Το ΑΑΔΜ πάλης έχει απαλειφθεί από τις θέσεις χωρίς να υπάρχει μια τεκμηριωμένη και σαφής αιτιολόγηση, εδρασμένη στην ταξική διάρθρωση της ελληνικής κοινωνίας στην παρούσα φάση, εφόσον δεν έχει καταστεί σαφές εάν έχει αλλάξει δραματικά η κοινωνικοταξική διάρθρωση της Ελλάδας και η θέση της μέσα στην ιμπεριαλιστική αλυσίδα. Οσον αφορά το πρώτο, στη θέση 74 υποστηρίζεται ότι σήμερα η μισθωτή εργασία έχει αυξηθεί σημαντικά ενώ παραμένει σταθερός ο αριθμός των αυτοαπασχολούμενων, μολονότι ούτε τα δεδομένα που αποδεικνύουν αυτή τη θέση είναι επαρκή, ούτε αιτιολογείται η αναίρεση των αντιιμπεριαλιστικών και αντιμονοπωλιακών αιτημάτων συσπείρωσης από την αύξηση του ποσοστού της εργατικής τάξης επί του συνόλου του οικονομικά ενεργού πληθυσμού.
Επιπλέον, είναι εξαιρετικά αμφιλεγόμενα τα αριθμητικά δεδομένα που παραθέτει η ΚΕ στη θέση 13 και 14, καθώς το συνολικό άθροισμα των μισθωτών κατά κλάδο δείχνει ότι δεν υπάρχει κάποια σοβαρή αύξησή τους σε σχέση με τους αυτοαπασχολούμενους. Αλλωστε, στο Σχέδιο Προγράμματος επισημαίνεται ότι η πρόσφατη οικονομική κρίση έχει επιδεινώσει τη θέση του ελληνικού καπιταλισμού στο πλαίσιο της ΕΕ και της ιμπεριαλιστικής αλυσίδας, καθώς συρρικνώθηκε η κατά τη δεκαετία του 1990 διείσδυση του ελληνικού κεφαλαίου στις βαλκανικές χώρες, και ότι «ο ελληνικός καπιταλισμός βρίσκεται στο ιμπεριαλιστικό στάδιο ανάπτυξής του, σε ενδιάμεση θέση στο διεθνές ιμπεριαλιστικό σύστημα, με ισχυρές εξαρτήσεις από τις ΗΠΑ και την ΕΕ».
Πρόκειται για σωστή εκτίμηση παρά το γεγονός ότι μερίδα στελεχών του Κόμματος προσπαθούσαν να μας πείσουν πως δεν υφίσταται εξάρτηση του ελληνικού καπιταλισμού ή πως αυτή αποτελεί ένα ακόμη οπορτουνιστικό ιδεολόγημα, ερχόμενα σε διάσταση με τις ισχύουσες προγραμματικές θέσεις του 15ου Συνεδρίου, αλλά πάλι απουσιάζει η αντιιμπεριαλιστική γραμμή πάλης, γιατί ο αντιιμπεριαλισμός φαντάζει μη αρκούντως επαναστατικός για την ΚΕ σε σχέση με τον «αντικαπιταλισμό» που διατυμπανίζεται σε διάφορα σημεία και επειδή ταυτίζονται τα λαϊκά αντιιμπεριαλιστικά μέτωπα με τα «ρεφορμιστικά ενδιάμεσα στάδια», ταύτιση που συνιστά από μέρους της ΚΕ οπορτουνισμό και αναθεωρητισμό, γι' αυτό άλλωστε και εξαλείφεται το ΑΑΔΜ.
Η βασική θέση του ισχύοντος Προγράμματος για τη σύμπηξη μετώπου από όλες τις δυνάμεις που συμφωνούν στην αποδέσμευση από την ΕΕ εδώ και τώρα, ανεξαρτήτως της συμφωνίας τους για το σοσιαλισμό κρίνεται στις θέσεις ως στόχος ενσωματώσιμος από την αστική τάξη, δηλαδή η ΚΕ θεωρεί την άμεση αποδέσμευση από την ΕΕ σαν μια ρεφορμιστική διαχείριση του συστήματος παρά το ότι αποτελούσε για πολλά χρόνια άμεση πάγια προγραμματική διεκδίκηση μας.
