ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Κυριακή 8 Μάρτη 2015
Σελ. /40
ΠΟΛΙΤΙΚΗ
Περί «τέλους των υφεσιακών μέτρων»...

«

Αυτό που πετύχαμε είναι να μην έχουμε κι άλλα υφεσιακά μέτρα...», αναφωνούν τα κυβερνητικά στελέχη, σε μια από τις πιο «αγαπημένες» τους πλέον ατάκες, στα πλαίσια της προσπάθειάς τους να συσκοτίσουν το γεγονός ότι η νέα συμφωνία της συγκυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ - ΑΝΕΛ με την ΕΕ, την ΕΚΤ και το ΔΝΤ αποτελεί ξεκάθαρη συνέχιση της αντιλαϊκής πολιτικής, ουσιαστική και τυπική επέκταση των μνημονίων και των δεσμεύσεών τους προς όφελος του κεφαλαίου.

Εξειδικεύοντας περαιτέρω τη συγκεκριμένη πτυχή της κυβερνητικής προπαγάνδας, ο Αλ. Τσίπρας, πριν μερικές μέρες, τόνιζε ότι «το μείγμα πολιτικής που συνοδεύει την παράταση της δανειακής σύμβασης» δεν περιλαμβάνει «οριζόντιες περικοπές μισθών και συντάξεων», ούτε «απολύσεις δημοσίων υπαλλήλων» ή «αλλαγή του θεσμικού πλαισίου για τις μαζικές απολύσεις».

Στην πραγματικότητα, βέβαια, πίσω από το «όχι και άλλα...» που πλασάρουν στο λαό το Μέγαρο Μαξίμου και τα αστικά επιτελεία, επιχειρείται να κρυφτεί το τεράστιο «ναι στα ήδη υπάρχοντα...», δηλαδή στους ήδη τσακισμένους μισθούς και τις ήδη πετσοκομμένες συντάξεις, στις χιλιάδες απολύσεις που ήδη έχουν γίνει στο Δημόσιο και στις συνέπειες που αυτές έχουν επιφέρει στην κάλυψη στοιχειωδών λαϊκών αναγκών, στο ήδη υπάρχον πλαίσιο για τις απολύσεις στον ιδιωτικό τομέα, το οποίο ουσιαστικά λύνει τα χέρια του κεφαλαίου... Επιχειρείται να κρυφτεί ότι δε γίνεται ούτε λόγος για ανάκτηση των τεράστιων απωλειών του λαού στα χρόνια της κρίσης, πόσο μάλλον για ικανοποίηση των σύγχρονων εργατικών - λαϊκών αναγκών.

Αυτή η αποδοχή του ήδη διαμορφωμένου αντεργατικού - αντιλαϊκού πλαισίου αποτυπώνεται ξεκάθαρα και στη συμφωνία της κυβέρνησης με τους... «θεσμούς»: Εκεί όπου η νέα συγκυβέρνηση «αναγνωρίζει» ότι η ματωμένη «τεράστια δημοσιονομική προσαρμογή» των προηγούμενων χρόνων αποτελεί «σημείο αφετηρίας» για τη συνέχεια και σε αυτά τα πλαίσια δεσμεύεται για νέο μαχαίρι στις κρατικές δαπάνες για Παιδεία, Υγεία, Αμυνα, δήμους, κοινωνικά επιδόματα, μεταφορές κτλ.

Στη συμφωνία όπου αποτυπώνεται η δέσμευση της νέας συγκυβέρνησης να «σεβαστεί» τις αντιλαϊκές αναδιαρθρώσεις που προώθησαν οι προκάτοχοί της, να απέχει από μονομερείς ενέργειες με δημοσιονομικό κόστος και συνολικότερο κόστος στην «ανταγωνιστικότητα» του κεφαλαίου.

Μάλιστα, στις μέρες που έχουν μεσολαβήσει από τη νέα αντιλαϊκή συμφωνία μέχρι σήμερα, έχουμε ήδη αρχίσει να βλέπουμε στην πράξη τι σημαίνουν αυτές οι δεσμεύσεις της συγκυβέρνησης απέναντι στο κεφάλαιο και στις λυκοσυμμαχίες στις οποίες αυτό συμμετέχει: Στο ήδη υπάρχον αντιλαϊκό πλαίσιο ήρθε, π.χ., να προστεθεί η κυβερνητική εντολή για περαιτέρω προώθηση των «μνημονιακών» περικοπών στις προσλήψεις στους δήμους, η αποδοχή εκ μέρους της νέας κυβέρνησης των «μνημονιακών» περικοπών στο συνολικό ετήσιο κονδύλι για τα νοσοκομεία...

