναμώνει η αποφασιστικότητα της κινεζικής αστικής τάξης να διασφαλίσει μεγαλύτερη «συμβολή» σε διεθνείς εξελίξεις και ισορροπίες. Στην κατεύθυνση αυτή, η απόφαση του συνεδρίου αναφερόταν και στην «ενεργό συμμετοχή» που χρειάζεται στη «μεταρρύθμιση και την ανάπτυξη του συστήματος παγκόσμιας διακυβέρνησης», σε απαιτήσεις για «μια ισχυρή χώρα με έναν ισχυρό στρατό», με την επισήμανση της ανάγκης «προσαρμογής της στρατιωτικής στρατηγικής στις νέες συνθήκες», έτσι ώστε «οι Ενοπλες Δυνάμεις να γίνουν παγκόσμιας κλάσης». Ενώ σε όλους τους τόνους διαμηνύθηκε ότι «μπορούμε να ενισχύσουμε σταθερά την ικανότητα της κινεζικής οικονομίας να καινοτομεί και να είναι ανταγωνιστική», με ό,τι αυτό συνεπάγεται.


ΓΕΡΜΑΝΙΑ
Ακονίζει «μαχαίρια» απέναντι στον «ανταγωνισμό που δεν κοιμάται»

Από την πρόσφατη Σύνοδο του «G-20»
Από την πρόσφατη Σύνοδο του «G-20»
Μέσα σε αυτό το τοπίο, το γερμανικό κεφάλαιο αναζητά μια εξωτερική πολιτική που να προωθεί πιο αποφασιστικά τα συμφέροντά του ανά τον κόσμο, διεκδικώντας πρωταγωνιστικό και πιο αυτοτελή ρόλο σε σχέση με τη συμμαχία με τις ΗΠΑ.

Αυτό, άλλωστε, θεωρείται και βασικό καθήκον της επόμενης κυβέρνησης στη Γερμανία (περιγράφεται και ως ένα από τα βασικά στοιχεία που μπαίνουν στα παζάρια για το σχηματισμό της), ενώ οι αδρές γραμμές του αποτυπώνονται και στην αναθεωρημένη από πέρυσι «Λευκή Βίβλο για την Ασφάλεια» της Γερμανίας.

Η προσπάθεια αυτή συνδέεται επίσης στενά και με τα βήματα που γίνονται - μέσα από αντιφάσεις και αντιθέσεις που τροφοδοτούν τα αντιτιθέμενα συμφέροντα στο εσωτερικό της - για την ενίσχυση των «αυτοτελών» στρατιωτικών και διπλωματικών δυνατοτήτων της ΕΕ, «συμπληρωματικά» σε αυτές του ΝΑΤΟ. Η Γερμανίδα καγκελάριος αποτύπωσε την ανάγκη αυτή μετά την τελευταία Σύνοδο του ΝΑΤΟ τον περασμένο Μάη, λέγοντας ότι «η διατλαντική σχέση είναι κεφαλαιώδους σημασίας», όμως «η Ευρώπη πρέπει να πάρει την τύχη της στα χέρια της».

Σε ένα τέτοιο πλαίσιο, ενδεικτικά των «αναζητήσεων» της γερμανικής αστικής τάξης είναι τα όσα είπε την προηγούμενη βδομάδα ο υπηρεσιακός - σοσιαλδημοκράτης - υπουργός Εξωτερικών, Ζ. Γκάμπριελ. Μιλώντας σε Φόρουμ Εξωτερικής Πολιτικής στο Βερολίνο, αναφέρθηκε στην ανάγκη η ΕΕ - και μέσω αυτής η Γερμανία - να γίνει «παράγοντας διαμόρφωσης της παγκόσμιας πολιτικής σκηνής», «καθορίζοντας σαφώς τα δικά της ιδιαίτερα συμφέροντα», σε ένα τοπίο όπου «η παγκόσμια αμερικανική κυριαρχία γίνεται σιγά σιγά παρελθόν» και «παντού όπου οι ΗΠΑ αποσύρονται - είτε πραγματικά, είτε φαινομενικά - δεν τις διαδέχεται η Ευρώπη, αλλά άλλα κράτη».