Αναφορικά με το εύρος της Λαϊκής Συμμαχίας αδυνατεί κάποιος να αντιληφθεί αν πρόκειται μόνο για μέτωπο της εργατικής τάξης, για μέτωπο εργατών και μικροϊδιοκτητών της πόλης και της υπαίθρου, για συσπείρωση των κομματικών δυνάμεων στους διάφορους κοινωνικούς και εργασιακούς χώρους ή αν θα πάρει και πολιτικό χαρακτήρα. Πάντως, ξεκάθαρα τονίζεται ότι η Λαϊκή Συμμαχία ήδη υπάρχει και ότι είναι η κοινή δράση των κομματικών δυνάμεων και των στενών οπαδών μέσα από τις διάφορες κομματικές - συνδικαλιστικές συσπειρώσεις, γεγονός που ισοδυναμεί με πλήρη άρνηση οποιουδήποτε πραγματικού μετώπου, όπως τουλάχιστον έμπαινε ως κεντρικό καθήκον από το ισχύον Πρόγραμμα.
Ο «αριστερός» σεχταρισμός συνυπάρχει με την αντίθετη παρέκκλιση. Γράφεται ότι η Λαϊκή Συμμαχία θα αποτελέσει το πρόπλασμα του επαναστατικού μετώπου που θα διεκδικήσει την εξουσία, ωστόσο η σωρεία «επαναστατικών βερμπαλισμών» σκεπάζει μια δεξιά οπορτουνιστική αντίληψη, καθώς υποστηρίζεται ότι το μέτωπο «μπορεί να γίνει το κέντρο της λαϊκής εξέγερσης ενάντια στην καπιταλιστική εξουσία, υπερισχύοντας σε βασικές περιοχές ιδιαίτερα στα βιομηχανικά, εμπορικά, συγκοινωνιακά κέντρα, στα κέντρα επικοινωνιών - ενέργειας ώστε να επιτευχθεί η πλήρης αδρανοποίηση των μηχανισμών της αστικής εξουσίας και η εξουδετέρωσή τους», και πως «το εργατικό λαϊκό μέτωπο αποκτά την ικανότητα και τα μέσα για να περιφρουρεί την επανάσταση, να επιβάλλει τον εργατικό λαϊκό έλεγχο στα εργοστάσια, στις τράπεζες, στην αγροτική παραγωγή... αποκτά την ικανότητα να αντιτάσσει τη δική του βία απέναντι στη βία του κεφαλαίου, την ικανότητα να δρα παραλυτικά στα επιτελεία του ταξικού αντιπάλου, να αδρανοποιεί τα αντεπαναστατικά του σχέδια, να τα αποκόβει από την ενεργό στήριξη του ανθρώπινου δυναμικού, εκείνου που έχει λαϊκή - εργατική καταγωγή».
Τι προκύπτει από αυτά; Πρώτον, ότι η επανάσταση ταυτίζεται με τη γενική απεργία που θα αγκαλιάσει ορισμένους στρατηγικούς κλάδους (εργατισμός), δεύτερον πως εάν το κίνημα καταλάβει τα εργοστάσια και τα άλλα στρατηγικά παραγωγικά μέσα αυτόματα θα ανατραπεί και η καπιταλιστική εξουσία, εφόσον βάση της πολιτικής είναι η οικονομία («οικονομισμός»), άρα θα αδρανοποιηθούν και θα ηττηθούν οι κρατικοί καπιταλιστικοί μηχανισμοί που εδράζονται στις καπιταλιστικές οικονομικές σχέσεις επειδή εμείς καταλάβαμε τα οικονομικά κέντρα και τους χώρους δουλειάς, άποψη που αποτελεί μια κλασική «ευρωκομμουνιστική» και δεξιά οπορτουνιστική στρατηγική.
Η ΚΕ φαντασιώνεται ότι το κίνημα θα θέσει υπό τον έλεγχο του ανενόχλητο από την αστυνομία και το στρατό της αστικής τάξης τα μέσα παραγωγής, παραβλέποντας ότι για να τεθεί πραγματικά η παραγωγή υπό εργατικό έλεγχο πρέπει να προηγηθεί η συντριβή του αστικού κράτους, κάτι που συνεπάγεται πρωταρχικά το κίνημα να διαθέτει τις δικές του ένοπλες δυνάμεις.