Οι όποιες επιμέρους αλλαγές μέσα σε αυτό το αντιλαϊκό πλαίσιο είχαν εξαγγελθεί προεκλογικά (π.χ., οι εξαγγελίες για τον κατώτατο μισθό) -και μάλιστα ως «ανεξάρτητες» από την πορεία της διαπραγμάτευσης- πάνε όλο και προς τα πίσω χρονικά, με τη συγκυβέρνηση να δεσμεύεται πλέον όλο και πιο καθαρά ότι όσες από αυτές εντέλει προχωρήσουν θα προωθηθούν «σταδιακά», κατόπιν συνεννόησης με τους «εταίρους» και αφού έχουν ήδη βρεθεί «ισοδύναμα» αντιλαϊκά μέτρα και «αντισταθμίσματα» για τη διασφάλιση της ανταγωνιστικότητας του κεφαλαίου...

Μα και τα ψίχουλα που έφερε η κυβέρνηση στη Βουλή για τη διαχείριση της ακραίας φτώχειας, στην πραγματικότητα είναι «κουρεμένα» σε σχέση ακόμα και με τα ψίχουλα που είχε υποσχεθεί προεκλογικά και ταυτόχρονα συνοδεύονται από όρους, προϋποθέσεις και σκόπιμες... «ασάφειες», έτσι ώστε τελικά να μη δοθούν ούτε σε πολλά από τα εξαθλιωμένα λαϊκά νοικοκυριά που τα έχουν ανάγκη!

Το ζήτημα βέβαια δεν τελειώνει εδώ, το μάρμαρο ο λαός δεν το πληρώνει μόνο με τα «υφεσιακά μέτρα», με τους τσακισμένους μισθούς και τις πετσοκομμένες συντάξεις, με το συνολικότερο αντεργατικό πλαίσιο που επιβεβαιώνεται ότι θα είναι εδώ και την «επόμενη μέρα»: Θα το πληρώσει και με τις αναδιαρθρώσεις που δεσμεύεται ότι θα προωθήσει η συγκυβέρνηση για λογαριασμό του κεφαλαίου, στο πλαίσιο της «λίστας μεταρρυθμίσεων» που συνυπέγραψε με τους «εταίρους».

Ποιος θα πληρώσει, π.χ., τη συνέχιση των ιδιωτικοποιήσεων με γνώμονα την «ενίσχυση του ανταγωνισμού» και των «προοπτικών των ιδιωτικών επενδύσεων»; Ποιος θα πληρώσει την «εξάλειψη εξαιρέσεων του φορολογικού κώδικα» που θα συνεχίσει την αντίστοιχη «εξάλειψη» φοροελαφρύνσεων των λαϊκών οικογενειών που προώθησαν και οι προηγούμενες κυβερνήσεις (π.χ., σε ενοίκια, έξοδα φροντιστηρίων κ.ά.). Ποιος θα πληρώσει τη «νέα κουλτούρα φορολογικής συμμόρφωσης» και την «προώθηση ισχυρής κουλτούρας πληρωμών», αν όχι τα εργατικά - λαϊκά νοικοκυριά που αδυνατούν να αποπληρώσουν τις οφειλές τους σε εφορία και τράπεζες; Ποιος θα πληρώσει τη «συνέχιση του εκσυγχρονισμού του συνταξιοδοτικού συστήματος», αν όχι όσοι πλήρωσαν αυτόν τον αντιασφαλιστικό «εκσυγχρονισμό» μέχρι τώρα;

Η νέα συμφωνία μεταξύ της κυβέρνησης και των «τριών θεσμών» επιβεβαιώνει ότι ο λαός θα συνεχίσει να ματώνει τόσο από το αντεργατικό - αντιλαϊκό πλαίσιο που έχει ήδη διαμορφωθεί όσο και από τις νέες αναδιαρθρώσεις που η συγκυβέρνηση δεσμεύεται να προωθήσει. Τα παζάρια με τους «εταίρους» για το «τέλος των υφεσιακών μέτρων» και το «τέλος της λιτότητας» στην πραγματικότητα αφορούν στην εξασφάλιση μεγαλύτερων περιθωρίων για κρατική χρηματοδότηση του εγχώριου κεφαλαίου, για κρατική στήριξη της καπιταλιστικής ανάκαμψης, η οποία όμως, την ίδια ώρα, προϋποθέτει τη συνέχιση του «λιτού βίου» για το λαό και της «υποτίμησης» των αναγκών και των δικαιωμάτων του...