Καθόλου τυχαία, για να στοιχειοθετήσει ότι «ο ανταγωνισμός δεν κοιμάται», ο Ζ. Γκάμπριελ επέλεξε το παράδειγμα της Μ. Ανατολής, αναφερόμενος στην «εξασθενημένη επιρροή» και την «περιορισμένη δυναμικότητα» των ΗΠΑ «σε πιθανή κατάρρευση στη Μέση Ανατολή», άσχετα «αν αυτό οφείλεται σε σκόπιμη απόσυρση ή έλλειψη εξουσίας».

«Το σημαντικό είναι ότι οι ΗΠΑ δεν αφήνουν κενό. Στην πολιτική κάθε κενό γεμίζει σύντομα. Στην περίπτωση της Μ. Ανατολής, από τη Ρωσία» με τη «στρατιωτική παρέμβασή της το 2015» πρόσθεσε, μιλώντας για το γεγονός ότι η Ρωσία «θα διαδραματίσει αποφασιστικό ρόλο στο πολιτικό μέλλον της Συρίας», κάτι που «άλλαξε και την περιφερειακή ισορροπία», με σχεδόν όλους τους «περιφερειακούς παίκτες να μετατοπίζουν το επίκεντρο της πολιτικής τους».

Το ερώτημα που κατά τον Γκάμπριελ «ξεπερνά την περιφερειακή σημασία της Μ. Ανατολής» είναι το «πώς πρέπει να απαντήσουμε στο γεγονός ότι οι ΗΠΑ έχουν αφήσει τη θέση τους για τους παίκτες που βρίσκονται σε άμεση γειτνίαση με την Ευρώπη και που επιδιώκουν διαφορετικές αξίες από τις δικές μας; Πώς μπορούμε να φέρουμε στο προσκήνιο τα γερμανικά και ευρωπαϊκά συμφέροντα;».

Η απάντηση στο «ερώτημα» δίνεται από τη γερμανική αστική τάξη και με σειρά κινήσεων στις περιοχές αυτές, όπως το σχέδιο «Berlin plus» που παρουσιάστηκε το καλοκαίρι στην Τεργέστη, για τη δημιουργία κοινής αγοράς των χωρών των Δ. Βαλκανίων, με το βλέμμα στη μείωση της ρωσικής και κινεζικής επιρροής στην περιοχή, το «νέο σχέδιο Μάρσαλ» για την Αφρική και τα διάφορα «αντιτρομοκρατικά» στρατιωτικά σχήματα που στήνει στις χώρες του Σαχέλ κ.ο.κ.

Εξάλλου, ο Γερμανός υπουργός Εξωτερικών εντοπίζει πως σε Ασία και Αφρική «η Κίνα αναλαμβάνει χώρους όπου κυριαρχούσαν αποκλειστικά οι ΗΠΑ. Η πρωτοβουλία "Μία ζώνη, ένας δρόμος" είναι η γεωστρατηγική αντίληψη της Κίνας για να επιβάλει τη δική της τάξη πραγμάτων, εμπορικά, γεωπολιτικά, τελικά ίσως και στρατιωτικά. Σήμερα η Κίνα είναι η μόνη χώρα στον κόσμο που έχει οποιουδήποτε είδους μακροπρόθεσμη γεωστρατηγική αντίληψη (...) Από την άλλη, εμείς, η "παλιά Δύση", δεν έχουμε μια συγκρίσιμη δική μας στρατηγική».

Την ίδια ώρα, η αστική τάξη της Γερμανίας βάζει τις «κόκκινες γραμμές» της και προς τον κατά τ' άλλα «σημαντικότερο παγκόσμιο εταίρο τους», με τον Γκάμπριελ να προειδοποιεί τις ΗΠΑ που «αντιλαμβάνονται τη Γερμανία ως ανταγωνιστή, ως οικονομικό αντίπαλο», «να μην ξεκινήσουν εμπορικό πόλεμο με την Ευρώπη» και να εστιάζει: Στη φορολογική μεταρρύθμιση στις ΗΠΑ και τα παζάρια για την επικαιροποίηση της Συμφωνίας Ελεύθερου Εμπορίου Βόρειας Αμερικής (NAFTA) που πλήττουν τα συμφέροντα των γερμανικών μονοπωλίων, ιδιαίτερα της αυτοκινητοβιομηχανίας, στις αμερικανικές κυρώσεις στη Ρωσία, που «επηρεάζουν επίσης υπάρχοντες γερμανικούς αγωγούς φυσικού αερίου στη Ρωσία» και «θέτουν μια υπαρξιακή απειλή για τα δικά μας οικονομικά συμφέροντα», στην επαναδιαπραγμάτευση της πυρηνικής συμφωνίας του Ιράν, που επιδιώκει να ανακατέψει την «τράπουλα» για τα μονοπώλια στην περιοχή και, βέβαια, στην αναγνώριση της Ιερουσαλήμ ως πρωτεύουσας του Ισραήλ - χωρίς συντονισμό με την Ευρώπη - με «εκτεταμένες συνέπειες».