Αοριστολογίες παρουσιάζονται και στο κομμάτι που πραγματεύεται τη στάση του Κόμματος σε συνθήκες πολέμου, όπου γράφεται ότι «σε περίπτωση ιμπεριαλιστικής πολεμικής εμπλοκής της Ελλάδας είτε σε αμυντικό είτε σε επιθετικό πόλεμο, το Κόμμα πρέπει να ψηθεί στην αυτοτελή οργάνωση της εργατικής λαϊκής πάλης με όλες τις μορφές ώστε αυτή να συνδεθεί με τον αγώνα για την ολοκληρωτική ήττα της αστικής τάξης, εγχώριας και ξένης ως εισβολέα και με την κατάχτηση της εξουσίας».
Κατά πρώτον, η στάση των κομμουνιστών σε έναν πόλεμο δεν εξαρτάται από το αν η χώρα τους είναι αμυνόμενη ή επιτιθέμενη -αυτό αποτελεί αστική άποψη- αλλά από το αν διεξάγει δίκαιο ή άδικο πόλεμο, σύμφωνα με τα λενινιστικά κριτήρια. Κατά δεύτερο, σε συνθήκες ιμπεριαλισμού όλοι οι πόλεμοι είναι άδικοι, με εξαίρεση εκείνους που διεξάγει το επαναστατικό εργατικό κίνημα, το εθνικοαπελευθερωτικό κίνημα χωρών που υφίστανται ιμπεριαλιστική κατοχή και τον αμυντικό πόλεμο που πιθανόν να διεξάγει μια χώρα, που βρίσκεται σε εξαρτημένη και υποδεέστερη θέση μέσα στο ιμπεριαλιστικό σύστημα, όποτε απειληθεί η κυριαρχία και ακεραιότητά της από τις επιβουλές των ιμπεριαλιστικών δυνάμεων. Οι θέσεις σε καμία περίπτωση δεν προβλέπουν σε τι είδους πόλεμο μπορεί να εμπλακεί η Ελλάδα βάσει της θέσης της στο ιμπεριαλιστικό σύστημα και δε διευκρινίζουν ποια θα είναι ακριβώς τα καθήκοντα των κομμουνιστών.
Σαν γενική παρατήρηση και γνώμη θεωρώ αυτές τις Θέσεις ως τις πλέον τολμηρές απ' όσες μέχρι σήμερα έχω διαβάσει. Παράλληλα, εκτιμώ πως πείθουν το μελετητή τους, πως είναι εργαλείο αναγκαίο, χρήσιμο, κατανοητό για τα μέλη του ΚΚΕ αλλά και τους οπαδούς, φίλους ακόμα και για τους αντιπάλους του.
Θα το θεωρούσα τιμή μου να εκφράσω γνώμη και για το καταστατικό. Εκτός από την εμφανή διαπίστωση πως αφορά ένα Κόμμα με πειθαρχία, σαφείς διαδικασίες που υπηρετούν το πρόγραμμά του, προβλέψεις και όρους που βοηθούν στην καθαρή κομματική ζωή με στόχους και μεθόδους πάνω στην κυρίαρχη μαρξιστική, λενινιστική ιδεολογία για την επίτευξη των στόχων του και τελικά το πέρασμα στον Κομμουνισμό. Δεν είμαι σε θέση να το κάνω, εφόσον μόνον ως παρατηρητής και όχι μέλος του που συμμετέχει στην καθημερινότητα και τους αγώνες του, δεν έχω τις ανάλογες εμπειρίες. Δεν διστάζω όμως να αναφερθώ στη σαφέστατη σχέση των Θέσεων που συζητούνται αλλά και του Προγράμματος που προτείνεται με τα όσα συμβαίνουν στη χώρα μας και όχι μόνον. Πάνω σ' αυτές δεν αποφεύγω το συσχετισμό με τις απάνθρωπες εξελίξεις στην κοινωνία μας και ευρύτερα στο καταραμένο καπιταλιστικό σύστημα που μας έχουν επιβάλει.