Γ. Ε.

Η «περήφανη» επιλογή του εσωτερικού δανεισμού

Τις τελευταίες ημέρες, η κυβέρνηση προχωρά σε μια «γενικευμένη επιστράτευση» κεφαλαίων από ολόκληρο το «δημόσιο τομέα» προκειμένου να καλύψει τις δανειακές υποχρεώσεις του κράτος για το επόμενο διάστημα. Χρήματα από διάφορους φορείς του δημοσίου συγκεντρώνονται στην Τράπεζα της Ελλάδας με Προεδρικά Διατάγματα, ενώ σε άλλες περιπτώσεις ζητούν από τις διοικήσεις φορέων να μεταφέρουν τα χρήματά τους. Οι εκπρόσωποι της κυβέρνησης προσπαθούν να εμφανίσουν αυτές τις μετακινήσεις ως «εθνικό καθήκον» γιατί έτσι στηρίζεται η κυβέρνηση απέναντι στη διαπραγμάτευση με την ΕΕ.

Το «χρηματοδοτικό κενό» του επόμενου διαστήματος

Για το επόμενο τρίμηνο, το ελληνικό κράτος χρωστά, αθροιστικά στο ΔΝΤ, στην ΕΚΤ και σε άλλους επενδυτές, περίπου 4,3 δισ. ευρώ, τα οποία η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ - ΑΝΕΛ δεσμεύτηκε, με πρόσφατη συμφωνία που υπέγραψε με την ΕΕ, πως θα αποπληρώσει στο ακέραιο. Μέσα σ' αυτά περιλαμβάνονται και τα ομόλογα που δεν κουρεύτηκαν κατά τη διάρκεια του PSI, προχωρώντας μάλιστα σε μια πρώτη πληρωμή τέτοιου τύπου στις 3 Μάρτη. Επειδή «αρχή άνδρα δείκνυσι», θυμίζουμε πως προεκλογικά ΣΥΡΙΖΑ και ΑΝΕΛ κατήγγειλαν με πάθος αυτούς τους επενδυτές ως «διεθνείς τοκογλύφους» και «vulture funds - επενδυτές αρπακτικά»...

Συγχρόνως, το επόμενο διάστημα λήγουν μια σειρά από έντοκα γραμμάτια που επίσης πρέπει να αποπληρώσει και οι εγχώριες τράπεζες δεν έχουν διαθέσιμα κεφάλαια για να αυξήσουν τη συμμετοχή τους στις νέες εκδόσεις εντόκων γραμματίων, αύξηση που είναι απαραίτητη λόγω της μη συμμετοχής αλλοδαπών επενδυτών. ΕΕ και ΕΚΤ, απ' τις οποίες εξαρτάται η χρηματοδότηση των εγχώριων τραπεζών, έχουν ρητά απαγορεύσει την αγορά πρόσθετων εντόκων γραμμάτιων.

Και το περιβόητο «χρηματοδοτικό κενό» του ελληνικού δημοσίου είναι «πού θα βρεθούν αυτά τα πρόσθετα κεφάλαια που έχει ανάγκη το ελληνικό δημόσιο για να αποπληρώσει τους δανειστές του».

Στο λαό για μια ακόμα φορά τα βάρη της κρίσης

Η κομψή φράση «κάλυψη του χρηματοδοτικού κενού» συγκαλύπτει τόσο το ποιος το πληρώνει, όσο και την πραγματική του ουσία. Συγκαλύπτει πως στον καπιταλισμό τα δημοσιονομικά μέτρα φορτώνουν νέα βάρη στα λαϊκά στρώματα, πως αποτελούν εργαλείο αναδιανομής υπέρ των ομίλων. Συγκαλύπτει δηλαδή πως τα μέτρα της κυβέρνησης για να «καλυφθεί το χρηματοδοτικό κενό» θα ξεζουμίσουν τα λαϊκά στρώματα, αφήνοντας στο απυρόβλητο το μεγάλο κεφάλαιο. Συγκαλύπτει, επίσης, πως το δημόσιο χρέος, απ' το οποίο προέρχεται το «κενό», είναι χρέος των μονοπωλίων και της κυβέρνησής τους, ο λαός ούτε ευθύνεται, ούτε ωφελήθηκε απ' αυτό, αλλά επιχειρούν να του το φορτώσουν με διάφορους τρόπους.