Να δυναμώσει η πάλη ενάντια στην επικίνδυνη εμπλοκή της Ελλάδας

Eurokinissi

Σε αυτόν το βούρκο των ανταγωνισμών μπλέκει η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ - ΑΝΕΛ τον ελληνικό λαό, με την «ενεργή» εξωτερική της πολιτική, τους «αναβαθμισμένους ρόλους» που διεκδικεί και αναλαμβάνει στην προώθηση των σχεδιασμών ΗΠΑ - ΕΕ και ΝΑΤΟ στην περιοχή, στα Βαλκάνια, στη Νοτιοανατολική Μεσόγειο, αλλά και πολύ πολύ μακρύτερα.

Η επικίνδυνη εμπλοκή που ολοένα και βαθαίνει αποτελεί την άλλη όψη της αντιλαϊκής πολιτικής της κυβέρνησης, υπηρετεί την ίδια στρατηγική και τις ανάγκες του κεφαλαίου. Η περιβόητη «γεωστρατηγική αναβάθμιση» αφορά την αναβάθμιση της συμμετοχής της Ελλάδας, δηλαδή του ελληνικού κεφαλαίου, στους ανταγωνισμούς, στους σχεδιασμούς των ιμπεριαλιστών, στη μοιρασιά των αγορών, στο πλιάτσικο που ήδη συντελείται στις πλάτες των λαών. Συνδέεται με την προσπάθεια να μετατραπεί η χώρα σε κόμβο Ενέργειας και εμπορευμάτων, από και προς την υπόλοιπη ΕΕ και όχι μόνο.

Πρόκειται για στόχο από τον οποίο όχι μόνο δεν έχει να περιμένει τίποτα ο λαός, αφού οι «επενδύσεις» γίνονται με βασικό «προαπαιτούμενο» το σάρωμα εργατικών δικαιωμάτων, αλλά που επίσης γεννά τεράστιους κινδύνους, αφού αντικειμενικά μετατρέπει τον ίδιο, όπως και τους γειτονικούς λαούς, σε ακόμα μεγαλύτερο «στόχο» των ιμπεριαλιστικών αντιπαραθέσεων, τον βάζει «στο μάτι του κυκλώνα».

Για τα μάτια της αστικής τάξης η κυβέρνηση δεν διστάζει μπροστά σε τίποτα: Ξεπερνάει τους «πρώτους διδάξαντες», τις κυβερνήσεις ΝΔ - ΠΑΣΟΚ, αναδεικνύεται ΝΑΤΟικότερη των ΝΑΤΟικών, συναγελάζεται με τον «διαβολικά καλό» Τραμπ, δίνει «γη και νερό» στους ΑμερικανοΝΑΤΟικούς φονιάδες, τους οποίους προσκαλεί στο Αιγαίο, παζαρεύει την αναβάθμιση της βάσης της Σούδας, στήνει νέες ΝΑΤΟικές βάσεις, όπως αυτή για τα αμερικανικά ελικόπτερα στην Αλεξανδρούπολη, κάνει προετοιμασίες μέχρι και για εγκατάσταση πυρηνικών στον Αραξο.

«Πρωτεύει» στις ΝΑΤΟικές δαπάνες, προχωρά - την ώρα που τσακίζει το λαό - σε αγορές δισ., όπως αυτή των «F-16», για τις επιχειρησιακές ανάγκες της λυκοσυμμαχίας, αναβαθμίζει σχέσεις και προχωρά σε κοινές στρατιωτικές ασκήσεις με κράτη - δολοφόνους, όπως το Ισραήλ, που αυτήν την περίοδο κλιμακώνει την επίθεση απέναντι στον Παλαιστινιακό λαό. Την ίδια ώρα μάλιστα που παρά τη σχετική απόφαση της Βουλής «σφυρίζει αδιάφορα», δεν τολμά να προχωρήσει στην αναγνώριση του Παλαιστινιακού κράτους.