Αναρωτιέμαι τι απομένει ακόμα από την καταστροφή να συμβεί στον τόπο και το λαό μας - αλλά και γενικότερα στις χώρες που μαστίζονται από την κρίση και τους πολέμους - ώστε να αποδεσμευτεί ο κόσμος από εκείνους εκ των πολιτικών και Κομμάτων που ξεκάθαρα είναι συνυπαίτιοι αυτής της κατάντιας. Και πιο πέρα να αποδεσμευτεί από τους φορείς ιδεολογιών και πρακτικών που θεωρούν ότι οι συμμαχίες της χώρας μας και ο εγκλωβισμός της σε οργανισμούς όπως η Ευρωπαϊκή Ενωση θα μας οδηγήσει στην ευτυχία και την πρόοδο. Για το ΝΑΤΟ, βέβαια, τον εγκληματικό αυτόν οργανισμό, δε χρειάζεται να αναφερθώ ιδιαίτερα.
Ποτέ στην ιστορία της η Ελλάδα δεν είχε δεσμευτεί σε τέτοια έκταση και βάθος όπως τώρα και μάλιστα με εγκρίσεις από την πλειοψηφία της Βουλής συμφωνιών και ατέλειωτων «Μνημονίων Κατανοήσεως» όπως αποκαλούνται (Memorandum of Understanding - MOA). Ποτέ πλην των χρόνων της κατοχής, δεν είχε παραχωρηθεί ο τόπος ως ξέφραγο αμπέλι σε «Συμμάχους» και δεν είχε ξεπουληθεί επί της ουσίας (και ακόμα έχουμε πολύ δρόμο) ο πλούτος της γης, της θάλασσας, ο υποθαλάσσιος σε λίγο, ο αέρας, ο ήλιος.... ο ιδρώτας των εργαζομένων, το μέλλον των παιδιών μας. Ποτέ οι ελπίδες του κόσμου δεν είχαν τρωθεί τόσο πολύ και η κοινωνία δεν είχε πληγεί σε τόση έκταση όπως τα τελευταία χρόνια. Και δυστυχώς ποτέ η κοινωνία και ο λαός μας δεν ήταν τόσο «μουδιασμένος». Μένουν απέξω απ' αυτές τις συνέπειες βέβαια όσοι ωφελούνται απ' αυτήν την κατάντια.
Δεν θα αρκούσε η περιοδική καπιταλιστική κρίση από μόνη της να μας οδηγήσει στην πρωτοπορία της κατάντιας διεθνώς. Χρειάστηκε το εγκληματικό σπρώξιμο των κυβερνώντων και εκείνων για τους οποίους εργάζονταν και εξακολουθούν να κάνουν το ίδιο. Η άρχουσα τάξη, ντόπια και ξένη, βρήκε καλοθελητές για να δουλέψουν με το αζημίωτο αυξάνοντας κάθετα τους κινδύνους από την κρίση και φέρνοντας μπροστά τη χώρα μας στη διαφθορά και στις επιπτώσεις από το χαμό.
Οι Θέσεις του ΚΚΕ που κυκλοφόρησαν εν όψει του Συνεδρίου πιστεύω πως είναι από τα πληρέστερα κείμενα που έχω διαβάσει για το τι συμβαίνει και τι πρέπει να γίνει για τα παραπάνω αλλά και γενικότερα.
Σε προσωπικό επίπεδο απαντήθηκαν απορίες μου και με ικανοποιεί η ανάλυση και η κριτική του τι έπραξε από το προηγούμενο Συνέδριο μέχρι τώρα το ΚΚΕ και τι προτείνει ως στόχους του. Δε θα σταθώ σε λάθη, παραλείψεις και σε εξειδικευμένη κριτική για την οποία δεν αισθάνομαι και ικανός για να προσφέρω με κάποια άποψη σώνει και καλά.
Θα σταθώ όμως ιδιαίτερα, λόγω του επαγγέλματός μου ως στρατιωτικού επί σειρά ετών, στη θέση πως «το ΚΚΕ αντιπαλεύει κάθε εκδήλωση φασισμού, εθνικισμού, σοβινισμού, ρατσισμού, ταυτίζει τον πατριωτισμό με τον ταξικό αγώνα». Για μένα αυτό σημαίνει πρόσθετα πως ο πατριωτισμός πρέπει να συνυπάρχει και να εκδηλώνεται προς το συμφέρον του λαού. Και αναφέρομαι στις Ενοπλες Δυνάμεις κυρίως διότι εκεί ο πατριωτισμός σε συνάρτηση με το υψηλό ηθικό, την εκπαίδευση και τη στήριξη του λαού, είναι κινητήρια δύναμη, είναι προϋπόθεση, είναι ο ισχυρότερος οπλισμός του οπλίτη, του υπαξιωματικού και του αξιωματικού που καλείται να επιτελέσει το καθήκον του. Το ίδιο βέβαια ισχύει και για οποιονδήποτε. Ομολογώ πως δεν έχω συναντήσει ούτε σκεφτεί καλύτερη ερμηνεία απ' αυτήν. Μακάρι η θέση αυτή να γινόταν γνωστή και αποδεκτή από το σύνολο των Ενόπλων Δυνάμεων.
