Δήλωση των ευρωβουλευτών του ΚΚΕ για την ψήφο που έδωσαν αναφορικά με την ένταξη της Ελλάδας στη ζώνη του Ευρώ
Ελληνες εργαζόμενοι διαδηλώνουν την αντίθεσή τους στις δεσμεύσεις που επιβάλει η ΟΝΕ |
Επεξηγώντας την ψήφο αυτή ο ευρωβουλευτής του ΚΚΕ, Γ. Θεωνάς, υπογράμμισε τα εξής:
«Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο καλείται σήμερα να δώσει τη γνωμοδότησή του για την υιοθέτηση από την Ελλάδα του ενιαίου νομίσματος, μετά το πράσινο φως που έδωσε η Επιτροπή και η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα.
Επισημαίνουμε κατ' αρχήν ότι για μας, το θέμα δεν είναι τεχνικό, αλλά βαθύτατα πολιτικό. Ακριβώς, στηριζόμενοι στην ιδεολογική και πολιτική πλευρά της όλης διαδικασίας της ΟΝΕ και του ενιαίου νομίσματος, θα καταψηφίσουμε την ένταξη της δραχμής στη ζώνη του Ευρώ.
Από τεχνική άποψη, είναι αναμφισβήτητο ότι η Ελλάδα έφτασε να πληροί τα κριτήρια που θέτει η Συνθήκη του Μάαστριχτ για την είσοδο στην τρίτη φάση της ΟΝΕ. Το πρόβλημα, όμως, είναι πώς φτάσαμε εδώ και τι θα γίνει παραπέρα.
Η επίτευξη των ονομαστικών κριτηρίων σύγκλισης απαίτησε δυσβάσταχτες θυσίες από τον ελληνικό λαό, ήταν αποτέλεσμα μιας πολιτικής σκληρής λιτότητας, που είχε και έχει σαν βασικά χαρακτηριστικά της, τη μείωση των κοινωνικών δαπανών, την άσκηση μιας ιδιαίτερα περιοριστικής δημοσιονομικής πολιτικής, την καθήλωση των μισθών, τον περιορισμό της προστασίας των εργαζομένων, την απελευθέρωση των αγορών και την προώθηση των ιδιωτικοποιήσεων. Δυστυχώς, αυτή η πολιτική, που έχει φέρει σε απόγνωση τα ευρύτερα στρώματα του λαού μας, έχει οδηγήσει σε δραματική αύξηση της ανεργίας, σε επιτάχυνση του ξεκληρίσματος του αγροτικού πληθυσμού και της αποβιομηχάνισης της χώρας, όχι μόνο δε θα αντιστραφεί με την είσοδο στο ενιαίο νόμισμα, αλλά αντίθετα θα ενταθεί. Τόσο οι υποχρεώσεις που επιβάλλει το Σύμφωνο Σταθερότητας, όσο και οι αυστηρές συστάσεις που συνόδευσαν τις εκθέσεις της Επιτροπής και της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας το αποδεικνύουν. Και οι δύο ζήτησαν συνέχιση της πολιτικής λιτότητας, επιτάχυνση της αποδιάρθρωσης των εργασιακών σχέσεων, ταχεία προώθηση των μέτρων ανατροπής του δημόσιου ασφαλιστικού συστήματος, συνέχιση και επιτάχυνση των ιδιωτικοποιήσεων.
Είναι φανερό ότι οι εργαζόμενοι όχι μόνο δεν έχουν τίποτα να κερδίσουν από την εν μέσω αποπροσανατολιστικών πανηγυρισμών ένταξη στο ενιαίο νόμισμα, αλλά αντίθετα έχουν πιο σίγουρη τη συνέχιση, με πιο αυστηρούς όρους και με αυξημένη «υψηλή εποπτεία» από την ΕΕ, της αδιέξοδης πολιτικής λιτότητας που ασκείται τα τελευταία δέκα χρόνια. Αλλωστε, οι φωνές που ακούγονται για την ανάγκη εξασφάλισης της «διατηρησιμότητας» της τήρησης των κριτηρίων, αποσκοπούν ακριβώς στο να διευκολύνουν τη σκλήρυνση της ασκούμενης πολιτικής και να στηρίξουν τα ιδιαίτερα αντιλαϊκά μέτρα που έρχονται. Η πείρα και των άλλων λαών που βρίσκονται ήδη στη ζώνη του Ευρώ αποδεικνύει ότι το ένα μέτρο διαδέχεται το άλλο στην ανατροπή των κατακτήσεων των προηγούμενων δεκαετιών και άμεσα πια το «αμερικάνικο μοντέλο» αποτελεί υπόδειγμα για την προσαρμογή σ' αυτό που περίφημου ευρωπαϊκού κοινωνικού μοντέλου.