Πρώτος βασικός άξονας «κάλυψης του κενού» είναι η μείωση των υποχρεώσεων της κυβέρνησης προς το εσωτερικό της χώρας (κρατικές δαπάνες, επιστροφές, μισθοδοσίες κλπ.), που μπορεί να πάρει τη μορφή καθυστέρησης πληρωμών, ίσως ακόμα και μισθοδοσίας.

Δεύτερος βασικός άξονας είναι η αύξηση των εσόδων, βασικά των φόρων που πληρώνουν τα λαϊκά στρώματα, αφού η κυβέρνηση έχει δεσμευτεί πως δε θα θίξει το μεγάλο κεφάλαιο. Οι διάφορες φορολογικές ρυθμίσεις που προωθεί η κυβέρνηση, από τις ληξιπρόθεσμες οφειλές, τις συνεχείς παραινέσεις για πληρωμή των φόρων ως «πατριωτικό καθήκον» και η νέα σχεδιαζόμενη φοροεπιδρομή ενάντια στο λαό, έχουν αυτόν το χαρακτήρα. Στις λύσεις που εξετάζονται για την αύξηση των εσόδων είναι και η «τιτλοποίηση τμήματος των μελλοντικών κρατικών εσόδων», με την οποία η κυβέρνηση προκαταβάλλει πως θα αυξήσει τους φόρους το επόμενο διάστημα.

Ο βασικός μηχανισμός, ωστόσο, με τον οποίο επιχειρείται η αντιμετώπιση του χρηματοδοτικού κενού είναι ο περιβόητος εσωτερικός δανεισμός. Ο εσωτερικός δανεισμός στον οποίο προχωρά η κυβέρνηση σήμερα συνίσταται -προς το παρόν- στη συγκέντρωση χρημάτων από διάφορους φορείς του ευρύτερου δημόσιου τομέα στην ΤτΕ και χρήση τους για την αποπληρωμή των πιστωτών.

Η διαδικασία αυτή περιλαμβάνει χρήματα από διάφορες πηγές. Με τον τρόπο αυτό έχουν ήδη συγκεντρωθεί κεφάλαια απ' τον ΟΠΕΚΕΠΕ, τον οργανισμό που διαχειρίζεται τις επιδοτήσεις των αγροτών, χρήματα που είχαν συγκεντρώσει διάφοροι φορείς του δημοσίου, ενώ η μεγάλη συζήτηση που λαμβάνει χώρα αυτό το διάστημα αφορά τα ταμειακά διαθέσιμα των ασφαλιστικών φορέων, ενώ και τα χρήματα που προορίζονται για την Τοπική Διοίκηση βρίσκονται στο στόχαστρο της κυβέρνησης. Το δημόσιο φυσικά δεν προβαίνει σε κατάσχεση των χρημάτων. Οπως υποστηρίζει, επιθυμεί να δανειστεί τα χρήματα απ' τους φορείς του και μάλιστα με υψηλότερο επιτόκιο απ' αυτό που δίνουν οι τράπεζες στις οποίες φυλάνε τα χρήματα αυτά οι φορείς.

Μάλιστα, οι κυβερνητικοί εκπρόσωποι στις διοικήσεις των φορέων εμφανίζουν αυτόν το δανεισμό ως πατριωτικό καθήκον, αφού έτσι ισχυροποιείται η κυβέρνηση και μπορεί να διαπραγματευτεί καλύτερα, ενώ δε βγαίνουν ζημιωμένα ούτε τα ταμεία, αφού τα επιτόκια είναι υψηλότερα.

Αυτό φυσικά είναι το τυράκι...