Εύχομαι στην προσυνεδριακή περίοδο ο προβληματισμός και η συζήτηση των μελών του ΚΚΕ και των φίλων και οπαδών του να βοηθήσει στην κατανόηση των Θέσεων, να βοηθήσει στο πλησίασμα περισσότερων στο ΚΚΕ, να επαναφέρει στις καθαρές του προτάσεις και στους αγώνες του όσους απομακρύνθηκαν απ' αυτό. Αν υπάρχει περιθώριο οπότε οι πιο γνώστες και έμπειροι στους αγώνες και την πανίσχυρη ιδεολογία του ΚΚΕ, και οι συντελεστές του Συνεδρίου βελτιώσουν τις θέσεις, το Πρόγραμμα και το Καταστατικό του ακόμα καλύτερα.
Πιστεύω και εύχομαι στο 19ο Συνέδριο να υπάρξει γόνιμος διάλογος, επιτυχημένα αποτελέσματα και να βγει το ΚΚΕ απ' αυτό πιο δυναμωμένο για το καλό του τόπου και του λαού μας.
Διαβάζοντας κατ' αρχήν το σχέδιο καταστατικού δεν κατάλαβα τι ακριβώς έρχεται να διαφοροποιήσει. Φτάνοντας στο άρθρο 6 παρ. γ), δημιουργήθηκαν οι πρώτες απορίες. Ας πούμε πως τα 30 μέλη μιας ΚΟΒ, αποφασίζουν ομόφωνα την ένταξη κάποιου πρώην μέλους στις γραμμές μας. Και ότι στο ανώτερο, ας πούμε 15μελές, όργανο οι 11 συμφωνούν. (Ενας λιγότερος από τα 4/5 που χρειάζονται). Σε ποια λογική Δημοκρατικού Συγκεντρωτισμού υπακούει, το να αποφασίσουν οι 4 που θα διαφωνούν και όχι οι 41 που συμφωνούν και να μη γίνει δεκτή η πρόταση;
Διαβάζοντας πιο προσεχτικά το σχέδιο, νομίζω πως το πνεύμα του δεν είναι η ενίσχυση του συγκεντρωτισμού σε βάρος της δημοκρατίας. Το σχέδιο Καταστατικού, δεν κατανοεί πως το μεγαλείο του Δημοκρατικού Συγκεντρωτισμού έγκειται στο ότι από δύο διαμετρικά αντίθετες έννοιες, την Δημοκρατία και τον συγκεντρωτισμό, δημιουργείται, μια διαλεκτική ενότητα. Τώρα αυτή η ενότητα, φαίνεται να διαλύεται στα εξ ων συνετέθη: Αλλού η Δημοκρατία και αλλού ο συγκεντρωτισμός. Φαίνεται σαν όλο αυτό να μην αφορά ολόκληρο το Κόμμα, αλλά σαν η Δημοκρατία να αφορά τα μέλη και ο συγκεντρωτισμός την καθοδήγηση.
Με αυτό το δεδομένο, νομίζω, πως δεν είναι σκόπιμο να μπω σε επιμέρους αναλύσεις. Μόνο να εκφράσω μερικές απορίες.
Λέει το καταστατικό που ψηφίστηκε στο 15ο Συνέδριο: «Μέλος του ΚΚΕ μπορεί να ΓΙΝΕΙ κάθε άνδρας και γυναίκα, άνω των 18 χρόνων, με τον όρο ότι αποδέχεται το πρόγραμμα και το καταστατικό του..». Το σχέδιο καταστατικού της ΚΕ αναφέρει: «Μέλος του ΚΚΕ ΕΙΝΑΙ όποιος και όποια αποδέχεται την ιδεολογία, το Πρόγραμμα και το Καταστατικό του...»