Πουλάει όπλα σε κράτη όπως η Σαουδική Αραβία, που πρωτοστατούν στο αιματοκύλισμα λαών, όπως της Υεμένης, ή χρηματοδοτούν τους τζιχαντιστές του ISIS.

Στήνει «σχήματα» εμπέδωσης της ιμπεριαλιστικής «σταθερότητας», ώστε να «τρέξουν» τα επιχειρηματικά και άλλα σχέδια ΗΠΑ και ΕΕ σε Ν/Α Μεσόγειο και Βαλκάνια, στην αντιπαράθεσή τους με τα άλλα ιμπεριαλιστικά κέντρα. Αναλαμβάνει και «δουλειές» κάθε είδους, ρόλους «ενδιάμεσου» και «μαντατοφόρου», ενίοτε και «σερίφη» των σχεδιασμών ΗΠΑ και ΕΕ.

Και την ίδια ώρα που διεκπεραιώνουν τη «βρώμικη δουλειά» για λογαριασμό του κεφαλαίου, αποσπώντας τα συγχαρητήρια του κεφαλαίου αλλά και των ιμπεριαλιστών για τις επιδόσεις τους, καμώνονται τους «αθώους του αίματος» και τα «περιστέρια της ειρήνης», έχουν το θράσος να κάνουν τους ανήξερους για να «ξεπλύνουν» τους καπιταλιστές, ισχυριζόμενοι, όπως π.χ. πρόσφατα ο υπουργός Εξωτερικών, ότι τάχα το ΚΚΕ έχει μεγάλη ιδέα για την αστική τάξη της Ελλάδας, λες και αυτή δεν συμμετέχει - με το δικό της «βάρος» - στους ιμπεριαλιστικούς ανταγωνισμούς και στις ιμπεριαλιστικές επεμβάσεις για τη μοιρασιά της λείας.

Αναποδογυρίζοντας την πραγματικότητα, μάλιστα, ισχυρίζονται ότι η βαθύτερη εμπλοκή στους ανταγωνισμούς προστατεύει το λαό από ...τους κινδύνους των ανταγωνισμών. Οταν ξανά και ξανά έχει αποδειχθεί ότι αυτή η πολιτική ούτε τα κυριαρχικά δικαιώματα προστατεύει, ούτε προφυλάσσει από τον κίνδυνο να βρεθεί και ο ελληνικός λαός μπλεγμένος σε αυτό το μακελειό. Το ακριβώς αντίθετο συμβαίνει. Και η επίσκεψη Ερντογάν, με την αναβάθμιση όλων των διεκδικήσεων της Τουρκίας σε βάρος των κυριαρχικών δικαιωμάτων της χώρας, είναι το τελευταίο παράδειγμα.

Εχουν δε το θράσος να κουνάνε στο λαό ως «τυράκι» τις επιχειρηματικές συμφωνίες και τις υποσχέσεις για τα ψίχουλα που τάχα θα πέφτουν από το «φαγοπότι» των επιχειρηματικών ομίλων, για να τον πείσουν να βάλει το κεφάλι του στον τορβά για τα κέρδη μιας χούφτας ομίλων, και το κυνήγι της καπιταλιστικής λείας.

Η βρώμικη αυτή προσπάθεια πρέπει να βρει τείχος από την εργατική τάξη και τα λαϊκά στρώματα. Εχει μεγάλη σημασία ο ελληνικός λαός δίπλα στον αγώνα που δίνει για τους μισθούς, τις συντάξεις, το εισόδημα, να βάλει και τον αγώνα ενάντια στην εμπλοκή της χώρας στους επικίνδυνους σχεδιασμούς, στα πολεμικά και άλλα σχέδια ΗΠΑ - ΝΑΤΟ - ΕΕ, ενάντια στον ιμπεριαλιστικό πόλεμο, που όπως και οι οικονομικές κρίσεις, είναι «νύχι - κρέας» με αυτό το βάρβαρο σύστημα. Να βάλει πιο αποφασιστικά στο στόχαστρο το κεφάλαιο, τις ιμπεριαλιστικές ενώσεις του, την ίδια την εξουσία του, για να ξεπατώσει από τη ρίζα της την πραγματική αιτία των πολέμων, της φτώχειας, της εκμετάλλευσης.


ΚΕΙΜΕΝΑ: Τάσος ΓΑΛΑΝΟΠΟΥΛΟΣ



Ευρωεκλογές Ιούνη 2024
Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