Οι ευρωβουλευτές του ΚΚΕ, σταθεροί στις θέσεις που υποστηρίζαμε ήδη από την υπογραφή της Συνθήκης του Μάαστριχτ και την οποία, άλλωστε, μόνο το ΚΚΕ καταψήφισε όταν ήρθε για επικύρωση στην ελληνική Βουλή, θα καταψηφίσουμε την ένταξη της Ελλάδας στη ζώνη του Ευρώ, έχοντας ως γνώμονα τα συμφέροντα των εργαζομένων και της χώρας μας. Ταυτόχρονα, μαζί με τους εργαζόμενους θα συνεχίσουμε τον αγώνα μας ενάντια σε αυτή την πολιτική, για την προώθηση μιας εναλλακτικής πρότασης ανάπτυξης που θα έχει στο κέντρο της τον άνθρωπο και τις ανάγκες του και θα κινείται στον αντίποδα της αντιδραστικής πολιτικής της «δημοκρατίας των μονοπωλίων».»
ΣΤΡΑΣΒΟΥΡΓΟ (του απεσταλμένου μας ΒΗΣ. ΓΚΙΝΙΑ).-
Εκτός από την έκθεση Ρ. Γκέμπελς για τη γνωμοδότηση περί της ελληνικής ένταξης, η οποία ψηφίστηκε «πολιτικά», ακριβώς ως γνωμοδότηση, οι Γερμανοί χριστιανοδημοκράτες που υπερψήφισαν την προσχώρηση της Ελλάδας, επέβαλλαν μια σειρά «τροπολογίες», υπέρ της αυστηρής «διατηρησιμότητας» στα πλαίσια του Μάαστριχτ και του Συμφώνου Σταθερότητας. Η Ολομέλεια του ΕΚ ψήφισε υπέρ των εξής τροπολογιών:
1. «Τονίζει ότι τα κριτήρια της Συνθήκης του Μάαστριχτ πρέπει να εφαρμοστούν πλήρως για όλες τις υποψήφιες χώρες, επιδοκιμάζει την επιτυχή συμμετοχή της Ελλάδος από τις 18 Μάη 1998 στο Ευρωπαϊκό Νομισματικό Σύστημα».
2. «Εκφράζει, μαζί με την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα (ΕΚΤ) την ανησυχία του για το γεγονός ότι το κριτήριο του πληθωρισμού στην Ελλάδα επιτεύχθηκε για πρώτη φορά κατά τους τελευταίους μήνες και ζητεί μια διατηρήσιμη κατοχύρωση της σταθερότητας των τιμών, επιδοκιμάζει, ωστόσο, το γεγονός ότι η Ελλάς έχει μειώσει το ποσοστό πληθωρισμού από 18% σε 2% από το 1992 και μετά». Με ψήφους 249 υπέρ, 258 κατά και 2 αποχές απορρίφθηκε μια εμβόλιμη πρόταση που εκτιμούσε ότι ο πληθωρισμός επιτεύχθηκε για πρώτη φορά «και μάλιστα μόνο με μία μεταξύ άλλων μείωση των φόρων κατανάλωσης».
3. Το ΕΚ «καλεί την ελληνική κυβέρνηση να καταβάλει περαιτέρω προσπάθειες για τη μείωση του ύψους του χρέους».
Είναι χαρακτηριστικό ότι, μετά από μυστική συμφωνία και απαίτηση της γερμανικής χριστιανοδημοκρατίας, πρώτα ψηφίστηκαν οι δεσμευτικές «τροπολογίες» για την ελληνική κυβέρνηση, και μετά εγκρίθηκε η θετική γνωμοδότηση υπέρ της ένταξης της Ελλάδας στην ΟΝΕ.
Η ευρωομάδα της ΝΔ αιτιολογώντας τη θετική ψήφο στην έκθεση Γκέμπελς τονίζει ότι «αυτό που έχει σημασία σήμερα είναι να εφαρμοστούν όλες οι αναγκαίες διαρθρωτικές αλλαγές, όπως προτείνονται από την Κομισιόν, την ΕΚΤ, το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο και το ΕΚ, ώστε η Ελλάδα να εφαρμόσει με άνεση τους κανόνες του Συμφώνου Σταθερότητας και να τηρήσει τις κοινές ευρωπαϊκές υποσχέσεις».