Τα ερωτήματα πολλά: Τι σημαίνει η αλλαγή από «μπορεί να γίνει» σε «είναι»; Οτι από δω και πέρα, το βάρος δεν θα πέφτει στο ποιος θα γίνει, αλλά στο ποιος θα παραμείνει μέλος; Και πώς ορίζεται η «Ιδεολογία» που προστέθηκε; Πού είναι γραμμένη; Τι πρέπει να γνωρίζει ο εργάτης που θέλει να γίνει και να είναι μέλος του Κόμματος; Μαρξισμό Λενινισμό; Πώς θα προφυλαχτεί το Κόμμα από ατέρμονες συζητήσεις για το αν με τις απόψεις που εκφράζει κάποιος, συμφωνεί ή όχι με την ιδεολογία μας; Και πώς θα προφυλαχτεί το μέλος του Κόμματος από την αυθαιρεσία κάποιων που μπορεί να ερμηνεύουν την ιδεολογία μας κατά πώς θέλουν;
«Να κάνεις πόλεμο για την ανατροπή της διεθνούς αστικής τάξης, έναν πόλεμο εκατό φορές πιο δύσκολο, πιο μακρόχρονο από τον πιο συνηθισμένο πεισματάρικο πόλεμο ανάμεσα στα κράτη και να παραιτείσαι προκαταβολικά από κάθε ελιγμό, από την εκμετάλλευση των αντιθέσεων συμφερόντων (έστω και προσωρινών) ανάμεσα στους αντιπάλους, να παραιτείσαι από κάθε συμφωνία και συμβιβασμό με τους πιθανούς (έστω και προσωρινούς, ασταθείς και ταλαντευόμενους, υπό όρους) συμμάχους, δεν είναι πράγμα αφάνταστα γελοίο;...». Αν το πω αυτό στην ΚΟΒ, συμφωνώ ή διαφωνώ με την ιδεολογία; Και με βάση ποιο πράγμα συμφωνώ ή διαφωνώ;
Στα χρόνια που πέρασαν από το 18ο Συνέδριο υπήρξαν σημαντικές εξελίξεις τόσο στο επίπεδο της οικονομίας και της πολιτικής, όσο και στην ταξική πάλη, στην παρέμβαση του Κόμματος σε αυτήν, αλλά και στις επεξεργασίες μας.
Οι αποφάσεις του 18ου Συνεδρίου, βοήθησαν στο ανέβασμα του ιδεολογικοπολιτικού επιπέδου στο Κόμμα και τον περίγυρο, στο βαθμό που αφομοιώθηκαν και μπήκαν στη ζωή. Επίσης τεράστιας σημασίας ήταν η απόφαση για τη δουλειά στην εργατική τάξη, η στοχοπροσήλωση και η αναδιάταξη των κομματικών δυνάμεων για την ανασύνταξη του εργατικού κινήματος.
Το Κόμμα μας 94 χρόνια παλεύει για το σοσιαλισμό. Υπήρξαν διάφοροι περίοδοι στην ιστορία του, ο στρατηγικός του στόχος κι ο χαρακτήρας του όμως ποτέ δεν άλλαξαν. Υιοθετήθηκαν στόχοι, γραμμές πάλης, στρατηγικοί δρόμοι, θεωρίες (λανθασμένες κατά τη γνώμη μου), αλλά ο στρατηγικός στόχος παρέμενε πάντα σταθερός σε πείσμα πολλών.
Βασικό κριτήριο για τη δράση ενός ΚΚ είναι το κατά πόσο μπορεί να μπολιάζει την εργατική τάξη με την κοσμοθεωρία του. Να κερδίζει, να καθοδηγεί και να οργανώνει πρωτοπόρα τμήματά της στον αγώνα για το σοσιαλισμό. Παράλληλα να κερδίζει συμμάχους ή να ουδετεροποιεί κομμάτια από άλλα λαϊκά στρώματα στο πλευρό της εργατικής τάξης. Σε συνθήκες μη όξυνσης της ταξικής πάλης (τελευταία 20ετία), που στο κίνημα κυριαρχούν ρεφορμιστικές δυνάμεις, στόχος είναι η σκληρή οργανωτική δουλειά για το κέρδισμα των συνειδήσεων. Το κέρδισμα όμως δεν μπορεί να γίνεται γενικά κι αόριστα ή η στρατηγική του Κόμματος να πηγαίνει πίσω, μπροστά στη γενική πολιτική αντιπαράθεση πάνω σε επιμέρους προβλήματα ή ζητήματα. Ούτε μπορεί ένα ΚΚ να καθορίζει την πολιτική του, το πρόγραμμά του και τη στρατηγική του από το συσχετισμό δυνάμεων. Αν γινόταν αυτό θα σήμαινε αυτόματα τη μη αναγκαιότητα ύπαρξης ΚΚ. Αλλωστε το μπόλιασμα της εργατικής τάξης με την κοσμοθεωρία του Μαρξισμού - Λενινισμού έρχεται απ' έξω, από το κόμμα της κι όχι από τους υλικούς όρους της ζωής της, από την εκμετάλλευση αυτή καθ' αυτή.