Η «φάκα» του εσωτερικού δανεισμού

Τα χρήματα αυτά που θέλει να συγκεντρώσει το δημόσιο δε βρίσκονται σε ένα ντουλάπι... Είναι τα ελάχιστα χρήματα που έχουν απομείνει να δώσουν οι προαναφερθέντες φορείς στα λαϊκά στρώματα. Τα χρήματα του ΟΠΕΚΕΠΕ είναι οι επιδοτήσεις για τους αγρότες, τα ταμειακά διαθέσιμα των ταμείων είναι τα χρήματα για να πληρωθούν οι συντάξεις των επόμενων μηνών, τα αποθεματικά των δήμων είναι οι μισθοί των δημοτικών υπαλλήλων, σε καθαριότητα, παιδικούς σταθμούς κλπ. Τα διαθέσιμα των νοσοκομείων είναι για να πληρωθούν οι εργαζόμενοι στα νοσοκομεία, για να αγοραστούν φάρμακα και υλικό.

Η ελληνική κυβέρνηση ουσιαστικά ζητά από τα λαϊκά στρώματα να δανείσουν όλα αυτά τα χρήματα προκειμένου να αποπληρώσει τώρα τους δανειστές, για να είναι ισχυρή στη διαπραγμάτευση.

Αλλά δεν υπάρχει κανενός είδους εξασφάλιση πως αυτά τα χρήματα θα τα πάρουν πίσω οι εργαζόμενοι.

Το τεράστιο κούρεμα των αποθεματικών των ταμείων κατά τη διαδικασία του PSI έχει αφήσει βαθιές πληγές στα ασφαλιστικά ταμεία. Μάλιστα, κατά τη διάρκειά του φαίνεται πως κουρεύτηκαν και ορισμένα ταμειακά διαθέσιμα των ασφαλιστικών ταμείων χωρίς να βρίσκονται υπό τη μορφή ομολόγων, αποδεικνύοντας πως τα κεφάλαια που δανείζονται στο ελληνικό δημόσιο δεν είναι ασφαλή.

Σήμερα η κυβέρνηση, ξεχνώντας τι έλεγε για το θέμα των απωλειών των ταμείων μόλις μερικούς μήνες νωρίτερα, πραγματικά προκαλεί τους εργαζόμενους καλώντας τους να την ξαναδανείσουν, χωρίς να γίνεται καμιά κουβέντα για τα προηγούμενα δανεικά και αγύριστα....

Η υπόσχεση της κυβέρνησης πως τα ταμεία θα μπορούν να σηκώσουν τα χρήματα που χρειάζονται εντός δύο ημερών είναι τουλάχιστον κενή περιεχομένου.

Τα ταμειακά διαθέσιμα ταμείων και φορέων είναι, από τον ορισμό τους, για την κάλυψη των άμεσων βραχυπρόθεσμων αναγκών και γι' αυτό βρίσκονται υπό μορφή ρευστού, κατατεθειμένα στις τράπεζες. Δεν υπάρχει καμιά εγγύηση πως η κυβέρνηση θα μπορεί να βρει στα δικά της ταμεία, τα οποία έχουν στερέψει, χρήμα για να το αποδώσει στους φορείς του δημοσίου όταν το ζητήσουν.

Αυτό σημαίνει πως οι φορείς του δημοσίου θα εξαναγκαστούν να αναβάλλουν πληρωμές προς τα λαϊκά στρώματα. Η πληρωμή συντάξεων, των χρημάτων στους αγρότες, των πληρωμών προς τα νοσοκομεία και τα φαρμακεία θα μετατεθεί με δραστικές αρνητικές συνέπειες στα λαϊκά στρώματα.

Ο «πατριωτισμός» της άρχουσας τάξης

Η άρχουσα τάξη, μέσα απ' την κυβέρνησή της, καλεί για μια ακόμα φορά τους εργαζόμενους να βάλουν το χέρι στην τσέπη και να δανείσουν την κυβέρνηση, αρχικά έμμεσα. Σε επόμενη φάση δεν αποκλείεται η προσφυγή στον άμεσο δανεισμό. Αλλωστε, ο ευρωβουλευτής Γλέζος δήλωνε πέρυσι πως «ο ελληνικός λαός, ο φτωχός λαός, θα το κάλυπτε το εσωτερικό δάνειο αν το είχαμε ανάγκη». Οι μεγαλομέτοχοι των μονοπωλιακών ομίλων, με 140 δισ. ευρώ στο εξωτερικό, για μια ακόμα φορά δε θα συνεισφέρουν. Οι εφοπλιστές θα συνεχίσουν να πληρώνουν ελάχιστους φόρους. Οι μεγαλοβιομήχανοι περιμένουν τις νέες επιδοτήσεις. Μόνιμος στόχος είναι τα λαϊκά στρώματα.