Ο υπουργός Δικαιοσύνης εμμένει στις θέσεις του και στην απόφαση της Αρχής Δεδομένων, ενώ σε χτεσινή συνέντευξη Τύπου προσπάθησε να συμβάλει στην εκτόνωση της κατάστασης
Προσαρμοσμένος στο... νέο κλίμα χαμηλών τόνων για το θέμα της αναγραφής του θρησκεύματος στις αστυνομικές ταυτότητες εμφανίστηκε χτες ο υπουργός Δικαιοσύνης Μιχ. Σταθόπουλος. Ο υπουργός Δικαιοσύνης εμμένει μεν στις θέσεις του και στην απόφαση της Αρχής Προστασίας Δεδομένων Προσωπικού Χαρακτήρα για την υπόθεση των ταυτοτήτων, ωστόσο έδειξε διατεθειμένος να συμβάλει στην εκτόνωση της κατάστασης και τα κύρια ζητήματα να συζητηθούν αργότερα.
Ο υπουργός Δικαιοσύνης έκανε προσπάθεια να κατεβάσει τους τόνους, λέγοντας ότι ο ίδιος έκανε «μια τοποθέτηση, απλή, ήρεμη, χωρίς οξύτητες, χωρίς εμπάθειες» και περίμενε πως η αντίδραση θα είναι ανάλογη και χωρίς φανατισμούς.
Σχετικά με την άποψη για προαιρετική αναγραφή του θρησκεύματος, που εκφράζεται από εκκλησιαστικούς και πολιτικούς κύκλους, ο Μ. Σταθόπουλος είπε ότι είναι αντισυνταγματική, επικαλούμενος το άρθρο 13 του Συντάγματος. «Ο πολίτης έχει δικαίωμα να αποσιωπά τις θρησκευτικές του πεποιθήσεις», κατέληξε ο υπουργός Δικαιοσύνης.
Παράλληλα, ο Μ. Σταθόπουλος επιδιώκοντας να συμβάλει στο ήρεμο κλίμα και στη μη όξυνση των σχέσεων με την Εκκλησία, δήλωσε ότι και ο αρχιεπίσκοπος Χριστόδουλος συμφωνεί μαζί του, διευκρινίζοντας ότι από τα τέσσερα θέματα που έβαλε η Αρχή Δεδομένων (αναγραφή θρησκεύματος, επαγγέλματος, όνομα συζύγου και δακτυλικά αποτυπώματα), διαφωνία υπάρχει μόνο στην αναγραφή του θρησκεύματος. «Ωστόσο και εκεί υπάρχει πρόοδος, είπε ο υπουργός, καθώς εκπρόσωποι της Εκκλησίας δέχονται την προαιρετική αναγραφή».
Σχετικά με το πότε θα ισχύσει η απόφαση της Αρχής Δεδομένων διευκρίνισε ότι δεν έχει αναδρομική ισχύ και επομένως δεν καταργεί τις παλαιές ταυτότητες. Αν κάποιος δεν αντικαταστήσει την παλαιά ταυτότητα, θα εξακολουθήσει να ισχύει. Επανέλαβε ότι η απόφαση της Αρχής μέχρι να εκτελεστεί χρειάζεται κάποιο εύλογο χρονικό διάστημα, προκειμένου να εκδοθούν οι σχετικές εγκύκλιοι.
Απαντώντας στις επικρίσεις για άκυρη και βιαστική παρέμβαση στο θέμα των ταυτοτήτων, είπε ότι αυτό θα το δείξει ο χρόνος και πως στο θέμα των ταυτοτήτων τα προβλήματα είναι γνωστά και παλαιά και πως κάποτε θα πρέπει να επιλυθούν.
Τέλος, σχολιάζοντας την άποψη του αρχιεπισκόπου Χριστόδουλου για διεξαγωγή δημοψηφίσματος για την αναγραφή ή μη του θρησκεύματος στις ταυτότητες, τόνισε ότι δεν μπορεί να γίνει δημοψήφισμα για πράγματα που αφορούν τα ατομικά δικαιώματα, προσθέτοντας ότι τα ατομικά δικαιώματα δεν υπόκεινται στην αρχή της πλειοψηφίας.
Στο θέμα των ταυτοτήτων αναφέρθηκε χτες και ο υπουργός Τύπου Δ. Ρέππας, ο οποίος άφησε να εννοηθεί ότι θ' αργήσει μέχρι να δοθεί λύση. Σε σχετική ερώτηση των δημοσιογράφωv αν παγώνει η υπόθεση των ταυτοτήτων, είπε ότι «δεν παγώνει, αλλά δε λύνεται με άμεσο τρόπο». «Εχουμε ψηφίσει ένα συγκεκριμένο νόμο, συνέχισε ο υπουργός Τύπου, και το υφιστάμενο νομικό καθεστώς παραμένει ως έχει. Θα πρέπει να ολοκληρωθεί η διαδικασία έκδοσης των σχετικών εγκυκλίων ή οδηγιών για την εφαρμογή αυτού του πλαισίου».