Οι Θέσεις και το Σχέδιο Προγράμματος βάζουν ολόπλευρα και σωστά το ζήτημα της πρωτοπόρας - κινητήριας δύναμης, της συμμαχίας σε κοινωνικό και όχι προγραμματικό - πολιτικό επίπεδο, που σε δοσμένες συνθήκες θα μετατραπεί σε επαναστατικό μέτωπο με στόχο την εγκαθίδρυση της εργατικής εξουσίας.
Αλλωστε μπορεί ένα ΚΚ να καθοδηγεί την τάξη για κάτι άλλο πέραν αυτού του σκοπού; Μπορεί να υποτάσσει τη στρατηγική του ή την πάλη της τάξης στην αναγκαιότητα της συμμαχίας, να ζητά δηλαδή από αυτήν να βάλει άλλους ενδιάμεσους στόχους, υπό την πίεση στρωμάτων που έχουν συμφέροντα (σε μικρότερο ή μεγαλύτερο βαθμό) από τις σημερινές σχέσεις παραγωγής; Η απάντηση είναι όχι. Οπου έγινε αυτό, λύθηκε άμεσα το «ποιος-ποιον» κι όχι προς όφελος του εργατικού κινήματος.
Δεν είναι καθόλου τυχαίο άλλωστε το γεγονός ότι η αστική τάξη και τα επιτελεία της, τα αστικά ΜΜΕ χύνουν κουβάδες δάκρυα για τη «μεσαία τάξη» όπως την ονομάζουν. Ενισχύουν τα αντιδραστικά χαρακτηριστικά στρωμάτων που είχαν (ή και έχουν) συμφέρον και από τη βάση (οικονομία) αλλά και από το εποικοδόμημα (κράτος) του καπιταλισμού και έχουν το βλέμμα στραμμένο 3 χρόνια πίσω. Πιέζουν στη γραμμή του συμβιβασμού, της άμεσης λύσης μέσω του κοινοβουλίου, δεν συμμετέχουν και δεν πιστεύουν στο κίνημα. Την ίδια ώρα η εργατική τάξη (που μέρος της είναι οι 1,5 εκατομμύρια άνεργοι) στενάζει. Αστικά μέσα, μικροαστικά στρώματα, πολιτικές δυνάμεις που σ' αυτές εντάσσεται κι ο ΣΥΡΙΖΑ συντονισμένοι σαν ορχήστρα ζητάνε από την εργατική τάξη, από το κόμμα της να τραβήξουν άλλη ρότα. Να αφήσει στην άκρη την ταξική πάλη μπροστά στην κοινοβουλευτική αντιπαράθεση και τις εκλογικές αναμετρήσεις, να στηρίξει από τη μια τις καπιταλιστικές σχέσεις κι από την άλλη να φέρει ένα «προσοσιαλιστικό» εποικοδόμημα. Κομμάτια της εργατικής τάξης, των φτωχών λαϊκών στρωμάτων είναι λογικό να πιστεύουν ότι αυτή είναι η λύση, το Κόμμα όμως οφείλει με βάση την κοσμοθεωρία του, το Μαρξισμό - Λενινισμό να μην αποσπάται από την πίεση αυτή.
Πολύς λόγος γίνεται από διάφορους για την πολιτική επιρροή του Κόμματος, τις εκλογές, το όπως λένε «μη κέρδισμα των μαζών». Πέρα από την απλή - λογική απάντηση ότι το ΚΚΕ ποτέ δεν είχε γενική εκλογική απήχηση άρα δε γίνεται πάντα να τα λέει λάθος (είτε τώρα, είτε με τα «στάδια», είτε με πολιτικές συμμαχίες π.χ. Συνασπισμός, είτε ακόμα και με αυτοδιάλυση των οργανώσεών του), χρειάζεται μελέτη για να βαθαίνει η κουβέντα και να αναλύονται τα συμπεράσματα.