Κινούμενοι σ' αυτή την κατεύθυνση, τα κυβερνητικά επιτελεία δε σταματούν να εμφανίζουν αυτόν το δανεισμό ως πατριωτικό καθήκον γιατί έτσι ισχυροποιείται η διαπραγματευτική δυνατότητα της χώρας. Ισχυρίζονται πως η άλλη λύση για την εξεύρεση των απαραίτητων κεφαλαίων είναι ο νέος δανεισμός απ' την ΕΕ που συνεπάγεται νέα δυσβάσταχτα αντιλαϊκά μέτρα.

Η κυβέρνηση επιθυμεί να εμφανίσει στο αυριανό Eurogroup πως δεν έχει ανάγκη την νέα δόση απ' την ΕΕ ώστε να μπορέσει να συνεχίσει τη διαπραγμάτευση με την ΕΕ.

Ομως ποιος διαπραγματεύεται και για ποιον;

Τι έχουν να κερδίσουν οι εργαζόμενοι από μια «σχετική επιτυχία» της διαπραγμάτευσης της κυβέρνησης;

Δε χρειάζεται δίπλωμα «μελλοντολογίας». Αρκεί απλά να δει κανείς το κυβερνητικό πρόγραμμα, όπως αυτό συντίθεται απ' το πρόγραμμα της Θεσσαλονίκης, τις προγραμματικές δηλώσεις και το κείμενο της συμφωνίας κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ - ΑΝΕΛ με το Eurogroup για να καταλάβει πως τα λαϊκά στρώματα δεν έχουν να περιμένουν ουσιαστική βελτίωση της ζωής τους με την προώθηση του κυβερνητικού έργου, την οποία αφορά η διαπραγμάτευση. Η κυβέρνηση εμφανίζει ως «πατριωτισμό» την ισχυροποίησή της για να προωθήσει αυτούς τους άξονες που ξεχνούν να αναφερθούν στις τεράστιες απώλειες που γνώρισαν τα λαϊκά στρώματα την περίοδο της κρίσης και υπόσχονται ελάχιστα ψίχουλα ανακούφισης για την ακραία φτώχεια, τα οποία, όπως δείχνει και το προσφάτως κατατεθέν κυβερνητικό νομοσχέδιο, θα τα πάρουμε μισά.

Το κυβερνητικό πρόγραμμα δε λέει κουβέντα για το μέσο μισθό που έχει μειωθεί κατά 25% τα τελευταία χρόνια, για τις τεράστιες αυξήσεις στους φόρους, άμεσους και έμμεσους, που ήδη πληρώνουν οι εργαζόμενοι, για το 13ο και 14ομισθό στο δημόσιο, για τη 13η και 14η σύνταξη, για τις αυξήσεις στο κόστος ζωής. Τα λαϊκά στρώματα έχασαν την περίοδο της κρίσης σχεδόν το 50% του βιοτικού τους επίπεδου.

Με όποιον τρόπο και αν τελικά εξελιχθεί η διαπραγμάτευση, το πρόγραμμα που θα υλοποιήσει η κυβέρνηση δε θα οδηγήσει στην ανάκτηση των τεράστιων απωλειών που είχαν τα λαϊκά στρώματα τα τελευταία χρόνια.

Η διαπραγμάτευση της κυβέρνησης αφορά τους όρους χρηματοδότησης της εγχώριας άρχουσας τάξης. Η μείωση του πρωτογενούς πλεονάσματος, για την οποία γίνεται η όλη συζήτηση, θα μεταφραστεί σε νέες επιδοτήσεις που θα πάρουν το μοδάτο όρο «παραγωγική ανασυγκρότηση».

Ο πατριωτισμός της κυβέρνησης είναι, για μια ακόμα φορά, η ισχυροποίηση της άρχουσας τάξης στον πόλεμό της με τις υπόλοιπες...

Ομως, όπως λέει ο ποιητής, στους άδικους πολέμους «στους νικημένους ο φτωχός λαός πέθαινε απ' την πείνα, στους νικητές ο φτωχός λαός πέθαινε το ίδιο».