Κατ' αρχάς οι εκλογική επιρροή δεν έχει καμία σχέση με τη συνολική επιρροή ενός ΚΚ ούτε με το αν η γραμμή του είναι σωστή. Αλλιώς να πούμε ότι η Οκτωβριανή Επανάσταση απέτυχε αφού 2 μήνες μετά οι μπολσεβίκοι είχαν εκλογική ήττα.
Αφετηρία αποτελεί ο ίδιος ο ρόλος του Κόμματος ως κόμμα της εργατικής τάξης με σκοπό να την οδηγήσει στην επαναστατική κατάκτηση της εξουσίας σε επαναστατικές συνθήκες. Τέτοιες συνθήκες μετά την ήττα του ΔΣΕ, δεν έχουν υπάρξει στην Ελλάδα. Οποιος πιστεύει ότι σε καπιταλιστικές σχέσεις παραγωγής, που συνεπάγονται αστική εξουσία, μπορεί έστω και πολιτικά να κερδηθεί η συνείδηση, όχι γενικά του λαού, αλλά και μόνο της πλειοψηφίας της εργατικής τάξης, φέρνει το μαρξισμό τούμπα, υποτάσσει το κοινωνικό Είναι στην κοινωνική συνείδηση, τον υλισμό στον ιδεαλισμό.
Οι Θέσεις σωστά επεξεργάζονται τις συνθήκες βαθαίνοντας προηγούμενες επεξεργασίες και στρέφουν την προσοχή στο βασικό καθήκον. Την ιδεολογικοπολιτική δουλειά στην εργατική τάξη, στους χώρους δουλειάς, στην προετοιμασία ενός πρωτοπόρου κομματιού της που μαζί με άλλα φτωχά λαϊκά στρώματα, σε δοσμένες συνθήκες θα βάλουν στην ημερήσια διάταξη το ζήτημα της εξουσίας.
Για όλους τους παραπάνω λόγους χρειάζεται η επιμονή στη δουλειά με κοινωνικοταξικά κριτήρια (έτσι θα έρθει και η μεταβολή στην κοινωνική και ηλικιακή σύνθεση του Κόμματος).
Οι κοινοβουλευτικές αυταπάτες και η μη αμφισβήτηση του αστικού δημοκρατικού πολιτεύματος και σε μεγάλο κομμάτι επιρροής και ψηφοφόρων μας είναι η απαρχή της καλόπιστης και μη κριτικής. Αποκορύφωμα και ώθηση ήταν το αποτέλεσμα των εκλογών και το ζήτημα της συνεργασίας με τον ΣΥΡΙΖΑ και της «κυβέρνησης της αριστεράς»
Προβάλλεται η άποψη ότι το Κόμμα έπρεπε να βάλει τη δική του ατζέντα, το πρόγραμμά του ως πρόγραμμα «εξουσίας» (διακυβέρνησης εννοούν) για να αποκαλύψει το ΣΥΡΙΖΑ. Η άποψη αυτή είναι λάθος. Το να προτείνει το Κόμμα πρόγραμμα κοινοβουλευτικής διακυβέρνησης με οποιονδήποτε προσανατολισμό σημαίνει από τη μία υιοθέτηση της θεωρίας των σταδίων (θα μιλάγαμε για «Λαϊκή» κυβέρνηση με καπιταλιστική εξουσία, θεσμούς, οικονομία) ή από την άλλη ότι με την ανάληψη κυβέρνησης (κι όχι κατάληψη της εξουσίας) θα οδηγήσει σε όξυνση της ταξικής πάλης και θα δημιουργήσει επαναστατική κατάσταση η οποία όμως προκύπτει από τις αντικειμενικές συνθήκες κι όχι από τη θέληση της πρωτοπορίας. Η στάση της ΚΕ και του Κόμματος απέναντι στο ζήτημα αυτό ήταν σωστή και θα επαληθευτεί. Κατά τη γνώμη μου πρέπει να γίνει περαιτέρω ανάλυση της στάσης αυτής, στην Απόφαση του Συνεδρίου πάνω στο κομμάτι αυτό.