Με τη σημαία των αναγκών μας

Η διαπραγμάτευση πίσω απ' την οποία μας καλεί να στοιχηθούμε η νέα συγκυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ - ΑΝΕΛ είναι «διαπραγμάτευση στο στρατόπεδο του εχθρού». Οποια και να είναι η έκβασή της, δεν μπορεί να οδηγήσει σε ουσιαστική βελτίωση της ζωής των λαϊκών στρωμάτων, γιατί ο πραγματικός αντίπαλος των λαϊκών στρωμάτων παραμένει όρθιος στη θέση του. Η άρχουσα τάξη και οι ανάγκες της, η διασφάλιση της ανταγωνιστικότητας των ομίλων είναι η αιτία για την οποία προωθούνται τα μέτρα που τσακίζουν τη ζωή των εργαζόμενων. Με περισσότερο ή λιγότερο επιτυχημένη διαπραγμάτευση, με ευρώ ή με δραχμή, όσο οι μονοπωλιακοί όμιλοι καθορίζουν τις τύχες της χώρας, τα λαϊκά στρώματα θα γνωρίζουν εκμετάλλευση, εξαθλίωση, φτώχεια.

Γι' αυτό και δε στοιχιζόμαστε πίσω τους. Βαδίζουμε αποφασιστικά απέναντί τους.

Οργανώνουμε παντού τη πάλη μας, απαιτώντας την άμεση επιστροφή των κλεμμένων από τα ασφαλιστικά ταμεία, την ανάκτηση των απωλειών της περιόδου της κρίσης, συγκεντρώνουμε δυνάμεις για την αντεπίθεση των εργαζόμενων, για το ριζικά διαφορετικό δρόμο ανάπτυξης που θα ικανοποιήσει τις ανάγκες μας, το δρόμο τις εργατικής - λαϊκής εξουσίας.

Ο δικός μας επικεφαλής είναι αυτή η κόκκινη σημαία των αναγκών μας.


του Γρηγόρη ΛΙΟΝΗ*
Ο Γρηγόρης Λιονής είναι μέλος του Τμήματος Οικονομίας της ΚΕ του ΚΚΕ

Οι «κόκκινες γραμμές» της συγκυβέρνησης

Σύμφωνα με την αφήγηση των στελεχών του ΣΥΡΙΖΑ η κυβέρνηση δεν μπορεί να κάνει όσα ήθελε, εφαρμόζει πολιτικές συμβιβασμού, αλλά, τονίζουν, έχει «κόκκινες γραμμές» πίσω από τις οποίες δεν κάνει. Ετσι, ο ΣΥΡΙΖΑ, λένε, δεν χάνει την «αριστερή ψυχή» του και υπονοείται μ' αυτό ότι μόλις περάσουμε τον κάβο - διαπραγμάτευση με τους δανειστές, θα μπούμε σε ήρεμες θάλασσες, όπου η κυβέρνηση θα μπορέσει να ξεδιπλώσει όλη τη μαεστρία της σε συμφωνικά έργα απείρου κάλλους και οφέλους για το λαό.

Το θέμα βρίσκεται ακριβώς στις «κόκκινες γραμμές». Τις οποίες προσδιόρισε με ακρίβεια παρά τη «δημιουργική ασάφεια» ο υπουργός Οικονομικών, Γ. Βαρουφάκης, σε πρόσφατη τηλεοπτική συνέντευξή του.

Σύμφωνα, λοιπόν, με τα λόγια του υπουργού, οι «κόκκινες γραμμές» βρίσκονται στη λύση «τριών εξισώσεων με τρεις αγνώστους». Οπως εξήγησε:

-- Πρέπει να εξασφαλιστεί πρωτογενές πλεόνασμα που «δεν σκοτώνει την ιδιωτική οικονομία»,

-- σε συνάρτηση με τη διάρθρωση του χρέους (τι, σε ποιον και πότε πρέπει να πληρωθεί),

-- κι αυτό, επίσης, σε συνάρτηση με την αξίωση να είναι οι επενδύσεις περισσότερες από τις αποταμιεύσεις (δηλαδή, το κεφάλαιο να μη λιμνάζει, αλλά να επενδυθεί).

Οπως έχουμε ήδη σημειώσει σ' ένα πρώτο προηγούμενο σχόλιο όλα αυτά, σε απλά ελληνικά, σημαίνουν μόνο ότι η «κόκκινη γραμμή» της συγκυβέρνησης είναι η στήριξη της καπιταλιστικής ανάκαμψης.

Οι άγνωστοι «χ» που βάζει στις τρεις εξισώσεις η κυβέρνηση έχουν περιεχόμενο:

Στη συνάρτηση για τις επενδύσεις μάς λέει ότι χωρίς δημιουργία περιβάλλοντος για επενδύσεις δεν υπάρχει βελτίωση. Και επενδύσεις δεν θα υπάρχουν αν δεν δοθεί στους καπιταλιστές «έδαφος» να πατήσουν. Αν, δηλαδή, δεν διατεθούν κρατικό χρήμα, φοροαπαλλαγές, αν δεν διαμορφωθεί επενδυτικό περιβάλλον που απαιτεί πιο «ωφέλιμες» συμπράξεις του κράτους με τους ιδιώτες επενδυτές, αν δεν αντιμετωπιστούν ζητήματα που αφορούν στη μείωση του λεγόμενου «μη μισθολογικού κόστους» κ.ά.

Στην εξίσωση για το πλεόνασμα ο άγνωστος «χ» σημαίνει, μεταξύ άλλων, την προώθηση των «μνημονιακών» περικοπών στις προσλήψεις στους δήμους, την αποδοχή των «μνημονιακών» περικοπών στο συνολικό ετήσιο κονδύλι για τα νοσοκομεία, τη δέσμευση στο πλαίσιο της συμφωνίας με τους «θεσμούς» για νέο μαχαίρι στις κρατικές δαπάνες για Παιδεία, Υγεία, Αμυνα, δήμους, κοινωνικά επιδόματα, μεταφορές κ.τ.λ.

«Κόκκινη γραμμή», είναι, λοιπόν, η εξασφάλιση της ανταγωνιστικότητας του κεφαλαίου κι αυτό σημαίνει: Το αντιλαϊκό - αντεργατικό πλαίσιο θα μείνει άθικτο στα βασικά του στοιχεία, ενώ τυχόν αλλαγή θα συνοδεύεται από αντισταθμιστικά μέτρα. Για παράδειγμα, τυχόν επαναφορά του πλαισίου των Γενικών Συλλογικών Συμβάσεων θα συνοδευτεί με νέα μέτρα στήριξης του κεφαλαίου, φοροαπαλλαγές κ.ά., που πάλι θα πληρώσουν οι εργαζόμενοι. Ετσι, οι σχεδόν 400 εφαρμοστικοί αντιλαϊκοί νόμοι θα είναι εδώ, ενώ παράλληλα η κυβέρνηση θα προσπαθεί μέσα από το «πλεόνασμα» να εξοικονομήσει χρήματα, για να στηρίξει τις ιδιωτικές επενδύσεις κ.ά.

«Κόκκινη γραμμή», λοιπόν, είναι οι ίδιες οι προγραμματικές δεσμεύσεις της συγκυβέρνησης στους στόχους της ανάκαμψης του κεφαλαίου, της θωράκισης της ανταγωνιστικότητας των μονοπωλιακών ομίλων, οι δεσμεύσεις στις Συνθήκες της ΕΕ, στη δημοσιονομική σταθερότητα, στους ισοσκελισμένους προϋπολογισμούς και τα πρωτογενή πλεονάσματα.

Στο πλαίσιο αυτό, δεν χωράει ούτε η ανάκτηση των απωλειών ούτε η διεκδίκηση των σύγχρονων εργατικών - λαϊκών αναγκών. Γι' αυτό, άλλωστε, ο Γ. Βαρουφάκης δεν αναφέρεται σ' αυτά ούτε ονομαστικά. Αντίθετα, ο υπουργός με το περίφημο mail έχει κάνει καθαρές κάποιες άλλες «κόκκινες γραμμές» όπως δημιουργία καλού επιχειρηματικού περιβάλλοντος, συμπράξεις κράτους με ιδιώτες, ενώ όλο το αντεργατικό πλαίσιο μένει στο απυρόβλητο, οι ιδιωτικοποιήσεις που έχουν γίνει συνεχίζονται κ.ά.

Σε αντίθεση με τις κυβερνητικές «κόκκινες γραμμές», για το λαό υπάρχει μία μόνο «κόκκινη γραμμή»: Η πάλη για την ανάκτηση όλων των απωλειών σε συνθήκες κρίσης, για το ξήλωμα όλου του αντεργατικού αντιλαϊκού πλαισίου, η διεκδίκηση της ικανοποίησης όλων των σύγχρονων εργατικών - λαϊκών αναγκών.


Θ. Λ.



Ευρωεκλογές Ιούνη 2024
Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